«Ἕλληνες ἀεί παῖδες ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» (Πλάτων, Τίμαιος, 22b).


"Ὁμολογεῖται μὲν γὰρ τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιοτάτην εἶναι καὶ μεγίστην καὶ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ὀνομαστοτάτην· οὕτω δὲ καλῆς τῆς ὑποθέσεως οὔσης,
ἐπὶ τοῖς ἐχομένοις τούτων ἔτι μᾶλλον ἡμᾶς προσήκει τιμᾶσθαι. 24. Ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ' ἐρήμην καταλαβόντες
οὐδ' ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ' οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν ὥστ' ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν,
αὐτόχθονες ὄντες καὶ τῶν ὀνομάτων τοῖς αὐτοῖς οἷσπερ τοὺς οἰκειοτάτους τὴν πόλιν ἔχοντες προσειπεῖν".
(Ἰσοκράτης, Πανηγυρικός, στίχοι 23-24).

Τα άρθρα που φιλοξενούνται στον παρόντα ιστότοπο και προέρχονται απο άλλες πηγές, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνον τις απόψεις των συγγραφέων τους.

Καθίσταται σαφές ότι η δημοσίευση ανάρτησης, δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά αποδοχή των απόψεων του συγγραφέως.


ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ, ΑΦΗΝΕΤΕ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟ-ΑΝΑΡΤΗΣΗ (΄κλίκ΄ στο "Δεν υπάρχουν σχόλια"). ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.

Ακολουθήστε μας στο Facebook

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΤΕΧΝΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΤΕΧΝΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 15 Μαρτίου 2015

Δέκα πράγματα για τα οποία στην πραγματικότητα… δεν ξέρουμε τίποτα!





Κι όμως, εκεί που νομίζουμε ότι ξέρουμε τα πάντα!

Η διαφορά μεταξύ του εξυπνάκια και του επιστήμονα είναι μία και απλή: ο εξυπνάκιας νομίζει ότι τα ξέρει όλα, την ίδια στιγμή που ο επιστημονικός νους παραδέχεται ότι δεν γνωρίζει τίποτα.

Ρωτήστε όποιον ειδικό σε κάποιο πεδίο θέλετε: θα παραδεχτεί ότι τα πράγματα που αγνοεί υπερτερούν καθοριστικά των γνώσεων που έχει, παρά το γεγονός ότι έχει αφιερώσει τη ζωή του στη μελέτη του επιστημονικού αντικειμένου του.

Και γι’ αυτό άλλωστε έχουμε την επιστήμη και τα λοιπά συστήματα γνώσης, στην προσπάθειά μας να αποκαλύψουμε τα μυστήρια που περιβάλλουν τον κόσμο μας και να δώσουμε επιτέλους μια πειστική απάντηση!

Μόνο που κάποια από τα μυστήρια αυτά παραείναι κοινότοπα για να εξηγηθούν, σε μια συμπαντική συνωμοσία λες που είμαστε ακόμα σε εμβρυακό επίπεδο.

Γιατί σε τελική ανάλυση, ακόμα δεν κατανοούμε:


Τα όνειρα


Από τη στιγμή που ο πρώτος πρωτόγονος συγγενής μας ονειρεύτηκε το κορίτσι των σπηλαίων των ονείρων του, τα όνειρα είναι μια καθημερινή πρακτική. Κι ενώ έχουμε αποκωδικοποιήσει τους εγκεφαλικούς μηχανισμούς του ονείρου, με τη φυσιολογία και τη νευροψυχολογία να παρέχουν πλέον πειστικές εξηγήσεις για την ονειρική μηχανική, ακόμα δεν έχουμε την παραμικρή ιδέα γιατί συμβαίνει αυτό! 

Και δεν μας λείπουν βέβαια οι θεωρίες (αλίμονο!), με μια σειρά επιστημονικών κλάδων να προσπαθούν να ρίξουν φως στο κατά τα άλλα ακατανόητο φαινόμενο. Το θέμα είναι ότι δεν έχουμε φτάσει καν κοντά στο να καταλάβουμε τη βαθύτερη ονειρική φύση, με το πελώριο αυτό «γιατί» να πλανάται σαν φάντασμα πάνω από κάθε προσπάθεια αποκάλυψης…


Τον θάνατο



Ο θάνατος παραμένει ένα από τα τελευταία μεγάλα μυστήρια που ανθίστανται σθεναρά στην όποια προσπάθεια αποκωδικοποίησής τους, με τις ερευνητικές υποθέσεις να γεννούν τελικά περισσότερα ερωτήματα από αυτά που καλούνται να απαντήσουν. Μια σειρά από μεταφυσικά και φιλοσοφικά θέματα εμπλέκονται στην επιστημική πραγμάτευση του θέματος (όπως τι γίνεται με τη συνείδηση π.χ.), με τη θρησκεία και τη ζωή μετά θάνατον να συσκοτίζει ακόμα περισσότερο το τοπίο. 

Δεν είναι τόσο το «γιατί πεθαίνουμε;» όσο το «τι γίνεται τελικά»; Κι αν πρόκειται για εμπειρία που πρέπει μάλλον να τη ζήσεις για να την καταλάβεις, η περιχαράκωση του θέματος στο προσωπικό επίπεδο κάνει την εξήγηση του θανάτου θέμα γούστου και ερμηνείας…


Τη ζωή



Ένα από τα διαπρεπέστερα μυστήρια της ανθρωπότητας παραμένει στο σκοτάδι, παρά το γεγονός ότι όλοι… ζούμε! Την ώρα που η ανθρωπότητα παράγει πλέον τεχνητή ζωή, δεν μπορεί να κατανοήσει το φυσικό αντίστοιχό της. 

Τι ξέρουμε για τη ζωή; Ιστορικού τύπου γνώσεις: κάποια στιγμή στην ιστορία της Γης, κάπου 3,8 δισεκατομμύρια χρόνια πριν, τα μόρια άρχισαν να εμπλέκονται σε ολοένα και περισσότερο περίπλοκες χημικές ενώσεις, γεγονός που κατέληξε προοδευτικά στο RNA και, τελικά, στη ζωή, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό.

Υπάρχει βέβαια και ο ευφυής σχεδιασμός, με τη ζωή να αποτελεί τερτίπι της θεϊκής βούλησης, η απόδειξη ωστόσο εδώ αναμένεται ακόμη. Και δεν είναι ότι δεν προσπαθούμε: επιστήμονες στα πέρατα του κόσμου προσπαθούν να αναδημιουργήσουν στο εργαστήριο τις συνθήκες που επικρατούσαν στη Γη και οδήγησαν στην εμφάνιση της ζωής, χωρίς καρπούς ακόμα…


Το Σύμπαν


Την ώρα που δεν έχουμε ακόμα εξηγήσει τα της Γης, στρέφουμε τα μάτια μας στον ουρανό και το μοναδικής αισθητικής τοπίο του και αναρωτιόμαστε: τι υπάρχει εκεί έξω και -κυρίως- τι είναι αυτό; 

Οι γνώσεις μας για το Σύμπαν είναι σήμερα στο καλύτερο δυνατό σημείο, έχουμε κάνει και τις τσάρκες μας στο Φεγγάρι, μέχρι και να ερίζουμε φτάσαμε αν το Σύμπαν επεκτείνεται, ποια είναι τα όριά του κ.λπ. Κι όμως, για κάτι σαν το Διάστημα που είναι μέρος των πάντων οι γνώσεις μας είναι κλεισμένες στο επίπεδο της υπόθεσης εργασίας, με τις τελεσίδικες απαντήσεις να μην έχουν καν αρχίσει να διαφαίνονται…


Την Ιστορία


Έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε την Ιστορία ως ένα είδος μεγάλης -και γραμμικής- αφήγησης που καταλήγει στο σήμερα. Μόνο που το καλοβαλμένο σχήμα αποτελείται από… τεράστιες εννοιολογικές τρύπες και ιστορικά κενά, με τη σύγχρονη ιστοριογραφία να τρέχει να μαζέψει τα ασυμμάζευτα! Ολόκληροι αιώνες ιστορικής καταγραφής συνοψίζονται σε μία και μόνο ιστορική πηγή, με τη γνώση μας να είναι εν πολλοίς αποτέλεσμα ερευνητικής ανασυγκρότησης ή απλής εικασίας. 

