«Ἕλληνες ἀεί παῖδες ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» (Πλάτων, Τίμαιος, 22b).


"Ὁμολογεῖται μὲν γὰρ τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιοτάτην εἶναι καὶ μεγίστην καὶ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ὀνομαστοτάτην· οὕτω δὲ καλῆς τῆς ὑποθέσεως οὔσης,
ἐπὶ τοῖς ἐχομένοις τούτων ἔτι μᾶλλον ἡμᾶς προσήκει τιμᾶσθαι. 24. Ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ' ἐρήμην καταλαβόντες
οὐδ' ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ' οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν ὥστ' ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν,
αὐτόχθονες ὄντες καὶ τῶν ὀνομάτων τοῖς αὐτοῖς οἷσπερ τοὺς οἰκειοτάτους τὴν πόλιν ἔχοντες προσειπεῖν".
(Ἰσοκράτης, Πανηγυρικός, στίχοι 23-24).

Τα άρθρα που φιλοξενούνται στον παρόντα ιστότοπο και προέρχονται απο άλλες πηγές, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνον τις απόψεις των συγγραφέων τους.

Καθίσταται σαφές ότι η δημοσίευση ανάρτησης, δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά αποδοχή των απόψεων του συγγραφέως.


ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ, ΑΦΗΝΕΤΕ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟ-ΑΝΑΡΤΗΣΗ (΄κλίκ΄ στο "Δεν υπάρχουν σχόλια"). ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.

Ακολουθήστε μας στο Facebook

Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016

Ψυχοχειρουργική Vs Prozac: Ανατέμνοντας Την Ψυχή




Prozac, λίθιο, Risperdal, Haldol, Serzone, Luvox, Celexa, Thorazine, Lamictal, Effexor, Depakote, Zoloft, Remeron, Wellbutrin, Cytomel, Dexedrine, Imipramine, Parnate, Nortipryline…

Όχι, αυτός δεν είναι ένας τυχαίος κατάλογος με κάποια από τα ψυχοφάρμακα (αντικαταθλιπτικά, αγχολυτικά, αντιψυχωτικά) που κυκλοφορούν στις ΗΠΑ.

Όλα αυτά, καθώς και 30 συνεδρίες ηλεκτροσόκ, δοκίμασε οικειοθελώς ο Τσάρλι Νιούιτς, για να καταφέρει να ζήσει ξανά.

Αφού όλα απέτυχαν ο Τσάρλι πάλεψε (νομικά) για πολλά χρόνια, προκειμένου να του επιτραπεί να κάνει προσαγωγιοτομή.

Δεν σας λέει κάτι η λέξη; Είναι η εξέλιξη της πιο κακόφημης εγχείρησης, -κάτι σαν τον Αδόλφο των εγχειρήσεων, της λοβοτομής.

Θα πρέπει να παραδεχτώ ότι μέχρι χθες (κυριολεκτικά) πίστευα ότι η ψυχοχειρουργική είναι κάτι το δαιμονικό, ένας τρόπος που χρησιμοποιεί το ψυχιατρικό καθεστώς για να επιβάλλει την ομοιομορφία.

Έχοντας στο νου μου εικόνες, όπως του λοβοτομημένου Νίκολσον στη “Φωλιά του Κούκου”, και τραγούδια, όπως το “Teenage Lobotomy” των Ramones, είχα κλειδώσει την πεποίθηση: “Ψυχοχειρουργική = Κακό”.

Όμως, το έχουμε ξαναπεί, κάθε πεποίθηση είναι εχθρός της αλήθειας -ή της μάταιης αναζήτησης για την αλήθεια.

Και, επίσης το έχουμε ξαναπεί, τίποτα δεν είναι καλό ή κακό, ο άνθρωπος το κάνει τέτοιο.

Ξεκλειδώστε, λοιπόν, το μυαλό σας, αν θέλετε να διαβάσετε το υπόλοιπο κείμενο.





Μέχρι τα 22 του χρόνια ο Τσάρλι ήταν ένας μηχανολόγος-γεωλόγος του Τέξας, με χαμπουργκερ, μπέιζμπολ και καλή δουλειά.

Ένα πρωινό, χωρίς τίποτα να προοιωνίζει την καταστροφή, σηκώθηκε από το κρεβάτι και άρχισε να μετράει, να ελέγχει, να αγγίζει ψυχαναγκαστικά τα πάντα.

Η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή τον αχρήστεψε. Δεν μπορούσε να εργαστεί ή να κάνει σεξ, να βγει με τους φίλους του για μια μπύρα ή να πάει βόλτα στην εξοχή, αφού όλη μέρα ήταν απασχολημένος με επαναλαμβανόμενες τελετουργικές κινήσεις.

Ήταν απίστευτο πόσο ξαφνικά έγινε”, λέει ο ίδιος. “Τη μια μέρα ήμουν καλά και την επομένη…”

Ο εγκέφαλος είναι ένα εξαιρετικά πολύπλοκο όργανο. Ως τώρα δεν έχουμε καταλάβει επακριβώς τι διαχωρίζει τη λειτουργικότητα από την πλήρη αποδιοργάνωση.

Ίσως είναι μόνο θέμα τύχης. Και ο Τσάρλι ατύχησε. Το χειρότερο ήταν ότι καμιά θεραπεία δεν μπόρεσε να τον βοηθήσει.

Έτσι αποφάσισε να προχωρήσει σε προσαγωγιοτομή, να εγχειρίσει την “ψυχή” του. (Υπάρχει πολύ σοβαρός λόγος που κλείνω την ψυχή μέσα σε κάγκελα στίξης. Θα καταλάβετε τι εννοώ διαβάζοντας.)

Ας δούμε πρώτα πως βρέθηκε αυτή η θεραπεία για τον Τσάρλι, ξεκινώντας με τον δαιμονικό της πρόγονο, τη λοβοτομή.

Τη λοβοτομή την επινόησε ο Πορτογάλος νευρολόγος Αντόνιο Έγκαζ-Μονίζ.



Το 1935, σε ένα συνέδριο νευρολογίας στο Λονδίνο, έμαθε για τη θεραπεία ενός μανιακού χιμπαντζή, με το ψαλίδισμα των ινών που συνδέουν τους πρόσθιους λοβούς με το μεταιχμιακό σύστημα.

Γιατί να μην απαλλάξουμε με χειρουργικά μέσα και τους ανθρώπους από αγχώδεις καταστάσεις;” ρώτησε ο Μονίζ τους συνέδρους.

“Ολοι σοκαρίστηκαν, ίσως γιατί τόλμησε να πει αυτό που όλοι σκέφτονταν. Ήταν θεμιτό, δεοντολογικό, ηθικό, να χειρουργήσουμε τη βάση της ψυχής;

Σκεφτείτε για μια στιγμή. Αν αντέδρασαν έτσι οι συνάδελφοι του, ποια θα ήταν η αντίδραση αν ο Μονίζ τολμούσε να πει κάτι τέτοιο σε ένα συνέδριο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας; Ίσως και να τον πετούσαν στην πυρά, αφού κάθε ιερέας πιστεύει ότι η ψυχή είναι το θεϊκό κομμάτι του ανθρώπου… 

Και δεν έχουν άδικο να το πιστεύουν, αφού η ψυχή ανήκει στη δικαιοδοσία της Εκκλησίας, όχι της ιατρικής.

