«Ἕλληνες ἀεί παῖδες ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» (Πλάτων, Τίμαιος, 22b).


"Ὁμολογεῖται μὲν γὰρ τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιοτάτην εἶναι καὶ μεγίστην καὶ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ὀνομαστοτάτην· οὕτω δὲ καλῆς τῆς ὑποθέσεως οὔσης,
ἐπὶ τοῖς ἐχομένοις τούτων ἔτι μᾶλλον ἡμᾶς προσήκει τιμᾶσθαι. 24. Ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ' ἐρήμην καταλαβόντες
οὐδ' ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ' οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν ὥστ' ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν,
αὐτόχθονες ὄντες καὶ τῶν ὀνομάτων τοῖς αὐτοῖς οἷσπερ τοὺς οἰκειοτάτους τὴν πόλιν ἔχοντες προσειπεῖν".
(Ἰσοκράτης, Πανηγυρικός, στίχοι 23-24).

Τα άρθρα που φιλοξενούνται στον παρόντα ιστότοπο και προέρχονται απο άλλες πηγές, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνον τις απόψεις των συγγραφέων τους.

Καθίσταται σαφές ότι η δημοσίευση ανάρτησης, δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά αποδοχή των απόψεων του συγγραφέως.


ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ, ΑΦΗΝΕΤΕ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟ-ΑΝΑΡΤΗΣΗ (΄κλίκ΄ στο "Δεν υπάρχουν σχόλια"). ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.

Ακολουθήστε μας στο Facebook

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2016

Η Ετυμολογία Του Ονόματος «ΑΣΙΑ»







Ο Όμηρος και στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια αγνοεί το όνομα «Ασία» είτε ως τοπωνύμιο είτε ως θεωνύμιο ή ανθρωπωνύμιο. Ο Ησίοδος (Θεογονία, στ. 359) αποδίδει το όνομα «Ασίη» σε μία εκ των Ωκεανίδων.

Η λέξη ως γεωγραφικός χώρος αναφέρεται από τον Ηρόδοτο (Ιστορίης Απόδεξις, 1, 4, 4), για να προσδιορίση αυτήν την περιοχή, που σήμερα λέγεται «Μικρά Ασία» και ένα μικρό μέρος της σήμερα ονομαζόμενης ασιατικής ηπείρου, όπως φαίνεται στον επόμενο χάρτη, που απηχεί τις απόψεις του.

Αρχικά το όνομα αυτό προσδιόριζε την ανατολική όχθη του Αιγαίου, μια περιοχή γνωστή στους Χετταίους ωςAssuwa, όπως φαίνεται στον χάρτη που ακολουθεί.

Στις αρχές των κλασικών χρόνων, οι Έλληνες άρχισαν να χρησιμοποιούν τον όρο «Ασία» για να αναφέρωνται σε όλη την περιοχή που είναι γνωστή σήμερα ως Μικρά Ασία και ανατολικώτερα στην Περσία.

Για την προέλευση της λέξεως «Ασία» έχουν προταθή δύο δυνατότητες:

α) Θα μπορούσε να έχη προέλθει από την ελληνική λέξη «Άσις», που απαντάται στον Όμηρο (Ιλιάς,ραψωδία Φ στ. 321) και σημαίνει «λάσπη» και «πηλός» (βλέπε Ευστάθιον, Επιστολή επί ταις Διονυσίου του περιηγητού παρεκβολαίς, 620). Σύμφωνα με αυτή την σημασία το επίθετο «Άσιος, Ασία, Άσιον» σημαίνει «λασπώδης» και στην προκειμένη περίπτωση «Ασία Γη» σημαίνει την λασπώδη και αργιλώδη περιοχή των ανατολικών ακτών του Αιγαίου.

β) Θα μπορούσε να έχη προέλθει από την Χεττιτική λέξη «Asu», που σημαίνει «ανατολή» ή «φως». Σύμφωνα με αυτή την ερμηνεία «Ασία» σημαίνει «Ανατολική χώρα».

Πιθανόν όμως και η ελληνική λέξη «Άσις» και η χεττιτική λέξη «Asu» να σχετίζονται μεταξύ τους και αμφότερες να προέρχονται από κάποιαν άγνωστη σε μένα πανάρχαια ρίζα.

Παναγιώτης Μητροπέτρος


πηγή-palaixthon.gr
Διαβάστε περισσότερα... »

Κυριακή 5 Ιουνίου 2016

Ελληνική γλωσσα: Η τελειότητα ενός άλυτου γρίφου



Η Ελληνική με την μαθηματική δομή της είναι η γλώσσα της πληροφορικής και της νέας γενιάς των εξελιγμένων υπολογιστών, διότι μόνο σ” αυτήν δεν υπάρχουν όρια. 
(Μπιλ Γκέιτς, Microsoft)

Η Αγγλική γλώσσα έχει 490.000 λέξεις από τις οποίες 41.615 λέξεις είναι από την Ελληνική γλώσσα.. 
(βιβλίο Γκίνες)

Η Ελληνική και η Κινέζικη, είναι οι μόνες γλώσσες με συνεχή ζώσα παρουσία από τους ίδιους λαούς και…..στον ίδιο χώρο εδώ και 4.000 έτη. Όλες οι γλώσσες θεωρούνται κρυφοελληνικές, με πλούσια δάνεια από τη μητέρα των γλωσσών, την Ελληνική.
(Francisco Adrados, γλωσσολόγος).


Η Ελληνική γλώσσα έχει λέξεις για έννοιες οι οποίες παραμένουν χωρίς απόδοση στις υπόλοιπες γλώσσες, όπως άμιλλα, θαλπωρή και φιλότιμο Μόνον η Ελληνική γλώσσα ξεχωρίζει τη ζωή από το βίο, την αγάπη από τον έρωτα. Μόνον αυτή διαχωρίζει, διατηρώντας το ίδιο ριζικό θέμα, το ατύχημα από το δυστύχημα, το συμφέρον από το ενδιαφέρον.Το εκπληκτικό είναι ότι η ίδια η Ελληνική γλώσσα μας διδάσκει συνεχώς πώς να γράφουμε σωστά. Μέσω της ετυμολογίας, μπορούμε να καταλάβουμε ποιός είναι ο σωστός τρόπος γραφής ακόμα και λέξεων που ποτέ δεν έχουμε δει ή γράψει.

Το «πειρούνι» για παράδειγμα, για κάποιον που έχει βασικές γνώσεις Αρχαίων Ελληνικών, είναι προφανές ότι γράφεται με «ει» και όχι με «ι» όπως πολύ άστοχα το γράφουμε σήμερα. Ο λόγος είναι πολύ απλός, το «πειρούνι» προέρχεται από το ρήμα «πείρω» που σημαίνει τρυπώ-διαπερνώ, ακριβώς επειδή τρυπάμε με αυτό το φαγητό για να το πιάσουμε.

Επίσης η λέξη «συγκεκριμένος» φυσικά και δεν μπορεί να γραφτεί «συγκεκρυμμένος», καθώς προέρχεται από το «κριμένος» (αυτός που έχει δηλαδή κριθεί) και όχι βέβαια από το «κρυμμένος» (αυτός που έχει κρυφτεί). Άρα το να υπάρχουν πολλά γράμματα για τον ίδιο ήχο (π.χ. η, ι, υ, ει, οι κτλ) όχι μόνο δεν θα έπρεπε να μας δυσκολεύει, αλλά αντιθέτως να μας βοηθάει στο να γράφουμε πιο σωστά, εφόσον βέβαια έχουμε μια βασική κατανόηση της γλώσσας μας.

Επιπλέον η ορθογραφία με την σειρά της μας βοηθάει αντίστροφα στην ετυμολογία αλλά και στην ανίχνευση της ιστορική πορείας της κάθε μίας λέξης. Και αυτό που μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε την καθημερινή μας νεοελληνική γλώσσα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, είναι η γνώση των Αρχαίων Ελληνικών.

Είναι πραγματικά συγκλονιστικό συναίσθημα να μιλάς και ταυτόχρονα να συνειδητοποιείς τι ακριβώς λές, ενώ μιλάς και εκστομίζεις την κάθε λέξη ταυτόχρονα να σκέφτεσαι την σημασία της.

Είναι πραγματικά μεγάλο κρίμα να διδάσκονται τα Αρχαία με τέτοιο φρικτό τρόπο στο σχολείο ώστε να σε κάνουν να αντιπαθείς κάτι το τόσο όμορφο και συναρπαστικό.



Η ΣΟΦΙΑ

Στη γλώσσα έχουμε το σημαίνον (την λέξη) και το σημαινόμενο (την έννοια). Στην Ελληνική γλώσσα αυτά τα δύο έχουν πρωτογενή σχέση, καθώς αντίθετα με τις άλλες γλώσσες το σημαίνον δεν είναι μια τυχαία σειρά από γράμματα. Σε μια συνηθισμένη γλώσσα όπως τα Αγγλικά μπορούμε να συμφωνήσουμε όλοι να λέμε το σύννεφο car και το αυτοκίνητο cloud, και από την στιγμή που το συμφωνήσουμε να ισχύει. Στα Ελληνικά κάτι τέτοιο είναι αδύνατον. Γι” αυτό το λόγο πολλοί διαχωρίζουν τα Ελληνικά σαν «εννοιολογική» γλώσσα από τις υπόλοιπες «σημειολογικές» γλώσσες.

Μάλιστα ο μεγάλος φιλόσοφος και μαθηματικός Βένερ Χάιζενμπεργκ είχε παρατηρήσει αυτή την σημαντική ιδιότητα για την οποία είχε πει «Η θητεία μου στην αρχαία Ελληνική γλώσσα υπήρξε η σπουδαιότερη πνευματική μου άσκηση. Στην γλώσσα αυτή υπάρχει η πληρέστερη αντιστοιχία ανάμεσα στην λέξη και στο εννοιολογικό της περιεχόμενο».

Όπως μας έλεγε και ο Αντισθένης, «Αρχή σοφίας, η των ονομάτων επίσκεψις». 

Για παράδειγμα ο «άρχων» είναι αυτός που έχει δική του γη (άρα=γή + έχων). Και πραγματικά, ακόμα και στις μέρες μας είναι πολύ σημαντικό να έχει κανείς δική του γη / δικό του σπίτι.

Ο «βοηθός» σημαίνει αυτός που στο κάλεσμα τρέχει. Βοή=φωνή + θέω=τρέχω. Ο Αστήρ είναι το αστέρι, αλλά η ίδια η λέξη μας λέει ότι κινείται, δεν μένει ακίνητο στον ουρανό (α + στήρ από το ίστημι που σημαίνει στέκομαι).

Αυτό που είναι πραγματικά ενδιαφέρον, είναι ότι πολλές φορές η λέξη περιγράφει ιδιότητες της έννοιας την οποίαν εκφράζει, αλλά με τέτοιο τρόπο που εντυπωσιάζει και δίνει τροφή για τη σκέψη.

Για παράδειγμα ο «φθόνος» ετυμολογείται από το ρήμα «φθίνω» που σημαίνει μειώνομαι. Και πραγματικά ο φθόνος σαν συναίσθημα, σιγά-σιγά μας φθίνει και μας καταστρέφει. Μας «φθίνει» – ελαττώνει ως ανθρώπους – και μας φθίνει μέχρι και την υγεία μας. Και, βέβαια, όταν αναφερόμαστε σε κάτι που είναι τόσο πολύ ώστε να μην τελειώνει, πως το λέμε; Μα, φυσικά, «άφθονο».

Έχουμε τη λέξη «ωραίος» που προέρχεται από την «ώρα». Διότι για να είναι κάτι ωραίο, πρέπει να έλθει και στην ώρα του. Ωραίο δεν είναι το φρούτο όταν είναι άγουρο ή σαπισμένο και ωραία γυναίκα δεν είναι κάποια ούτε στα 70 της άλλα ούτε φυσικά και στα 10 της. Ούτε το καλύτερο φαγητό είναι ωραίο όταν είμαστε χορτάτοι, επειδή, σε αυτή την περίπτωση, δεν μπορούμε να το απολαύσουμε.

Ακόμα έχουμε την λέξη «ελευθερία» για την οποία το «Ετυμολογικόν Μέγα» διατείνεται «παρά το ελεύθειν όπου ερά» = το να πηγαίνει κανείς όπου αγαπά... Άρα βάσει της ίδιας της λέξης, ελεύθερος είσαι όταν έχεις τη δυνατότητα να πάς όπου αγαπάς. Πόσο ενδιαφέρουσα ερμηνεία!!!

Το άγαλμα ετυμολογείται από το αγάλλομαι (ευχαριστιέμαι) επειδή όταν βλέπουμε (σε αρχική φάση οι Θεοί) ένα όμορφο αρχαιοελληνικό άγαλμα η ψυχή μας ευχαριστείται, αγάλλεται. 

Και από το θέαμα αυτό επέρχεται η αγαλλίαση. Αν κάνουμε όμως την ανάλυση της λέξης αυτής θα δούμε ότι είναι σύνθετη από αγάλλομαι + ίαση(=γιατρειά). Άρα, για να συνοψίσουμε, όταν βλέπουμε ένα όμορφο άγαλμα (ή οτιδήποτε όμορφο), η ψυχή μας αγάλλεται και γιατρευόμαστε. Και πραγματικά, γνωρίζουμε όλοι ότι η ψυχική μας κατάσταση συνδέεται άμεσα με τη σωματική μας υγεία.

Παρένθεση: και μια και το έφερε η «κουβέντα», η Ελληνική γλώσσα μας λέει και τι είναι άσχημο. Από το στερητικό «α» και την λέξη σχήμα μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε τι. Για σκεφτείτε το λίγο.

Σε αυτό το σημείο, δεν μπορούμε παρά να σταθούμε στην αντίστοιχη Λατινική λέξη για το άγαλμα (που μόνο Λατινική δεν είναι). Οι Λατίνοι ονόμασαν το άγαλμα, statua από το Ελληνικό «ίστημι» που ήδη αναφέραμε, και το ονόμασαν έτσι επειδή στέκει ακίνητο. Προσέξτε την τεράστια διαφορά σε φιλοσοφία μεταξύ των δύο γλωσσών, αυτό που σημαίνει στα Ελληνικά κάτι τόσο βαθύ εννοιολογικά, για τους Λατίνους είναι απλά ένα ακίνητο πράγμα.

Είναι προφανής η σχέση που έχει η γλώσσα με τη σκέψη του ανθρώπου. Όπως λέει και ο George Orwell στο αθάνατο έργο του «1984», απλή γλώσσα σημαίνει και απλή σκέψη. Εκεί το καθεστώς προσπαθούσε να περιορίσει την γλώσσα για να περιορίσει την σκέψη των ανθρώπων, καταργώντας συνεχώς λέξεις.

«Η γλώσσα και οι κανόνες αυτής αναπτύσσουν την κρίση», έγραφε ο Μιχάι Εμινέσκου, εθνικός ποιητής των Ρουμάνων.

Μια πολύπλοκη γλώσσα αποτελεί μαρτυρία ενός προηγμένου πνευματικά πολιτισμού. Το να μπορείς να μιλάς σωστά σημαίνει ότι ήδη είσαι σε θέση να σκέφτεσαι σωστά, να γεννάς διαρκώς λόγο και όχι να παπαγαλίζεις λέξεις και φράσεις.


Η ΜΟΥΣΙΚΟΤΗΤΑ

Η Ελληνική φωνή κατά την αρχαιότητα ονομαζόταν «αυδή». Η λέξη αυτή δεν είναι τυχαία αφού προέρχεται από το ρήμα «άδω» που σημαίνει τραγουδώ.

Όπως γράφει και ο μεγάλος ποιητής και ακαδημαϊκός Νικηφόρος Βρεττάκος:

«Όταν κάποτε φύγω από τούτο το φώς θα ελιχθώ προς τα πάνω, όπως ένα ποταμάκι που μουρμουρίζει. Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσα στους γαλάζιους διαδρόμους συναντήσω αγγέλους, θα τους μιλήσω Ελληνικά, επειδή δεν ξέρουνε γλώσσες. Μιλάνε Μεταξύ τους με μουσική».

Ο γνωστός Γάλλος συγγραφεύς Ζακ Λακαρριέρ επίσης μας περιγράφει την κάτωθι εμπειρία από το ταξίδι του στην Ελλάδα:

«Άκουγα αυτούς τους ανθρώπους να συζητούν σε μια γλώσσα που ήταν για μένα αρμονική, αλλά και ακατάληπτα μουσική. Αυτό το ταξίδι προς την πατρίδα – μητέρα των εννοιών μας – μου απεκάλυπτε ένα άγνωστο πρόγονο, που μιλούσε μια γλώσσα τόσο μακρινή στο παρελθόν, μα οικεία και μόνο από τους ήχους της. Αισθάνθηκα να τα έχω χαμένα, όπως αν μου είχαν πει ένα βράδυ ότι ο αληθινός μου πατέρας ή η αληθινή μου μάνα δεν ήσαν αυτοί που με είχαν αναστήσει».

Ο διάσημος Έλληνας και διεθνούς φήμης μουσικός Ιάνης Ξενάκης, είχε πολλές φορές τονίσει ότι η μουσικότητα της Ελληνικής είναι εφάμιλλη της συμπαντικής.

Αλλά και ο Γίββων μίλησε για μουσικότατη και γονιμότατη γλώσσα, που δίνει κορμί στις φιλοσοφικές αφαιρέσεις και ψυχή στα αντικείμενα των αισθήσεων. Ας μην ξεχνάμε ότι οι Αρχαίοι Έλληνες δεν χρησιμοποιούσαν ξεχωριστά σύμβολα για νότες, χρησιμοποιούσαν τα ίδια τα γράμματα του αλφαβήτου.

«Οι τόνοι της Ελληνικής γλώσσας είναι μουσικά σημεία που μαζί με τους κανόνες προφυλάττουν από την παραφωνία μια γλώσσα κατ” εξοχήν μουσική, όπως κάνει η αντίστιξη που διδάσκεται στα ωδεία, ή οι διέσεις και υφέσεις που διορθώνουν τις κακόηχες συγχορδίες», όπως σημειώνει η φιλόλογος και συγγραφεύς Α. Τζιροπούλου-Ευσταθίου.

Είναι γνωστό εξάλλου πως όταν οι Ρωμαίοι πολίτες πρωτάκουσαν στην Ρώμη Έλληνες ρήτορες, συνέρρεαν να θαυμάσουν, ακόμη και όσοι δεν γνώριζαν Ελληνικά, τους ανθρώπους που «ελάλουν ώς αηδόνες».

Δυστυχώς κάπου στην πορεία της Ελληνικής φυλής, η μουσικότητα αυτή (την οποία οι Ιταλοί κατάφεραν και κράτησαν) χάθηκε, προφανώς στα μαύρα χρόνια της Τουρκοκρατίας.

Να τονίσουμε εδώ ότι οι άνθρωποι της επαρχίας, του οποίους συχνά κοροϊδεύουμε για την προφορά τους, είναι πιο κοντά στην Αρχαιοελληνική προφορά από ό,τι εμείς οι άνθρωποι της πόλεως.
Η Ελληνική γλώσσα επιβλήθηκε αβίαστα (στους Λατίνους) και χάρη στην μουσικότητά της.

Όπως γράφει και ο Ρωμαίος Οράτιος «Η Ελληνική φυλή γεννήθηκε ευνοημένη με μία γλώσσα εύηχη, γεμάτη μουσικότητα».

Διαβάστε περισσότερα... »

Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2016

Η ιστορία της λέξης "αρετή"




Αρετή είναι η κορυφαία λέξη που κρύβει καθετί καλό μέσα της.

Παράγεται από τη ρίζα *αρ από την οποία παράγονται ακόμα: αραρίσκω, άριστος, αρέσκω/αρέσω, άρτιος, αρμός, άρθρο, αριθμός, αρτύω κ.ά.

Αρετή ονομάζεται η μέγιστη προσαρμοστικότητα στις περιστάσεις των καιρών, ώστε με πράξεις ευάρμοστες, να δίνονται λύσεις αρεστές στους πολλούς.

Η αρετή, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, είναι μέσον, μεσότητα, μέτρο, ορθό μέτρο, μεταξύ δύο ακροτήτων, όπου η μια άκρη παρουσιάζει έλλειψη και η άλλη υπερβολή.

Η μεγαλοπρέπεια, λ.χ., είναι το ορθό μέτρο μεταξύ μικροπρέπειας (που εμφανίζει έλλειψη) και απειροκαλίας (που εμφανίζει υπερβολή).

Η μεγαλοψυχία μεταξύ μικροψυχίας και χαυνότητας.

Η ευτραπέλεια μεταξύ βαναυσότητας και βωμολοχίας.

Η νέμεση (η δίκαιη αγανάκτηση) μεταξύ χαιρεκακίας και φθόνου.

Η πραότης μεταξύ αοργησίας και οργιλότητας.

Η αλήθεια μεταξύ ειρωνείας και αλαζονείας.

Και προχωρώντας λίγο στον Αριστοτέλη θα δούμε τη σχέση της αρετής με την ευδαιμονία.

Η ερώτηση έχει ως εξής:

Ο ευδαίμων, «ὁ εὖ τόν δαίμονα διακείμενον ἔχων», δηλαδή ο ευτυχής και μακάριος, είναι ενάρετος;

Η ευδαιμονία: η ευτυχία, η μακαριότητα είναι αρετή;

Σ’ αυτή την ερώτηση ο Αριστοτέλης δίνει αρνητική απάντηση. 

Όχι, λέει, δεν είναι η αρετή ευδαιμονία. Ευδαιμονία είναι η ενεργητικότητα εκείνη προς την οποία τείνει η αρετή.

Το Ηθικόν ιδεώδες του Αριστοτέλη είναι η ενεργητικότητα, η ευάρμοστη πράξη που δίνει λύση. Αυτό δηλαδή που σημαίνει Αρετή.

Υπάρχει τέλος και άλλος ένας όρος συγγενικός με την ευδαιμονία, είναι η ευθυμία (ευ + θυμός) του Δημόκριτου.

Όχι με την ομηρική σημασία της καλής καρδιάς, της διασκέδασης, της εύθυμης παρέας – που είναι και η σημερινή – αλλά με την έννοια της ισόρροπης και ευάρεστης κατάστασης του θυμού (ευ + θυμός).

Αυτή είναι λοιπόν η ευθυμία, που στο ένα άκρο της έχει την αθυμία, (τη δυσθυμία) του μελαγχολικού και στο άλλο της άκρο έχει την υπερθυμία του μανιακού.

Αυτή η ισόρροπη και ευάρεστη κατάσταση του θυμού κατορθώνετατι, σύμφωνα με το Δημόκριτο, «Μετριότητι τέρψιος καί βίου συμμετρίῃ». Με το μετριασμό των απολαύσεων και όταν βάζουμε το σωστό μέτρο σε όλες τις διαστάσεις του βίου μας. Δηλαδή με την αρετή, που είναι το ορθό μέτρο.

Ευδαιμονία + ευθυμία βρίσκονται στον αριθμητή. Στον κοινό παρονομαστή είναι η αρετή και απλό επακολούθημά της, είναι η απόλαυση, η ηδονή του ευδαίμονος.

*Αρ
(αρμόζω, προσαρμόζω)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΙΑΣ ΛΕΞΗΣ
ΝΙΚΟΣ ΒΑΡΔΙΑΜΠΑΣΗΣ

Διαβάστε περισσότερα... »

Η ιστορία της λέξης 'συνέπεια'




Συνέπεια είναι λέξη σύνθετη, από τις συν + έπος.

Έπος είναι ο λόγος, από το λέγω.

Παράγεται από θέμα Fεπ του λέγω, αόρ. είπον ε-FεF-πον, έειπον, είπον.

Έπος είναι η ομιλία που γίνεται με λέξεις – οχήματα εννοιών: Η λογική στο ομηρικό έπος έχει τις παρακάτω σημασίες: Λόγος, λέξη.

Λόγος τιμής: η υπόσχεση, το «διαρκέσαι ἔπος»

Συμβουλή, γνώμη

Χρησμός

Άσμα αοιδού «επέα»

Επιθυμία, προσταγή
Λόγος, σε αντιδιαστολή προς το έργο
Το δέον γενέσθαι «Ἔργο τε ἔπος τε»
Περιεχόμενο του λόγου, η είδηση
Πράγμα «ρηίδιον ἔπος»… εύκολο πράγμα

Στην ουσία είναι ο λόγος που είμαστε εμείς, αν δηλαδή είμαστε οι λέξεις μας και η λογική μας με τις συνακόλουθες πράξεις μας.

Έπος είναι ο λόγος

Από τη φράση «του λόγου μου», λόγου χάρη, «του λόγου σου», «του λόγου του».

Με το ε, από την επίδραση του εγώ, εσύ, εκείνος φθάνουμε στο ε-λόγου μου, ε-λόγου σου, ε-λόγου του, που σημαίνει εγώ/εσύ/αυτός (και στον πληθυντικό ελόγου μας, ελόγου σας, ελόγου τους).
Ακόμα λόγος είναι αιτία.

Λόγω, εξαιτίας «λόγω θαλασσοταραχής», σκοπός, «ο λόγος», «για ποιο λόγο;» η αναλογία, στα μαθηματικά, η λογοδοσία, η δικαιολογία, το κήρυγμα, «ο λόγος», «λόγο θα μας βγάλει», η διάδοση, «λόγια».

Είναι μια λέξη που υπεισέρχεται και στους λεπτότερους μηχανισμούς της ανθρώπινης συναλλαγής.

Έπος λοιπόν: Fεπος: ο λόγος από το θέμα Fεπ, του ρήματος λέγω.
Από της συν + έπος παράγονται:

Ο πιστός στα λόγου του ή στις ιδέες του, ακόμα ο λογικά σύμφωνος.

Συνέπεια: η ιδιότητα του συνεπούς· η αλληλουχία στα νοήματα· λέμε κατά συνέπεια, δηλαδή επομένως.

Α-συνεπής: είναι ο χωρίς λογική· ο ανακόλουθος.

Α-συνέπεια: είναι η ασυμφωνία· η δυσαρμονία μεταξύ λόγων και έργων, η ανακολουθία.


ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΙΑΣ ΛΕΞΗΣ
ΝΙΚΟΣ ΒΑΡΔΙΑΜΠΑΣΗΣ

Διαβάστε περισσότερα... »

Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου 2015

Η ετυμολογία της λέξεως "Άνθρωπος", κατά τον (Έσω-)Σωκράτην







Η Ελληνική γλώσσα, είναι η μόνη εννοιολογική γλώσσα της γης, δηλαδή η μόνη γλώσσα στην οποίαν το σημαίνον (όνομα) εμπεριέχει απολύτως και άνευ παρερμηνείας το σημαινόμενον (νόημα). 

Το ότι δίδονται σήμερα διά κάθε λέξιν της Ελληνικής καθομιλουμένης διάφορες ερμηνείες, αυτό είναι απόδειξις της απωλείας της σοφίας, η οποία ενυπάρχει στην γλώσσα μας, από τους σημερινούς χρήστες αυτής, δηλαδή από εμάς τους σημερινούς Έλληνες.


Όμως, σχετικά με το θέμα αυτό, υπάρχει ένας πραγματικός θησαυρός της Ελληνικής Γραμματείας, τον οποίον θα πρέπει όλοι οι Έλληνες να τον μελετήσουν. Είναι ο Πλατωνικός διάλογος «ΚΡΑΤΥΛΟΣ», ο οποίος αναφέρεται ακριβώς στην ιστορία, φιλοσοφία και ετυμολογία των ονομάτων της Ελληνικής γλώσσας. Ειδικά όσοι διακατέχονται από τον ετυμολογικόν της γλώσσας μας οίστρον, θα πρέπει απαραιτήτως να αναγνώσουν προσεκτικά τον εν λόγω διάλογο.


Περί του ονόματος «άνθρωπος», δίδεται από τον Σωκράτη στον «ΚΡΑΤΥΛΟ» η ακόλουθος ετυμολογική ερμηνεία (την παραθέτω εδώ σε μετάφρασι):

[……ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Νομίζω ότι και το όνομα των ανθρώπων, μία από αυτές τις αλλοιώσεις υπέστη, καθώς και αυτό έγινε όνομα, ενώ πριν ήταν έκφρασις. Με την αφαίρεσιν του γράμματος Άλφα και με την μεταβολήν του τόνου της λήγουσας από οξύτερο σε βαρύτερο.

ΕΡΜΟΓΕΝΗΣ: Τι εννοείς ;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Ιδού τι εννοώ: Το όνομα «άνθρωπος» σημαίνει ότι τα μεν άλλα ζώα, τίποτε από όσα βλέπουν δεν μελετούν, δεν συλλογίζονται και δεν αναθρούν… τίποτε ήτοι δεν παρατηρούν με προσοχή… ο δε άνθρωπος άπαξ και δεί κάτι – άπαξ δηλαδή και«όπωπε» κάτι – και αναθρεί και συλλογίζεται ό,τι όπωπε. 

Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ο άνθρωπος σωστά ονομάστηκε «άνθρωπος», διότι είναι το μοναδικό ζώον, το οποίον «αναθρεί ά όπωπε», παρατηρεί δηλαδή με μεγάλη προσοχή ό,τι έχει δεί….].

Βλέπουμε λοιπόν ότι ο σοφότερος των ανθρώπων Σωκράτης, μεταφέροντας μέσα από τον συγκεκριμένον διάλογον την πανάρχαια γνώσιν της Ελληνικής ονοματοθετήσεως διά την συγκεκριμένην λέξιν, δίδει την πληροφορίαν ότι η λέξις «άνθρωπος» στην πρωτογένεσιν της ήταν περιφραστικός επιθετικός προσδιορισμός του όντος, το οποίον διέφερε από τα ζώα βασικά ως προς τον τρόπον με τον οποίον χρησιμοποιούσε τον νούν του και ως προς τις διανοητικές του ικανότητες.

Έτσι ο περιφραστικός επιθετικός προσδιορισμός «αναθρών ά οπωπε», συνεπτύχθη μονολεκτικά σε «ανάθρωπος», και εν συνεχεία με την αφαίρεση του γράμματος «α»μεταξύ των φθόγγων «ν» και «θ» και της μεταφοράς του τόνου στην πρώτην συλλαβήν της λέξεως, διεμορφώθη η λέξις «άνθρωπος»!

Εδώ θα πρέπει να τονισθή ότι η Ελληνική γλώσσα είναι η μοναδική, η οποία χαρακτηρίζει τον άνθρωπο σύμφωνα με τις διανοητικές του ικανότητες. 

Όλες οι άλλες λατινογενείς διάλεκτοι, χαρακτηρίζουν τον άνθρωπο μόνον με την υλικήν του υπόστασιν, την χοϊκήν, την χωμάτινη (homo, human, home, κ.λ.π.).

Να είναι άραγε τυχαίον αυτό, διότι και ο ορισμός αυτός από Ελληνικήν λέξιν έχει ληφθή, ή μήπως η Ελληνική γλώσσα είναι η μοναδική, η οποία αναδεικνύει την προτεραιότητα στην οποίαν πρέπει να επικεντρώνεται η προσοχή του ανθρώπου;!

Διαβάστε περισσότερα... »

Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2015

«Ο ΕΝ ΤΗ ΛΕΞΕΙ ΛΟΓΟΣ», της Α. Τζιροπούλου-Ευσταθίου








Η σοφία Στη γλώσσα έχουμε το σημαίνον (τη λέξη) και το σημαινόμενο (την έννοια). Στην Ελληνική γλώσσα αυτά τα δύο έχουν πρωτογενή σχέση, καθώς αντίθετα με τις άλλες γλώσσες το σημαίνον δεν είναι μια τυχαία σειρά από γράμματα. 

Σε μια συνηθισμένη γλώσσα όπως τα Αγγλικά μπορούμε να συμφωνήσουμε όλοι να λέμε το σύννεφο car και το αυτοκίνητο cloud, και από την στιγμή που το συμφωνήσουμε να είναι και έτσι. 

Στα Ελληνικά κάτι τέτοιο είναι αδύνατον. Γι’ αυτόν τον λόγο πολλοί διαχωρίζουν τα Ελληνικά σαν «εννοιολογική» γλώσσα από τις υπόλοιπες «σημειολογικές» γλώσσες. Μάλιστα ο μεγάλος φιλόσοφος και μαθηματικός Βένερ Χάιζενμπεργκ είχε παρατηρήσει αυτή την σημαντική ιδιότητα για την οποία είχε πεί «Η θητεία μου στην Αρχαία Ελληνική γλώσσα υπήρξε η σπουδαιότερη πνευματική μου άσκηση. Στην γλώσσα αυτή υπάρχει η πληρέστερη αντιστοιχία ανάμεσα στην λέξη και στο εννοιολογικό της περιεχόμενο». 

Όπως μας έλεγε και ο Αντισθένης, «Αρχή σοφίας, η των ονομάτων επίσκεψις». 

Για παράδειγμα, ο «άρχων» είναι αυτός που έχει δική του γη (άρα=γη + έχων). Και πραγματικά, ακόμα και στις μέρες μας είναι πολύ σημαντικό να έχει κανείς δική του γη / δικό του σπίτι. 

Ο «βοηθός» σημαίνει αυτός που στο κάλεσμα τρέχει. Βοή=φωνή + θέω=τρέχω. 

Ο Αστήρ είναι το αστέρι, αλλά η ίδια η λέξη μας λέει ότι κινείται, δεν μένει ακίνητο στον ουρανό (α + στήρ από το ίστημι που σημαίνει στέκομαι). Αυτό που είναι πραγματικά ενδιαφέρον, είναι ότι πολλές φορές η λέξη περιγράφει ιδιότητες της έννοιας την οποία εκφράζει, αλλά με τέτοιο τρόπο που εντυπωσιάζει και δίνει τροφή για τη σκέψη. 

Για παράδειγμα ο «φθόνος» ετυμολογείται από το ρήμα «φθίνω» που σημαίνει μειώνομαι, συρρικνώνομαι. Και πραγματικά ο φθόνος ως συναίσθημα, σιγά σιγά μας φθίνει και μας καταστρέφει. Μας «φθίνει» -ελαττώνει σαν ανθρώπους– και μας φθίνει ως και την υγεία μας. Και φυσικά όταν θέλουμε να χαρακτηρίσουμε κάτι που είναι τόσο πολύ ώστε να μην τελειώνει πώς το λέμε; Μα φυσικά «άφθονο». 

Έχουμε την λέξη «ωραίος» που προέρχεται από την «ώρα». Διότι για να είναι κάτι ωραίο, πρέπει να έρθει και στην ώρα του. Ωραίο δεν είναι ένα φρούτο ούτε άγουρο ούτε σαπισμένο, και ωραία γυναίκα δεν είναι κάποια ούτε στα 70 της άλλα ούτε φυσικά και στα 10 της. Ούτε το καλύτερο φαγητό είναι ωραίο όταν είμαστε χορτάτοι, επειδή δεν μπορούμε να το απολαύσουμε. 

Ακόμα έχουμε την λέξη «ελευθερία» για την οποία το «Ετυμολογικόν Μέγα» διατείνεται «παρά το ελεύθειν όπου ερά» = το να πηγαίνει κανείς όπου αγαπά. Άρα βάσει της ίδιας της λέξης, ελεύθερος είσαι όταν έχεις τη δυνατότητα να πας όπου αγαπάς. 

Πόσο ενδιαφέρουσα ερμηνεία… 

Το άγαλμα ετυμολογείται από το αγάλλομαι (ευχαριστιέμαι) επειδή όταν βλέπουμε ένα όμορφο αρχαιοελληνικό άγαλμα η ψυχή μας αγάλλεται. Και από το θέαμα αυτό επέρχεται η αγαλλίαση. Αν κάνουμε όμως την ανάλυση της λέξης αυτής θα δούμε ότι είναι σύνθετη από αγάλλομαι + ίαση(=γιατρειά). Άρα για να συνοψίσουμε, όταν βλέπουμε ένα όμορφο άγαλμα (ή οτιδήποτε όμορφο), η ψυχή μας αγάλλεται και ιατρευόμαστε. Και πραγματικά, γνωρίζουμε όλοι ότι η ψυχική μας κατάσταση συνδέεται άμεσα με τη σωματική μας υγεία. 

Παρένθεση: και μια και το έφερε η «κουβέντα», η Ελληνική γλώσσα μας λέει και τι είναι άσχημο. Από το στερητικό «α» και τη λέξη σχήμα μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε τι. Για σκεφτείτε το λίγο… 

Σε αυτό το σημείο, δεν μπορούμε παρά να σταθούμε στην αντίστοιχη λατινική λέξη, για το άγαλμα (που άλλο από λατινική δεν είναι). Οι Λατίνοι ονόμασαν το άγαλμα, statua από το ελληνικό «ίστημι» που ήδη αναφέραμε σαν λέξη, και το ονόμασαν έτσι επειδή στέκει ακίνητο. Προσέξτε την τεράστια διαφορά σε φιλοσοφία μεταξύ των δύο γλωσσών, αυτό που σημαίνει στα Ελληνικά κάτι τόσο βαθύ εννοιολογικά, για τους Λατίνους είναι απλά ένα ακίνητο πράγμα. Μια και αναφέραμε τα Λατινικά, ας κάνουμε άλλη μια σύγκριση. 

Ο «άνθρωπος στα Ελληνικά ετυμολογείται και ως το ον που κοιτάζει προς τα πάνω (άνω + θρώσκω). Πόσο σημαντική και συναρπαστική ετυμολογία που μπορεί να αποτελέσει βάση ατελείωτων φιλοσοφικών συζητήσεων. Αντίθετα στα Λατινικά ο άνθρωπος είναι «Homo» που ετυμολογείται από το χώμα. Το ον που κοιτάζει ψηλά στον ουρανό λοιπόν για τους Έλληνες, σκέτο χώμα για τους Λατίνους… Υπάρχουν και άλλα παρόμοια παραδείγματα που θα μπορούσαν να αναφερθούν εδώ. 

Είναι λογικό ότι μια γλώσσα που βασίστηκε στην Ελληνική αντιγράφοντάς την, εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να έχει τα ίδια υψηλά νοήματα. Είναι προφανής η σχέση που έχει η γλώσσα με τη σκέψη του ανθρώπου. Όπως λέει και ο Τζορτ Όργουελ στο αθάνατο έργο του «1984», απλή γλώσσα σημαίνει και απλή σκέψη. 

Εκεί το καθεστώς προσπαθούσε να περιορίσει τη γλώσσα για να περιορίσει τη σκέψη των ανθρώπων, καταργώντας συνεχώς λέξεις. «Η γλώσσα και οι κανόνες αυτής αναπτύσσουν την κρίση» έγραφε ο Μιχάι Εμινέσκου, εθνικός ποιητής των Ρουμάνων. Μια πολύπλοκη γλώσσα αποτελεί μαρτυρία ενός προηγμένου πνευματικά πολιτισμού. Το να μιλάς σωστά σημαίνει να σκέφτεσαι σωστά, να γεννάς διαρκώς λόγο και όχι να παπαγαλίζεις λέξεις και φράσεις.


Στην Ελληνική γλώσσα ουσιαστικά δεν υπάρχουν συνώνυμα, καθώς όλες οι λέξεις έχουν λεπτές εννοιολογικές διαφορές μεταξύ τους. 

Για παράδειγμα η λέξη «λωποδύτης» χρησιμοποιείται για αυτόν που βυθίζει το χέρι του στο ρούχο (=λωπή) μας και μας κλέβει, κρυφά δηλαδή, ενώ ο «ληστής» είναι αυτός που μας κλέβει φανερά, μπροστά στα μάτια μας. 

Επίσης το «άγειν» και το «φέρειν» έχουν την ίδια έννοια. 
Όμως το πρώτο χρησιμοποιείται για έμψυχα όντα, ενώ το δεύτερο για τα άψυχα. 

Στα Ελληνικά έχουμε τις λέξεις «κεράννυμι», «μίγνυμι» και «φύρω» που όλες έχουν το νόημα του «ανακατεύω». Όταν ανακατεύουμε δύο στερεά ή δύο υγρά μεταξύ τους αλλά χωρίς να συνεπάγεται νέα ένωση (π.χ. λάδι με νερό), τότε χρησιμοποιούμε την λέξη «μειγνύω» ενώ όταν ανακατεύουμε υγρό με στερεό τότε λέμε «φύρω». Εξ’ού και η λέξη «αιμόφυρτος» που όλοι γνωρίζουμε αλλά δεν συνειδητοποιούμε τι σημαίνει. 

Όταν οι Αρχαίοι Έλληνες πληγωνόντουσαν στην μάχη, έτρεχε τότε το αίμα και ανακατευόταν με την σκόνη και το χώμα. 

Το κεράννυμι σημαίνει ανακατεύω δύο υγρά και φτιάχνω ένα νέο, όπως για παράδειγμα ο οίνος και το νερό. Εξ’ού και ο «άκρατος» (δηλαδή καθαρός) οίνος που λέγαν οι Αρχαίοι όταν δεν ήταν ανακατεμένος (κεκραμμένος) με νερό. Τέλος η λέξη «παντρεμένος» έχει διαφορετικό νόημα από την λέξη «νυμφευμένος», διαφορά που περιγράφουν οι ίδιες οι λέξεις για όποιον τους δώσει λίγη σημασία. 

Η λέξη παντρεμένος προέρχεται από το ρήμα υπανδρεύομαι και σημαίνει τίθεμαι υπό την εξουσία του ανδρός, ενώ ο άνδρας νυμφεύεται, δηλαδή παίρνει νύφη. 

Γνωρίζοντας τέτοιου είδους λεπτές εννοιολογικές διαφορές, είναι πραγματικά πολύ αστεία μερικά από τα πράγματα που ακούμε στην καθημερινή – συχνά λαθεμένη – ομιλία (π.χ. «ο Χ παντρεύτηκε»). Η Ελληνική γλώσσα έχει λέξεις για έννοιες οι οποίες παραμένουν χωρίς απόδοση στις υπόλοιπες γλώσσες, όπως άμιλλα, θαλπωρή και φιλότιμο. Μόνον η Ελληνική γλώσσα ξεχωρίζει την ζωή από τον βίο, την αγάπη από τον έρωτα. 

Μόνον αυτή διαχωρίζει, διατηρώντας το ίδιο ριζικό θέμα, το ατύχημα από το δυστύχημα, το συμφέρον από το ενδιαφέρον. 

Πηγές: «Έλλην Λόγος– Πώς η Ελληνική γονιμοποίησε τον παγκόσμιο λόγο» της Α. Τζιροπούλου – Ευσταθίου «Ο εν τη λέξει λόγος» της Α. Τζιροπούλου – Ευσταθίου «Ελληνική Αγωγή – Μαθήματα αρχαίας Ελληνικής γλώσσας» της Α. Τζιροπούλου – Ευσταθίου 

Διαβάστε περισσότερα... »

Δευτέρα 22 Ιουνίου 2015

Κρατύλος: Περί ονομάτων ορθότητος



Σημείωση: 
Η παρούσα ανάρτηση ΔΕΝ είναι ασφαλώς διαφημιστική! Είναι χαρά να παρουσιάζονται υψίστης σημασίας και αξίας αθάνατα έργα, που τιμούν το πνεύμα και λαμπρύνουν τον Ελληνισμό!


Στὸν διάλογο «Κρατύλος» ἢ «Περὶ Ὀνομάτων Ὀρθότητος», ὁ Πλάτων ἀποκαλύπτει τὸ φιλοσοφικὸ ὑπόβαθρο τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας, διερευνᾶ τὸ σχέδιο κατασκευῆς της, καὶ θεμελιώνει τὴν «Φιλοσοφία τῆς Γλώσσας» (Philosophy of the Language).

Εἶναι τὸ πρῶτο ἔργο τῆς παγκόσμιας γραμματείας περὶ ἐτυμολογίας. 

Ἐτυμολογία εἶναι ἡ ἀναζήτηση τοῦ ἐτύμου, δηλαδή, τοῦ ἀληθοῦς περιεχομένου, τῆς ἀλήθειας τῶν λέξεων, εἶναι ἡ δυνατότητα ἀνάλυσης ἑνὸς ὀνόματος στὰ συστατικἀ του μέρη, ποὺ εἶναι δηλωτικὰ τῆς σημασίας του.

Ὁ «Κρατύλος» ἔχει χαρακτηρισθεῖ ὡς τὸ «Εὐαγγέλιο τῆς Ἐτυμολογίας». Εἶναι ἐδῶ ὅπου ὁ Σωκράτης, συνομιλῶντας μὲ τὸν Ἑρμογένη καὶ τὸν Κρατύλο, ἑρμηνεύει μὲ τὴν βαθειὰ σοφία του ὀνόματα, ἔννοιες καὶ γράμματα τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας, καταδεικνύοντας τὴν πανάρχαια προέλευσή τους.

Μὲ τὴν ἀνὰ χεῖρας πολύχρονη ἐργασία μας εὐελπιστοῦμε νὰ ἀναδείξουμε τὴν σπουδαιότητα τοῦ Πλατωνικοῦ αὐτοῦ διαλόγου καὶ νὰ ἀποκαλύψουμε τὶς ἀλήθειες ποὺ κρύβονται μέσα σ’ αὐτόν, ἀποδεικνύοντας ὅτι εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς πλέον σημαντικούς, ἀλλὰ καὶ τοὺς πλέον παρεξηγημένους διαλόγους τοῦ Πλάτωνος. Βασικὸς ἐξοπλισμός μας σὲ αὐτὸ τὸ ἐγχείρημα εἶναι τόσο ἡ μελέτη ἀλλὰ καὶ ἡ διδασκαλία τοῦ Πλατωνικοῦ Ἔργου (Corpus Platonicum) στὸ σύνολό του, καθὼς καὶ τὰ πολύτιμα Σχόλια τοῦ Πρόκλου, ὁ ὁποῖος ἤδη ἐξ ἀρχῆς ἐπισημαίνει ὅτι:

«Ὁ παρὼν διάλογος ἐπιστήμονας ἡμᾶς ποιεῖ τῆς τῶν ὀνομάτων ὀρθότητος, καὶ δεῖ τὸν μέλλοντα εἶναι διαλεκτικὸν ἀπὸ ταύτης ἄρχεσθαι τῆς θεωρίας».

Ὁ παρὼν διάλογος μᾶς κάνει νὰ ἀποκτοῦμε ἐπιστημονικὴ γνώση τῆς ὀρθότητας τῶν ὀνομάτων, καὶ αὐτὸς ποὺ θέλει νὰ εἶναι διαλεκτικός, ἀπὸ αὐτὴν τὴν θεωρητικὴ ἐξέταση πρέπει νὰ ἀρχίσει!

Ἡ παροῦσα ἔκδοση περιλαμβάνει: 
Εἰσαγωγή, Διαίρεση τοῦ διαλόγου σὲ Ἑνότητες - Μέρη - Κεφάλαια, Περιλήψεις Μερῶν καὶ Κεφαλαίων, Ἀρχαῖο Κείμενο καὶ Σύγχρονη Ἀπόδοση, Ἐκτενῆ Σχόλια καὶ τελικὸ Συμπέρασμα, καθὼς καὶ Λεξικογράφηση ὅλων τῶν ἐτυμολογιῶν τοῦ Κρατύλου, ποὺ δίνει ὁ Σωκράτης, ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν ἄλλων ἐτυμολογιῶν ποὺ δίνονται στὸ παρὸν ἔργο, σὲ ἕνα συνοπτικὸ καὶ εὔχρηστο Ἐτυμολογικὸ Λεξικό.

Διαβάστε περισσότερα... »

Σάββατο 13 Ιουνίου 2015

Η ιστορία της λέξης “χιούμορ”



γράφει ο Γιώργος Δαμιανός


Το γέλιο απελευθερώνει τον αγροίκο από το φόβο του διαβόλου, γιατί μεσ’ τη γιορτή των τρελών και ο διάβολος φαίνεται φτωχός και ηλίθιος και επομένως ελέγξιμος…αυτό το βιβλίο μπορεί να διδάξει ότι η απελευθέρωση από το φόβο του διαβόλου είναι σοφία…το γέλιο αποσπά για μερικές στιγμές τον αγροίκο από το φόβο…ο αγροίκος που γελάει δε νοιάζεται τη στιγμή εκείνη αν θα πεθάνει…και τι θα γινόμασταν εμείς (η εκκλησία) χωρίς το φόβο του θανάτου… το γέλιο είναι υποκινητής της αμφιβολίας”....

..με αυτά τα λόγια, και άλλα πολλά, περιγράφει ο Ουμπέρτο Έκο στο “Όνομα του Ρόδου” τη σημασία του γέλιου στη ζωή του ανθρώπου. Σε κάποιο σημείο, μάλιστα, οι δύο διαφωνούντες μοναχοί του διαλόγου, Γουλιέλμος και Χόρχε, αναφέρουν ότι τα λουτρά, όπως και το γέλιο, αποκαθιστούν την ισορροπία των χυμών (που ενυπάρχουν στον άνθρωπο, και τον θεραπεύουν). 

Με αυτό τον τρόπο ο Έκο μεταφέρει στο έργο του την μέχρι τον Μεσαίωνα πεποίθηση για τη σχέση των χυμών του σώματος με την ψυχική και σωματική Υγεία του ανθρώπου. Πρόκειται για του 4 χυμούς (το αίμα, η μαύρη χολή, η λευκή χολή και το φλέγμα), που αν η ανάμειξη τους γίνεται κανονικά και κατά τις φυσικές αναλογίες τότε ο άνθρωπος είναι υγιής, εύθυμος, in boun umore (κατά του Ιταλούς) ή en bonne humoeur (κατά τους Γάλλους). 

Άλλωστε η ιταλ. umore, η γαλλ. humoeur και αγγλ. humor, ίσως να παράγονται ετυμολογικά από την ελληνική λέξη “χυμός” (αν και οι Schenkl και Georges θεωρούν ότι παράγεται από την ελλην. λέξη“υγρός”).

Αυτή η θεωρία του φιλόσοφου Εμπεδοκλή (495 – 435 π.Χ.), του γιατρού Ιπποκράτη (460 π.Χ. – 377 π.Χ.), και του Γαληνού (129 μ.Χ. – 199 μ.Χ.) επηρέασε την Ιατρική σκέψη μέχρι τον Μεσαίωνα και για αυτό το Humor ήταν συνδεδεμένο με την υγεία των ανθρώπων. Ας μην ξεχνάμε ότι και η λέξη melancoly παράγεται από τη μαύρη χολή (μέλας: μαύρος + χολή)


To “χιούμορ” με τη σημασία του “αστείου”
Από τα τέλη του 16ου αιώνα η λέξη humor καθιερώνεται με την έννοια του αστείου: ο Benjamin Jonson (1572 – 1637) παρουσιάζει το 1598 την κωμωδία Every Man in His Humour και ένα χρόνο αργότερα το Every Man out of His Humour. Την ίδια εποχή ο Shakespeare στο Henry IV, Part 2 υποστηρίζει ότι το humor είναι “ένα αστείο ειπωμένο με θλιβερή όψη”. Λίγο αργότερα, το 1636, το humoeur αναλύεται και από το Γάλλο Pierre Corneille.

Σχεδόν ένα αιώνα αργότερα ο όρος humor θα αναλυθεί από τον Joseph Addison (1672-1719) στο False and True Humour και θα δοθεί μία φανταστική γενεολογία του: η αλήθεια γέννησε τον ορθό λόγο, ο ορθός λόγος γέννησε το πνεύμα, το οποίος παντρεύτηκε την Ευθυμία και απέκτησε ένα γυιό, το Χιούμορ. Στο ίδιο μήκος κύματος ο Τακερέι υποστηρίζει ότι το Χιούμορ είναι ο γιος της αγάπης. Από τα πιο ενδιαφέροντα σχόλια που έτυχε να διαβάσω ήταν αυτό του Mark Twain (1835 – 1910) ο οποίος υποστηρίζει ότι η εσωτερική πηγή του χιούμορ δεν είναι η χαρά αλλά η λύπη

Χιούμορ και ειρωνεία
Οι ελληνικής καταγωγής λέξεις για το “αστείο”, που χρησιμοποιούνται στην αγγλική, είναι πολλές, ενδεικτικά αναφέρω: humor, satire, sarcasm, sardonic, comic, comedy, euthemy, irony. Αυτό το τελευταίο είναι κάτι διαφορετικό από το χιούμορ και η ειδικά η Σωκρατική ειρωνεία στηρίζεται πάνω στη θρησκευτική ιδέα για τον άνθρωπο. 

Κατά το Σωκράτη η ειρωνεία δίχως σεμνότητα και αιδώ είναι θράσος και αλαζονεία. Μόνο ο άνθρωπος που ξέρει να υποτάσσεται σε κάτι ανώτερο έχει το δικαίωμα να είναι ειρωνικός “γιατί πρέπει να πιστεύουμε σε κάτι ανώτερο από τον άνθρωπο για να ειρωνευτούμε τη διαγωγή και τα φρονήματα του

Διαβάστε περισσότερα... »

Τρίτη 19 Μαΐου 2015

Ετυμολογική προσέγγιση του Ελληνικού Αλφάβητου




ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΛΦΑΒΗΤΟΥ 

{Α. 
Ἄλφα πόθεν ἐτυμολογεῖται;}
Παρὰ τὸ ἄλφω τὸ εὑρίσκω· ἢ παρὰ τὸ Ἄλεφ ὃ δηλοῖ τὸ μάθε· ἢ παρὰ τὸ ἀλοφῶ τὸ μανθάνω· ἢ παρὰ τὸ ἄλ φᾶ Γεργεσινῶν, ὃ σημαίνει, ἆρον φᾶ· κατ᾽ ἀρχᾶς προτρεπόμενον τὸν παῖδα ἆραι καὶ τραφῆναι γνῶσιν τὴν τῶν γραμμάτων. καὶ διάτι προτάσσει τὸ ἄλφα τῶν ἄλλων πάντων γραμμάτων; διότι ἡ γνῶσις τῶν γραμμάτων βρῶσις καὶ τροφὴ λέγεται· τὸ δὲ ἄλφα κατὰ Γεργεσαίους ἆρον καὶ τραφῆναι λέγεται. διὸ καὶ προτέτακται τῶν ἄλλων πάντων γραμμτων· σημαίνει γὰρ τὸ Αλ τὸ ἆρον, γεύσου δὲ τὸ φάγε· καὶ πάλιν· διάτι προτάσσει τὸ Ἄλφα τῶν ἑτέρων εἴκοσι τριῶν γραμμάτων; διότι ἀφ᾽ ἑαυτοῦ ἄρχεται, καὶ εἰς αὐτὸ καταλήγει· εἰ γὰρ ὁλογράφος· αὐτὸ τιθῇς, αὐτὸ μὲν ἄρχειν εὑρήσεις ὁμοίως καὶ λήγειν· (sic) ἐνκαρδίως δὲ κέκτηται τὸ φ. 


{Β. 
Βῆτα πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ βῶ τὸ βαίνω, ἐν τοῖς μαθήμασιν. καὶ ἄλλως. Βάττα τὸ ἴχνος, καὶ τροπῇ τοῦ ᾶ εἰς ἡ βῆτα· διὰ ταύτην γὰρ τὰ ἴχνη ἡμῶν προβαίνουσιν ἐν τοῖς γράμμασιν· καὶ ἄλλως· Βάσσα κατὰ Δωρυείους τὸ βυσσίον, ὃ λέγεται βυκιόν (sic), καὶ τροπῇ τοῦ σ εἰς τ, βάτα· καὶ αὖθις ἡμεῖς τατῶν (sic) Δωρυέων ἄλφα εἰς κάππα τρέπομεν, καὶ γίνεται βῆτα· βρύσιν (sic) ἔτες τὸ ἄλφα· τὸ βῆτα δὲ, καθὰ βυκκίον· καὶ τοῦτο, πρὸς τὴν βρύσιν εἰσερχόμενον, ἀντλεῖ ἡμῖν ὕδωρ τῆς γνώσεως. Τί ἐστι βῆτα; βάσις μαθήσεως τῶν γραμμάτων· τί ἐστιν βάσις; βάσις λέγεται καὶ ἡ ἀναβάθρα· ἤτουν ἡ ἀναβάταξις. βάσις δὲ λέγεται καὶ ἡ ἔμβασις τινὸς πρός τινα τέχνην, ἣν ἡ βῆτα σημαίνει· διὰ ταύτην γὰρ ἐμβαίνομεν πρὸς τὴν μάθησιν, παρελθόντες τὸ ᾶ. 


{Γ. 
Τί ἐστι γάμα (sic);} 
Γάνωσις τῶν γραμμάτων ἡδύτητος, ἤγουν γλυκύτητος· 
πόθεν Γάμα; παρὰ τὸ γαἲμ (sic), ὃ δηλοῖ τὴν γεῦσιν 
τῶν γραμμάτων γλυκύτητος. 


{Δ. 
Δέλτα τόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ δὰλθ. Δὰλθ γὰρ λέγεται ὁ τέταρτος οὐρανὸς,
διὸ καὶ τὸ τέταρτον στοιχεῖον δέλτα προσαγορεύεται.


{Ε. 
Ε πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ τὸ ἔειν καὶ φωτίζειν τὰς πέντε αἰσθή σεις ἡμῶν,
ἐξ οὗ καὶ ἕως τὸ φῶς. 


{Ζ. 
Ζῆτα πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ ζεὶθ. ζεὶθ γὰρ λέγεται ὁ ἕβδομος οὐρα- 
νός. διὸ καὶ τὰ γεννώμενα βρέφη τῷ ἑβδόμῳ μηνὶ ζῶσι 
μὴ βλαβούμενα. 


{Η. 
Ἦτα πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ ἣθ, ὃ δηλοῖ τὸ σχῆμα, ἐξ οὗ καὶ ἦθος 
καὶ εὐκοσμία. 


{Θ. 
Θῆτα πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ Θώθ· Θὼθ δὲ λέγεται τὸ πέταλον τῶν 
παλαιῶν ἱερέων. 


{Ι. 
Ἰῶτα πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ Ἰὼδ δὲ ἠλεῖ ὄτης τοῦ νοός· διὸ καὶ ἐν 
τῷ τελείῳ ἀριθμῷ τοῦ ψήφου τῶν γραμμάτων ἰῶτα 
προετέθη. 


{Κ. 
Κάππα πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ Καῦ· Καῦ δὲ ὁ αἰθὴρ λέγεται, ἤγουν τὸ 
οὐράνιον πῦρ· διὸ καὶ καῦμα ἡ θερινὴ θερμασία. 


{Λ. 
Λάμβδα πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ λάβ· λὰβ δὲ τὸ διὰ μέσου τοῦ οὐρανοῦ καὶ 
τῆς γῆς χάσμα λέγεται. 


{Μ. 
Μῖ (sic) πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ Μᾶν ὃ σημαίνει τὴν οὐράνιον τροφήν. 

{Ν. 
Ν πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ Νᾶν, ὃ δηλοῖ τὸν ἄρτον· καὶ γὰρ πέραι 
νᾶν τὸν ἄρτον λέγουσιν· διὸ καὶ ἱνιν ἐν τῷ ἀρότρῳ 
σιδήριον, ὡς ἱνεῦον, ἤτοι ἀρτόδουλον. 


{Ξ. 
Ξ πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τοῦ ξιφιαίου ἀστέρος· κατὰ μίμησιν γὰρ ἐκείνου γράφεται. 


{Ο. 
Ο πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ ὄειν κυκλοειδῶς. Ὀειδὸν γὰρ τὸν 
οὐρανὸν λέγομεν εἶναι, ἤτοι κυκλοειδῆ· διὸ καὶ τὸ ο οὕ- 
τως ἐκλήθη, ὡς κυκλοειδὲς καὶ αὐτὸ τυγχάνον. 


{Π. 
Π πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ πιάδας ἔχειν, ἤτοι ποιητικα κέντρα. 
Πιάδες γὰρ αἱ αὐτοῦ γραμμαὶ λέγονται. 


{Ρ. 
Ρῶ πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ ῥέειν τὴν αὐτοῦ γραμμὴν κάτω. 


{Σ. 
Σίγμα πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ κεῖσθαι αὐτῷ ὡς περση μαίαν πλαγίας· 
ἤτοι ὡς φλάμουλον κείμενον. 


{Τ. 
Ταῦ πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ τὼβ, ὃ δηλοῖ τὸ ἀγαθὸν. 


{Υ. 
Υ πόθεν ἐτυμολογεῖται;}
Παρὰ τὸ ὑακὸς κεῖσθαι αὐτὸ, ἤγουν νεφελιακῶς, ὥσπερ ὕδατος πλῆρες. 


{Φ. 
Φ πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ φαεινῶς γράφεσθαι αὐτὸ, ὥσπερ φωτὶ ὠπτόμενον παρά τινος. 


{Χ. 
Χ πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ χέεσθαι αὐτὸ ἔνθεν κᾳκεῖθεν. 


{Ψ. 
Ψ πόθεν ἐτυμολογεῖται;} 
Παρὰ τὸ ψιακῶς γράφεσθαι αὐτὸ καὶ μιμεῖσθαι τὰς τοῦ αὐτοῦ ψιάς. 


{Ω. (sic)} 
Ω δὲ ῶ τὸ μέγα, διπλασιασμὸς τοῦ ο τοῦ ο μικροῦ, διὸ καὶ μέγα ἐκλήθη. Ἐδιπλασιάσθη δὲ πρὸς ἀναπλήρωσιν τῶν εἴκοσι τεσσάρων ὡρῶν τοῦ νυχθημέρου.


Διαβάστε περισσότερα... »

Κυριακή 17 Μαΐου 2015

Η σπουδαιότητα της Ετυμολογίας, του ιερού Έλληνος λόγου


Ομιλία της φιλολόγου Ελένης - Ωρειθυίας Κουλιζάκη, στην Πολιτιστική Εταιρεία "Παλαίχθων", με θέμα: 

 "Η σπουδαιότητα της ετυμολογίας στην εκμάθηση της Ελληνικής Γλώσσης".





Διαβάστε περισσότερα... »

Ο επιεικής, το νείκος και η φιλονικεία







Υπάρχει η αρχαία ελληνική λέξη "εἴκω" που σημαίνει "υποχωρώ". Μπορεί να μην την χρησιμοποιούμε σήμερα...ή μήπως την χρησιμοποιούμε και δεν το ξέρουμε, όπως τόσες άλλες...;

Σίγουρα ναι, καθώς λέμε την λέξη "επιεικής" (επί + εἲκω). Ο επιεικής άνθρωπος υποχωρεί πιο εύκολα από κάποιον που δεν είναι επιεικής...

Υπάρχει, ωστόσο, και η λέξη "νεῖκος", η φοβερή αυτή λέξη...

Σύμφωνα με την κοσμοθεωρία του Εμπεδοκλέους, αρχαίου Έλληνος φιλοσόφου, οι δύο κυρίαρχες δυνάμεις στον Κόσμο είναι η Φιλότητα, η οποία συνδέει και ενώνει, και το Nείκος, το οποίο διαχωρίζει. 

Η λέξη λοιπόν αυτή προέρχεται από το αρνητικό μόριο "νη" και το ρήμα "εἴκω"...το Νείκος ΔΕΝ υποχωρεί...

Ελένη Ωρείθυια Κουλιζάκη




Ορθογραφικά: φιλονικία ή φιλονεικία;

Η λέξη φιλονικία πρέπει να γράφεται με ι (φιλονικία) και όχι με ει (φιλονεικία). Ο λόγος για τον οποίο γραφόταν παλαιότερα με ει ήταν ότι το φιλόνικος («αυτός που αγαπά τη νίκη») απέκτησε τη σημασία «εριστικός» και συνδέθηκε παρετυμολογικά με το αρχαίο νείκος «έριδα». Είχε υποστηριχθεί μάλιστα ότι το νείκος χρησίμευσε στη δημιουργία νέου σύνθετου επιθέτου, του φιλόνεικος, που τάχα χρησιμοποιήθηκε παράλληλα με το ήδη υπάρχον φιλόνικος. 

Ωστόσο, ο Χατζιδάκις (1934:438-442) αντέκρουσε τον ισχυρισμό αυτόν προβάλλοντας τρία επιχειρήματα: πρώτον, το υποτιθέμενο φιλόνεικος παραβιάζει τους κανόνες που διέπουν τη σύνθεση των ονομάτων: συγκεκριμένα, επειδή έχει ως δεύτερο συνθετικό ένα παλαιό τριτόκλιτο όνομα, το νείκος, δεν θα έπρεπε να σχηματίζει κατάληξη –ος, αλλά –ης, κατά το Πολυνείκης. 

Δεύτερον, το νείκος ήταν ήδη απαρχαιωμένη λέξη στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ., την εποχή δηλ. που εμφανίζεται σε κείμενα η λέξη φιλόνικος με τη σημασία «αυτός που αγαπά τη νίκη (και αρχαία χωρία του Ξενοφώντα, του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη ενισχύουν την άποψη ότι το εν λόγω επίθετο παράγεται από το νίκη). 

Τρίτον, δεν θα ήταν αναγκαίο να δημιουργηθεί το φιλόνεικος, εφόσον το γνωστό φιλόνικος μπορούσε κάλλιστα να δηλώσει, εκτός από την πρώτη του σημασία, και αυτήν του εριστικού. Ανάλογη είναι η σημασιολογική εξέλιξη των επιθέτων φιλάργυρος, φιλοκερδής, φιλοπράγμων,φιλοχρήματος κ.ά. 

Άρα, τα φιλόνικος, φιλονικία, φιλονικώ συνδέονται ετυμολογικά με το ουσιαστικό νίκη, πράγμα που αποδεικνύει ότι η ορθή γραφή των τριών αυτών λέξεων είναι με ι και όχι με ει. Τα γραφόμενα από το λεξικό Μπαμπινιώτη σχετικά με το συζητούμενο ετυμολογικό και ορθογραφικό θέμα βασίζονται στα προαναφερθέντα. Επισημαίνεται εκεί ότι η ορθή γραφή του φιλονικία είναι με ι και ότι η σύνδεση του φιλονικία με το νείκος, η οποία θα οδηγούσε σε γραφή φιλονεικία, είναι παρετυμολογική. 

Το λεξικό του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη στο λήμμα φιλονικία παραθέτει την εξής σύντομη ετυμολογική πληροφορία: [λόγ. < αρχ.φιλονικία]. Ομοίως, για τα φιλόνικος και φιλονικώ το ίδιο λεξικό γράφει αντίστοιχα: [λόγ. < αρχ. φιλόνικος], [λόγ. < αρχ. φιλονικῶ]. Το θέμα που μας απασχόλησε στο παρόν σημείωμα δεν αποτελεί σήμερα ανοιχτό ετυμολογικό και ορθογραφικό ζήτημα. 

Σύμφωνα με όλα τα έγκυρα νεοελληνικά λεξικά, ισχύουν τα όσα προαναφέραμε σχετικά με τη γραφή και την προέλευση της λέξης φιλονικία, καθώς και των λέξεων φιλόνικος και φιλονικώ.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ
Χατζιδάκις Γεώργιος 1934: Γλωσσολογικαί έρευναι, τόμος Α΄ (Αθήνα).

Διαβάστε περισσότερα... »