Ακόμα και για «δημοφιλείς» ιστορικές περιόδους με πλήθος πηγών και αρχαιολογικών ευρημάτων, όπως η ρωμαϊκή αυτοκρατορία και η αρχαία Ελλάδα, μας λείπουν ζωτικές πληροφορίες για να συμπληρωθεί το παζλ. Κι αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας τους ιστορικούς που παραδέχονται με αφοπλιστική ειλικρίνεια ότι για «πασίγνωστα» γεγονότα οι έγκυρες αναφορές είναι λιγοστές ή απουσιάζουν εντελώς, τότε καθίσταται πράγματι ενοχλητικό το πόσο λίγα ξέρουμε για το παρελθόν…


Την τέχνη


Ακόμα κι αν είχαμε τη δυνατότητα να ρωτήσουμε κάθε καλλιτέχνη που πέρασε από τη Γη, είναι πιθανότατο να παίρναμε μια ασαφή απάντηση. Γιατί φτιάχνουμε τέχνη λοιπόν δεν ξέρουμε, αν και το κάνουμε με μεγάλη μαεστρία εδώ και χιλιάδες χρόνια! 

Κανείς εξελικτικός λόγος δεν υπαγόρευσε στον πρωτόγονο να ζωγραφίζει στα σπήλαια, καθώς κανένα πλεονέκτημα δεν αποκομίζουμε ως είδος από την αισθητική. Γιατί το κάνουμε τότε; Θεωρίες σαφώς και υπάρχουν, αποτυγχάνουν ωστόσο να περικλείσουν τη «μεγάλη εικόνα». Αν λοιπόν και η καλλιτεχνική έκφραση λογίζεται πλέον ως ανάγκη, παραμένει μυστήριο η ίδια η ύπαρξή της…


Τη λογοτεχνία


Τι είναι αυτό που μας συγκινεί (και τι είναι η ίδια η συγκίνηση δηλαδή;) στο αγαπημένο μας βιβλίο; Μπορούμε να συζητάμε για ώρες για υφολογικά χαρακτηριστικά και βαθύτερα νοήματα, ο συναισθηματικός αντίκτυπος που επιφέρει ωστόσο στον ψυχισμό μας μια σειρά προτάσεων σε σωστή σειρά δεν μπορεί να κατανοηθεί! Κι επειδή το θέμα από δω και πέρα εμπίπτει στα της τέχνης, ας πάμε στο επόμενο…


Τη φωτιά


Εδώ τα πράγματα είναι απλούστερα απ’ όσο νομίζουμε: την ώρα που ξέρουμε με τη βοήθεια της επιστήμης τι είναι και πώς φτιάχνεται η φλόγα, δεν μπορούμε να την προσλάβουμε! Ύλη δεν είναι κι όμως τη βλέπουμε, αν αυτό δεν είναι περίεργο, τι είναι τότε; Κι ενώ η φωτιά άλλαξε τις ζωές μας καθοριστικά, συνεχίζουμε να μην καταλαβαίνουμε τι στο καλό είναι αυτό το κόκκινο «πράμα» που τσουρουφλίζει…


Τη βαρύτητα



Το γιατί πέφτει το μήλο από το δέντρο ο Νεύτωνας το κατάλαβε καλά, μόνο που τα χρόνια από τότε έχουν περάσει και η σύγχρονη φυσική καταλήγει μάλλον στο προφανές: η βαρύτητα αψηφά τους νόμους της βαρύτητας! 

Χωρίς να μπούμε σε περισσότερες λεπτομέρειες, θα περιοριστούμε να αναφέρουμε ότι η βαρύτητα είναι η μόνη από τις 4 βασικές δυνάμεις που καταφέρνει να αντιφάσκει με τον εαυτό της, την ίδια στιγμή που μπορεί και να εκμηδενιστεί αν γίνουμε αρκετά μικροί. Είναι στην πραγματικότητα τέτοια σπαζοκεφαλιά για τη σύγχρονη επιστήμη που μερικοί διαπρεπείς φυσικοί διακήρυξαν πρόσφατα ότι η βαρύτητα δεν υπάρχει! 

Κι αυτό το ακατανόητο γεγονός περιβάλλει πλέον τις περισσότερες από τις νέες γνώσεις μας στον τομέα της σύγχρονης φυσικής: κάθε φορά που κάνουμε μια επαναστατική τομή στη γνώση, πείτε το και ανακάλυψη, αποδεικνύεται ότι ξέρουμε τελικά πολύ λιγότερα για τον κόσμο απ’ όσο είχαμε πιστέψει…


Τα πάντα...



Εκεί στα τέλη του 19ου αιώνα είχαμε πιστέψει ειλικρινά ως ανθρωπότητα ότι είχαμε αγγίξει σχεδόν τα όρια της γνώσης. Εντάξει, κάποια μικροπράγματα παρέμεναν ακόμα στο σκοτάδι, μερικές ανωμαλίες συνέχιζαν να διαπιστώνονται, το μεγαλύτερο μέρος πάντως του γνωστού κόσμου είχε εξηγηθεί και οι φυσικοί της εποχής καλούσαν τα παιδιά να μην ασχοληθούν με το επιστημονικό πεδίο, μιας και η φυσική είχε κλείσει ως επιστήμη! 

Μετά βέβαια ήρθε ο Αϊνστάιν και η θεωρία της Σχετικότητας, ο Σρέντιγκερ και η κβαντομηχανική του και τα πράγματα έγιναν κουλουβάχατα. Κι ενώ μαζέψαμε άρον-άρον τα κομμάτια μας και καταλήξαμε ότι αυτοί τελικά είχαν δίκιο, τα κατοπινά χρόνια έμελλε να αποδειχθούν ακόμα πιο απαιτητικά στη στήριξη των μεγάλων εξηγητικών του κόσμου θεωριών. Αφήσαμε λοιπόν τα «μεγάλα» και ασχοληθήκαμε με τα «μικρά» και «τετριμμένα», εκεί που οι γνώσεις μας είναι μετρήσιμες και… ασφαλέστερες. 

Όσο για τα μεγάλα ερωτήματα, τα αφήσαμε στη μεταφυσική, τη θρησκεία και το βουντού, μιας και αυτό τελικά το «γιατί» αποδεικνύεται δυσκολότερος αντίπαλος απ’ όσο είχαμε αρχικά πιστέψει. 

Τελικά, εκεί που καταλήξαμε είναι ότι τίποτα δεν βγάζει νόημα, με την ίδια την ύπαρξη που το συλλαμβάνει αυτό, να είναι επίσης ένα τίποτα…


Πηγή: newsbeast.gr
Διαβάστε περισσότερα... »

Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2014

Η Σκοτεινή Πλευρά των Φωτεινών Πνευμάτων της Αναγέννησης



Χαρισματικοί καλλιτέχνες που άφησαν το σημάδι τους στον κόσμο μας, με επίπεδο ευφυΐας και δημιουργίας αξιοθαύμαστο μέχρι σήμερα, που είχαν όμως κι αυτοί τα βάσανά τους.

Η καθημερινότητά τους, ο χαρακτήρας τους, τα πάθη και οι φόβοι τους δεν διαφέρουν από εκείνα οποιουδήποτε ανθρώπου. Μόνο που εκείνοι μπόρεσαν να φωτίσουν τα σκοτάδια της ψυχής τους –και της δικής μας- με την ομορφιά της τέχνης. 


Sandro Botticelli (Φλωρεντία 1445 -1510)


Τα έργα του Μποτιτσέλι (ειδικά τα πρώτα του) είναι μία σύνοψη του πνεύματος που είχε καταλάβει τον άνθρωπο της Αναγέννησης. ΗPrimavera του, το σύμβολο του ανθρωπισμού του 15ου αιώνα και η «Γέννηση της Αφροδίτης», η απόδοση της ανύψωσης του ανθρώπου ή της εξανθρώπισης του θείου (ανάλογα με τους «φακούς» του καθενός) είναι ανάμεσα στους δημοφιλέστερους πίνακες όλων των εποχών.

Αυτός, όμως, ο εκφραστής των ουμανιστικών ιδεών της σημαντικότερης ίσως εποχής της ευρωπαϊκής ιστορίας, το 1492, μετά τον θάνατο του Λορέντζο των Μεδίκων και του αδελφού του, Τζοβάνι, αφέθηκε στη σκοτεινή γοητεία του θρησκόληπτου Σαβοναρόλα, ο οποίος για δέκα περίπου χρόνια ανέκοψε την αναγεννησιακή πορεία στη Φλωρεντία.

Όπως η πλειονότητα των συμπολιτών του, ο Σάντρο έριξε με τα ίδια του τα χέρια στις «φωτιές της ματαιοδοξίας» ό, τι θύμιζε την εποχή της πολυτέλειας και του έκλυτου (κατά τον φανατικό κληρικό) βίου της Φλωρεντίας. 

Έτσι, ανάμεσα στα κοσμήματα, τα απαγορευμένα βιβλία και άλλα προϊόντα ευημερίας και πολιτισμού, έλιωσαν στις φωτιές και πολλά έργα του Μποτιτσέλι με θέματα παγανιστικά - και ως εκ τούτου προσβλητικά- για την εκκλησία. 

Από τότε εγκαταλείπει τις μυθολογικές αλληγορίες και περιορίζεται σε θέματά αυστηρά θρησκευτικά (ο Θρήνος, η Μυστική Γέννηση κ.ά), ενώ πολλοί πιστεύουν πως σε αυτό το διάστημα δημιούργησε πολλές από τις διάσημες Μαντόνες του. 

Έγγραφα του 1503 αποκαλύπτουν πως την εποχή αυτή αντιμετωπίζει πολύ σοβαρά οικονομικά προβλήματα, καθώς στον χώρο είχαν ήδη εμφανιστεί οι δύο καινοτόμοι κολοσσοί της Ιταλικής Αναγέννησης, ο Ντα Βίντσι και ο Μικελάντζελο. Σαν να μην έφτανε αυτό, ο Μποτιτσέλι υπέστη μία παραμόρφωση στην πλάτη, η οποία δεν του επέτρεπε πια να εργάζεται.

Ο Σάντρο πιθανότατα δεν ανέκαμψε οικονομικά έως τον θάνατό του, και οι πίνακες της τελευταίας δεκαετίας της ζωής του φανερώνουν και την εντυπωσιακή αλλαγή στην ψυχοσύνθεσή του. 

Οι δύο πίνακες που ακολουθούν έχουν το ίδιο θέμα: Ιουδήθ και Ολοφέρνης, αλλά τους χωρίζουν 35 χρόνια. 

Ο πρώτος (1472) αποδίδει το θέμα με την χαρακτηριστική αισιοδοξία την κίνηση και ελαφρότητα της περιόδου εκείνης που γέννησαν την Primavera και την Αφροδίτη. 




Ο δεύτερος (1500) χαρακτηρίζεται από σκοτεινά χρώματα, αυστηρότητα και ύφος λιτό, όχι πια στην εξοχή, αλλά σε ένα κλειστό χώρο. 



Πέθανε το 1510, αφού υπέφερε για αρκετά χρόνια από διάφορες ασθένειες.


Leonardo Da Vinci (1452 - 1519 Φλωρεντία/ Γαλλία) 


Η κορυφαία μορφή της τέχνης και της επιστήμης της Αναγέννησης, ο Λεονάρντο, σε όλη του σχεδόν τη ζωή αγωνιζόταν να κερδίσει την εύνοια του άκαρδου πατέρα του και να διαχειριστεί τα πολύπλοκα συναισθήματα που έτρεφε για τη μητέρα του..

Ο συμβολαιογράφος Σερ Πιέρο Ντα Βίντσι αγάπησε πολύ την Κατερίνα (τη μητέρα του Λεονάρντο), αλλά δεν την παντρεύτηκε. Φρόντισε για την αποκατάστασή της προσφέροντάς της ένα κτήμα και φροντίζοντας να παντρευτεί έναν χωρικό. 

Εκεί πέρασε ο Λεονάρντο τα πρώτα χρόνια της ζωής του, σε ένα επαρχιώτικο περιβάλλον, σε μία φτωχή, πολύτεκνη οικογένεια (η μητέρα του απέκτησε άλλα πέντε παιδιά), χωρίς ιδιαίτερη μόρφωση, αλλά με άμεση και συνεχή πρόσβαση στη φύση και στις αγροτικές εργασίες. Ο ίδιος αποκαλεί τον εαυτό του «αγράμματο άνθρωπο», αλλά με καμάρι, θεωρώντας πως η φύση είναι πιο αποτελεσματικός δάσκαλος από οποιονδήποτε λόγιο. Και το απέδειξε.

Ο πατέρας του παντρεύτηκε, λίγους μήνες μετά τη γέννησή του, μία νεαρή του κύκλου του, η οποία πέθανε δώδεκα χρόνια αργότερα κατά τη διάρκεια της γέννησης του πρώτου τους παιδιού (που επίσης δεν επέζησε). Ένα χρόνο μετά παντρεύτηκε μία δεκαπεντάχρονη κοπέλα και λίγους μήνες αργότερα, ο Λεονάρντο έρχεται στη Φλωρεντία να φοιτήσει στο εργαστήριο του Βερόκιο και να λάβει ταυτόχρονα την απαραίτητη εκπαίδευση για να μπορέσει να εργαστεί ως βοηθός στο συμβολαιογραφείο του πατέρα του. Αν και ήταν ο μοναδικός γιος του Σερ Πιέρο, δεν θα μπορούσε να αναλάβει μόνος του το συμβολαιογραφείο, επειδή ήταν νόθος.

Η σχέση πατέρα και γιου ήταν δύσκολη. Ο Σερ Πιέρο ήταν απότομος με τον γιο του και απόμακρος. Και τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα το 1476, όταν με την τρίτη του γυναίκα αποκτά έναν ακόμα γιο, τον Αντόνιο, ο οποίος, βέβαια, θα είναι ο μοναδικός νόμιμος απόγονός του. Ο Λεονάρντο περνάει στη σκιά της ζωής του πατέρα του, ο οποίος δεν θα τον αναφέρει καν στη διαθήκη του! 

Στις σημειώσεις του έχει καταγράψει παράξενα και συχνά τρομακτικά όνειρα, τα οποία έγιναν αντικείμενο ανάλυσης από τον Φρόιντ, που έβλεπε σε αυτά τον πόνο της εγκατάλειψης και το άγχος της απόρριψης. Κινηματογραφικές σκηνές, κυρίως με πουλιά, που προφανώς σχετίζονται και με το πάθος του για τις πτήσεις.


Σχέδιο πτητικής μηχανής, Ντα Βίντσι , 1485


Ως χαρακτήρας ήταν αυτό που λέμε «με τα φεγγάρια του». Περνούσε περιόδους έντονης δημιουργικότητας, οπότε ξεκινούσε πολλά έργα τα μαζί και άφηνε τα περισσότερα ημιτελή. Άλλες φορές περνούσε μεγάλα διαστήματα χωρίς να ζωγραφίσει ή να σχεδιάσει το παραμικρό. 

