«Ἕλληνες ἀεί παῖδες ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» (Πλάτων, Τίμαιος, 22b).


"Ὁμολογεῖται μὲν γὰρ τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιοτάτην εἶναι καὶ μεγίστην καὶ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ὀνομαστοτάτην· οὕτω δὲ καλῆς τῆς ὑποθέσεως οὔσης,
ἐπὶ τοῖς ἐχομένοις τούτων ἔτι μᾶλλον ἡμᾶς προσήκει τιμᾶσθαι. 24. Ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ' ἐρήμην καταλαβόντες
οὐδ' ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ' οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν ὥστ' ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν,
αὐτόχθονες ὄντες καὶ τῶν ὀνομάτων τοῖς αὐτοῖς οἷσπερ τοὺς οἰκειοτάτους τὴν πόλιν ἔχοντες προσειπεῖν".
(Ἰσοκράτης, Πανηγυρικός, στίχοι 23-24).

Τα άρθρα που φιλοξενούνται στον παρόντα ιστότοπο και προέρχονται απο άλλες πηγές, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνον τις απόψεις των συγγραφέων τους.

Καθίσταται σαφές ότι η δημοσίευση ανάρτησης, δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά αποδοχή των απόψεων του συγγραφέως.


ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ, ΑΦΗΝΕΤΕ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟ-ΑΝΑΡΤΗΣΗ (΄κλίκ΄ στο "Δεν υπάρχουν σχόλια"). ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.

Ακολουθήστε μας στο Facebook

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΤΡΟΠΑΡΙΟ ΚΑΣΣΙΑΝΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΤΡΟΠΑΡΙΟ ΚΑΣΣΙΑΝΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

Μεγάλη Τρίτη βράδυ. Ἀμέλεια




«Δεινὸν ἡ ῥαθυμία! μεγάλη ἡ μετάνοια!…» (αἶν. Μ. Τετ.)

Ἐάν, ἀγαπητοί μου, σᾶς πῶ ὅτι ἕνα περιστέρι ἔγινε κοράκι καὶ ἕνα κοράκι ἔγινε περιστέρι, δὲν θὰ τὸ πιστέψετε. Καὶ δικαίως.Διότι τέτοιες μεταβολὲς δὲν γίνονται στὴ φύσι. Τὸ περιστέρι μένει περιστέρι, τὸ κοράκιμένει κοράκι· ἡ τίγρις μένει τίγρις, τὸ ἀρνάκι μένει ἀρνάκι.

Ἀλλ᾿ ἐνῷ στὴ φύσι δὲν συμβαίνουν τέτοιες μεταβολές, στὸν ἠθικὸ κόσμο συμβαίνουν· εἶνε μεταβολὲς ποὺ μᾶς κάνουν νὰ θαυμάζουμε.Ἕνα τέτοιο θέαμα μᾶς παρουσιάζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας· μᾶς δείχνει ἀπ᾿ τὸ ἕνα μέρος ἕνα περιστέρι ποὺ ἔγινε κοράκι, κι ἀπὸ τὸ ἄλλο ἕνα κοράκι ποὺ ἔγινε περιστέρι. 

Ποιό εἶναιτὸ κοράκι, ποιό εἶνε τὸ περιστέρι; Περιστέρι εἶνε ὁ Ἰούδας – ἔτσι τοὐλάχιστον φαινόταν ἐξωτερικῶς· αὐτὸς ἔγινε μαῦρος σὰν τὸ κοράκι. Καὶ ποιό τὸ κοράκι ποὺ ἔγινε περιστέρι;

Ἡ πόρνη· μαύρη σὰν τὸ κοράκι ἦταν, καὶ ἔγινε ἄσπρη σὰν τὸ περιστέρι.
Ἀλλὰ πῶς ἔγινε αὐτὴ ἡ μεγάλη μεταβολή, ποὺ ὑπερβαίνει καὶ τὶς μεταμορφώσεις τοῦ Ὀβιδίου; Ἔγινε ἡ μεταβολή, ἡ ἠθικὴ αὐτὴ μεταμόρφωσις, διότι ὁ μὲν Ἰούδας πῆρε ὡς σύντροφο τὴ ῥαθυμία καὶ τὴν ἀμέλεια , ἐνῷ ἡ πόρνη πῆρε ὡς σύντροφο καὶ συνοδοιπόρο τὴ μετάνοια. 

Καὶ ὁ ὑμνῳδὸς θαυμάζει καὶ λέει· «Δεινὸν ἡ ῥαθυμία! μεγάλη ἡ μετάνοια!» (αἶν. Μ. Τετ.).

«Δεινὸν ἡ ῥαθυμία!». Φοβερὸ πρᾶγμα ἡ ἀμέλεια . Παντοῦ σὲ ὅλες τὶς ὑποθέσεις
εἶνεφοβερὴ ἡ ἀμέλεια· ἰδίως ὅμως εἶνε φοβερὴ ὅταν κανεὶς ἀμελῇ στὴ μεγαλύτερη ὑπόθεσιτῆς ζωῆς μας, τὴ μετάνοια.

«Τὸ ζητούμενον ἁλωτόν, ἐκφεύγει δὲ τἀ μελούμενον» , ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι (Σοφοκλ., Οἰδ. τύρ., στ. 110-111).
Δηλαδή, ἐκεῖνο ποὺ κυνηγᾷς τὸ πιάνεις, ἐνῷ ἐκεῖνο ποὺ τ᾿ ἀφήνεις καὶ τὸ παραμελεῖς, κάνει φτερὰ καὶ φεύγει, γίνεται πουλὶ ἄπιαστο. Αὐτὸ τὸ βλέπου-με καὶ στὸν Ἰούδα. Ὁ Ἰούδας εἶχε ὅλες τὶς προϋποθέσεις νὰ γίνῃ ἅγιος . Ἔζησε κοντὰ στὸ μεγαλύτερο διδάσκαλο τῶν αἰώνων, τὸ Χριστό. 

Ὁ Χριστὸς δὲν δίδασκε μόνο τὰ ὡραιότερα πράγματα, ἀλλὰ –τὸ σπουδαιότερο– ὅ,τι δίδασκε τὸ εἶχε ἐφαρμόσει πρῶτος στὴ ζωήτου. Λαμπρά, λοιπόν, διδασκαλία καὶ ἄριστο παράδειγμα καὶ ἄριστο περιβάλλον εἶχε ὁ Ἰούδας. Ζοῦσε μέσα σὲ μία ἀτμόσφαιρα πνευματική. Δὲν συναναστρεφόταν μὲ μέθυσους,πόρνους, κακοποιούς. Εἶχε καθημερινὴ συναναστροφὴ μὲ τὸν εὐαίσθητο Ἰωάννη, μὲ τὸ φλογερὸ Πέτρο, μὲ τὸ φιλότιμο Ἀνδρέα καὶ μὲ τοὺς ἄλλους ἀποστόλους. Ἔτρωγε μαζί τους, προσευχόταν μαζί τους, μελετοