«Ἕλληνες ἀεί παῖδες ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» (Πλάτων, Τίμαιος, 22b).


"Ὁμολογεῖται μὲν γὰρ τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιοτάτην εἶναι καὶ μεγίστην καὶ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ὀνομαστοτάτην· οὕτω δὲ καλῆς τῆς ὑποθέσεως οὔσης,
ἐπὶ τοῖς ἐχομένοις τούτων ἔτι μᾶλλον ἡμᾶς προσήκει τιμᾶσθαι. 24. Ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ' ἐρήμην καταλαβόντες
οὐδ' ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ' οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν ὥστ' ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν,
αὐτόχθονες ὄντες καὶ τῶν ὀνομάτων τοῖς αὐτοῖς οἷσπερ τοὺς οἰκειοτάτους τὴν πόλιν ἔχοντες προσειπεῖν".
(Ἰσοκράτης, Πανηγυρικός, στίχοι 23-24).

Τα άρθρα που φιλοξενούνται στον παρόντα ιστότοπο και προέρχονται απο άλλες πηγές, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνον τις απόψεις των συγγραφέων τους.

Καθίσταται σαφές ότι η δημοσίευση ανάρτησης, δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά αποδοχή των απόψεων του συγγραφέως.


ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ, ΑΦΗΝΕΤΕ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟ-ΑΝΑΡΤΗΣΗ (΄κλίκ΄ στο "Δεν υπάρχουν σχόλια"). ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.

Ακολουθήστε μας στο Facebook

Δευτέρα 22 Ιουνίου 2015

Μύθος: ένας δρόμος αναζήτησης του Εαυτού μας


Ας ξεκινήσουμε με το πρώτο βασικό ερώτημα προσέγγισης του θέματος: Τι είναι ένας μύθος; Είναι μήπως φαντασία που δεν θεωρείται αληθινή, ένα σύνολο απαρχαιωμένων ντοκουμέντων και αυθαίρετων μυθοπλασιών; 

Για κάποιους είναι ένα ιδιαίτερο είδος ιστορίας , για άλλους ένα ιδιαίτερο εργαλείο ψυχανάλυσης, για κάποιους είναι πηγή γνώσης και για κάποιους άλλους ηθικοπλαστική μέθοδος.




Το σίγουρο πάντως είναι πως όλοι οι ψυχολόγοι ειδικότερα και οι σύγχρονοι επιστήμονες γενικότερα σκύβουν με σεβασμό πάνω στον μύθο για να τον ερμηνεύσουν έχοντας ο καθένας το δικό του κλειδί. Αυτό και μόνο το γεγονός μας δείχνει πως ο μύθος δεν είναι ένα απλό θέμα έρευνας, είναι ένα τεράστιο θέμα έρευνας το οποίο επιδέχεται πολλές ερμηνείες σε πολλά επίπεδα.

Ας ξεκινήσουμε κάνοντας ένας πρώτο διαχωρισμό του μύθου από την μυθολογία. Ο μύθος μοιάζει με ένα φως σταθερό και ακίνητο στον χρόνο και στον χώρο, εκεί όπου υπάρχουν οι μεγάλες πραγματικότητες του πνεύματος, και από εκεί στέλνει το φως της πάνω στον τοίχο της ιστορίας. Η σκιά πάνω στον τοίχο αυτό είναι η μυθολογία.

Μυθολογίες υπάρχουν πολλές σε όλο τον κόσμο σε όλες τις εποχές και παρά τις επιφανειακές διαφορές τους, εύκολα μπορεί κανείς να καταλάβει, μελετώντας τους, πως όλες ξεπηδούν από το ίδιο λευκό φως. Ίδια σύμβολα ενσαρκώνονται με διαφορετικά «ενδύματα» σε κάθε παραδοσιακό λαό με σκοπό να μας οδηγήσουν στον δρόμο της μυθικής συνείδησης, στην Αλήθεια και στην βίωσή της. Κάθε μύθος είναι μια κοσμική μια ψυχολογική και μια υλική πραγματικότητα.




Ένας τέτοιος ορισμός μας οδηγεί σε τρεις βασικούς τρόπους ερμηνείας.

Ο πρώτος τρόπος ερμηνείας του μύθου θα ήτανε η προσέγγιση της ιστορικής του αλήθειας. Υπάρχουν αρκετά παραδείγματα όπου έρχεται η ιστορία να επαληθεύσει τον μύθο, και έτσι ιστορικά γεγονότα τεκμηριώνουν μια αλήθεια αντικειμενική. Ο παγκόσμιος κατακλυσμός συναντάται σε πολλές γνωστές εκδοχές μύθων στον ελληνοχριστιανικό, βαβυλωνιακό, ιρανικό και ελληνικό πολιτισμό και ακόμη η ανακάλυψη της Τροίας από τον Σλήμαν ξέρουμε ότι βασίστηκε σε ένα μύθο.

Κοσμογονικά ο μύθος προσπαθεί να ερμηνεύσει τον μακρόκοσμο και την σχέση του ανθρώπου με αυτόν. «…. Θα μπορούσαμε να ονομάσουμε Μύθο και αυτόν τον ίδιο τον Κόσμο, καθώς μέσα του τα σώματα και τα πράγματα είναι φανερά» λέει ο Σαλλούστιος στο έργο του "Περί Θεών και Κόσμου". Όλοι οι κοσμογονικοί μύθοι δημιουργίας μας μιλούν για την πρωταρχική αιτία που εκδήλωσε την ζωή και για εκείνες τις δυνάμεις (θεούς) που την εξελίσσουν. Έτσι ένας κοσμογονικός μύθος με συμβολική γλώσσα μπορεί να ενώσει την ανθρώπινη διάνοια με την αποκάλυψη του μυστηρίου.

Και αν αυτό φαίνεται μεταφυσικό και δύσκολο, ψυχολογικά ο ρόλος του μύθου έχει ένα πρακτικό και ουσιαστικό αποτέλεσμα στην εναρμόνιση του ανθρώπου με τον εαυτό του και στην συνειδησιακή του εξέλιξη. "Η ψυχολογία είναι εκείνη που περιέχει το ενδιαφέρον για τον μύθο, όπως όλα τα δημιουργικά έργα περιέχουν το ενδιαφέρον για την ψυχολογία» λέει ο Τόμας Μαν, δείχνοντας έτσι το μεγάλο ενδιαφέρον της ψυχολογίας για τον μύθο.




Η ψυχολογία δεν είναι μια σύγχρονη εφεύρεση , μπορεί να μην ήταν αυτή η λέξη που την προσδιόριζε σε παλαιότερες εποχές αλλά είναι σίγουρο πως όλοι οι λαοί ασχολήθηκαν με τον άνθρωπο και την ομαλή λειτουργία του ψυχισμού του. ο μύθος έπαιζε σημαντικότατο ρόλο σε αυτό το έργο.

Ο μύθος πάντα βιώνονταν άμεσα μέσα στα πλαίσια των μυστηρίων και κυρίως μέσα από το μυητικό θέατρο το οποίο ήταν μέρος των μυστηρίων. Απαιτούνταν σύνθετες διαδικασίες συμμετοχής όλων των όψεων της ύπαρξης, που μαζί με την επέμβαση άλλων παραγόντων οδηγούσαν τον άνθρωπο σ' έναν εξαγνισμό του γήινου εαυτού του. 

Οι μυήσεις στα αρχαία μυστήρια περιείχαν ανθρωπομορφικές παραστάσεις της λειτουργίας του πνευματικού κόσμου και των νόμων του, δεσμοί ανάμεσα στον μικρόκοσμο και τον μακρόκοσμο. Ο μυημένος αναγνώριζε την ύπαρξή του μέσα στην ζωή του ήρωα, γινόταν γνώστης και κυβερνήτης της ύπαρξής του, και γυρνούσε στον κόσμο της καθημερινότητας με μια αίσθηση ευθύνης και μια φλόγα δημιουργικότητας.

Από τότε μέχρι σήμερα ο μύθος δεν έπαψε να υπάρχει και να έχει δύναμη, οι άνθρωποι έπαψαν ίσως να τον χρησιμοποιούν συνειδητά. Για την σύγχρονη ψυχολογία ότι ο μύθος ασκεί μια ακατανίκητη έλξη στο υποσυνείδητο του σύγχρονου ανθρώπου.




Σύμφωνα με τον Γιούγκ τα "Αρχέτυπα" παίζουν σπουδαίο ρόλο στην ζωή μας τη υλική αλλά και την διανοητική. Είναι οι πηγές της ψυχικής μας ενέργειας και αυτή η πηγή ενέργειας βρίσκεται στο υποσυνείδητο μέσα στα αρχέτυπα που περιέχονται στο ομαδικό ασυνείδητο της ανθρωπότητας. Ένας μύθος μπορεί να απελευθερώσει την ψυχική αυτή ενέργεια που περικλείεται στα αρχέτυπα.

Ο μύθος είναι μέσο γνώσης του εαυτού μας αλλά και μέσο δραστηριοποίησης των ικανοτήτων μας, με σκοπό την ολοκλήρωση του εαυτού. Μας κάνει να συνειδητοποιούμε μεγάλες αλήθειες αλλά και τον ίδιο τον εαυτό μας. Είναι ακόμα ένα τεράστιο θησαυροφυλάκιο εμπειριών και γνώσεων που απέκτησε η ανθρώπινη φυλή από την αρχή της δημιουργίας της. 

Οι μύθοι διεισδύουν βαθιά στην ανθρώπινη ψυχή και σιγοψιθυρίζουν αιώνιες αλήθειες και ανθρώπινα ιδανικά. Είναι μια πύλη και μέσα από αυτή έρχονται στην ανθρώπινη συνείδηση οι ανεξάντλητες ενέργειες του σύμπαντος.

Χωρίς να το συνειδητοποιεί, κάθε άνθρωπος ασχολείται αδιάκοπα με την εσωτερική διεύρυνση του εαυτού του, ψάχνει να βρει τα αίτια που υποκινούν τις πράξεις του. Η ερμηνεία αυτών των αιτιών είναι συνήθως γεμάτη από την υποκειμενική συναισθηματικότητα με ένα εγωιστικό πρίσμα, και έτσι διαστρεβλώνονται οι αιτίες. Οι μύθοι μιλούν για την οδύνη και την ανάγκη να υπερνικηθεί η ψεύτικη εικόνα της ζωής που φτιάχνουμε συνεχώς. 

Οι μύθοι μας ωθούν μέσα από την ταύτιση, στην ανακάλυψη των επιλογών που έχουμε, μας υποδεικνύουν τις περιπέτειες, τις εκδηλώσεις και τα φαινόμενα της ψυχικής ζωής μας και μπορούν να μας οδηγήσουν στην ισορροπία, την κυριαρχία στον εαυτό και τον κόσμο. Είναι αποκαλυπτικοί γιατί φέρνουν στην επιφάνεια αυτά που έχουμε απωθήσει μέσα στο υποσυνείδητό μας. Τα ξυπνούν και μας βάζουν να τα αντιμετωπίσουμε.



Αλλά το πιο σημαντικό ίσως είναι ότι δημιουργούν μια κατευθυντήρια γραμμή ύπαρξης που στοχεύει ενεργητικά στο αύριο. Δίνουν ένα όραμα ελπίδας και την πεποίθηση πως ότι και να γίνει ο ήρωας θα νικήσει το «κακό» στον εαυτό του και στον κόσμο. Είναι μεγάλη η δύναμη και η ιερότητα των μύθων γιατί κατάφεραν να επιζήσουν σε όλες τις συνθήκες, στο συνειδητό ή στο ασυνείδητο των ανθρώπων, και να ενεργοποιούν δημιουργικά κέντρα μέσα μας. 

Και παρόλο που έχουν καλυφθεί από τις στάχτες του εγωισμού και του ανθρώπινου φανατισμού στην σημερινή εποχή μας, δεν είναι πολύ μακριά εκείνη η εποχή που οι άνθρωποι θα ξανασυναντήσουν τους μύθους, θα εμπνευστούν από αυτούς, και θα τους τοποθετήσουν εκεί όπου πρέπει να βρίσκονται …… στην Ακρόπολη της ψυχής τους.

Διαβάστε περισσότερα... »

Δάφνη και Απόλλων: Περί αληθείας λόγος





Κάποιοι μύθοι μας μπορεί σε πρώτη ανάγνωση να μοιάζουν απλοϊκοί με συνέπεια να χαρακτηρίζονται από μια αφέλεια αν κάποιος τους πάρει «κατά γράμμα» εντούτοις, μια σπουδή σε βάθος θα αποκαλύψει μια κοσμοθέαση κι ένα σύστημα αξιών διάφορο μεν της εποχής μας μα πολύ πιο διεισδυτικό.

Οι μύθοι προφανώς αν μελετηθούν σωστά θα αποκαλύψουν μια «κιβωτό» γνώσης και σοφίας που έρχεται από το παρελθόν.

Η Ελληνική μυθολογία αντιμετωπίστηκε από την κυρίαρχη θρησκευτική ματιά απαξιωτικά και πολεμήθηκε για αιώνες. Παρόλα αυτά συνειδητά ή όχι επιβίωσε έστω και στη λανθάνουσα ματιά που θέλει να τη λαμβάνει «κατά γράμμα».

Ένας από τους μύθους που εξιτάρουν είναι αυτός της «Δάφνης και του Απόλλωνα». Τι είναι αυτό που κάνει ένα δέντρο γοητευτικό σε θεούς και ανθρώπους;

Ας επιχειρήσουμε λοιπόν μια πιο διεισδυτική ματιά.

Η Δάφνη στο στόμα της Πυθίας δίνει το χρησμό και ως Απολλώνιο σύμβολο και είναι το έπαθλο στους Δελφικούς Αγώνες.

Γενικά Έλληνες και Ρωμαίοι στεφάνωναν τους νικητές με δάφνινα στεφάνια. Πρακτική για να τιμούνται ειδικά οι λόγιοι και οι ποιητές. Ο όρος «baccalaureate» (μπακαλορεά) καθώς και «bachelor» (μπάτσελορ) που δίνονται ως τίτλοι εκπαίδευσης έχουν τη ρίζα τους στο λατινικό «bacca-laureus» που σημαίνει καρποί δάφνης.

Στη Χριστιανική παράδοση η φράση «μετά Βαΐων και κλάδων» σηματοδοτεί την τελευταία Κυριακή (των Βαΐων) πριν τη Μεγάλη Εβδομάδα σε ανάμνηση της θριαμβευτικής υποδοχής του Ιησού από το λαό της Ιερουσαλήμ. Τη βρίσκουμε επίσης να στολίζει κεφάλια στρατηγών και αυτοκρατόρων καθώς και στις τιάρες και μίτρες ιεραρχών ως σύμβολα «δόξας» και της «μοναδικής» αλήθειας.

Με μια πρώτη προσέγγιση θα υποθέταμε το «ένδοξο» της αποδοχής στον κοινωνικό βίο καθώς έχουμε ως παράσταση την απόδοση τιμών, βραβείων κι επάθλων με στεφάνια από αυτό το δέντρο που λατρεύτηκε στο παρελθόν είτε ως είχε, είτε συμβολίζοντας το «θείο» και τις εκφάνσεις του όσο υπήρχε ο άνθρωπος.




Η ερμηνεία και ο αποσυμβολισμός του φυτού μπορεί να επιχειρηθεί ιχνηλατώντας την οντολογία και το νόημα των λέξεων καθώς, και τις παραδόσεις που συνδέονται με αυτό.

Το όνομα «Δάφνη», πρωτοελληνικό, θα μπορούσε να ετυμολογηθεί ως «Δα» (Δη-Γη στα δωρικά) κι «φνης» (ξαφνική – αίφνης). Αυτή που προέκυψε ξαφνικά εκ της Γης, από την ύλη.

Ήταν κόρη της Γαίας και του Πηνειού της ύλης και του ρευστού. Τριγυρνούσε στην παρθένα φύση επιθυμώντας η ίδια να μείνει αιώνια, αγνή, αυτούσια, θέλοντας να μοιάσει της Αρτέμιδος. Αυτήν ερωτεύθηκε κεραυνοβόλα ο Απόλλωνας.

Ο «μύθος» της Δάφνης είναι προφανώς αλληγορικός. Σαγήνεψε τους Ρωμαίους κι επιβίωσε μέσω από της λυρικότητας του Οβίδιου όπως θα δούμε. Όλα άρχισαν όταν ο Απόλλων χλεύασε τα όπλα του Έρωτα κι εκείνος για να τον εκδικηθεί του έστειλε βέλος πόθου ερωτικού και την ίδια στιγμή βέλος αποστροφής στη Δάφνη προκαλώντας με αυτό τον τρόπο μια «πολικότητα».

Όσο και να προσπαθούσε να τη φτάσει τόσο εκείνη θα απομακρύνονταν. Ο «Έρως» είναι πρωταρχικό στοιχείο και νόμος του φυσικού κόσμου. Ο «Φυσικός Νόμος» στην Ελληνική Κοσμοθέαση είναι υπεράνω ακόμα και των Θεών.

Αναζητώντας την Αλήθεια...

Η «αλήθεια» ως λέξη αν αναγραμματιστεί μας δίνει μια άλλη ενδιαφέρουσα λέξη «αειθαλής» δηλαδή αιώνια (τέτοιο δέντρο είναι και η «Δάφνη» τυχαίο;).

Δύο είναι οι κύριες προσεγγίσεις στην ετοιμολογία της λέξης «Αλήθεια».

Η πρώτη με το «Α» (στερητικό) και τη λέξη «λήθω» (λανθάνω) όπου το νόημα είναι «μη λάθος».

Στη δεύτερη, έχουμε το ρήμα «Αλ» (αλάομαι – αδιάκοπος περιπλάνησης του πνεύματος) και «ήθος» όπου το νόημα παραπέμπει στην αδιάκοπη αναζήτηση του «ήθους». «Ζεύγοντας» τις δύο προσεγγίσεις μπορούμε να συμπεράνουμε πως η αλήθεια είναι έννοια δυναμική και όχι στατική.




Η «δυναμική» οφείλεται στον τρόπο και το λόγο που εμείς θα την προσεγγίσουμε, γεγονός που οφείλεται στον υποκειμενισμό μας. Τα κριτήρια της αλήθειας στην Ελληνική Φιλοσοφία είναι τα πάθη, οι προλήψεις, οι αισθήσεις και οι φανταστικές επιβουλές της διάνοιας.

Η Αλήθεια όμως είναι μια και μοναδική. Είναι αγνή, καθαρή και για να μπορέσεις να την αγγίξεις πρέπει κι εσύ να είσαι καθαρός. Το άσπιλο «ήθος» το «αγαθό» είναι το κύριο ζητούμενο.

Για αυτό και μετά το φόνο του Πύθωνα ο Απόλλων χρειάστηκε να εξαγνιστεί στους Κύδωνες από τον Καρμάνορα (Παυσανίας Φωκικά) ώστε να γίνει «Λοξίας» δηλ « Διὸς προφήτης δ᾽ ἐστὶ Λοξίας πατρός» (Ευμενίδες στ 19) και να προφητεύει στους Δελφούς. Ο «λόγος» του Θεού δεν δύναται να είναι «ακάθαρτος» ή να μην έχει «ήθος».

Στα Ερμητικά κείμενα (λόγος VI -1) λέει «Το αγαθό υπάρχει αποκλειστικά και μόνο στο θεό ή καλύτερα αγαθό είναι ο ίδιος ο αιώνιος θεός» ενώ πιο κάτω (λόγος VI-3) λέει «Σχετικά με τον άνθρωπο το αγαθό καθορίζεται σε σύγκριση με το κακό… Και είναι αδύνατο εδώ κάτω (στον κόσμο μας) το αγαθό να είναι απαλλαγμένο της κακίας…». Και αυτά συμβαίνουν με τον Απόλλωνα ως «θνητό» στην υπηρεσία του βασιλιά Άδμητου δηλαδή του «άκτιστου» (Απολλόδωρος Γ).

Στο «Περί Φύσεως» έργο του ο Εμπεδοκλής αναφέρεται στην εναλλαγή κυριαρχίας δυνάμεων μεταξύ Φιλότητας και Νείκους πάνω στα τέσσερα ριζώματα όπως αυτά συμβολίζει: γης – Αϊδωνεύς (ή Άδης), ύδατος (Νήστις), αέρα (Ήρα), πυρός (Ζεύς).

Η εν-αλλαγή αυτή βρίσκεται ανάμεσα στην αλλαγή του Ηρακλείτειου «Γίγνεσθαι» και τη σταθερότητα του Παρμενίδη «Είναι». Η σχέση αυτών των αντίρροπων δυνάμεων διατηρεί την ισορροπία στο σύμπαν «Σφαίρος».

Μπαίνοντας στην ουσία του ποιήματος του Οβίδιου το οποίο είναι μέρος ενός ευρύτερου έργου με τον τίτλο «Μεταμορφώσεις» κι επηρεασμένο από την Ερμητική Φιλολογία θα μπορούσαμε να διακρίνουμε το διαμοιρασμό και αντιπροσώπευση των στοιχείων και δυνάμεων σε γη – ύδωρ – νείκος (Δάφνη) και αέρα – πυρός – φιλότητα (Απόλλωνα).




Όταν πια η Νύμφη εξαντλημένη από το κυνηγητό καταλαβαίνει πως θα αιχμαλωτιστεί προσεύχεται στον πατέρα της να της αλλάξει «θωριά». Επικαλείται λοιπόν την ίδια τη «ροή» κι από την κατάσταση της τήξης που ήταν της προκαλείται η πήξη.

Μα πως η αλήθεια γίνεται χειροπιαστή και ποια δόξα φτάνει στο ζενίθ αν δεν ακούσει το «κάτθανε»; «Θάνατος» δεν υπάρχει. Η Εχεμύθεια, η Ευπείθεια και η Πίστη είναι οι απαραίτητες προϋποθέσεις για να προσεγγίσουμε την αλήθεια.

Έτσι λοιπόν πιάνει τη Δάφνη μα… «αλλάζει» η μορφή της. Όχι όμως η ουσία της. Γίνεται δέντρο. Αιτία της «αλλαγής» είναι το ενεργειακό φάσμα του ίδιου του Απόλλωνα – Φοίβου (δηλ του φωτοβόλου).

Βλέπουμε στα Ερμητικά (λόγος IX-5) «Και όταν δημιουργεί (ο θεός) τα πάντα τα κάνει όμοια του. Τούτα όμως, έχουν δημιουργηθεί αγαθά, διαφοροποιούνται με τη χρησιμοποίηση της ενέργειας. Γιατί η κίνηση του κόσμου με την τριβή δίνει στις γεννήσεις διαφορές. Άλλες τις ρυπαίνει με κακία, άλλες τις καθαρίζει με το αγαθό…».

Είναι ο ίδιος ο λόγος η ανάγκη να ενωθεί μαζί της. Αυτό που ένα ερωτικό τραγούδι λέει: «να σε ερμηνεύσω και να ερμηνευτώ». Για να το αντιληφθούμε καλύτερα θα πρέπει να ανατρέξουμε σε μια παραλλαγή του μύθου (Παυσανίας) στον οποίο ο Λεύκιππος πρίγκιπας από την Ηλία την ερωτεύτηκε πριν το Φοίβο.

Μεταμφιέστηκε σε γυναίκα για να την πλησιάσει μα, έγινε αντιληπτή η φύση του από τις νύμφες με αποτέλεσμα να γνωρίσει οικτρό θάνατο. Ο «απειθής» Λεύκιππος κατασπαράχθηκε διότι δεν προσέγγισε την αλήθεια σύμφωνα με την ετοιμολογία που είδαμε πιο πριν.

Από την άλλη δε σημαίνει πως αν φτάσεις και πιάσεις την αλήθεια θα την καρπωθείς ή θα σου αρέσει η γεύση της.

Όπως είπαμε η αλήθεια είναι μία. Ο υποκειμενισμός μας είναι το κριτήριο της γεύσης που θα έχει. (λόγος ΙΧ-10) «Η νόηση είναι πίστη και η απιστία η μη νόηση. Και οδηγούμενος ως ένα σημείο από το λόγο φτάνει την αλήθεια. Και αφού κατανοήσει τα πάντα και αφού τα βρει με την ερμηνεία του λόγου, πιστεύει και την καλή πίστη και επαναπαύεται. Για εκείνους που έχουν κατανοήσει με τη βοήθεια του θεού τούτα τα λόγια είναι πιστοί…».

Η «στιγμή της αλήθειας» αφορά την κορύφωση της διαδικασίας την «τελείωση». Έτσι ο μύθος σταματάει το κυνηγητό μια στιγμή πριν την αποκάλυψη στο κοινό που παρακολουθεί το δράμα.

Ο Απόλλων «είδε». Εμείς δεν «είδαμε». Είναι «άρρητο» διότι όπως είπαμε είναι υποκειμενικό το τι εισέπραξε… Στα Ερμητικά (λόγος V-1) λέει λοιπόν: «Κι εσύ κατανόησε πως αυτό που στους πολλούς φαίνεται αφανές, θα γίνει για εσένα φανερότατο… Ό,τι φαίνεται είναι γεννημένο, αφού εμφανίζεται μια κάποια στιγμή. Το αφανές είναι αιώνιο και δε χρειάζεται να φανεί…». Έτσι ο Απόλλων πιάνει τελικά τη Δάφνη αλλά δεν μπορεί να την κάνει «δική» του καθώς εκείνη μεταμορφώνεται σε δέντρο.

Στεφανώνεται με τα κλαδιά της συμβολίζοντας την αιώνια αναζήτηση της. Της «αλήθειας».




Για να υπάρχει όμως ετεροπροσδιορισμός πρέπει πρώτα να υπάρξει η αυτοσυνειδητοποίηση ως σημείο αναφοράς. Αυτή ίσως είναι και η ουσία της Δελφικής προτροπής «Γνώθι σαυτόν». 

Έτσι δεν είναι τυχαίο που ο Σωκράτης παραδέχεται πως «εν είδα ότι ουδέν είδα» έχοντας κατανοήσει τα πολιτικά πάθη και τις αδυναμίες που έσερναν οι αυθεντίες της εποχής του.

Η «ανιμιστική» λατρεία των δέντρων βαστάει από τους προϊστορικούς χρόνους όταν οι κοινωνίες ακόμα διαμορφώνονταν σχηματίζοντας τους πρώτους πολιτισμούς.

Καθώς τα ιερατεία οργανώθηκαν εξέλιξαν τη λατρεία με θεσμούς και πρακτικές και παράλληλα αφομοίωσαν τα αρχέγονα συστατικά και παραστάσεις προσαρμόζοντας τα στα νέα έθη. Κατά αυτή τη λογική το ίδιο το δέντρο δεν είναι πλέον η θεότητα αλλά τη συμβολίζει μέσω της παρουσίας και της χρήσης του.

Η Δάφνη μέσω του μύθου που τη συνοδεύει φαίνεται να συμβολίζει τις αγαθές προθέσεις, την καθαρότητα του νου και της ψυχής που απαιτούνται για να φτάσει κάποιος στην Αλήθεια και τη Γνώση.

Ας το λάβουμε αυτό υπόψη καθώς, η εποχή που ζούμε κατακλύζεται καθημερινά από εικόνες, πληροφορίες κι ερεθίσματα που μπορούν να επηρεάσουν την κρίση μας χωρίς αυτό να σημαίνει πως θα είναι σωστή.

Οι «αρχαίοι» κάτι ήξεραν…

Διαβάστε περισσότερα... »

Κρατύλος: Περί ονομάτων ορθότητος



Σημείωση: 
Η παρούσα ανάρτηση ΔΕΝ είναι ασφαλώς διαφημιστική! Είναι χαρά να παρουσιάζονται υψίστης σημασίας και αξίας αθάνατα έργα, που τιμούν το πνεύμα και λαμπρύνουν τον Ελληνισμό!


Στὸν διάλογο «Κρατύλος» ἢ «Περὶ Ὀνομάτων Ὀρθότητος», ὁ Πλάτων ἀποκαλύπτει τὸ φιλοσοφικὸ ὑπόβαθρο τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας, διερευνᾶ τὸ σχέδιο κατασκευῆς της, καὶ θεμελιώνει τὴν «Φιλοσοφία τῆς Γλώσσας» (Philosophy of the Language).

Εἶναι τὸ πρῶτο ἔργο τῆς παγκόσμιας γραμματείας περὶ ἐτυμολογίας. 

Ἐτυμολογία εἶναι ἡ ἀναζήτηση τοῦ ἐτύμου, δηλαδή, τοῦ ἀληθοῦς περιεχομένου, τῆς ἀλήθειας τῶν λέξεων, εἶναι ἡ δυνατότητα ἀνάλυσης ἑνὸς ὀνόματος στὰ συστατικἀ του μέρη, ποὺ εἶναι δηλωτικὰ τῆς σημασίας του.

Ὁ «Κρατύλος» ἔχει χαρακτηρισθεῖ ὡς τὸ «Εὐαγγέλιο τῆς Ἐτυμολογίας». Εἶναι ἐδῶ ὅπου ὁ Σωκράτης, συνομιλῶντας μὲ τὸν Ἑρμογένη καὶ τὸν Κρατύλο, ἑρμηνεύει μὲ τὴν βαθειὰ σοφία του ὀνόματα, ἔννοιες καὶ γράμματα τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας, καταδεικνύοντας τὴν πανάρχαια προέλευσή τους.

Μὲ τὴν ἀνὰ χεῖρας πολύχρονη ἐργασία μας εὐελπιστοῦμε νὰ ἀναδείξουμε τὴν σπουδαιότητα τοῦ Πλατωνικοῦ αὐτοῦ διαλόγου καὶ νὰ ἀποκαλύψουμε τὶς ἀλήθειες ποὺ κρύβονται μέσα σ’ αὐτόν, ἀποδεικνύοντας ὅτι εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς πλέον σημαντικούς, ἀλλὰ καὶ τοὺς πλέον παρεξηγημένους διαλόγους τοῦ Πλάτωνος. Βασικὸς ἐξοπλισμός μας σὲ αὐτὸ τὸ ἐγχείρημα εἶναι τόσο ἡ μελέτη ἀλλὰ καὶ ἡ διδασκαλία τοῦ Πλατωνικοῦ Ἔργου (Corpus Platonicum) στὸ σύνολό του, καθὼς καὶ τὰ πολύτιμα Σχόλια τοῦ Πρόκλου, ὁ ὁποῖος ἤδη ἐξ ἀρχῆς ἐπισημαίνει ὅτι:

«Ὁ παρὼν διάλογος ἐπιστήμονας ἡμᾶς ποιεῖ τῆς τῶν ὀνομάτων ὀρθότητος, καὶ δεῖ τὸν μέλλοντα εἶναι διαλεκτικὸν ἀπὸ ταύτης ἄρχεσθαι τῆς θεωρίας».

Ὁ παρὼν διάλογος μᾶς κάνει νὰ ἀποκτοῦμε ἐπιστημονικὴ γνώση τῆς ὀρθότητας τῶν ὀνομάτων, καὶ αὐτὸς ποὺ θέλει νὰ εἶναι διαλεκτικός, ἀπὸ αὐτὴν τὴν θεωρητικὴ ἐξέταση πρέπει νὰ ἀρχίσει!

Ἡ παροῦσα ἔκδοση περιλαμβάνει: 
Εἰσαγωγή, Διαίρεση τοῦ διαλόγου σὲ Ἑνότητες - Μέρη - Κεφάλαια, Περιλήψεις Μερῶν καὶ Κεφαλαίων, Ἀρχαῖο Κείμενο καὶ Σύγχρονη Ἀπόδοση, Ἐκτενῆ Σχόλια καὶ τελικὸ Συμπέρασμα, καθὼς καὶ Λεξικογράφηση ὅλων τῶν ἐτυμολογιῶν τοῦ Κρατύλου, ποὺ δίνει ὁ Σωκράτης, ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν ἄλλων ἐτυμολογιῶν ποὺ δίνονται στὸ παρὸν ἔργο, σὲ ἕνα συνοπτικὸ καὶ εὔχρηστο Ἐτυμολογικὸ Λεξικό.

Διαβάστε περισσότερα... »

Η έννοια του Φιλοσόφου στον Πλάτωνα και στον Αριστοτέλη




Η εικόνα του φιλοσόφου σκιαγραφείται και από τους ορισμούς που δίνουν οι φιλόσοφοι για τη φιλοσοφία. Για τον Πλάτωνα, η φιλοσοφία είναι η γνώση ή η θέαση των αιώνιων και αμετάβλητων ιδεών, ενώ για τον Αριστοτέλη είναι η έρευνα των αιτιών- ο έρωτας προς τη γνώση και η επιδίωξη της σοφίας στη βάση της απορίας και του θαυμασμού[5]. Στη συνέχεια, θα ανατρέξουμε σε αποσπάσματα από την Πολιτεία του Πλάτωνα και τα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη και θα προσπαθήσουμε να προσδιορίσουμε την εικόνα του φιλοσόφου. Η μελέτη είναι χωρισμένη σε δυο μεγάλες ενότητες και ακολουθούν τα συμπεράσματα, όπου επιχειρείται μια συγκριτική προσέγγιση των θέσεων των φιλοσόφων.


Πλάτωνας – Πολιτεία
Στην πλατωνική Πολιτεία, η πολιτεία και τα άτομα παραλληλίζονται ως προς την τριαδική τους σύσταση. Όπως το άτομο αποτελείται από τα τρία μέρη της ψυχής, το επιθυμητικόν, το θυμοειδές και το λογιστικόν, έτσι και η Πολιτεία αποτελείται από τρεις τάξεις: τους παραγωγούς, τους φύλακες και τους κυβερνήτες[6]. Οι πολίτες τοποθετούνται στις διάφορες τάξεις, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα μετακίνησης, ενώ το μοναδικό μέσο ταξινόμησης είναι η παιδεία, και κυρίως η απόδοσή τους στα μαθηματικά[7]. 

Στην ιδανική πολιτεία όλα λειτουργούν ιδανικά και η κάθε τάξη έχει τη δική της αρετή: οι φύλακες την ανδρεία, η παραγωγική τάξη τη σωφροσύνη και οι φιλόσοφοι τη σοφία. Τέλος, η δικαιοσύνη είναι μια αρετή που πρέπει να υπάρχει σε κάθε πολίτη ώστε οι πράξεις του να είναι σωστές[8]. Για να διατηρήσει τη δικαιοσύνη που ορίζεται ως ο άξονας της ισορροπίας στην ηθική και πολιτική, ο Πλάτων, «φτάνει», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Romilly, στα άκρα»[9]. Πιστεύει ότι, η ανθρώπινη ζωή είναι πλήρης μόνο μέσα στην Πολιτεία. Εκεί, ο φιλόσοφος είναι ο βασιλιάς, απαλλαγμένος από δεσμεύσεις και με μοναδικό κτήμα του τον εσωτερικό πλούτο. 

Το κύριο μέλημα είναι να κυβερνήσει την πολιτεία με σοφία, έχοντας υπόψη του το Αγαθό που περιγράφεται ως «την ουσία αλλά και κάτι ακόμα πέρα από την ουσία»[10]. Το κράτος που θα κυβερνάται με αυτό τον τρόπο «είναι δεδομένο ως τέλειο για την αιωνιότητα». Σε ένα κράτος όπου οι φιλόσοφοι έχουν πάντα δίκιο και ποτέ δεν κάνουν λάθος, ποτέ δεν συμβαίνει τίποτα, δεν υπάρχει εξέλιξη[11]. Υπάρχει όμως, η διαδρομή του ανθρώπου από τα κατώτατα επίπεδα γνώσης στα ανώτερα. Την πορεία αυτή μας τη δείχνει ο Πλάτων με τις αλληγορικές εικόνες του ήλιου, της γραμμής και του σπηλαίου[12]. 


Αλληγορία του ήλιου
Σε αυτήν την αλληγορία, ο Πλάτωνας αντιπαραβάλλει τον ορατό κόσμο[ήλιος] με τον νοητό κόσμο στον οποίο βασιλεύει η ιδέα του αγαθού[13]. Όπως ο ήλιος μας δίνει τη δυνατότητα της όρασης, χωρίς να είναι ο ίδιος όραση, έτσι και η αλήθεια και η γνώση σχετίζονται με το αγαθό χωρίς όμως να ταυτίζονται[14]. Για να μπορέσουμε να δούμε τα διάφορα αντικείμενα χρειάζεται ένας διάμεσος. Ποιο είναι το ενδιάμεσο στοιχείο που θα μας βοηθήσει να τα δούμε; Το φως. Ποιος εκπέμπει το φως; Ο ήλιος. Τον ήλιο μπορούμε να τον δούμε; Όχι, γιατί μόλις τον κοιτάξουμε θα στραβωθούμε. Όπως είναι ο ήλιος έτσι είναι και το αγαθό. Για να δούμε τα γνωστικά αντικείμενα χρειαζόμαστε τον ενδιάμεσο, δηλαδή τη νόηση. Εδώ, επεμβαίνει ο φιλόσοφος, ο μόνος σύμφωνα με τον Πλάτωνα που μπορεί να κυβερνήσει την Πολιτεία, και που μπορεί να υποδείξει τη συνάφεια όλων των πραγμάτων με το αγαθό, το οποίο όπως ο ήλιος υπόσταση σε όλη την αισθητή και νοητή πραγματικότητα[15].


Αλληγορία της γραμμής
Στην αλληγορία της γραμμής, ο Πλάτωνας χωρίζει μια γραμμή σε δυο άνισα τμήματα, στο νοητό και στο ορατό. Στο κατώτατο τμήμα του ορατού αντιστοιχούν οι εικόνες, (δηλαδή οι σκιές, τα είδωλα των πραγμάτων, κ.λπ), ενώ στο ανώτατο όλα τα έμβυα όντα (δηλαδή καθετί φυσικό, όλα τα ανθρώπινα κατασκευάσματα). Στο κατώτερο οντολογικό τμήμα του νοητού αντιστοιχούν τα μαθηματικά/υποθέσεις, ενώ στο ανώτατο αντιστοιχούν οι ιδέες. 

Σε αυτά τα τέσσερα τμήματα της οντολογικής πραγματικότητας αντιστοιχούν τέσσερις γνωσιολογικές καταστάσεις που υπάρχουν μέσα στην ψυχή: η εικασία, η πίστις, η διάνοια και η νόησις[16]. Για να οδηγηθούμε στο ανώτατο σημείο της γνώσης πρέπει να ξεκινήσουμε από τις εικασίες, που είναι αποτέλεσμα της πραγματικότητας. Η αμέσως επόμενη γνωσιακή προσέγγιση της πραγματικότητας είναι η πίστη. Τις υποθέσεις τις προσεγγίζουμε μέσω της διάνοιας και τις ιδέες μέσω της νόησης ή της επιστήμης. 

Ο φιλόσοφος έχει ως αφετηρία τις υποθέσεις/τα αξιώματα, τις ξεπερνάει και φτάνει στην ιδέα του αγαθού. Αντίθετα, οι μαθηματικοί προϋποθέτουν «το περιττό, το άρτιο, κά[…] και βασίζουν επάνω τους τις αποδείξεις[…] για να καταλήξουν, με λογική ακολουθία, σε εκείνο το οποίο είχαν αρχικά ορίσει ως αντικείμενο της έρευνας τους»[17]. Μόνο οι φιλόσοφοι γνωρίζουν πλήρως τις τέσσερις οντολογικές βαθμίδες, ενώ οι υπόλοιποι πολίτες γνωρίζουν μόνο την αισθητή ορατή πραγματικότητα ή κάποιες ελάχιστες μαθηματικές έννοιες[18]. 


Αλληγορία του σπηλαίου
Σε αυτή την αλληγορία, ο Αθηναίος φιλόσοφος παρουσιάζει την εικόνα ενός σπηλαίου, όπου η είσοδος του είναι ανοιχτή στο φως και στο βάθος ζουν αλυσοδεμένοι άνθρωποι από τα πόδια και τον αυχένα με τέτοιο τρόπο ώστε να βλέπουν μόνο τοίχο. Πίσω τους και μακριά καίει μια φωτιά. Ότι βλέπουν είναι οι σκιές των πραγμάτων και έχουν την εντύπωση ότι οι σκιές είναι τα ίδια τα πράγματα. Εάν κάποιος δεσμώτης κατορθώσει να ανέβει πάνω στη γη ή κάποιος τον τραβήξει για να ανέβει, μόλις αντίκρισει τον ήλιο θα «αισθανθεί έντονο πόνο στα μάτια»[19]. Τότε θα δει μια άλλη πραγματικότητα, σιγά-σιγά θα αντιληφθεί ότι «είναι κάπως πιο κοντά στην πραγματικότητα» και τέλος, θα συνειδητοποιήσει ότι η πραγματικότητα που έβλεπε μέχρι τότε δεν ήταν η πραγματική. 

Οι τρεις αλληγορίες συνδέονται μεταξύ τους και όλες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι μόνο οι φιλόσοφοι μπορούν να κυβερνούν την Πολιτεία. Ο ήλιος είναι στον ορατό κόσμο το αντίστοιχο της ιδέας του Καλού στον κόσμο των Ιδεών. Η παιδεία ασκεί πάνω στον άνθρωπο την μεταλλαγή που γνώρισε ο άνθρωπος της σπηλιάς και που σιγά-σιγά συνήθισε στο φως. Ο φιλόσοφος που φτάνει σε αυτό το επίπεδο, δεν έχει καμία διάθεση να επιστρέψει στο σπήλαιο, το κάνει όμως από αγάπη για τη δικαιοσύνη, παρά το γεγονός ότι αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο να γελοιοποιηθεί, να θεωρηθεί τρελός ακόμα και να θανατωθεί[20]. 

Το σπήλαιο παρομοιάζεται με τον αισθητό ορατό κόσμο, η φωτιά και το φως της με τον ήλιο και τη δύναμή του, η ανάβαση προς τα πάνω και η θέαση του επάνω κόσμου με την γνωσιολογική άνοδο της ψυχής στον οντολογικό νοητό κόσμο και τέλος, οι δεσμώτες με τους πολίτες[21].

Για τον Πλάτωνα, όπως απορρέει από τα παραπάνω, σκοπός της φιλοσοφίας και της γνώσης είναι η ηθικο-πολιτική αναγέννηση της κοινωνίας. Θεωρεί βασική την ανάγκη «αναγέννησης του κόσμου με βάση μια τάξη θεμελιωμένη στις αξίες που μόνο ο φιλόσοφος είναι σε θέση να αντιληφθεί»[22]. Για τον Αριστοτέλη αντίθετα, όπως θα δούμε παρακάτω, σκοπός της φιλοσοφίας ήταν η ορθολογική ερμηνεία όλου του φάσματος των όντων και των λειτουργιών του κόσμου και της φύσης.


Αριστοτέλης – Ηθικά Νικομάχεια
«κάθε τέχνη και κάθε επιστημονική έρευνα 
όπως και κάθε πράξη 
και κάθε κατόπιν σκέψεως λαμβανόμενη απόφαση 
φαίνεται ότι αποβλέπει σε κάποιο αγαθό»[ΗΝ 1094a1-2][23]. 

Τα Ηθικά Νικομάχεια ξεκινούν με αυτή τη φράση, τονίζοντας ότι κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα αποσκοπεί σε κάποιο αγαθό, που με τη σειρά του εξυπηρετεί κάποιο άλλο αγαθό. Αυτή η αλυσίδα, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, θα πρέπει να έχει κάποιο τελικό σκοπό, κάποιο τέλος. Κάθε επιμέρους στόχος δεν είναι παρά το ενδιάμεσο στάδιο ώστε να φτάσει ο άνθρωπος στο ύψιστο αγαθό, την ευδαιμονία. 

Η ευδαιμονία, δεν είναι μια ψυχική κατάσταση -θα μπορούσε να συμβεί και σε έναν άνθρωπο που κοιμάται- ούτε έξις, είναι μια ενέργεια «επιθυμητή καθαυτή» που πραγματοποιείται «καθ’ υπαγόρευση της αρετής»[24]. Η επιθυμητική ενέργεια απηχεί τη διαφορετική ψυχική κατάσταση κάθε ανθρώπου. Η ευδαιμονία δεν εξαρτάται από απολαύσεις, ηδονές και διασκεδάσεις, αλλά είναι αποτέλεσμα πολλών παραμέτρων. Σε αυτό το πλαίσιο, θα μπορούσε και ένας δούλος να εξασφαλίσει την ευδαιμονία, αλλά είναι αδύνατο αφού δεν είναι ελεύθερος[25].

Ευδαίμων δεν γίνεται κάποιος μόνο τη στιγμή του θανάτου του, αλλά στο σύνολο της ανθρώπινης ζωής του πρέπει να «αντιμετωπίζει την ηθική του ποιότητα υπό την προοπτική της διάρκειας και της συνέχειας»[26]. Βασικός πυρήνας της ευδαιμονίας είναι η αρετή, διότι μόνο μέσα από αυτή μπορεί ο άνθρωπος να φτάσει στην τέλεια ευδαιμονία. 

Ο Αριστοτέλης διαιρεί τις αρετές σε δυο βασικές κατηγορίες, σε διανοητικές και ηθικές. Οι διανοητικές αρετές στηρίζονται στην ενέργεια του νου και χωρίζονται σε θεωρητικές και πρακτικές σύμφωνα με τη διαίρεση του νου σε θεωρητικό και πρακτικό. Οι ηθικές αρετές στηρίζονται στη σχέση του επιθυμητού με το λογικό μέρος της ψυχής,[27] και ορίζονται ως «μέσον» ανάμεσα σε δύο ακρότητες[28]. 

Αν υποθέσουμε ότι ο νους είναι ένα κομμάτι του θεού μέσα στον άνθρωπο ή έστω ότι είναι το πιο κοντινό κομμάτι του θεού μέσα μας, σε αρμονία με την οικεία του αρετή αποτελεί μια ενέργεια καθαρά πνευματική και επιτυγχάνει την τέλεια ευδαιμονία[29]. Αυτή η θεωρητική ενασχόληση είναι συνεχής αφού «μπορούμε να σκεφτόμαστε συνεχώς πολύ περισσότερο από το να πράττουμε οτιδήποτε συνεχώς»[30], αγαπάται περισσότερο και περιέχει τη δική της ηδονή. Καλλιεργώντας το θεϊκό στοιχείο, το άτομο μπορεί να εξομοιωθεί κατά το δυνατό με το θεό, και σε ένα επόμενο βήμα θα πρέπει να αποβάλλει τη θνητή του φύση και να «[…] αποβλέπει στην αθανασία[…] και να προσαρμόζει τις πράξεις της ζωής του σε εκείνο που είναι ανώτερο από όλα»[31]. 

Η ευδαιμονία που πηγάζει από τον «δαίμονα» που βρίσκεται στο κεφάλι μας, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο During, κατευθύνει τον άνθρωπο προς την ουράνια περιοχή, ενώ όποιος παραμένει παγιδευμένος στις επιθυμίες και στις φιλοδοξίες, μένει δέσμιος στη γη[32]. Ο θεωρητικός νους[33] αποβλέπει στη γνώση της αλήθειας και η απελευθέρωση του ανθρώπου από την υποδούλωση του σε κάθε άλλο σκοπό[εξωτερικά αγαθά και θνητή φύση], τον διευκολύνει στην προσπάθεια του να γίνει ον ελεύθερο[34]. Σε αντίθεση με το θεωρητικό νου, ο πρακτικός έχει περισσότερο ανάγκη τα εξωτερικά μέσα[35]. Η αρετή του είναι η φρόνηση, που προσδιορίζει, ως νοητική ενέργεια, το σκοπό και ταυτόχρονα βρίσκει τα μέσα για την πραγμάτωση του[36].

Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε, ότι ο θεωρητικός βίος είναι εκείνος της συνεχούς άσκησης της θεωρίας (της θεωρητικής γνώσης)[37] και ότι η ευδαιμονία τίθεται ως εφικτός στόχος για κάθε άνθρωπο και κυρίως για τους φιλοσόφους. Η δραστηριότητα της θεωρίας[38] περιγράφεται ως η καλύτερη και απολαυστικότερη ενέργεια που αναφέρεται στα «αιώνια όντα και όχι στα ανθρώπινα, επισφαλή και ασταθή πράγματα»[39]. Οι άνθρωποι-φιλόσοφοι που απέκτησαν τη γνώση και μπορούν να ενεργοποιούν το φιλοσοφικό πνεύμα, απελευθερώνονται και απολαμβάνουν μια ευδαιμονία καθαρή και τέλεια, διότι είναι αυτάρκης[40]. 

Ο σοφός άνθρωπος (αν εξασφαλίσει τα προς το ζην) «μπορεί ακόμη κι αν είναι μόνος του, να ασχολείται με φιλοσοφικές θεωρίες (και όσο περισσότερο ασχολείται) τόσο περισσότερο σοφός (γίνεται)», ενώ ο δίκαιος χρειάζεται γύρω του ανθρώπους, για τους οποίους θα κάνει δίκαιες πράξεις»[41]. Η ενασχόληση του φιλοσόφου με το νου είναι διαφορετική από την ασχολία του πολιτικού άντρα με τα κοινά που στοχεύει σε εξουσία και τιμές. 

Επίσης, είναι διαφορετική από τις πολεμικές υποθέσεις γιατί και οι δυο (πολεμικές και πολιτικές ενέργειες) σκοπεύουν σε διαφορετικό στόχο, δεν αφήνουν ελεύθερο χρόνο και δεν περιλαμβάνουν τη θεωρητική ενέργεια του νου[42]. 

Ο άνθρωπος είναι ένα σύνθετο ον που αποτελείται από πνεύμα και σώμα και χρειάζεται την κοινωνία των ομοίων του. Σύμφωνα με τον Gigon, ο Αριστοτέλης υποστηρίζει ότι υπάρχουν τρεις ομάδες αγαθών: οι πνευματικές, οι σωματικές και οι εξωτερικές,[43] που αποτελούν ένα ιεραρχικά δομημένο σύνολο. Η «ποσότητα» του καθενός υποσυνόλου που υπάρχει στη ζωή του κάθε ανθρώπου, αυτόματα τον κατατάσσει σε κάποια κατηγορία. 

Η σχέση μεταξύ των αγαθών δεν είναι απόλυτα σαφής, ενώ τα πνευματικά αγαθά υπερέχουν σε σύγκριση με τις άλλες δυο κατηγορίες. Αν εναρμονίσουμε την ψυχή μας, με τα τρία επίπεδα, με το πνεύμα και με αυτό που το πνεύμα βλέπει, «πετυχαίνουμε το στόχο που μας έθεσαν οι θεοί[...] την άριστη ζωή. Εν κατακλείδι, ο ευδαίμων βίος του ανθρώπου δεν είναι άλλος από τον τέλειο φιλοσοφικό βίο. 


Συμπεράσματα
Οι διαφορετικές εικόνες των φιλοσόφων συνήθως οφείλονται στη μεταβολή του ρόλου του φιλοσόφου, αλλά και στη διαφορετικότητα της αποστολής του. Ο Πλάτωνας τοποθετεί το φιλόσοφο στην ιδανική Πολιτεία στο υψηλότερο βάθρο, όπου συνυπάρχει η γνώση μαζί με την εξουσία, τόσο σε πολιτικό, κοινωνικό όσο και σε εκπαιδευτικό επίπεδο. Ο φιλόσοφος, αναγκάζεται να ασχοληθεί με τα κοινά «συνενώνοντας αρμονικά τους πολίτες..…για να τους χρησιμοποιήσει ο ίδιος για την ενίσχυση της ενότητας της πόλης»[44]. Ο πραγματικός ρόλος του φιλοσόφου μπορεί να υπάρχει μόνο στην Ιδανική Πολιτεία ενώ σε μια άδικη κοινωνία θα ήταν απλά κάποιος που αναζητεί τη σοφία, αλλά δεν κατορθώνει ποτέ να την κατέχει πλήρως[45]. 

Ο φιλόσοφος στον Αριστοτέλη ξεπερνά τα όρια του πολιτικού βίου, δεν ενδιαφέρεται για την άσκηση της εξουσίας και μπορεί κάλλιστα να απομονωθεί από τους ανθρώπους. Η θέση του είναι διαφορετική από αυτή των πολιτικών και των πολεμιστών και μοναδικός σκοπός του είναι η κατάκτηση της ευδαιμονίας. Και ο Πλάτωνας πιστεύει ότι οι άνθρωποι δεν πρέπει απλώς να ζουν, αλλά να ζουν καλά και ευδαιμονικά. Η επίτευξη της ευδαιμονίας για τον Πλάτωνα πετυχαίνεται αν ο πολίτης αντικρίσει το φως της αλήθειας. 

Ο κόσμος του Αριστοτέλη είναι ενιαίος και ομοιογενής και η δομή είναι οριζόντια. Ο κόσμος του Πλάτωνα είναι χωρισμένος σε υψηλό και χαμηλό επίπεδο και για να υπάρξει ενότητα δημιούργησε μια κάθετη ιεραρχική δομή με «όπλα» τη διαλεκτική και τα μαθηματικά[46]. Στο έργο του, η ύπαρξη των ιδεών είναι κυρίαρχη ενώ ο Αριστοτέλης «ανοίγει την πόρτα» σε όλες τις γνώσεις: στη λογική, στη ρητορική και στην επιστήμη γενικότερα[47]. 

Πυρήνας της διδασκαλίας του Πλάτωνα όσο και του Αριστοτέλη είναι η ψυχή του ανθρώπου. Σύμφωνα με τον Σκουτερόπουλο,[48] η Πολιτεία είναι μια ιδιότυπη αλληγορία αφού η «αρίστη πόλις είναι η πολιτεία της ανθρώπινης ψυχής». Δηλαδή, είναι η επιστροφή της ψυχής στον εαυτό της. Οι αλυσίδες των δεσμωτών στο σπήλαιο που τους κρατούν μακριά από τη γνώση και την αλήθεια, μας θυμίζουν το απόσπασμα από τον Αριστοτέλη που αναφέρει για τα υλικά που κρατούν δέσμιους τους ανθρώπους. Χρειάζεται μόχθος και άσκηση για την άνοδο προς τον ήλιο του Πλάτωνα, ή το υπέρτατο αγαθό του Αριστοτέλη. Η λύτρωση της ψυχής δεν γίνεται χωρίς αγώνα


Σημειώσεις-Παραπομπές 
[1]. Gigon O., Bασικά Προβλήματα της Αρχαίας Φιλοσοφίας, μτφρ. Ν.Μ. Σκουτερόπουλος, Γνώση, Αθήνα, 1991, 221.
[2]. Hadot, P., Τι είναι η αρχαία ελληνική φιλοσοφία, μτφρ. Κλαμπατσέα, εκδ Ίνδικτος, Αθήνα, 2002, 50.
[3]. Hadot, P., ό.π., 78. 
[4]. Μπαμπινιώτης Γ., Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, Κέντρο Λεξικολογίας Ε.Π.Ε, Αθήνα, 1998.
[5]. Βασιλείου Σ., Λεξικό των επιστημών του ανθρώπου, Guttenberg, Αθήνα, 1992.
[6. Θεοδωρακόπουλος Ι., «Η Αρχή της Επιστήμης και της Φιλοσοφίας», Ιστορία του Ελληνικού έθνους, τόμ. Γ2’, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1971, 484. 
[7]. Βιρβιδάκης Σ., κ.ά., Ελληνική Φιλοσοφία και Επιστήμη, από την Αρχαιότητα έως τον 20ο αιώνα, τόμ. Α’, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα, 2000, 153.
[8]. Μανιάτης, Γ., Φιλοσοφία και Πολιτεία στον Πλάτωνα: Ο φιλόσοφος-βασιλεύς και η αρίστη πολιτεία, Έννοια, Αθήνα, 2005, 34.
[9]. Romilly, J., Γιατί η Ελλάδα; μτφρ. Μ. Αθανασίου, Κ. Μηλιαρέση, Το άστυ, Αθήνα, 1999, 270.
[10]. ΠΠ, 495.
[11]. Μπονάρ Α., Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός, τόμ. 3, μτφρ. Ε. Γαρίδη, Θεμέλιο, Αθήνα, 1985, 112. 
[12]. Στις αλληγορίες, μεταξύ άλλων, διακρίνουμε το κέντρο της πλατωνικής φιλοσοφίας, τη Θεωρία των Ιδεών. Ο Πλάτωνας διέκρινε δυο κόσμους το γήινο και τον ιδανικό. Ο τελευταίος περιέχει τις ιδέες, τις φωτεινές υπάρξεις με ψυχή και κίνηση, άυλες, οι οποίες συνιστούν τα τέλεια πρότυπα των διαφόρων ηθικών και γνωστικών ιδεών και αποτελούν τα δεδομένα της εμπειρίας του κόσμου των αισθητών. Ο κόσμος αυτών μας παρέχει γνώση, ενώ o ορατός γνώμη (δόξα). Γιαννόπουλος Ι., Κατσιαμπούρα Γ., Κουκουζέλη Α., Σημαντικοί Σταθμοί του Ελληνικού Πολιτισμού, τόμ. Β’, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα, 2000, 117. 
[13]. Μανιάτης, ό.π., 71
[14]. ΠΠ, 489.
[15]. Μανιάτης, ό.π., 72.
[16]. ΠΠ, 501. 
[17]. ΠΠ, 497.
[18]. Μανιάτης, ό.π., 74. 
[19]. ΠΠ, 505.
[20]. Romilly, ό.π., 269. 
[21]. Η άνοδος της ψυχής ξεκινάει από τις σκιές-εικόνες, εικασίες, στη συνέχεια ο δεσμώτης απελευθερώνεται και βλέπει με το φως τα ορατά όντα, πιστεύοντας και στη συνέχεια βγαίνει από το σπήλαιο και θεωρεί τις έννοιες των μαθηματικών έχοντας διάνοια και τέλος ανεβαίνει στο υψηλότερο τμήμα του νοητού τόπου και θεωρεί τις ιδέες, έχοντας την ανώτερη γνώση της νοήσεως. Μανιάτης, ό.π., 76-77. 
[22]. Vegetti, M., Ιστορία της αρχαίας φιλοσοφίας, μτφρ. Γ. Α. Δημητρακόπουλος, εκδ Π. Τραυλός, Αθήνα, 2003 (2000), 212.
[23]. «Πάσα τέχνη και πάσα μέθοδος, ομοίως δε πράξις τε και προαίρεσις, αγαθού τινος εφίεσθαι δοκει.διο καλως απεφήναντο ταγαθόν, ου παντ’εφίεται», ΗΝβ, μετάφραση Β. Μόσκοβη (Νομική Βιβλιοθήκη).
[24]. ΗΝα, 4, 173.
[25]. ΗΝα, 4, 177.
[26]. Βιρβιδάκης ό.π., 207
[27]. Η ψυχή χωρίζεται σε τρία είδη, στο θρεπτικό, στο αισθητικό και στο νοητικό. Την ανώτατη ψυχική βαθμίδα, δηλαδή τη νοητική ψυχή, έχει μόνο ο άνθρωπος και για αυτό διαφέρει από τα ζώα. Θεοδωρακόπουλος, ό.π.,505. 
[28]. Για παράδειγμα η ανδρεία είναι αρετή στο μέτρο που βρίσκεται ανάμεσα στην υπερβολή του θράσους και στην έλλειψη του φόβου. Αυτή είναι η έννοια της μεσότητας, βλ. σχετικά Βιρβιδάκης, ό.π., 209.
[29]. ΗΝα, 5, 179.
[30]. ΗΝα, 5, 179.
[31]. ΗΝα, 5, 179.
[32]. Düring, I., Ο Αριστοτέλης. Παρουσίαση και ερμηνεία της σκέψης του, τόμ. Β΄, μτφρ. Α. Γεωργίου-Κατσιβέλα, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 2003 (1994), 56.
[33]. Η επιστήμη, η διάνοια, η σοφία είναι αρετές του θεωρητικού νου, ενώ η τέχνη και η φρόνηση του πρακτικού. Θεοδωρακόπουλος, ό.π., 507. 
[34]. Γεωργούλης, όπ., 258.
[35]. ΗΝα, 5, 187.
[36]. Θεοδωρακόπουλος, ό.π., 507.
[37]. Βιρβιδάκης, ό.π., 211.
[38]. Το ρήμα θεωρείν σημαίνει πάντοτε ενεργοποιώ τη γνώση, όχι έχω τη γνώση, αλλά την αφήνω να δράσει. During, όπ., 258
[39]. Βιρβιδάκης, ό.π., 211.
[40]. Vegetti, ό.π., 251. 
[41]. ΗΝα, 5, 181.
[42]. ΗΝα, 5, 181.
[43]. Στις πνευματικές προέχουν η αυτοπειθαρχία, η ευφυΐα, η δικαιοσύνη, στις σωματικές η υγεία, η δύναμη, η ομορφιά, και στις εξωτερικές, ο πλούτος, η δύναμη, η ευδοκόμιση και η φιλία. Gigon, ό.π., 284. 
[44]. ΠΠ, 517.
[45]. Koyré, Α., Φιλοσοφία και Πολιτεία. Εισαγωγή στην ανάγνωση του Πλάτωνα, μτφρ. Λ. Κασίμη, Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 1990, 86.
[46]. Vegetti, ό.π., 212.
[47]. Romilly, ό.π., 273.
[48]. Πλάτων Πολιτεία, εισ. σημείωμα-μετάφραση - ερμ. σημειώματα Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, Αθήνα: Πόλις, 2002, 21. 


Βιβλιογραφία
Πηγές
Πλάτων Πολιτεία, εισ. σημείωμα-μετάφραση - ερμ. σημειώματα Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, Αθήνα: Πόλις, 2002, 488-518[=507d-511e• 514a-521b]
Αριστοτέλους, Ηθικά Νικομάχεια, (Ηνα), τόμ. Γ’, Κάκτος, Αθήνα.
------------------ Ηθικά Νικομάχεια, (Ηνβ), τόμ. Β’, απόδοση Β. Μοσκόβης, Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη, 1993, 538-557(=1176a30-1179a32). 

Μελέτες
Düring, I., Ο Αριστοτέλης. Παρουσίαση και ερμηνεία της σκέψης του, τόμ. Β΄, μτφρ. Α. Γεωργίου-Κατσιβέλα, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 2003 (1994). 
Gigon O., Bασικά Προβλήματα της Αρχαίας Φιλοσοφίας, μτφρ. Ν.Μ. Σκουτερόπουλος, Γνώση, Αθήνα, 1991.
Hadot, P., Τι είναι η αρχαία ελληνική φιλοσοφία, μτφρ. Κλαμπατσέα, Ίνδικτος, Αθήνα, 2002.
Koyré, Α., Φιλοσοφία και Πολιτεία. Εισαγωγή στην ανάγνωση του Πλάτωνα, μτφρ. Λ. Κασίμη, εκδ Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 1990.
Romilly, J., Γιατί η Ελλάδα; μτφρ. Μ. Αθανασίου, Κ. Μηλιαρέση, Το άστυ, Αθήνα, 1999, 269. 
Ross, W. D., Αριστοτέλης, μτφρ. Μ. Μητσού, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 1991.
Vegetti, M., Ιστορία της αρχαίας φιλοσοφίας, μτφρ. Γ. Α. Δημητρακόπουλος, Π. Τραυλός, Αθήνα, 2003 (2000).
Βασιλείου Σ., Λεξικό των επιστημών του ανθρώπου, Guttenberg, Αθήνα, 1992. 
Βιρβιδάκης Σ., et al (επιμ), Ελληνική Φιλοσοφία και Επιστήμη, από την Αρχαιότητα έως τον 20ο αιώνα, τόμ. Α’, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα, 2000.
Γεωργούλης Κ.Δ., Ιστορία της ελληνικής φιλοσοφίας, Παπαδήμα, Αθήνα, 1994.
Γιαννόπουλος Ι., et al, Σημαντικοί Σταθμοί του Ελληνικού Πολιτισμού, τόμ. Β’, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα, 2000.
Θεοδωρακόπουλος Ι., «Η Αρχή της Επιστήμης και της Φιλοσοφίας», Ιστορία του Ελληνικού έθνους, τόμ. Γ2’, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1971, 469-511.
Μανιάτης, Γ., Φιλοσοφία και Πολιτεία στον Πλάτωνα: Ο φιλόσοφος-βασιλεύς και η αρίστη πολιτεία, Έννοια, Αθήνα, 2005.
Μπαμπινιώτης Γ., Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, Κέντρο Λεξικολογίας Ε.Π.Ε, Αθήνα, 1998.
Μπονάρ Α., Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός, τόμ. 3, μτφρ. Ε. Γαρίδη, Θεμέλιο, Αθήνα, 1985, 112.

© 2006 Θεώνη Δέδε
πηγή-archive.gr
Διαβάστε περισσότερα... »

Κυριακή 21 Ιουνίου 2015

Νεοπλατωνισμός


Ποια είναι η φύση του ανθρώπου; Είναι ένα Ον που δεν έχει ένα μόνο στοιχείο αλλά αποτελείται από ψυχή και σώμα. Αλλά τι είδους υπόσταση είναι, ποια είναι η μεταξύ τους σχέση (ψυχή-σώμα) και πως θα πρέπει να νοηθούν αυτά; Γιατί όπως έλεγε ο Πλωτίνος οτιδήποτε παρατηρούμε είναι σύνθετο. Τίποτε δεν είναι απλό.



Το σώμα
Το σώμα είναι η μία από τις υποστάσεις που απαρτίζουν τον άνθρωπο. Το ανθρώπινο σώμα αλλά και κάθε υλικό ον απαρτίζεται από τα 4 στοιχεία της φύσης : γη, νερό, αέρας, φωτιά.

Ο Πλωτίνος παρατηρεί πως τα πάντα στον κόσμο είτε φυσικά δημιουργήματα, είτε ανθρώπινα κατασκευάσματα, υπόκεινται σε μεταβολές. Δηλ. η ύλη παραμένει αμετάβλητη, ενώ εκείνο που αλλάζει είναι η μορφή της. Π.χ. ο σπόρος γίνεται δένδρο και το αντίστροφο.. Από ένα μέταλλο ο άνθρωπος μπορεί να κάνει ένα δίσκο και στην συνέχεια μπορεί να το μετατρέψει σε ένα αγαλματίδιο. Το μόνο που άλλαξε είναι η μορφή. Έτσι προεκτείνοντας αυτήν την αρχή της μεταβολής, διαπερνά όλη την φύση άρα και τα 4 στοιχεία της. Π.χ. η φωτιά να γίνει αέρας, ο αέρας νερό κ.ο.κ.

Η πρώτη ύλη
Η πρώτη ύλη είναι η μήτρα των πρώτων υλικών στοιχείων. Η πρώτη ύλη είναι μη Ον με την έννοια της άμορφης ύπαρξης. Η πρώτη ύλη δεν μπορεί να προσδιοριστεί με τους τρόπους που συλαμβάνουμε και κατανοούμε τα πρώτα στοιχεία της φύσης. Γι' αυτό και ονομάστηκε από τον Παράκελσο ως το «Μέγα Μυστήριο», τον 16ο αιώνα. Από την πρώτη ύλη, μπορεί να προέρχονται τα πρώτα στοιχεία της φύσης και όλα τα αισθητά πράγματα σε εμάς και όλα να ανάγονται στην πρώτη ύλη, όλα αυτά δεν ταυτίζονται μαζί της, π.χ. το πυρ δεν μπορεί να ταυτιστεί με την πρώτη ύλη γιατί τότε θα αναιρούσε τα άλλα 3 στοιχεία γη, νερό, αέρα. Δεν θα είχαν δηλ. μία κοινή βάση. Άλλο παράδειγμα είναι το εξής: μπορεί ο πηλός να αποτελεί την ύλη του αγγειοπλάστη, αλλά δεν είναι η καθαρή και άυλη ύλη.

Η πρώτη ύλη λοιπόν δεν ταυτίζεται με κανένα στοιχείο, δεν είναι τίποτα συγκεκριμένο. Είναι αόριστη και μονίμως απραγματοποίητη δυνατότητα για ό,τι υφίσταται ή πρόκειται να υπάρξει.

Αφού η πρώτη ύλη έχει ανυπέρβλητες δυνατότητες αλλά δεν ταυτίζεται με κανένα από τα πρώτα στοιχεία της φύσης ή τα άλλα υλικά πράγματά της, τότε πως προήλθε ο αισθητός κόσμος; Κάποια δύναμη θα συνεργάσθηκε ώστε η πρώτη ύλη ή ένα μέρος της τουλάχιστον, να μεταμορφωθεί στην συγκεκριμένη περιγράψιμη πραγματικότητα της ύλης. Αυτή η δύναμη θα πρέπει να βρίσκεται έξω από την πρώτη ύλη και να είναι ανεξάρτητη. Αυτή είναι η ψυχή.

Η Ψυχή
Η ψυχή αφού εισέβαλε στην πρώτη ύλη, έδωσε τις μορφές των πρώτων στοιχείων, που στην συνέχεια δημιούργησε τα αντικείμενα που αντιλαμβανόμαστε δηλ. τον αισθητό κόσμο. Έτσι δημιουργήθηκε και το ανθρώπινο σώμα που οφείλει την ύπαρξη του στην είσοδο της ψυχής στην ύλη.

Ερωτήματα
α) Τη είδους σχέση υπάρχει μεταξή ψυχής και σώματος, είναι συμπτωματική ή αναγκαία η σχέση τους;

β) Τι είδους οντότητα είναι η ψυχή, ποια είναι η υφή της;

Η ψυχή και η σχέση της με το σώμα
Αριστοτέλης: Κατά τον Αριστοτέλη η ψυχή είναι αυτή που δίνει πνοή στο ζωντανό οργανισμό. Άρα λοιπόν η μοίρα της ψυχής είναι συνυφασμένη με την μοίρα του σώματος. Έτσι αν χαθεί το σώμα θα χαθεί και η ψυχή. Συνεπώς και σύμφωνα με την διδασκαλία του Αριστοτέλη η αθανασία του ανθρώπου είναι αδύνατη αφού η μοίρα της ψυχής ως μορφή του ζώντος οργανισμού είναι συνυφασμένη με την μοίρα του σώματος.

Επίκουρος: Την ίδια άποψη είχε και ο Επίκουρος. Έλεγε πως η ψυχή αποτελείται από λεπτότερα άτομα υλικής μορφής και συνεπώς διαλύεται και αυτή όπως το σώμα που είναι χονδροειδούς μορφής.

Στωικοί
Κλεάνθης: Οι στωικοί φιλόσοφοι είχαν πιο αισιόδοξη αντίληψη. Υποστήριζαν ότι η ψυχή έχει υλική υφή, και αυτό γιατί, αν δεν ήταν υλικής υφής (η ψυχή) τότε ο πόνος του σώματος δεν θα μεταβιβάζονταν στην ψυχή. Από την άλλη χαρακτηριστικά της ψυχής όπως: η ντροπή και ο φόβος, δεν θα μεταβιβαζόταν στο σώμα. Δηλ. το σώμα συμμετέχει στα παθήματα της ψυχής και ανίστροφα η ψυχή στα παθήματα του σώματος.

Χρύσιππος: Αν η ψυχή δεν ήταν υλικής υφής τότε οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ σώματος και ψυχής θα ήταν αδύνατες. Μπορεί μεν η ψυχή να είναι σωματοειδής, αλλά είναι λεπτότερης υφής από του σώματος. Οι ψυχές των ανθρώπων είναι αποσπάσματα, του Θεού και ορίζεται σαν Πυρ. Αυτό το Πυρ δεν εξισώνεται με το φυσικό πυρ, αλλά είναι ανώτερης και πιο λεπτής υφής πυρ. Αφού λοιπόν η ψυχή είναι σωματοειδής υπόκειται στην φθορά της ύλης. Ο Χρύσιπος έλεγε πως με το θάνατο του ανθρώπου η ψυχή χάνεται, με εξαίρεση τις ψυχές των πεπαιδευμένων ανθρώπων. Για τους στωικούς λοιπόν η ψυχή μπορεί να επιβιώνει μετά τον θάνατο.

Πλάτωνας: Ο Αριστοτέλης, οι Επικούρειοι και οι Στωικοί, επιχείρησαν να αμφισβητήσουν την αντίληψη του Πλάτωνα. 

Για τον Πλάτωνα η ψυχή είναι άυλη οντότητα. Η ιστορία και η προοπτική της είναι εντελώς διαφορετική από αυτήν της υλικής υπόστασης του σώματος. Για τον Πλάτωνα η ψυχή του κάθε ανθρώπου προϋπάρχει της γέννησης του. Και μετά τον θάνατο του σώματος συνεχίζει μόνη της να λειτουργεί. Την αντίληψη της αθανασίας της ψυχής επαναφέρει στην σκηνή ο Πλωτίνος. Ο Πλωτίνος αμφισβήτησε τις απόψεις του Αριστοτέλη, των Επικούρειων και των Στωικών που προαναφέραμε.

Πλωτίνος:
α) Η ψυχή εκτελεί αφηρημένες σκέψεις, μπορεί να αντιληφθεί πράγματα που δεν βρίσκονται μπροστά της. π.χ. να δει το δένδρο πίσω από τον λόφο, ή έναν πίνακα μέσα σε ένα δωμάτιο, να αντιλαμβάνεται υπεραισθητές καταστάσεις, μυστικιστικά οράματα κ.ό.κ. Όλα αυτά είναι λειτουργίες που κάνει η ψυχή χωρίς το σώμα.

β) Αν η ψυχή είναι συνυφασμένη με το σώμα λόγω της σωματοειδής υφής της, τότε όποτε κόβονταν ένα μέρος του σώματος θα κοβόταν και ένα μέρος της ψυχής. Δηλ. ένας κουτσός δεν θα μπορούσε να έχει τις ίδιες ψυχικές ικανότητες μ' έναν αρτιμελή. Αλλά αυτό δεν ισχύει.

γ) Το γεγονός πως η ψυχή είναι τελείως διαφορετικής υφής από την ύλη, αυτό δεν σημαίνει πως στην επίγεια συνύπαρξή τους λειτουργούν ανεξάρτητα η μια από την άλλη. Αντιθέτως οι εμπειρίες και οι παραστάσεις είναι προϊόν συνεργασίας της ψυχής και του σώματος π.χ. η επιθυμία του φαγητού δεν προέρχεται από την ψυχή, γιατί η ψυχή σαν άυλη οντότητα δεν έχει ανάγκη τροφής. Ούτε όμως και το σώμα καθαυτό μπορεί να έχει την επιθυμία του φαγητού. Το σώμα καθαυτό είναι άψυχο. Είναι δυνατό οι νεκροί να θέλουν να φάνε; Άρα λοιπόν η επιθυμία του φαγητού και γενικότερα της ηδονής, του πόνου και κάθε άλλης αισθητής εμπειρίας οφείλεται σε «κάτι κοινό μεταξύ ψυχής και σώματος, σε κάτι που αποτελείται από την ψυχή και το σώμα».

δ) Ο Πλωτίνος διέκρινε πως η ψυχή έχει δύο έκφανσεις: 

1) Η μία κατώτερη που είναι συνυφασμένη με το σώμα και το θάνατο, και η άλλη 

2) ανώτερη, που λόγω της Θείας καταγωγής της, είναι αθάνατη.

Αυτές οι δύο έκφανσεις της ψυχής αντανακλούν σε δύο βασικές δυνάμεις δημιουργίας του κόσμου.

Ο Κόσμος
Αφού από την πρώτη ύλη προέρχεται η φαινομενική ή αισθητή σε μας ύλη, το ίδιο θα πρέπει να συμβαίνει και με την ψυχή. Όμως η ψυχή δεν μπορεί να προέρχεται από την πρώτη ύλη, γιατί είναι άυλη. Επειδή λοιπόν η ψυχή είναι άυλη και η προέλευση της, η πηγή της γέννησης της ψυχής θα πρέπει να είναι μια άυλη αιτία. 

Θα μπορούσε βέβαια να υποτεθεί πως η αιτία της άυλης οντότητας από την οποία προήλθε η άυλη αιτία της άυλης ψυχής, να υπάρχει μια ακόμη άυλη οντότητα και μετά μια άυλη οντότητα, κ.ό.κ.

Έτσι όμως δεν θα υπήρχε μια αρχή στον κόσμο και θα εμφανιζόταν ελλιπής. Ο Πλωτίνος για να αντιμετωπίσει αυτή την έλλειψη, έθεσε ένα όριο στην αλυσίδα. Έτσι έχουμε την πρώτη ύλη που από αυτή διαμορφώθηκε ο αισθητός κόσμος, την ψυχή που είναι η αιτία της μεταμόρφωσης της φύσης σε αισθητό κόσμο, τον Νου που συνιστά την άυλη αιτία από όπου προήλθε η Ψυχή και το Εν που ταυτίζεται με την έσχατη αιτία του κόσμου.

Η αρχή της δημιουργίας
Έτσι λοιπόν τα πάντα προήλθαν από την πρώτη υπέρτατη αρχή το Εν, που το εξισώνει με τον Θεό ή το αγαθό. Το σύμπαν λοιπόν είναι δημιούργημα του Ενός, αλλά δημιουργώντας το άφησε έξω από τον εαυτό του. Για αυτό δεν μπορεί να κατανοηθεί το Εν από τα πράγματα που συγκροτούν τον κόσμο. Το Εν δεν επιδέχεται οποιουδήποτε χαρακτηρισμού, είναι άρρητο.

Ο Πλωτίνος προσδιόρισε το Εν ως «αιτία» των πάντων και αυτό όχι για χαρακτηρίσει την υπόσταση του Ενός, αλλά για να δηλώσει την σχέση του Ενός προς τα όντα.

Το αποκαλεί αγαθό όχι για τον χαρακτήρα του, αλλά για να εκφράσει την προσφορά του Ενός προς τα άλλα όντα. Επειδή τα όντα τα ίδια δεν έχουν αυτάρκεια, επιθυμούν και αναζητούν την πλήρωσή τους και την ολοκλήρωσή τους με το Εν.

Το Εν παρατηρεί ο Πλωτίνος «δεν είναι πράγμα, δεν είναι ποιότητα, ούτε ποσότητα δεν κινείται ούτε μένει ακίνητο, δεν βρίσκεται στο χώρο ούτε στο χρόνο». Το Εν είναι έξω από τον χώρο των οντοτήτων που δημιούργησε. Γι' αυτό το Εν είναι μη Ον, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει κιόλας.

Το Εν δημιουργώντας, διαμορφώνοντας την ύλη, υποβαθμίζεται, ο αισθητός κόσμος είναι υποδεέστερος ως δημιούργημά του. 

Από την άλλη μεριά η πρώτη ύλη αποκτώντας ιδιότητες με την παρέμβαση της Ψυχής αναβαθμίζεται. 

Πριν όμως γίνει αυτή η αναβάθμιση από την ψυχή, έχει μεσολαβήσει μια άλλη οντότητα, που περικλείει μέσα της όλες τις ιδέες, όπως έλεγε ο Πλάτωνας συνιστούν τα πρότυπα, βάσει των οποίων σχηματίστηκε ο κόσμος. Αυτός είναι ο Νους. Όλες οι δυνάμεις «υπάρχουν αδιαίρετα μέσα σε αυτόν και συγχρόνως, κάθε μια τους δρα ως ξεχωριστή δύναμη».

Τα άλλα επίπεδα δημιουργίας
Εξ ορισμού το Εν είναι αμετάβλητο. Πως γίνεται όμως αφού το Εν είναι αμετάβλητο, να παράγει το Νου; Γιατί για να παράγει απαιτείται κάποια μεταβολή. Ο Πλωτίνος αντιμετωπίζει το θέμα με παρομοιώσεις για να γίνει κατανοητό. Παραλλήλισε την διαδικασία παραγωγής σαν μια φωτιά αστείρευτη που δίνει την θερμότητά της ή με το χιόνι που εκπέμπει κρύο. Ακόμα σαν μια ευωδιαστή ουσία που όσο διαχέεται στην ατμόσφαιρα τη νοιώθουμε.

Ο Πλωτίνος λέει πως όταν μια οντότητα φθάσει σε υπέρτατο βαθμό πληρότητας, αφήνει να διαρρεύσει από τον εαυτό της ό,τι πλεονάζει. Έτσι π.χ. το κρύο απορρέει από το χιόνι, όταν το χιόνι φθάσει στον ύψιστο βαθμό πληρότητας, συνεχίζει να την διατηρεί. Όταν όμως το χιόνι χάσει την πληρότητά του και αυτό που απορρέει από αυτό, εξαφανίζεται. Χάνει την δύναμή του και αυτό αντανακλάται στο κρύο. Το ίδιο συμβαίνει με ένα λουλούδι και το άρωμά του. Με τον ίδιο τρόπο λοιπόν, ο Νους προέρχεται δια απορροής από το Εν και αποτελεί εικόνα του Ενός και είναι συνεχώς συνυφασμένο με το Εν. Σε αντίθεση όμως η ουσία του Ενός (σε σχέση με τα παραπάνω), παραμένει σταθερή, αμετάβλητη και αμείωτη.

Η σχέση του Νου προς το Εν δεν αίρεται ποτέ σε αντίθεση με την σχέση κρύου χιονιού, αρώματος λουλουδιού. Ο Νους στη συνέχεια τείνει προς μια άλλη κατεύθυνση. Όπως δημιουργήθηκε ο Νους από το πλεόνασμα του Ενός, έτσι και ο Νους με την σειρά του κάνει να απορρέει από το πλεόνασμά του μια άλλη ίδιας άυλης υφής υπόσταση, που είναι η Ψυχή η κοσμική ψυχή. Αυτή η Ψυχή δεν εξισώνεται με την ψυχή του ανθρώπου, όμως η ψυχή του ανθρώπου συμπεριλαμβάνεται μέσα στις δυνάμεις της κοσμικής ψυχής. Οι τρεις αυτές υποστάσεις είναι η αρχή της δημιουργίας του σύμπαντος. Δηλ. Εν Νους Ψυχή και μόνο η ψυχή δρα μέσα στον φθοροποιό χρόνο και γι' αυτό κινδυνεύει να παρασυρθεί στον θάνατο.

Η σωτηρία της ψυχής
Τόσο ο Νους, όσο και η ψυχή τείνουν σε δύο αντίρροπες κατευθύνσεις :

α)Την επιστροφή στην αιτία απ' όπου προήλθαν

β)Την δύναμη της δημιουργίας

Στην α) περίπτωση ο Πλωτίνος παρατηρεί πως το γέννημα επιδιώκει πάντα να επιστρέφει στον γεννήτορά του, στην πηγή. Έτσι ο Νους σπρώχνεται από μια δύναμη προς το Εν. Το ίδιο και η Ψυχή, διακατέχεται από μια δύναμη να επιστρέψει στον Νου και στην συνέχεια να ενωθεί με το Εν. 

Στην β) περίπτωση, τόσο ο Νους όσο και η Ψυχή ικανοποιώντας την ανάγκη να διαθέσουν το πλεόνασμά τους προκαλούν υπερχείλιση και δημιουργούν ο Νους την Ψυχή και η Ψυχή τον κόσμο της ύλης. Στην περίπτωση όμως της Ψυχής υπάρχει ο κίνδυνος της αλλοτρίωσης της θείας καταγωγής της και αυτό γιατί η Ψυχή γίνεται η αιτία ώστε να προέλθει το υλικό σύμπαν. Το υλικό σύμπαν είναι διαφορετικής ποιότητας από τον άυλο χαρακτήρα της Ψυχής, από τον οποίο κινδυνεύει να διαβρωθεί και να χάσει την συγγένεια που έχει με τον Νου και κατ' επέκταση με το Εν.

Μέγα Ερώτημα
Γιατί η Ψυχή θα έπρεπε να συντελέσει στην δημιουργία του κόσμου της ύλης; Αφού στέκεται αυτό εμπόδιο στην επιστροφή της προς την πηγή; Και από την άλλη, γιατί δεν επιχείρησε ότι και ο Νους; δηλ. να δημιουργήσει έναν υποδεέστερο απ' αυτήν κόσμο άυλο όμως, ώστε να μην κινδυνεύει; Έτσι δεν θα έχανε την συγγένειά της προς το Νου και θα μπορούσε να επιστρέψει στο Εν, τον Θεό.

Αν γινόταν αυτό όμως δεν θα υπήρχε τίποτε από τα αισθητά όντα που βλέπουμε γύρω μας και κατά συνέπεια, ούτε ο άνθρωπος. Σ' αυτήν την περίπτωση όμως, χωρίς δηλ. τα αισθητά όντα και χωρίς τον άνθρωπο, θα ήταν ελλιπής η δημιουργία και θα παρέμενε ημιτελής. Αντίθετα η Ψυχή αφήνοντας την δημιουργική δύναμή της να εξαπλωθεί στην ύλη συνέβαλε στην ολοκλήρωση της δημιουργικής πορείας, που ξεκίνησε από το Εν και συνεχίστηκε από το Νου. Όπως λέει ο Πλωτίνος η ψυχή «στάλθηκε από τους θεούς» για να ολοκληρώσει το δημιουργικό έργο τους.

Η απορία
Πως γίνεται όμως από τη μια η Ψυχή που παίζει αποφασιστική σημασία στην ολοκλήρωση της δημιουργίας, σαν ανταμοιβή να κινδυνεύει να χάσει την επαφή της με το Νου και κατ' επέκταση με το Εν; Στην εύλογη αυτή σπορία, ο Πλωτίνος λέει πως εκπληρώνοντας την δημιουργική της αποστολή η Ψυχή, να διαθέσει την πλεονάζουσα ουσία για την δημιουργία του κόσμου, υπεύθυνη γι' αυτό είναι η ίδια η συμπεριφορά της δηλ. η τόλμη και η αλαζονεία είναι κατά τον Πλωτίνο οι αιτίες του κινδύνου της. 

Γιατί η Ψυχή αφού απορρέει από το Εν είναι αθάνατη, διατρέχει τον κίνδυνο όμως εξαιτίας της συνάφειας της με την κόσμο της ύλης. Σύμφωνα με το σχέδιο της κοσμικής δημιουργίας, η αποστολή της Ψυχής είναι να μπει στο πεδίο της πρώτης ύλης να την αναβαθμίσει και αναβαθμίζοντας την να την μετατρέψει στον αισθητό υλικό κόσμο. Αν το κάνει αυτό και «επιστρέψει γρήγορα, δεν υφίσταται καμιά βλάβη».

Τόλμη και αλαζονεία
Κατά την επαφή της Ψυχής με την πρώτη ύλη μπορεί να μην αρκεσθεί απλά σ' αυτό. Γιατί παρασυρόμενη από την υπεροχή της απέναντι στην άμορφη ύλη και γινόμενη η πρώτη ύλη υποχείριο των διαθέσεων και προθέσεων της Ψυχής, δύναται η Ψυχή να πιστέψει ( δίνοντας μορφή στην άμορφη ύλη), ότι δρα σαν ένας αυτόνομος δημιουργός και όχι σαν μια εντεταλμένη οντότητα που έχει μια αποστολή. Μαγεμένη από την κυριαρχία της στην ύλη, από την αλαζονεία ερωτεύεται τον εαυτό της. Μέσα στην αυταρέσκειά της λησμονεί να επιστρέψει στην πηγή της.

Το τίμημα
Το τίμημα είναι να συνταυτιστεί με την ύλη και να δεθεί στην μοίρα του υλικού κόσμου που είναι η φθορά, η διάλυση και η καταστροφή. Επειδή όμως η Ψυχή έχει Θεία καταγωγή μπορεί πάντοτε και έχει την δυνατότητα να επιστρέψει στην πηγή της όσο και αν διαβρωθεί από τον υλικό κόσμο.

Συγγραφέας: Πελεγρίνης Θεοδόσης
Πηγή: esoterica.gr
Διαβάστε περισσότερα... »