Υπάρχει ένα μεγάλο εννοιακό λάθος, μια σύγχυση που ίσως σχετίζεται και με την κακή χρήση της γλώσσας. Αλλά αυτό θα το δούμε αργότερα.

Ο Μονίζ επέστρεψε στην Πορτογαλία, στο άσυλο όπου εργαζόταν. Ανάμεσα σε εκείνους τους ανθρώπους που ήταν καταδικασμένοι να υποφέρουν, δεμένοι, περιορισμένοι, ασυνάρτητοι, χωρίς ελπίδα λύτρωσης, πήρε την απόφαση του: Θα τρυπούσε και θα εισχωρούσε στο μεγαλύτερο άβατο του ανθρώπου, σε αυτό που τον κάνει άνθρωπο, στον εγκέφαλο.

Πρώτα πήρε μερικά πτώματα από το νεκροτομείο και εξασκήθηκε σε αυτά. Με ένα στιλό (ο συμβολισμός αυτής της επιλογής θα μπορούσε να πυροδοτήσει δεκάδες νέα κείμενα) έψαχνε να βρει την κατάλληλη γωνία και βάθος στο φλοιό του εγκεφάλου.

Η πρώτη του ασθενής ήταν μια συνομήλικη του, η κυρία Μ, 63 ετών. Έπασχε από βαθιά κατάθλιψη, παραληρηματικό άγχος και παρανοϊκές ιδέες. Είχε μείνει στο άσυλο 5 χρόνια και δεν προβλεπόταν να βγει ποτέ από εκεί.

Ο Μονίζ της μίλησε για την πειραματική θεραπεία. Εκείνη ήθελε μόνο να απαλλαγεί από τον πόνο της “ψυχής” της. Ο τρόπος δεν την ένοιαζε.




Στις 11 Νοεμβρίου 1935 άλειψαν το ξυρισμένο της κρανίο με νοβοκαϊνη και άνοιξαν δυο οπές στη βάση του τριχωτού. Από εκεί ο Μονίζ πέρασε μια σύριγγα γεμάτη οινόπνευμα και την άδειασε στον εγκέφαλο της.

Η πρώτη λοβοτομή δεν έγινε με νυστέρι! Αλλά ήταν επιτυχημένη. Η κυρία Μ. απαλλάχτηκε από τους δαίμονες που δεν την άφηναν να κοιμηθεί. Δυο μήνες μετά πήρε εξιτήριο.

Ο Μονίζ συνέχισε, επιλέγοντας ασθενείς σαν να ήταν ινδικά χοιρίδια. Αυτό σημαίνει ότι δεν τους εγχειρούσε με βάση τη διάγνωση, αλλά με βάση τη διαθεσιμότητα.

Από τις πρώτες είκοσι περιπτώσεις θεραπεύτηκαν εντελώς οι εφτά, μερικώς ακόμα εφτά και έξι ασθενείς δεν έδειξαν καμία βελτίωση. Έτσι ισχυρίστηκε ο Μονίζ.

Δημοσίευσε τα ευρήματα του το 1937, στο American Journal of Psychiatry, και έτσι η λοβοτομή πέρασε τον Ατλαντικό.

Δύο Αμερικάνοι ψυχίατροι, οι Φρίμαν και Γουότς, έκαναν μια διαφορετική προσέγγιση, την οποία ονόμασαν διακογχική λοβοτομή.

Εκείνοι εισχωρούσαν στον εγκέφαλο, με τη βοήθεια ενός αιχμηρού εργαλείου, από το οστό της οφθαλμικής κόγχης, ακριβώς πάνω από το βολβό του ματιού.

Τα αποτελέσματα αρχικά ήταν εξαιρετικά. Μετά άρχισαν τα παρατράγουδα.

Κρίσεις. Θάνατοι. Σπασμένα αιμοφόρα αγγεία. Μια λεπίδα που χάθηκε μέσα στον εγκέφαλο. Λοιμώξεις -αφού οι Φρίμαν και Γουότς δεν φρόντιζαν καν να αποστειρώσουν τα εργαλεία τους.

Κάποιοι ασθενείς μετά την εγχείρηση συμπεριφέρονταν σαν παιδιά: Κρατούσαν τα αρκουδάκια τους και ακολουθούσαν πειθήνια εντολές.

Τότε ο Φρίμαν έκανε το πιο ατυχές σχόλιο που θα μπορούσε να κάνει.

Είπε: “Οι ασθενείς που έχουν υποβληθεί σε λοβοτομή γίνονται καλοί πολίτες”.

Κάποιες φορές είναι καλύτερα να μη μιλάς.

Καλλιτέχνες, διανοούμενοι και δημοσιογράφοι αποκήρυξαν συλλήβδην την ψυχοχειρουργική.

Οι συγγραφείς ξεκίνησαν να φαντάζονται και να γράφουν για ανθρώπους-ρομπότ, πειθήνια όργανα της εξουσίας.

Η εφημερίδα Nation έγραψε:Δημιουργούμε ομάδες ανθρώπων με εγκεφαλική βλάβη που θα είναι πολίτες αυτής της χώρας.

Όμως, όπως προέβλεψε ο Χάξλεϊ, δε χρειάζεται η λοβοτομή για να συμβεί αυτό -ούτε οι αεροψεκασμοί. 

Υπάρχουν άλλες μέθοδοι χειραγώγησης, πολύ πιο αποτελεσματικές και ανέξοδες.

Οι λοβοτομές συνεχίστηκαν, αφού πολλοί ασθενείς είδαν τη ζωή τους να βελτιώνεται, χωρίς να γίνονται ρομπότ.

Από το 1937 έως το 1949, όταν απονεμήθηκε στο Μονίζ το βραβείο Νόμπελ, η επέμβαση ήταν τόσο διάσημη ώστε μόνο στις ΗΠΑ είχαν πραγματοποιηθεί 20.000 εγχειρήσεις.

Το 1950 ανακαλύφτηκε το πρώτο αντιψυχωτικό φάρμακο και η συχνότητα των λοβοτομών μειώθηκε.



Τα ψυχοφάρμακα δεν ήταν περισσότερο αποτελεσματικά από τη λοβοτομή και συχνά είχαν εξίσου “ενοχλητικές” παρενέργειες.

Όμως ήταν περισσότερο κερδοφόρα, μπορούσε να τα χορηγήσει οποιοσδήποτε ψυχίατρος και -κυρίως- δεν ήταν τρομακτικά.

Είναι πολύ πιο εύκολο να καταπίνεις ένα χαπάκι κάθε μέρα από το να σου ανοίγουν μια τρύπα στο κεφάλι, έτσι δεν είναι;

Μέχρι τη δεκαετία του ’70 πραγματοποιούνταν λιγότερες από είκοσι λοβοτομές το χρόνο.

Οι χειρουργοί ανέπτυξαν στερεοτακτικά όργανα ακριβείας που εξασφάλιζαν την είσοδο ενός μικρού ηλεκτρόδιου, το οποίο κατέστρεφε πολύ μικρά κομμάτια ιστού, σε αντίθεση με τις βόμβες οινοπνεύματος και την τυφλή ψηλάφηση της λεπίδας.

Το ’70 το Αμερικανικό Κονγκρέσο συνέστησε ειδική εξεταστική επιτροπή για την Ψυχοχειρουργική, με σκοπό να την κηρύξει παράνομη. Προς έκπληξη όλων η επιτροπή αποφάνθηκε ότι η ψυχοχειρουργική είναι μια νόμιμη διαδικασία που έχει αξιοσημείωτη θεραπευτική αξία για συγκεκριμένες διαταραχές.

Οι γερουσιαστές και η κοινή γνώμη δεν πείστηκαν, έτσι μέχρι σήμερα το να επιλέξεις να υποβληθείς σε προσαγωγιοτομή είναι εξίσου δύσκολο με το να επιλέξεις να σταματήσεις να πληρώνεις φόρους και λογαριασμούς, ζώντας απομονωμένος και ασκητικά σε ένα βουνό.

(Αναφέρομαι στις ΗΠΑ. Δεν ξέρω τι ισχύει στην Ελλάδα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση για την Ψυχοχειρουργική).

Ο Τσάρλι, ο ιδεοψυχαναγκαστικός γεωλόγος, μαζί με το γιατρό του, εργάστηκαν σκληρά για να καταφέρουν να πάρουν την έγκριση από την Εθνική Επιτροπή για την Ασφάλεια των Ανθρώπινων Υποκειμένων.

Τα κατάφεραν, και ο Τσάρλι -έχοντας τις αισθήσεις του, αφού ο εγκέφαλος δεν πονάει- έμεινε με τα μάτια ανοικτά όση ώρα οι γιατροί κατέστρεφαν εγκεφαλικό ιστό.

Πέντε μέρες μετά την εγχείρηση η ιδεοψυχαναγκαστική νόσος είχε εξαφανιστεί, χωρίς καμία παρενέργεια. Ο Τσάρλι δεν έχασε το χιούμορ του, ούτε του έτρεχαν τα σάλια κοιτώντας 


ασκαρδαμυκτί τον τοίχο.

Τα τεστ έδειξαν ότι η μνήμη του δεν αντιμετώπισε κάποια εξασθένηση και ο δείκτης νοημοσύνης του ήταν υψηλότερος από ό,τι ήταν προεγχειρητικά.

Και, κυρίως, δεν γυρνούσε είκοσι φορές γύρω από το δεξί του πόδι, πριν να κάνει ένα βήμα.

Όταν η Lauren Slater τον ρώτησε πως αισθάνεται εκείνος είπε:

Θαυμάσια! Δεν είμαι διαταραγμένος. Όχι πια… Αν δεν φύγει και η κατάθλιψη θα πάω πίσω στη Βοστόνη, να κάνω μια τομή ακόμα”.

Γιατρέ μου, αύξησε τη δόση μου! Γιατρέ, κόψε λίγο ακόμα φλοιό!

Σίγουρα δεν θα περιμένατε να ακούσετε κάτι τέτοιο από το Γελωτοποιό, αλλά πιθανότατα η ψυχοχειρουργική να διαδραματίσει πολύ σημαντικό ρόλο στον εικοστό πρώτο αιώνα.

Υπάρχουν αποδείξεις ότι οι άνθρωποι έκαναν επεμβάσεις στον εγκέφαλο από την εποχή των Φαραώ (δεν ξέρουμε πόσο επιτυχημένες ήταν).

Καθώς οι γνώσεις μας για τον εγκέφαλο αυξάνονται και τα εργαλεία, οι τεχνικές τελειοποιούνται (ήδη μιλούν για ακτίνες λέιζερ ή ακτινοβολία Γάμμα, για μαγνητική και ηλεκτρική διέγερση σε ασθένειες όπως το Αλτσχάιμερ) τα ψυχοφάρμακα θα μοιάζουν παρωχημένα, σαν πετρελαιοκηλίδες που απλώνονται ανεξέλεγκτα σε όλο τον εγκέφαλο.

Ίσως όμως κι αυτά να γίνουν πιο εξειδικευμένα μέρα με τη μέρα.

Σε αυτούς που θα αντιδράσουν στην ιδέα της ψυχοχειρουργικής θα πρέπει να θυμίσουμε ότι υπάρχουν ψυχικά νοσήματα που δεν θεραπεύονται με την ψυχανάλυση, την γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία και τα lexotanil.

Υπάρχουν άνθρωποι που υποφέρουν. Και κάθε άνθρωπος πρέπει να έχει το δικαίωμα να κάνει ό,τι θέλει με το σώμα του, με τον εγκέφαλο του.

Με την ψυχή του;



Ο εγκέφαλος είναι ένα όργανο, όπως η καρδιά και τα νεφρά. Δεν είναι ο πυρήνας της ψυχής.

Το μεγαλύτερο εννοιακό σφάλμα, γλωσσικό σφάλμα ουσιαστικά, είναι ότι συνδέσαμε τις λειτουργίες του εγκεφάλου, καθώς και τις επιστήμες ή τις ψευδοεπιστήμες που έχουν ως αντικείμενο τον εγκέφαλο, τις συνδέσαμε με την αφηρημένη έννοια της ψυχής.

Ψυχολογία, ψυχανάλυση, ψυχιατρική, ψυχοθεραπεία, ψυχοφάρμακα, ψυχοχειρουργική.

Συνδέσαμε την επιστήμη με την μεταφυσική, χρησιμοποιώντας εσφαλμένα μια ελληνική λέξη, η οποία δεν είχε καμία σχέση με τον εγκέφαλο.

Πως μπορείς να χειρουργήσεις την ψυχή;” θα αναρωτηθεί κάποιος.

Βεβαίως και δεν μπορείς. Μπορείς να χειρουργήσεις το Θεό;

Η ψυχή ανήκει στη δικαιοδοσία των θρησκειών -ίσως και των ποιητών.

Ο εγκέφαλος είναι ένα όργανο του σώματος και μπορεί να χειρουργηθεί, από έναν εγκεφαλοχειρουργό.





Αυτός δεν επεμβαίνει στην ψυχή.

Πρέπει να συνηθίσουμε το διαχωρισμό, παρά τις αντιδράσεις των θρησκόληπτων, οι οποίοι ίδια αντιδρούσαν στις πρώτες μεταμοσχεύσεις, όπως και σε κάθε πρόοδο της ιατρικής επιστήμης.

Αν η επιστήμη συμπορευόταν με τη θρησκεία, η βρεφική θνησιμότητα θα ήταν στα ίδια επίπεδα που βρισκόταν στο Μεσαίωνα και κάθε λοιμώδης ασθένεια θα εξολόθρευε το πληθυσμό ολόκληρων ηπείρων.

Σκεφτείτε “το την επόμενη φορά που θα αρρωστήσετε, εσείς ή το παιδί σας.

Και μια τελευταία σκέψη: Κάθε θεραπεία πρέπει να αποσκοπεί στη βελτίωση της κατάστασης του υποκειμένου. Δεν έχει σημασία ποια θα είναι αυτή, αν θα είναι επιστημονική ή εναλλακτική ή αντιεπιστημονική.

Οι θεραπευτές πρέπει να έχουν την ωριμότητα να τοποθετούν την κατάσταση του θεραπευόμενου πάνω από τις πεποιθήσεις τους.

Ο ομοιοπαθητικός, ο ψυχαναλυτής, ο ψυχολόγος, ο ψυχίατρος, ο νευρολόγος, ο εγκεφαλοχειρουργός, να ξέρει πόσα μπορεί να προσφέρει στον άνθρωπο που ζητάει τη βοήθεια του.

Ο μόνος αυτοσκοπός είναι ο άνθρωπος.

Να μπορέσει να ζήσει αυτός καλύτερα. Όχι να γίνει καλύτερος πολίτης. Γιατί τότε, θα πρέπει να ορίσουμε επακριβώς, πριν ξεκινήσουμε τη θεραπεία, τι σημαίνει “καλός πολίτης”.

Και τότε θα πρέπει να εμπλέξουμε τη φιλοσοφία και την πολιτική, να εμπλακούμε σε έναν κυκεώνα θέσεων και αντιθέσεων, που διόλου δεν θα ωφελήσουν τον άνθρωπο που υποφέρει.

(Αυτό το κείμενο γράφτηκε με τη βοήθεια της Lauren Slater. Ένα από τα βιβλία της, “Το Κουτί της Ψυχής”, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Οξύ, μτφ Δέσποινα Αλεξανδρή. Είναι ένα βιβλίο που αξίζει, όχι μόνο να διαβάσετε, αλλά και να έχετε στη βιβλιοθήκη σας.)

Διαβάστε περισσότερα... »

Η πεταλούδα και η ψυχή




Ήταν ένας σοφός δάσκαλος και ένας μαθητής του. Επειδή τα πάντα που έλεγε στον μαθητή του ήταν τόσο σοφά θέλησε ο μαθητής να πειράξει τον δάσκαλό του και να τον πιάσει αδιάβαστο κάπου.

Σκέφτηκε λοιπόν να πιάσει μια πεταλούδα με το χέρι του και να ρωτήσει τον δάσκαλό του τι κρατούσε και αν αυτό που είχε μέσα στον καρπό του ήταν ζωντανό ή νεκρό.

Ήξερε επίσης ο μαθητής ότι ο δάσκαλός του εύκολα θα εύρισκε την πεταλούδα, αλλά αν ο δάσκαλός του απαντούσε ότι ήταν ζωντανή τότε θα έσφιγγε το χέρι του και θα σκότωνε την πεταλούδα για να του αποδείξει ότι δεν ήταν και τόσο σοφός.



Έπιασε λοιπόν μια πεταλούδα και αφού την έκλεισε στον καρπό του ρώτησε τον δάσκαλό του.

-Δάσκαλε τι κρατώ στο χέρι μου;

-Την ψυχή σου κρατάς νεαρέ μου.

Σκέφτεται ο μαθητής ότι ο δάσκαλός του έχει δίκιο.

Η πεταλούδα είναι μια ψυχή που θα μπορούσε να είναι και η δική του.

-Λοιπόν δάσκαλε , συνεχίζει ο μαθητής, είναι η ψυχή μου και τι είναι ζωντανή ή νεκρή; ξαναρωτά ο μαθητής.

-Απαντά ο σοφός δάσκαλος λέγοντας: Από το χέρι σου εξαρτάται…

Άρα η τύχη της ψυχής μας εξαρτάται αποκλειστικά από εμάς τους ίδιους.

Διότι την σωτηρία της, την κρατάμε στο χέρι μας.



Διαβάστε περισσότερα... »

Η μάχη στην ψυχή του ανθρώπου (οι δυό λύκοι)





Ένα βράδυ ένας γέρος ινδιάνος της φυλής Τσερόκι, μίλησε στον εγγονό του για τη μάχη που γίνεται μέσα στην ψυχή των ανθρώπων και του είπε: 

- Γιέ μου, η μάχη γίνεται ανάμεσα σε δυο λύκους που έχουμε όλοι μέσα μας.

Ο ένας είναι το Κακό. Είναι ο θυμός, η ζήλια, η θλίψη, η απογοήτευση, η απληστία, η αλαζονεία, η ενοχή, η προσβολή, τα ψέματα, η ματαιοδοξία, η υπεροψία, και το εγώ.

Ο άλλος είναι το Καλό. Είναι η χαρά, η ειρήνη, η αγάπη, η ελπίδα, η ηρεμία, η ταπεινοφροσύνη, η ευγένεια, η φιλανθρωπία, η συμπόνια, η γενναιοδωρία, η αλήθεια, η ευσπλαχνία.



Ο εγγονός το σκέφτηκε για ένα λεπτό και μετά ρώτησε τον παππού του:

- Και ποιος λύκος νικάει;

Ο γέρος Ινδιάνος Τσερόκι απάντησε απλά:

- Αυτός που ταΐζεις.

Διαβάστε περισσότερα... »

Καζαντζάκης: Μια φλόγα είναι η ψυχή του ανθρώπου!





Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή.

Ευθύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η επιστροφή· ταυτόχρονα το ξεκίνημα κι ο γυρισμός· κάθε στιγμή πεθαίνουμε. Γι αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της ζωής είναι ο θάνατος.

Μα κι ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η προσπάθεια να δημιουργήσουμε, να συνθέσουμε, να κάμουμε την ύλη ζωή· κάθε στιγμή γεννιούμαστε. Γι΄ αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της εφήμερης ζωής είναι η αθανασία.

Στα πρόσκαιρα ζωντανά σώματα τα δυο τούτα ρέματα παλεύουν:

α) ο ανήφορος, προς τη σύνθεση, προς τη ζωή, προς την αθανασία·

β) ο κατήφορος, προς την αποσύνθεση, προς την ύλη, προς το θάνατο.

Και τα δυο ρέματα πηγάζουν από τα έγκατα της αρχέγονης ουσίας. Στην αρχή η ζωή ξαφνιάζει· σαν παράνομη φαίνεται, σαν παρά φύση, σαν εφήμερη αντίδραση στις σκοτεινές αιώνιες πηγές· μα βαθύτερα νιώθουμε: η Ζωή είναι κι αυτή άναρχη, ακατάλυτη φόρα του Σύμπαντος.




Μια Φλόγα είναι η ψυχή του ανθρώπου· ένα πύρινο πουλί, πηδάει από κλαρί σε κλαρί, από κεφάλι σε κεφάλι, και φωνάζει: “Δεν μπορώ να σταθώ, δεν μπορώ να καώ, κανένας δεν μπορεί να με σβήσει!”

Δέντρο φωτιά γίνεται ολο με μιάς το Σύμπαντο. Ανάμεσα από τους καπνούς κι από τις φλόγες, αναπαμένος στην κορυφή της πυρκαγιάς, κρατώ αμόλευτο, δροσερό, γαλήνιο, τον καρπό της φωτιάς, το Φως.
....



.....
~ Νίκος Καζαντζάκης, Απόσπασμα από την “Ασκητική”.



Πηγή:ebooks.edu.gr
πηγή-antikleidi.com (απόσπασμα)
Διαβάστε περισσότερα... »

H κάμπια που έγινε πεταλούδα




Ένας καθηγητής Βιολογίας εξηγούσε στους μαθητές του πώς μια κάμπια γίνεται πεταλούδα. Τους είπε λοιπόν ότι, κατά τις επόμενες δύο ώρες, η πεταλούδα θα προσπαθούσε να βγει από το κουκούλι και αφού τόνισε ότι κανείς δεν πρέπει να τη βοηθήσει, έφυγε.

Οι μαθητές περίμεναν και κάποια στιγμή άρχισε η διαδικασία.



Η πεταλούδα προσπαθούσε να βγει από το κουκούλι, όταν ένας από τους μαθητές τη λυπήθηκε και αποφάσισε να τη βοηθήσει παρά τις ρητές εντολές του καθηγητή.

Έσπασε λοιπόν το κουκούλι και η πεταλούδα, η οποία δεν χρειαζόταν πια να καταβάλει καμία προσπάθεια, λίγο αργότερα πέθανε.

Όταν επέστρεψε ο καθηγητής και του είπαν τι είχε συμβεί, εξήγησε στον μαθητή ότι, στην πραγματικότητα, βοηθώντας την πεταλούδα, τη σκότωσε, γιατί, σύμφωνα με τον νόμο της φύσης, η προσπάθεια της πεταλούδας να βγει από το κουκούλι τη βοηθά να δυναμώσει τα φτερά της.

Ο μαθητής της στέρησε την προσπάθεια και έτσι, η πεταλούδα πέθανε.

Τίποτα αξιόλογο δεν κατακτάται χωρίς προσπάθεια.



Διαβάστε περισσότερα... »

Αριστοτέλης: Η ψυχή είναι πολυτιμότερη από την περιουσία και το σώμα




Συνήθως, οι περισσότεροι άνθρωποι νομίζουν ότι, όση και να έχουν αρετή, είναι αρκετή, ενώ για τον πλούτο, τα χρήματα, την ισχύ, τη δόξα, και όλα τα σχετικά, πιστεύουν πως, όσα και να έχουν, δε φθάνουν.

Ο Αριστοτέλης, σε όλους αυτούς, διαμηνύει να προσέξουν ότι δεν αποκτούν και δεν μπορούν να διαφυλάξουν τις αρετές με τα εξωτερικά αγαθά, αλλά, αντίθετα, εκείνα με αυτές. 

Την ευτυχισμένη ζωή, είτε υπάρχει στη χαρά, είτε στην αρετή, είτε και στα δυο, περισσότερο τη βρίσκουμε σ’ εκείνους που έχουν καλλιεργήσει στο έπακρο το ήθος τους και τη διάνοια, ενώ παραμένουν μετριοπαθείς και μετρημένοι όταν πρόκειται για την κτήση εξωτερικών αγαθών' όχι, όμως, σ’ εκείνους που διαθέτουν αγαθά περισσότερα από τα χρήσιμα, ενώ, την ίδια στιγμή, υπολείπονται στο ήθος και τη διάνοια. 

Γιατί τα εξωτερικά αγαθά εξαντλούνται, και περισσότερο αποτελούν μέσο, όπως καθετί που χρησιμεύει σε κάτι άλλο' η υπερεπάρκειά τους, όμως, αναγκαστικά, είτε βλάπτει είτε, τελικά, δεν ωφελεί καθόλου όσους τα διαθέτουν. Τα αγαθά, τώρα, που αφορούν στην ψυχή, όσο κι αν αφθονούν, τόσο πιο πολύ είναι χρήσιμα' εφόσον, βέβαια, πρέπει να ζητούμε και σ’ αυτά, όχι μόνο το ωραίο αλλά και το χρήσιμο. 

Αν επιπλέον, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η ψυχή είναι πολυτιμότερη από την περιουσία και το σώμα, θα πρέπει, για το καθένα, να εξασφαλίσουμε την καλύτερη εκδοχή, σύμφωνα με την ιεραρχία που εγκαθιστούμε ανάμεσά τους. 

Άλλωστε, από τη φύση, επιβάλλεται να επιλέγουμε τα εξωτερικά αγαθά προς όφελος της ψυχής, πράγμα που πρέπει να κάνουν όλοι όσοι σκέφτονται σωστά,' και όχι να υποτάσσουμε την ψυχή στην αναζήτηση των εξωτερικών αγαθών.




Καθένας, τώρα, αξιώνεται την ευδαιμονία στο βαθμό που διαθέτει αρετή και φρόνηση, και φροντίζει να ενεργεί σύμφωνα με αυτές. Τον εσωστρεφή προσανατολισμό, και την εσωτερική διάσταση της ευδαιμονίας, ο Αριστοτέλης την κατοχυρώνει με την αναφορά στο θεό. Εκείνος είναι ευδαίμων και μακάριος όχι εξαιτίας των εξωτερικών αγαθών, αλλά χάρη στον εαυτό του και σε αυτό που είναι από τη φύση. 

Γι’ αυτό, αναγκαστικά, η ευδαιμονία διακρίνεται από την ευτυχία. 

Η δεύτερη αφορά στα αγαθά που δεν έχουν να κάνουν με την ψυχή' γι’ αυτά αρμόδια είναι η τύχη. Δίκαιος και σώφρων, όμως, δεν είναι κανένας από τύχη. Το ίδιο, ακριβώς, ισχύει και για την πόλη που θέλει να ζει ευτυχισμένα. Είναι αδύνατο να ευτυχούν εκείνοι που δεν ενεργούν σωστά. Κανένα έργο, ανθρώπου ή πόλης, δεν είναι καλό, που δε συνοδεύεται ή δεν απορρέει από την αρετή και τη φρόνηση. 

Επομένως, άριστος βίος, τόσο μεμονωμένα, για τον κάθε άνθρωπο, όσο και γενικά, για τις πόλεις, είναι εκείνος που συνέχεται από αρετή σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι πράξεις που έχει να επιδείξει, να είναι πράξεις αρετής



Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η αρετή έχει να κάνει με τη χαρά, την αγάπη και το μίσος που κατευθύνονται σωστά, «ορθώς». Η εισαγωγή στο βίο της αρετής, είναι, πρώτα, έργο της παιδείας, και συγκεκριμένα της μουσικής, που περιλαμβάνει την ποίηση, την όρχηση και το μέλος, και αποστολή της είναι να διδάσκει και να εθίζει στην ορθή κρίση, αλλά και στη χαρά με τα ευγενή ήθη και τις ωραίες πράξεις. Οι ρυθμοί και οι μελωδίες εξομοιώνουν, διαμορφώνουν ομοιώματα ηθών όπως η οργή, η πραότητα, η ανδρεία και η σωφροσύνη, αλλά και τα αντίθετα σε αυτά. 

Στην πράξη, μάλιστα, η ψυχή υφίσταται μεταβολή, όταν ακούγονται παρόμοιοι ρυθμοί και μελωδίες. Έτσι, καθώς οι άνθρωποι συνηθίζουν να λυπούνται και να χαίρονται με τις εξομοιώσεις, φθάνουν, και σε πραγματικές συνθήκες, σε αληθινές περιστάσεις, να νιώθουν με τον ίδιο τρόπο...

Από το παράρτημα του βιβλίου Αριστοτέλης – "Περί ψυχής" εκδόσεις Ζήτρος, Σχόλια Ι.Σ.Χριστοδούλου


Διαβάστε περισσότερα... »

Η Ψυχή (Χαλίλ Γκιμπράν)





Και ο Θεός δημιούργησε την ψυχή, πλάθοντας την με ομορφιά. 

Της έδωσε την απαλότητα της πρωινής αύρας, το άρωμα των λουλουδιών, την ομορφιά του σεληνόφωτος.

Της έδωσε επίσης ένα ποτήρι χαράς και της είπε:

"Δε θα πιεις απ' αυτό το ποτήρι παρά μόνο όταν ξεχάσεις το παρελθόν και αποκηρύξεις το μέλλον".

Της έδωσε επίσης ένα ποτήρι θλίψης, λέγοντας:

"Πιες για να καταλάβεις το νόημα της χαράς".

Μετά ο Θεός έδωσε στην ψυχή αγάπη που θα χανόταν με τον πρώτο στεναγμό ικανοποίησης, και γλυκύτητα που θα χανόταν με την πρώτη λέξη αλαζονείας. Έκανε ένα ουράνιο σημείο για να την οδηγεί στο δρόμο της αλήθειας .

Έβαλε στα βάθη της ένα μάτι που βλέπει το αόρατο. Δημιούργησε μέσα της μια φαντασία που κυλά σαν ποτάμι με φαντάσματα και κινούμενες μορφές. Την έντυσε με ενδύματα λαχτάρας υφασμένα απ' τους αγγέλους απ' το ουράνιο τόξο.

Κι έβαλε επίσης μέσα της το σκοτάδι της σύγχυσης, που είναι η σκιά του φωτός. Και πήρε ο Θεός φωτιά απ' το καμίνι του θυμού, Άνεμο που φυσά απ' την έρημο της άγνοιας, μάζεψε άμμο απ' την όχθη του εγωισμού, και σκόνη κάτω απ' τα πόδια των αιώνων.

Έτσι έφτιαξε τον άνθρωπο. Κι έδωσε στον άνθρωπο δύναμη τυφλή που γίνεται φλόγα σε στιγμές τρελού πάθους και κοπάζει μπροστά στην επιθυμία. Του έδωσε ο Θεός ζωή που είναι η σκιά του θανάτου.

Και ο Θεός χαμογέλασε και έκλαψε, κι ένιωσε μια αγάπη που δεν έχει όρια ούτε τέλος . Κι έτσι ένωσε τον άνθρωπο με την ψυχή του..

ΧΑΛΙΛ ΓΚΙΜΠΡΑΝ

Διαβάστε περισσότερα... »

Η Ψυχή




Μια φορά κι ένα καιρό ήταν μια βασιλοπούλα. 

Τη λέγανε Ψυχή

Στα μάτια της έλαμπε όλη η καλοσύνη του κόσμου κι ωστόσο μέσα τους χανόσουν όπως σε μιαν ατέλειωτη νύχτα. Είχε μιαν ελίτσα στη μέση του μετώπου της. Ήτανε ντροπαλή και ήρεμη. Δεκαοχτώ χρονών ήταν όταν τη βρήκε το κακό.

Η εύθραυστη τελειότητα της μορφής της τάραξε μια μέρα το θεό Έρωτα. Την είδε τυχαία κάτω από μια βελανιδιά. Μια ηλιαχτίδα τής χάιδευε τα μαλλιά, εκεί μες στη γαλήνη του κήπου όπου πήγαινε καμιά φορά να συναντήσει κρυφά τα όνειρά της. Ένιωσε κεραυνοβολημένος από έρωτα. 

Η καρδιά του ήτανε κάστρο εφτασφράγιστο. Εκείνη τη μέρα, όμως, άνοιξε για πρώτη φορά. Κοίταξε την Ψυχή για ώρα κάτω από τη φυλλωσιά κι έπειτα γύρισε στην ουράνια χώρα του, σαν ένα μεγάλο μεθυσμένο πουλί. Μπήκε στο παλάτι της μητέρας του, της Αφροδίτης, προχώρησε προς το μέρος της και είπε:

— Μια θνητή μου πήρε την καρδιά.

Έμεινε για λίγο σιωπηλός. Και συνέχισε:

— Η ομορφιά της είναι πιο μεγάλη από τη δικιά σου.

Η Αφροδίτη χλόμιασε. Μια αδιόρατη έκφραση μίσους έλαμψε στα μάτια της.

— Ποια είναι αυτή, γιε μου; 

Ο Έρως τής αποκρίθηκε:

— Είναι η Ψυχή.



Την ίδια στιγμή, μαύρη ομίχλη έπεσε στο βασίλειο όπου ζούσε η κοπέλα. Τυφλωμένοι οι άνθρωποι αναζητούσαν τον ήλιο. Ο βασιλιάς, έντρομος, σήκωσε τα χέρια του στον ουρανό και ρώτησε τους θεούς ποιο έγκλημα είχε διαπράξει ο λαός του για να πάθει τέτοια συμφορά. Εμπρός του πρόβαλε τότε η Αφροδίτη και του είπε:

— Οδήγησε μαυροντυμένη την Ψυχή στο πιο ψηλό βουνό της Ελλάδας. Κάτω από τον τελευταίο βράχο, εκεί, ανάμεσα σε γη κι ουρανό, θα την αφήσεις μοναχή. Ένα τέρας θα ’ρθει και θα την πάρει γυναίκα του. Όταν πια θα το χουν δει ετούτο τα μάτια μου, τότε και η χώρα σου θα ξαναζωντανέψει.

Ο βασιλιάς έσκυψε το κεφάλι, έκλαψε μέσα στις χούφτες του κι αρνήθηκε με ουρλιαχτά να θυσιάσει την κόρη του. Στο τέλος, όμως, υπάκουσε. Το βράδυ, με μεγάλη συνοδεία, την οδήγησε στο βουνό. Όταν πια οι άλλοι την άφησαν, εκείνη ακούμπησε πάνω στο βράχο και το πνεύμα της βυθίστηκε σ’ ένα σκοτάδι δίχως μνήμη.

Σαν επέστρεψε στον κόσμο, το πρώτο που είδε θολά ήταν ένα χρυσαφένιο ταβάνι διακοσμημένο με ζωγραφιστές φιγούρες που έμοιαζαν να την κοιτάζουν. Ήταν ξαπλωμένη σ’ ένα κρεβάτι γεμάτο γούνες. Σηκώθηκε. Από το ανοιχτό παράθυρο είδε μια στάλα πράσινο και λίγο ουρανό. Άκουσε βήματα. Δίπλα της στεκόταν ένα πλάσμα χαμογελαστό και λεπτό σαν καλάμι. Τα μαλλιά του μοιάζανε να ναι από ομίχλη καμωμένα.Της είπε:

— Καλωσόρισες στο παλάτι του άρχοντα μου.

— Ποιος είσαι; ρώτησε η Ψυχή.

— Με λένε Ζέφυρο. Πριν από λίγο, σε σήκωσα με ένα φτεροκόπημα από το βουνό όπου θα πέθαινες.

Γέλασε κι εξαφανίστηκε.

Η Ψυχή αναπαύτηκε ανάμεσα στα πουλιά που έρχονταν πού και πού και φτερούγιζαν μέσα στην κάμαρή της. Σαν νύχτωσε, μια σκιά την πλησίασε, μια φωνή τής ψιθύρισε στ’ αυτί:

— Μη γυρέψεις να δεις το πρόσωπό μου, Ψυχή, αλλιώς θα με χάσεις για πάντα.

Ένας άντρας πλάγιασε στο κρεβάτι. Οι κινήσεις του ήταν απαλές, η παρουσία του προκαλούσε ρίγος. Και μετά της είπε:

— Μια μέρα θα ζήσουμε στον ήλιο.

Το άλλο πρωί, όταν ξύπνησε η Ψυχή, έψαξε τη σκιά του εραστή πάνω στο μαξιλάρι. Τα δάχτυλά της όμως συνάντησαν μόνο τα σημάδια της ζεστής απουσίας του. Ήρθαν υπηρέτες να την αρωματίσουν, να της σερβίρουν φρούτα, γάλα κι αμύγδαλα. Βγήκε στον κήπο και περπάτησε ώρα. 

Σαν έφυγε η μέρα, ο εραστής ξανάρθε, μόλις πιο σκοτεινός από το πέπλο της νύχτας. Αυτή τη φορά του χάιδεψε το πρόσωπο μες στο σκοτάδι. Της έδινε χαρά να αναζητά με τη φαντασία της τα χαρακτηριστικά του. Άγγιξε το μέτωπό του, την άκρη της μύτης του, φίλησε το στόμα του. Τούτο το στόμα τής είπε:

— Κλείσε, Ψυχή, τα μάτια σου, δεν πρέπει να με δεις.

Το πρωί ξύπνησε πάλι μόνη. Δε θέλησε ν’ αγγίξει το πρόγευμα που της έφεραν, έδιωξε τους υπηρέτες και κατέβηκε στον κήπο. Η μέρα τής φάνηκε μεγάλη και το φως υπερβολικά έντονο. Ήρθε η νύχτα, μα πλάι στο δίχως πρόσωπο άντρα της ύπνος δεν της κολλούσε. 

Μια ώρα πριν το χάραμα κι ενώ αυτός κοιμόταν, σηκώθηκε, άναψε ένα κερί κι έσκυψε με λαχτάρα αβάσταχτη πάνω από το σώμα του αγαπημένου της. Στην άκρη του χεριού της η φλόγα ξάφνου άρχισε να τρέμει. Το πρόσωπο που φωτίστηκε ήτανε του Έρωτα. Έπεσε λίγο ζεστό κερί πάνω στο στήθος του και τα βλέφαρά του τρεμόπαιξαν. Γύρισε και την κοίταξε. Η Ψυχή στέναξε κι έσβησε τη φλόγα. Ξαναβρέθηκαν στο σκοτάδι κι ο θεός τής είπε:

— Με έχασες.


Η Ψυχή ανακαλύπτει τον κοιμισμένο Έρωτα


Ένας ανεμοστρόβιλος την πήρε. Άκουσε τα ουρλιαχτά της μακριά μέσα στη θύελλα, τέλος άνοιξε τα μάτια της. Είχε ξαναβρεθεί πάλι στο βουνό, εγκαταλειμμένη πια απ’ όλους, κουβαριασμένη πάνω στο βράχο της κορφής. Στην πεδιάδα, πυρσοί σε παράταξη έσβηναν ό ένας μετά τον άλλον. 

Μακριά σύννεφα στον ουρανό έκοβαν στη μέση το φεγγάρι. Παγωμένη στην ψυχή και στο σώμα, άκουγε τον άνεμο. Το σφύριγμά του γινόταν ένα με τον πάταγο ενός καταρράκτη. Ανασηκώθηκε, έτρεξε κατά τη μεριά που ακουγόταν θόρυβος από μανιασμένα νερά κι έφτασε στην άκρη ενός γκρεμού. Άνοιξε διάπλατα τα χέρια της κι αφέθηκε να πέσει εμπρός.

Της φάνηκε σαν ένα χέρι, μεγάλο σαν φτερό αϊτού, να την κρατά στον αέρα και να την πηγαίνει πάνω από τ’ αφρισμένα κύματα. Κατά το χάραμα ξύπνησε στην όχθη ενός ποταμιού. Το χέρι βοήθειας την είχε αφήσει εκεί, στους πρόποδες ενός βουνού, πάνω στη χλόη της όχθης. 

Μέσα στο πρωινό φως, είδε ένα βοσκό να έρχεται προς το μέρος της, ντυμένο μ’ένα μακρύ χιτώνα. Της χαμογέλασε, δεν της μίλησε, της έδωσε όμως να φάει κι από τις χούφτες του να πιει. Έπειτα της έδειξε ένα ναό στην άκρη του αγρού. Τη συνόδεψε ως την είσοδό του και γύρισε πίσω δίχως να πει μια λέξη αποχαιρετισμού. 

Η Ψυχή μπήκε μόνη της στο κρύο σκοτάδι. Ο χώρος ήταν έρημος. Στο βάθος έκαιγαν δυο δάδες. Ανάμεσα τους βρισκόταν ένα άγαλμα της Αφροδίτης. Η Ψυχή πλησίασε, γονάτισε, έσκυψε σε στάση μετάνοιας και ζήτησε έλεος. Και τότε, το πέτρινο στόμα μίλησε. Και είπε:

Μου έκλεψες το γιο μου και τη δόξα μου. Στο βουνό επάνω είναι ένα χρυσό πρόβατο. Φέρε μου μια μπούκλα από το μαλί του και θα σε συγχωρήσω για το κακό που μου κάνες.

Η Ψυχή σηκώθηκε κι έφυγε, όμοια με άξεστη ζητιάνα. Περπατούσε ώρες ανάμεσα στα βράχια κι ίσα ίσα που γευόταν το νερό των πηγών και τους άγριους καρπούς. Ένα βράδυ, απελπισμένη, αποκοιμήθηκε πάνω σε μια πλατιά πέτρα. Το πρωί ένα κοράκι καθόταν στον ώμο της. Άφησε να πέσει πλάι της μια μπούκλα χρυσό μαλλί. Ψηλά στη ράχη του βουνού, μια αστραφτερή κατσίκα χοροπηδούσε στον ήλιο που ανέτελλε.

Η Ψυχή γύρισε στο ναό κι άπλωσε τα χέρια στο άγαλμα. Η Αφροδίτη μίλησε πάλι δίχως να σαλεύουν τα χείλη της. Της είπε:

- Ακόμα πονάω. Θέλω να μου δώσεις να πιω ένα κανάτι νερό από την πηγή που τη φυλάει ένας δράκος στην καρδιά του δάσους.

Έφυγε πάλι η Ψυχή και τράβηξε ίσια μπροστά. Σαν έπεφτε η νύχτα, πότε κοιμόταν στη ζεστασιά των ζώων, πότε στην κρύα πέτρα, μέχρι που έφτασε στις παρυφές ενός ξέφωτου, στην καρδιά του δάσους. Είδε ένα βράχο απ’ όπου ανάβλυζε μια πηγή. Γύρω από το βράχο ήταν τυλιγμένος ένας πρασινοκόκκινος δράκος. Το κεφάλι του ανασηκωνόταν ψηλά ίσαμε το φύλλωμα των βελανιδιών τριγύρω. 

Δίχως καμιά ελπίδα, η Ψυχή πήγε προς το μέρος του, έτσι όπως βαδίζει περήφανα κανείς προς το θάνατο. Ο δράκος έσκυψε, υποκλίθηκε στην ομορφιά της κι έκλεισε, τέλος, τα μάτια του. Εκείνη γέμισε το κανάτι κι επέστρεψε στο ναό της Αφροδίτης.

Καθώς πλησίαζε το άγαλμα, που δεν έδειχνε να συγκινείται, άκουσε τη θεά να μουρμουρίζει:

— Μου ’χει μείνει ακόμα μια στάλα μίσος στην καρδιά. Κόρη, πήγαινε στον Άδη. Ζήτησε από την Περσεφόνη, τη θεά του κάτω κόσμου, ένα μπουκαλάκι με άρωμα αθανασίας. Φέρε το εδώ και θα λυτρωθείς.

Η Ψυχή έφυγε πάλι. Στα βάθη μιας σπηλιάς, μια πέτρινη πόρτα άνοιξε μόνη της μόλις στάθηκε μπροστά της. Για ώρα πολλή κατέβαινε ένα μακρύ, σκοτεινό λαγούμι περνώντας ανάμεσα από τα ακίνητα σώματα των νεκρών. Σαν έφτασε στην άκρη του, βρέθηκε σε μια κατάλευκη αίθουσα. Εκεί ήταν η Περσεφόνη, καθισμένη στο θρόνο της. Η βασίλισσα του κάτω κόσμου τής έδωσε ένα μπουκαλάκι. Το πήρε κι έφυγε. Καθώς, όμως, έβγαινε από τη σκοτεινή σπηλιά, ο ήλιος τη θάμπωσε. Παραπάτησε σ’ ένα πεσμένο κλαδί. Το μπουκαλάκι έπεσε κι έσπασε. Και τότε ένα πυκνό σύννεφο τύλιξε το σώμα της. Έχασε τις αισθήσεις της.

Ένας κόκκος αιωνιότητας έπεσε μες στην κλεψύδρα των θεών. Η Ψυχή ξύπνησε. Το μόνο που αντίκρισε ήταν ένα βλέμμα. Ήταν του Έρωτα που στεκόταν από πάνω της.

— Τα βάσανά σου τελείωσαν, της είπε.

Της χαμογέλασε. Ο ήλιος ανέτελλε πάνω από το ουράνιο παλάτι.

Διαβάστε περισσότερα... »

Ο σκορπιός




Ένας μοναχός ζεν, διαλογιζόμενος στις όχθες ενός ρέματος, είδε ένα σκορπιό που είχε πέσει μέσα στο νερό και αποφάσισε να τον σώσει.

Όταν τον έπιασε, ο σκορπιός τον τσίμπησε.

Εξ αιτίας του πόνου, ο μοναχός άφησε πάλι τον σκορπιό ο οποίος έπεσε πάλι μέσα στο νερό.

Ο μοναχός προσπάθησε πάλι να τον βγάλει από το νερό αλλά ο σκορπιός τον τσίμπησε ξανά.

Ένας μαθητής που ήταν εκεί, πλησίασε τον μοναχό και τον ρώτησε:

«Με συγχωρείς δάσκαλε, κάθε φορά που προσπαθείτε να σώσετε τον σκορπιό, εκείνος σας τσιμπάει, γιατί συνεχίζετε;»

Ο μοναχός απάντησε:

«Η φύση του σκορπιού είναι να τσιμπάει αλλά αυτό δεν θα αλλάξει την δική μου εις το να βοηθήσω.»

Πήρε, λοιπόν ένα φύλλο και έβγαλε έξω τον σκορπιό από το νερό και έτσι του έσωσε την ζωή…στην συνέχεια γύρισε προς τον μαθητή και του είπε:

«Μην αλλάξεις ποτέ την φύση σου εάν κάποιος σου κάνει κακό, απλά πάρε προφυλάξεις. Οι άνθρωποι είναι σχεδόν πάντα αχάριστοι για τα οφέλη που τους προσφέρετε, αλλά αυτός δεν είναι λόγος για να σταματήσετε να κάνετε το καλό, ούτε να εγκαταλείψετε την αγάπη που έχετε μέσα σας. Οι μεν επιδιώκουν την ευτυχία, οι δε την δημιουργούν.

Να ανησυχείς περισσότερο για την δική σου συνείδηση παρά για την υπόληψη σου.

Γιατί η συνείδηση δείχνει εκείνο που είσαι και η υπόληψη δείχνει εκείνο που οι άλλοι σκέφτονται για σένα.

Όταν η ζωή σου παρουσιάζει χίλιους λόγους για να κλάψεις, εσύ δείξε πως έχεις χίλιους λόγους για να γελάσεις.»



____________________
Διαβάστε περισσότερα... »