Σε μία τέτοια φάση της ζωής του, άφησε μισοτελειωμένο τον πίνακα με το θείο βρέφος, την Παναγία και την Αγ. Άννα (1510). Ήταν μία παραγγελία του τάγματος των Σερβιτών, αλλά ο Λεονάρντο, εντωμεταξύ, απέκτησε έναν ακαταμάχητο ενθουσιασμό για τα μαθηματικά. 

Παράλληλα, τέθηκε στην υπηρεσία του Καίσαρα Βοργία, ο οποίος χρειαζόταν τον καλύτερο διαθέσιμο μηχανικό για τις πολεμικές του επιχειρήσεις. Ο πίνακας έμεινε ανολοκλήρωτος και το αρνάκι (ίσως και τμήμα του τοπίου) είναι ζωγραφισμένο από άλλο χέρι. Προφανώς, κάποιος από το εργαστήριο ανέλαβε να παραδώσει την παραγγελία.




Όλοι γνώριζαν τον φόβο που είχε πως θα του έκλεβαν τις ιδέες και γι’ αυτό κρατούσε κωδικοποιημένες σημειώσεις. Φόβος που δεν ήταν και τόσο παράλογος όσο ακούγεται, όταν ένα πρωτοπόρο πνεύμα δημιουργεί υπό το άγρυπνο βλέμμα της Ιεράς Εξέτασης. 


Michelangelo Buonarroti (1475 – 1564 Φλωρεντία/Ρώμη)


Ο Μικελάντζελο έμεινε ορφανός από μητέρα σε ηλικία 6 ετών. Έζησε 88 χρόνια έχοντας αποκτήσει τεράστια περιουσία, ζούσε όμως λιτά χωρίς απολαύσεις, «σαν φτωχός», όπως έλεγε ο ίδιος. 

Οι βιογράφοι του αναφέρουν πως κοιμόταν λίγο, έτρωγε ελάχιστα και μόνο από ανάγκη και πως ήταν εργασιομανής σε τέτοιο βαθμό, που για μήνες δεν έβγαζε καν τα ρούχα και τα παπούτσια του, ούτε κατά τη διάρκεια του ύπνου! 

Ήταν μελαγχολικός, ζούσε απομονωμένα καθώς είχε αλαζονικό χαρακτήρα και οργιζόταν εύκολα. Ούτε με τον εαυτό του, όμως, ήταν ευχαριστημένος κι ένιωθε συνεχώς την ανάγκη να αποδεικνύει την αξία του, προσπαθώντας να καλύψει την ανεπάρκεια στη μόρφωσή του και ήταν συνεχώς ανασφαλής, τόσο για την τέχνη του όσο και για την εμφάνισή του.

Χαρακτηριστική της προσωπικότητάς του ήταν η αντίδρασή του στο παρακάτω περιστατικό. Μια μέρα (μάλλον γύρω στο 1503), ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι διέσχιζε τον δρόμο της Σάντα Τρινιτά με έναν φίλο του, όταν τον φώναξαν από μία παρέα που μελετούσε ένα απόσπασμα από το έργο του Δάντη. Ζήτησαν από τον Λεονάρντο να τους εξηγήσει ένα σημείο κι εκείνος του είπε πως καλύτερα θα τους το εξηγούσε ο Μικελάντζελο, που τυχαίως διάβαινε τον δρόμο την ώρα εκείνη. 

Ο Μικελάντζελο όμως το εξέλαβε ως ειρωνεία και του απάντησε: «Να το εξηγήσεις εσύ, που σχεδίασες κι έφτιαξες το καλούπι για το μπρούτζινο άλογο, και αφού δεν ήσουν ικανός να το συνεχίσεις, το παράτησες γεμάτος ντροπή». Ύστερα γύρισε την πλάτη του και έφυγε, αφήνοντας σύξυλο και κατακόκκινο από θυμό τον έκπληκτο Λεονάρντο.




Αυτό το υπέροχο γλυπτό του 1550, το οποίο προόριζε για τον τάφο του, φέρει τα σημάδια του οξύθυμου χαρακτήρα του. Το χέρι και το πόδι του Ιησού, κάποια στιγμή έντονου θυμού, θρυμματίστηκαν από το χέρι του δημιουργού τους, ποιος ξέρει για ποιον λόγο και η ζημιά αποκαταστάθηκε από κάποιον τον μαθητή του Tiberio Calcagni και τελικά, ο Μικελάντζελο το δώρισε στον υπηρέτη του, Antonio. 

Όταν εργαζόταν στο Βατικανό, διακοσμώντας την οροφή του Αγ. Πέτρου, παραπονιόταν συνεχώς, επειδή αυτή η δουλειά δεν του έδινε ικανοποίηση. Ο Μικελάντζελο δεν αγαπούσε τη ζωγραφική και θεωρούσε ανώτερη τέχνη τη γλυπτική. Έλεγε πως, όταν επεξεργάζεται έναν μαρμάρινο όγκο, στην πραγματικότητα αποκαλύπτει απλώς τη μορφή που έχει ήδη κρυμμένη μέσα του. 


Λεπτομέρεια από την "Ημέρα της Κρίσης", Βατικανό 1537-1541


Αν ζητούσαμε από τους τρεις Φλωρεντινούς να μας φτιάξουν τον επίλογο, ο Σάντρο, ίσως να μας έλεγε πως και η υποτίμηση της ματαιοδοξίας, δεν είναι παρά μία άλλη μορφή της ματαιοδοξίας. Μπορεί να μας έλεγε και για το σκληρό πρόσωπο του ανταγωνισμού και το δράμα της ύπαρξης που γίνεται τέχνη. 

Δεν γνωρίζουμε, γιατί δεν έγραψε τίποτα.

Οι άλλοι δύο όμως, δεν ήταν τόσο σιωπηλοί.

Ο Μικελάντζελο πιθανότατα θα μας έλεγε πως «ευφυΐα είναι η αιώνια υπομονή» και πως «στη ζωή δεν υπάρχει μεγαλύτερη ζημιά από τον χρόνο που αφήνουμε αναξιοποίητο». Και ο Λεονάρντο θα συμπλήρωνε πως «οι άνθρωποι που επιτυγχάνουν, σπανίως στέκονται άπραγοι περιμένοντας να τους συμβούν πράγματα. Βγαίνουν έξω και συμβαίνουν αυτοί στα πράγματα».

Διαβάστε περισσότερα... »

Κυριακή 6 Ιουλίου 2014

Η 'Σκοτεινή Πλευρά', των Φωτεινών Πνευμάτων της Αναγέννησης


Χαρισματικοί καλλιτέχνες που άφησαν το σημάδι τους στον κόσμο μας, με επίπεδο ευφυΐας και δημιουργίας αξιοθαύμαστο μέχρι σήμερα, που είχαν όμως κι αυτοί τα βάσανά τους.

Η καθημερινότητά τους, ο χαρακτήρας τους, τα πάθη και οι φόβοι τους δεν διαφέρουν από εκείνα οποιουδήποτε ανθρώπου. 

Μόνο που εκείνοι μπόρεσαν να φωτίσουν τα σκοτάδια της ψυχής τους –και της δικής μας- με την ομορφιά της τέχνης. 


Sandro Botticelli (Φλωρεντία 1445 -1510)



Τα έργα του Μποτιτσέλι (ειδικά τα πρώτα του) είναι μία σύνοψη του πνεύματος που είχε καταλάβει τον άνθρωπο της Αναγέννησης.

Η Primavera του, το σύμβολο του ανθρωπισμού του 15ου αιώνα και η «Γέννηση της Αφροδίτης», η απόδοση της ανύψωσης του ανθρώπου ή της εξανθρώπισης του θείου (ανάλογα με τους «φακούς» του καθενός) είναι ανάμεσα στους δημοφιλέστερους πίνακες όλων των εποχών.

Αυτός, όμως, ο εκφραστής των ουμανιστικών ιδεών της σημαντικότερης ίσως εποχής της ευρωπαϊκής ιστορίας, το 1492, μετά τον θάνατο του Λορέντζο των Μεδίκων και του αδελφού του, Τζοβάνι, αφέθηκε στη σκοτεινή γοητεία του θρησκόληπτου Σαβοναρόλα, ο οποίος για δέκα περίπου χρόνια ανέκοψε την αναγεννησιακή πορεία στη Φλωρεντία.

Όπως η πλειονότητα των συμπολιτών του, ο Σάντρο έριξε με τα ίδια του τα χέρια στις «φωτιές της ματαιοδοξίας» ό, τι θύμιζε την εποχή της πολυτέλειας και του έκλυτου (κατά τον φανατικό κληρικό) βίου της Φλωρεντίας. 

Έτσι, ανάμεσα στα κοσμήματα, τα απαγορευμένα βιβλία και άλλα προϊόντα ευημερίας και πολιτισμού, έλιωσαν στις φωτιές και πολλά έργα του Μποτιτσέλι με θέματα παγανιστικά -και ως εκ τούτου προσβλητικά- για την εκκλησία. 

Από τότε εγκαταλείπει τις μυθολογικές αλληγορίες και περιορίζεται σε θέματά αυστηρά θρησκευτικά (ο Θρήνος, η Μυστική Γέννηση κ.ά), ενώ πολλοί πιστεύουν πως σε αυτό το διάστημα δημιούργησε πολλές από τις διάσημες Μαντόνες του. 

Έγγραφα του 1503 αποκαλύπτουν πως την εποχή αυτή αντιμετωπίζει πολύ σοβαρά οικονομικά προβλήματα, καθώς στον χώρο είχαν ήδη εμφανιστεί οι δύο καινοτόμοι κολοσσοί της Ιταλικής Αναγέννησης, ο Ντα Βίντσι και ο Μικελάντζελο. Σαν να μην έφτανε αυτό, ο Μποτιτσέλι υπέστη μία παραμόρφωση στην πλάτη, η οποία δεν του επέτρεπε πια να εργάζεται.

Ο Σάντρο πιθανότατα δεν ανέκαμψε οικονομικά έως τον θάνατό του, και οι πίνακες της τελευταίας δεκαετίας της ζωής του φανερώνουν και την εντυπωσιακή αλλαγή στην ψυχοσύνθεσή του. 


Οι δύο πίνακες που ακολουθούν έχουν το ίδιο θέμα: Ιουδήθ και Ολοφέρνης, αλλά τους χωρίζουν 35 χρόνια. 

Ο πρώτος (1472) αποδίδει το θέμα με την χαρακτηριστική αισιοδοξία την κίνηση και ελαφρότητα της περιόδου εκείνης που γέννησαν την Primavera και την Αφροδίτη. 




Ο δεύτερος (1500) χαρακτηρίζεται από σκοτεινά χρώματα, αυστηρότητα και ύφος λιτό, όχι πια στην εξοχή, αλλά σε ένα κλειστό χώρο. 




Πέθανε το 1510, αφού υπέφερε για αρκετά χρόνια από διάφορες ασθένειες.


Leonardo Da Vinci (1452 - 1519 Φλωρεντία/ Γαλλία) 


Η κορυφαία μορφή της τέχνης και της επιστήμης της Αναγέννησης, ο Λεονάρντο, σε όλη του σχεδόν τη ζωή αγωνιζόταν να κερδίσει την εύνοια του άκαρδου πατέρα του και να διαχειριστεί τα πολύπλοκα συναισθήματα που έτρεφε για τη μητέρα του..

Ο συμβολαιογράφος Σερ Πιέρο Ντα Βίντσι αγάπησε πολύ την Κατερίνα (τη μητέρα του Λεονάρντο), αλλά δεν την παντρεύτηκε. Φρόντισε για την αποκατάστασή της προσφέροντάς της ένα κτήμα και φροντίζοντας να παντρευτεί έναν χωρικό. 

Εκεί πέρασε ο Λεονάρντο τα πρώτα χρόνια της ζωής του, σε ένα επαρχιώτικο περιβάλλον, σε μία φτωχή, πολύτεκνη οικογένεια (η μητέρα του απέκτησε άλλα πέντε παιδιά), χωρίς ιδιαίτερη μόρφωση, αλλά με άμεση και συνεχή πρόσβαση στη φύση και στις αγροτικές εργασίες. 

Ο ίδιος αποκαλεί τον εαυτό του «αγράμματο άνθρωπο», αλλά με καμάρι, θεωρώντας πως η φύση είναι πιο αποτελεσματικός δάσκαλος από οποιονδήποτε λόγιο. Και το απέδειξε.

Ο πατέρας του παντρεύτηκε, λίγους μήνες μετά τη γέννησή του, μία νεαρή του κύκλου του, η οποία πέθανε δώδεκα χρόνια αργότερα κατά τη διάρκεια της γέννησης του πρώτου τους παιδιού (που επίσης δεν επέζησε). 

Ένα χρόνο μετά παντρεύτηκε μία δεκαπεντάχρονη κοπέλα και λίγους μήνες αργότερα, ο Λεονάρντο έρχεται στη Φλωρεντία να φοιτήσει στο εργαστήριο του Βερόκιο και να λάβει ταυτόχρονα την απαραίτητη εκπαίδευση για να μπορέσει να εργαστεί ως βοηθός στο συμβολαιογραφείο του πατέρα του. Αν και ήταν ο μοναδικός γιος του Σερ Πιέρο, δεν θα μπορούσε να αναλάβει μόνος του το συμβολαιογραφείο, επειδή ήταν νόθος.

Η σχέση πατέρα και γιου ήταν δύσκολη. Ο Σερ Πιέρο ήταν απότομος με τον γιο του και απόμακρος. Και τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα το 1476, όταν με την τρίτη του γυναίκα αποκτά έναν ακόμα γιο, τον Αντόνιο, ο οποίος, βέβαια, θα είναι ο μοναδικός νόμιμος απόγονός του. Ο Λεονάρντο περνάει στη σκιά της ζωής του πατέρα του, ο οποίος δεν θα τον αναφέρει καν στη διαθήκη του! 

Στις σημειώσεις του έχει καταγράψει παράξενα και συχνά τρομακτικά όνειρα, τα οποία έγιναν αντικείμενο ανάλυσης από τον Φρόιντ, που έβλεπε σε αυτά τον πόνο της εγκατάλειψης και το άγχος της απόρριψης. Κινηματογραφικές σκηνές, κυρίως με πουλιά, που προφανώς σχετίζονται και με το πάθος του για τις πτήσεις.



Σχέδιο πτητικής μηχανής, Ντα Βίντσι , 1485


Ως χαρακτήρας ήταν αυτό που λέμε «με τα φεγγάρια του». Περνούσε περιόδους έντονης δημιουργικότητας, οπότε ξεκινούσε πολλά έργα τα μαζί και άφηνε τα περισσότερα ημιτελή. Άλλες φορές περνούσε μεγάλα διαστήματα χωρίς να ζωγραφίσει ή να σχεδιάσει το παραμικρό. 

Σε μία τέτοια φάση της ζωής του, άφησε μισοτελειωμένο τον πίνακα με το θείο βρέφος, την Παναγία και την Αγ. Άννα (1510). Ήταν μία παραγγελία του τάγματος των Σερβιτών, αλλά ο Λεονάρντο, εντωμεταξύ, απέκτησε έναν ακαταμάχητο ενθουσιασμό για τα μαθηματικά. 

Παράλληλα, τέθηκε στην υπηρεσία του Καίσαρα Βοργία, ο οποίος χρειαζόταν τον καλύτερο διαθέσιμο μηχανικό για τις πολεμικές του επιχειρήσεις. Ο πίνακας έμεινε ανολοκλήρωτος και το αρνάκι (ίσως και τμήμα του τοπίου) είναι ζωγραφισμένο από άλλο χέρι. Προφανώς, κάποιος από το εργαστήριο ανέλαβε να παραδώσει την παραγγελία.




Όλοι γνώριζαν τον φόβο που είχε πως θα του έκλεβαν τις ιδέες και γι’ αυτό κρατούσε κωδικοποιημένες σημειώσεις. Φόβος που δεν ήταν και τόσο παράλογος όσο ακούγεται, όταν ένα πρωτοπόρο πνεύμα δημιουργεί υπό το άγρυπνο βλέμμα της Ιεράς Εξέτασης. 




Michelangelo Buonarroti (1475 – 1564 Φλωρεντία/Ρώμη)


Ο Μικελάντζελο έμεινε ορφανός από μητέρα σε ηλικία 6 ετών. Έζησε 88 χρόνια έχοντας αποκτήσει τεράστια περιουσία, ζούσε όμως λιτά χωρίς απολαύσεις, «σαν φτωχός», όπως έλεγε ο ίδιος. 

Οι βιογράφοι του αναφέρουν πως κοιμόταν λίγο, έτρωγε ελάχιστα και μόνο από ανάγκη και πως ήταν εργασιομανής σε τέτοιο βαθμό, που για μήνες δεν έβγαζε καν τα ρούχα και τα παπούτσια του, ούτε κατά τη διάρκεια του ύπνου! 

Ήταν μελαγχολικός, ζούσε απομονωμένα καθώς είχε αλαζονικό χαρακτήρα και οργιζόταν εύκολα. Ούτε με τον εαυτό του, όμως, ήταν ευχαριστημένος κι ένιωθε συνεχώς την ανάγκη να αποδεικνύει την αξία του, προσπαθώντας να καλύψει την ανεπάρκεια στη μόρφωσή του και ήταν συνεχώς ανασφαλής, τόσο για την τέχνη του όσο και για την εμφάνισή του.

Χαρακτηριστική της προσωπικότητάς του ήταν η αντίδρασή του στο παρακάτω περιστατικό. Μια μέρα (μάλλον γύρω στο 1503), ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι διέσχιζε τον δρόμο της Σάντα Τρινιτά με έναν φίλο του, όταν τον φώναξαν από μία παρέα που μελετούσε ένα απόσπασμα από το έργο του Δάντη. 

Ζήτησαν από τον Λεονάρντο να τους εξηγήσει ένα σημείο κι εκείνος του είπε πως καλύτερα θα τους το εξηγούσε ο Μικελάντζελο, που τυχαίως διάβαινε τον δρόμο την ώρα εκείνη. 

Ο Μικελάντζελο όμως το εξέλαβε ως ειρωνεία και του απάντησε: «Να το εξηγήσεις εσύ, που σχεδίασες κι έφτιαξες το καλούπι για το μπρούτζινο άλογο, και αφού δεν ήσουν ικανός να το συνεχίσεις, το παράτησες γεμάτος ντροπή». Ύστερα γύρισε την πλάτη του και έφυγε, αφήνοντας σύξυλο και κατακόκκινο από θυμό τον έκπληκτο Λεονάρντο.




Αυτό το υπέροχο γλυπτό του 1550, το οποίο προόριζε για τον τάφο του, φέρει τα σημάδια του οξύθυμου χαρακτήρα του. Το χέρι και το πόδι του Ιησού, κάποια στιγμή έντονου θυμού, θρυμματίστηκαν από το χέρι του δημιουργού τους, ποιος ξέρει για ποιον λόγο και η ζημιά αποκαταστάθηκε από κάποιον τον μαθητή του Tiberio Calcagni και τελικά, ο Μικελάντζελο το δώρισε στον υπηρέτη του, Antonio. 

Όταν εργαζόταν στο Βατικανό, διακοσμώντας την οροφή του Αγ. Πέτρου, παραπονιόταν συνεχώς, επειδή αυτή η δουλειά δεν του έδινε ικανοποίηση. Ο Μικελάντζελο δεν αγαπούσε τη ζωγραφική και θεωρούσε ανώτερη τέχνη τη γλυπτική. Έλεγε πως, όταν επεξεργάζεται έναν μαρμάρινο όγκο, στην πραγματικότητα αποκαλύπτει απλώς τη μορφή που έχει ήδη κρυμμένη μέσα του. 



Λεπτομέρεια από την "Ημέρα της Κρίσης", Βατικανό 1537-1541


Αν ζητούσαμε από τους τρεις Φλωρεντινούς να μας φτιάξουν τον επίλογο, ο Σάντρο, ίσως να μας έλεγε πως και η υποτίμηση της ματαιοδοξίας, δεν είναι παρά μία άλλη μορφή της ματαιοδοξίας. Μπορεί να μας έλεγε και για το σκληρό πρόσωπο του ανταγωνισμού και το δράμα της ύπαρξης που γίνεται τέχνη. 

Δεν γνωρίζουμε, γιατί δεν έγραψε τίποτα.

Οι άλλοι δύο όμως, δεν ήταν τόσο σιωπηλοί.

Ο Μικελάντζελο πιθανότατα θα μας έλεγε πως «ευφυΐα είναι η αιώνια υπομονή» και πως «στη ζωή δεν υπάρχει μεγαλύτερη ζημιά από τον χρόνο που αφήνουμε αναξιοποίητο». 

Και ο Λεονάρντο θα συμπλήρωνε πως «οι άνθρωποι που επιτυγχάνουν, σπανίως στέκονται άπραγοι περιμένοντας να τους συμβούν πράγματα. Βγαίνουν έξω και συμβαίνουν αυτοί στα πράγματα».


Από Αθηνά Ταρλά 
Διαβάστε περισσότερα... »

Δευτέρα 16 Ιουνίου 2014

Η αληθινή φυσιογνωμία της τέχνης (του Μ. Χατζιδάκι)



Σήμερα κλείνουν 20 χρόνια από τη μέρα που ο Μάνος Χατζιδάκις,
ένας από τους κορυφαίους έλληνες υπηρέτες της τέχνης αλλά και της διανόησης πέρασε στην αθανασία... 



.... Είτε το θέμε είτε όχι, η τέχνη υπήρξε πάντοτε ένα αποτέλεσμα ευαίσθητων λεπτών διεργασιών
μέσα στον χρόνο και όχι εντυπώσεων μιας οποιασδήποτε ιστορικής στιγμής, κι εκπροσωπεί την ευαισθησία μας κι όχι τις συνήθειές μας ή τις καθημερινές μας ανάγκες. Οι συνήθειές μας και οι ανάγκες μας αλλάζουν. Η ευαισθησία μας παραμένει και συνεχίζεται αναλλοίωτη μέσα στους καιρούς.

Κι αυτήν καλείται η Τέχνη να εκπροσωπήσει καταγράφοντάς την, σε πείσμα των γεγονότων
και της παντοδυναμίας των λεγόμενων «ιστορικών στιγμών». Αυτή είναι η μόνη και η αληθινή όψη της Τέχνης σ’ όλους τους καιρούς.

Και αξίζει εδώ να σας αφηγηθώ μια σύντομη ινδική ιστορία,
που αποσαφηνίζει μοναδικά την αληθινή όψη αυτού που αποκαλούμε Τέχνη. 





Κάποτε, πολύ παλιά, ένας Ινδός και νεαρός πρίγκιπας ερωτεύτηκε μια πανέμορφη Ινδή και νεαρά πριγκίπισσα
γειτονικού κρατιδίου. Εμπόδιο δεν υπήρξε κι έτσι ενυμφεύθη την πανέμορφη νεαρή Ινδή πριγκίπισσα, ο πρίγκιψ. Οι χρονικογράφοι εκείνων των καιρών με περισσή επιμονή καταγράφουν την ευτυχία του ζεύγους και την επί εικοσιτετραώρου βάσεως άσκηση του ερωτικού των πάθους.

Αλλά εντελώς αιφνίδια η νεαρή πριγκίπισσα αρρώστησε και απρόοπτα επήλθεν ο θάνατος.
Αντιλαμβάνεσθε τον θρήνο και τον οδυρμό του πρίγκιπος, γνωρίζοντας πως σ’ ολόκληρη την υπόλοιπη ζωή του θα ζούσε με οδύνη την οριστική απουσία της αγαπημένης του. Όμως ήτανε πρίγκιψ. Και ο θρήνος του όφειλε να γίνει και θρήνος των θνητών υπηκόων του.

Η μνήμη της είχε τεράστια σημασία, όχι μονάχα για νά ’ναι ζωντανή μέσα του,
αλλά και να διατηρηθεί για τους αιώνες σ’ ολόκληρο τον κόσμο.

Κι εκάλεσε σοφούς γλύπτες και αρχιτέκτονες της γης εκείνων των καιρών να οικοδομήσουν
ένα διαχρονικό μνημείο στον τάφο τής αγαπημένης του σ’ έναν υψηλό λόφο, έτσι που το μνημείο να είναι ορατό από χιλιάδες μίλια μακριά.

Οι εργασίες άρχισαν, επιστρατεύθηκαν χιλιάδες δούλοι, τεχνικοί, τεχνίτες κι εργολάβοι
που δούλευαν νύχτα και μέρα αδιάκοπα για το ευφάνταστο αυτό μνημείο του έρωτα και του οδυρμού.

Πέρασαν χρόνοι αρκετοί, ώσπου μια μέρα οι σοφοί που ανέλαβαν το έργο νιώσανε πως η εργασία
είχεν ολοκληρωθεί και πως δεν είχαν άλλο πια να πράξουν. Κι έτσι φωνάξανε τον πρίγκιπα να το δει. Ο πρίγκιψ φτάνει πράγματι ένα πρωί στο λόφο τον αντικρινό με πολυπρόσωπη συνοδεία από αυλικούς και φίλους κι όλοι έμειναν άφωνοι από το θαυμασμό κι ο πρίγκιψ πιο πολύ.

Μπροστά τους ανορθωνόταν ένα μνημείο έτοιμο να περάσει ένδοξα μες στην αιωνιότητα.
Αποκαλυπτικό σε μεγαλείο και δύναμη, με απροσδιόριστες προεκτάσεις, έτσι που ο καθένας να μπορεί να εναποθέτει πάνω του προσωπικούς καημούς, δικά του πάθη και δικούς του οδυρμούς. Χωρούσε όλων τους συλλογισμούς και για όλους τους καιρούς.

Ο πρίγκιψ το έβλεπε βουβός γεμάτος από θαυμασμό για ό,τι ορθωνόταν εμπρός στα μάτια του εκεί στο λόφο τον αντικρινό. Μα κάτι ξαφνικά αρχίζει να τον ενοχλεί. Ένας οικίσκος χαμηλός πλάι ακριβώς στο λαμπερό μνημείο.

«Τι είναι αυτό;», ρωτάει.

«Ο τάφος, υψηλότατε, της πριγκιπίσσης γυναικός σας», του απαντάνε οι σοφοί.

«Πετάξτε τον», είπεν o πρίγκιψ.

«Βγάλτε τον από κεί. Eνοχλεί τo μνημείο».


Αυτή η συγκινητική ιστορία του Ινδού πρίγκιπος, είναι ένα μέγιστον μάθημα
για την αληθινή φυσιογνωμία της Τέχνης.

Για τα υλικά που τη συνθέτουν και για τα κύρια χαρακτηριστικά της.

Η τέχνη μπορεί να ξεπηδάει από ένα γεγονός θνητό. Αλλά με τον σχηματισμό της σε έργο αυθύπαρκτο
και ολοκληρωμένο ξεπερνάει το γεγονός, το εξαφανίζει, διαπερνάει τον χρόνο και μετατοπίζεται αέναα και αδιάκοπα σε μελλοντικούς καιρούς αλλάζοντας κάθε φορά φυσιογνωμία και ενδύματα. Έτσι που να παρουσιάζεται συνεχώς περίεργα σύγχρονο, απαντώντας ακούραστα στα καινούρια προβλήματα τού κάθε χρόνου.

Η τέχνη δεν έχει πιστοποιητικό γεννήσεως όπως, στο τέλος τέλος, δεν έχει και χώρα καταγωγής....


Διαβάστε περισσότερα... »

Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

Αναμορφικά σχέδια, ξεπροβάλλουν από τις σελίδες




Τα σκίτσα του Ιταλού καλλιτέχνη Alessandro Diddi ξεχωρίζουν. Ακόμα και από κοντινή απόσταση,
δεν είναι εύκολο να καταλάβεις τι είναι πραγματικά επίπεδο. Δημιουργώντας σκιές και γωνίες ο καλλιτέχνης ξεγελά τον ανθρώπινο νου και οι ζωγραφιές του γίνονται τρισδιάστατες.

"
Όταν ο κόσμος βλέπει τα έργα μου συχνά ξαφνιάζεται ευχάριστα και δεν καταλαβαίνει πως ακριβώς κατάφερα να τα κάνω να δείχνουν τόσο ζωντανά", σημειώνει και τονίζει πως όταν κατανοήσει κανείς το
αναμορφικό σχέδιο θα δει πως δεν είναι και τόσο δύσκολο.
Διαβάστε περισσότερα... »

Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014

Ζούμε (;) με δανεικό πολιτισμό...


Πριν λίγες ημέρες σκεπτόμουν ότι δε ζούμε μόνο με δανεικά χρήματα,
αλλά πως ζούμε και με δανεικό πολιτισμό. 


Επεκτείνοντας λίγο τις σκέψεις μου, αναρωτιέμαι, τι θα έμενε αλήθεια, ως διακριτός πολιτισμός στην Ελλάδα του σήμερα, αν αφαιρούσαμε τα σπαράγματα και τις μνήμες του αρχαίου και μεσαιωνικού παρελθόντος μας; Πολύ φοβάμαι πως θα έμεναν ελάχιστα πράγματα!

Πέρα, λοιπόν, από τα λαμπρά έργα στα μουσεία μας ενός Πραξιτέλη, ενός Λεωχάρη ή ενός Σκόπα, αλλά και τις εξαίσιες τοιχογραφίες ενός Πανσέληνου ή ενός Θεοφάνη, η ελληνική καλλιτεχνική παράδοση, δεν έχει κάτι νέο να επιδείξει. Παραμένει εγκαταλειμμένη και αναξιοποίητη. 


Αυτή η Τέχνη που, ενώ έγινε πρότυπο σε όλη την οικουμένη, για τον τρόπο που αντιλήφθηκε τον Κόσμο, και που διδάσκεται σαν υπόδειγμα σε όλες τις καλλιτεχνικές σχολές του κόσμου, φαίνεται πως τους μόνους που δεν καταφέρνει να συγκινήσει είμαστε εμείς. 

Στην καλύτερη περίπτωση έχουμε μετατραπεί σε φετιχιστές, που εξουδετερώνουν με την παθητική μουσειακή λατρεία της, το ζωντανό πνεύμα που υπάρχει μέσα της και που αέναο και δημιουργικό μας ωθεί προς τα εμπρός. Έχει τις ρίζες της βαθιά χωμένες στο χώμα του παρελθόντος, αλλά δυστυχώς, δεν της δίνουμε τη δυνατότητα να στείλει χυμούς προς τα πάνω, για να πετάξει νέα βλαστάρια, κλάδους και ωραίους καρπούς.

Έτσι, το άλλοτε «έθνος των γλυπτών και των καλλιτεχνών», όπως είχε αποκαλέσει τους Έλληνες ο διαπρεπής κλασικός μελετητής Nilsen, έχουν σταματήσει πλέον να παράγουν, δική τους, ιδιοπρόσωπη τέχνη. Ήδη από το τέλος του 16ου-18ο αι, με τον Μ. Δαμασκηνό στην Κρήτη και με την Επτανησιακή σχολή, (και οι δύο περιοχές υπό βενετική επιρροή) γίνεται φανερή η δυναμική παρουσία των δυτικών επιδράσεων και των αποήχων της αναγέννησης. Έτσι, εγκαταλείφθηκε σταδιακά η καλλιτεχνική μας παράδοση, με μοναδική εξαίρεση τις λαϊκές τέχνες, και ερχόμενοι ελλειπτικά σε επαφή μ
ε την αρχαία τέχνη και σκέψη, μέσω του διαστρεβλωτικού οφθαλμού της δυτικής όρασης, αποκοπήκαμε από αυτήν.







Απομακρυνθήκαμε από τις ρίζες της τρισχιλιόχρονης καλλιτεχνικής μας παράδοσης και παραδιδόμενοι άνευ όρων στην «υπεροχή» της ευρωπαϊκής τέχνης, γίναμε απλοί εισαγωγείς νέων κινημάτων και αντιλήψεων για τις φόρμες, που γεννιούνται αλλού. Από ανθρώπους, που δεν έχουν αντικρίσει ποτέ το ελληνικό φως, αυτό που γέννησε τα δικά μας έργα και μας έδωσε τη δική μας όραση. 

Το μεγαλύτερο λάθος που κάνουν οι σύγχρονοι κήνσορες, που σχεδιάζουν περί μιας παγκόσμιας τέχνης, ίδιας από την Ιαπωνία μέχρι την Αμέρικα, είναι ότι της αποστερούν πλέον κάθε ιδιαίτερο κοινωνικό και ψυχολογικό έρεισμα.

Την θεωρούν ένα καπρίτσιο του νου, μια αυθαίρετη και ανεξάρτητη λειτουργία, ένα άνθος του λωτού δίχως ρίζες, που μπορεί να ευδοκιμεί στο κενό, οπουδήποτε. Παραγνωρίζοντας το δικαίωμα να είναι η τέχνη μια εμπειρία, ατομική και συλλογική. 

Η τέχνη δε θεωρείται πια, όπως θα έπρεπε, η έκφραση μιας πολυποίκιλης ενότητας, που περιλαμβάνει όχι μόνο την ψυχοσύνθεση ενός λαού, αλλά ακόμη και τα κλιματολογικά, γεωγραφικά και εμπειρικά του δεδομένα.

Ακόμη και μια παρατεταμένη ηλιοφάνεια μπορεί να δημιουργεί το συναίσθημα
εκείνο που θα φωτίσει την καλλιτεχνική δημιουργία, και θα της δώσει τα φωτεινά χρώματα και τα αισιόδοξα σχήματα. Είναι όλα τόσο λεπτά και τόσο ευαίσθητα. Έτσι, με φυσικό τρόπο, είναι άλλη η ψυχοσύνθεση των Ελλήνων και άλλη αυτή των Γερμανών ή των Κινέζων. Για αυτό είναι και διαφορετικές οι τέχνες τους και ο πολιτισμός τους.

Έκτοτε, και τα τελευταία 200 χρόνια του ελεύθερου ελληνικού κράτους, μανιωδώς αποδομούμε οτιδήποτε ελληνικό, προάγοντας ταυτόχρονα οτιδήποτε ξενικό και άσχετο με την δική μας κουλτούρα και ψυχοσύνθεση. 

Όλα αυτά τα χρόνια, δεν καταστρέψαμε μόνο την οικονομία 2-3 φορές και τα ήθη και έθιμα του λαού μας. Αλλά επιδοθήκαμε και σε μια πολιτισμική αυτοχειρία, καταστρέφοντας και την ελληνική τέχνη και παράδοση, ενώ θα μπορούσαμε να τις εξελίξουμε. Και το κάνουμε με τον πλέον επίσημο τρόπο, μέσα από τις σχολές, παράγοντας, γενικά μιλώντας, όχι δημιουργούς, αλλά αντιγραφείς άλλων, συχνά κακούς, ελλείψει βιωμάτων.

Στην Ελλάδα σήμερα, δεν παράγεται τίποτα. Όχι μόνο πολιτική και προϊόντα, αλλά ούτε και δική μας τέχνη. 
Πλην κάποιων εξαιρέσεων, όλα εισάγονται. 

Ακόμη και ο νεοκλασικός ρυθμός των κτιρίων του 19ου-αρχών του 20ου αι, αποτελεί μια εξιδανικευμένη βαυαρική οπτική περί του γνήσιου κλασικού ρυθμού στην αρχιτεκτονική. 

Μιλάμε ακόμη για σχολές Μονάχου, Παρισίων και τελευταία για την Ν. Υόρκη, κινούμενοι στην κοινοτυπία της πρωτοτυπίας, που επιφέρει στη τέχνη η παγκοσμιοποίηση των ιδεών και του αντικομφορμισμού. Γίναμε μια θλιβερή επαρχία της τέχνης, όπου όλα αναμασιούνται σαν ξένα πρετ-α-πορτέ, Με μια τέχνη που έχει πάρει παγκόσμια χαρακτηριστικά και έχει απολέσει τον ιδιαίτερο τοπικό χαρακτήρα της, τον τόσο ποικίλο και ενδιαφέροντα.

Όμως, επανασύνδεση με την ελληνική καλλιτεχνική παράδοση, δε σημαίνει εσωστρέφεια, ή ένα διαρκές αναμάσημα των παλαιών κατακτήσεων. Σημαίνει το μπόλιασμα και την ανάπτυξη με σύγχρονους τρόπους και μέσα των θαυμάσιων αυτών μορφών και τεχνών. Λίγες οι προσπάθειες, αλλά ουσιαστικές, στον 20ο αι, για μια αναβάπτιση στη δική μας καλλιτεχνική παράδοση και τέχνη, που έχω χρέος να τις αναφέρω, παρόλο που αναγκαστικά θα παραλείψω και άλλες.

Σε όλες τις τέχνες και κυρίως στη ζωγραφική με τον Θεόφιλο και τον Κόντογλου, με τον Τσαρούχη και άλλους, αλλά και με τον Σίμωνα Καρρά στην παραδοσιακή μουσική, και με τους ρεμπέτες στη λαϊκή, με τους Σκαλκώτα και Μητρόπουλο στην έντεχνη και με το συνθέτη Γ. Μαρκόπουλο, τον Β. Σκουλά σήμερα, τη Δ. Στράτου στον παραδοσιακό μας χορό, για να αναφέρω κάποιους από τους εμπνευσμένους δημιουργούς, που εργάστηκαν και εργάζονται για την επανασύνδεση με την πνευματική μας ταυτότητα, από κάθε άποψη. 

Διότι πολιτισμός, υπό την ευρεία έννοια, δεν είναι μόνο οι τέχνες και τα γράμματα, αλλά ακόμη και αυτή η καθημερινή μας ζωή και συμπεριφορά. Όταν αυτό πάει στραβά, συμπαρασύρει και τα υπόλοιπα.


Έτσι, καμία αλλαγή δε μπορεί να επέλθει σε οποιοδήποτε άλλο επίπεδο της πολιτικής και δημόσιας ζωής, αν δεν προηγηθεί μια αληθινή προσπάθεια δημιουργίας ενός νέου ελληνικού πολιτισμού. Τα υλικά τα έχουμε σε αφθονία, αν κάτι μας λείπει, θα είναι μόνο η διάθεση να είμαστε αυτάρκεις και αυτόφωτοι.


Γεράσιμος Γ. Γερολυμάτος


Διαβάστε περισσότερα... »