«Ἕλληνες ἀεί παῖδες ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» (Πλάτων, Τίμαιος, 22b).


"Ὁμολογεῖται μὲν γὰρ τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιοτάτην εἶναι καὶ μεγίστην καὶ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ὀνομαστοτάτην· οὕτω δὲ καλῆς τῆς ὑποθέσεως οὔσης,
ἐπὶ τοῖς ἐχομένοις τούτων ἔτι μᾶλλον ἡμᾶς προσήκει τιμᾶσθαι. 24. Ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ' ἐρήμην καταλαβόντες
οὐδ' ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ' οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν ὥστ' ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν,
αὐτόχθονες ὄντες καὶ τῶν ὀνομάτων τοῖς αὐτοῖς οἷσπερ τοὺς οἰκειοτάτους τὴν πόλιν ἔχοντες προσειπεῖν".
(Ἰσοκράτης, Πανηγυρικός, στίχοι 23-24).

Τα άρθρα που φιλοξενούνται στον παρόντα ιστότοπο και προέρχονται απο άλλες πηγές, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνον τις απόψεις των συγγραφέων τους.

Καθίσταται σαφές ότι η δημοσίευση ανάρτησης, δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά αποδοχή των απόψεων του συγγραφέως.


ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ, ΑΦΗΝΕΤΕ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟ-ΑΝΑΡΤΗΣΗ (΄κλίκ΄ στο "Δεν υπάρχουν σχόλια"). ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.

Ακολουθήστε μας στο Facebook

Πέμπτη 11 Ιουλίου 2013

Μια σοφή ιστορία




Ένας αυτοκράτορας έβγαινε από το παλάτι του για τον πρωινό του περίπατο, όταν συνάντησε ένα ζητιάνο. "τι θέλεις;" τον ρώτησε. 

Ο ζητιάνος γέλασε και είπε: "Ρωτάς, λες και μπορείς να εκπληρώσεις την επιθυμία μου!

Ο βασιλιάς προσβλήθηκε και είπε: "Και βέβαια μπορώ να εκπληρώσω την επιθυμία σου. Πες μου ποιά είναι". 

Ο ζητιάνος είπε: "Ξανασκέψου το, πριν υποσχεθείς τίποτα." Ο ζητιάνος δεν ήταν ένας συνηθισμένος ζητιάνος. Ήταν ο δάσκαλος του αυτοκράτορα από την περασμένη του ζωή. Και σ'εκείνη τη ζωή, του είχε υποσχεθεί : "Θα έρθω και θα σε ξυπνήσω στην επόμενη ζωή σου. Αυτή τη ζωή έχασες την ευκαιρία, αλλά θα ξανάρθω". 

Μα, ο βασιλιάς το είχε ξεχάσει, τελείως. Ποιός θυμάται περασμένες ζωές; Έτσι, επέμεινε. "Θα εκπληρώσω ό,τι μου ζητήσεις. Είμαι πολύ δυνατός αυτοκράτορας. Τι μπορείς να μου ζητήσεις, που να μην μπορώ να στο δώσω;" 

Ο ζητιάνος είπε: "Α, είναι πολύ απλή επιθυμία. Βλέπεις αυτή την κούπα; Μπορείς να τη γεμίσεις με κάτι;". 
"Βεβαίως!" είπε ο αυτοκράτορας και φώναξε έναν από τους βεζίρηδές του και του είπε: "Γέμισε την κούπα αυτού του ανθρώπου με χρήματα". 

Ο βεζίρης έφερε χρήματα, τα έριξε στην κούπα κι αυτά εξαφανίστηκαν αμέσως. Έριξε κι άλλα, κι άλλα, μα μόλις τα έριχνε, αμέσως εξαφανίζονταν. Και η κούπα του ζητιάνου έμενε πάντα άδεια. Μαζεύτηκε όλο το παλάτι. Στόμα με στόμα, τα νέα έφθασαν σ'όλη την πόλη και συγκεντρώθηκε ένα μεγάλο πλήθος. 

Η εικόνα του αυτοκράτορα κινδύνευε. Είπε στους βεζίρηδες: "Ακόμη κι αν χάσω το βασίλειό μου, δεν θ'αφήσω αυτό τον ζητιάνο να με νικήσει". 

Διαμάντια, μαργαριτάρια και σμαράγδια..τα θησαυροφυλάκιά του άδειαζαν. Η κούπα του ζητιάνου φαινόταν να μην έχει πάτο. Ό, τι κι αν έβαζαν μέσα, όλα, μα όλα, εξαφανίζονταν αμέσως. 

Έφτασε βράδυ κι ο κόσμος στεκόταν εκεί, σε απόλυτη σιωπή. Ο βασιλιάς έπεσε στα πόδια του ζητιάνου και παραδέχτηκε την ήττα του. Είπε : "Νίκησες. Αλλά, πριν φύγεις, πες μου, ικανοποίησέ μου την περιέργεια.

Από τι είναι φτιαγμένη η κούπα σου;

Ο ζητιάνος γέλασε και είπε: "Είναι φτιαγμένη από ανθρώπινο νου. Δεν υπάρχει κανένα μυστικό. Απλώς είναι φτιαγμένη από ανθρώπινη επιθυμία."

Δεν υπάρχουν σχόλια: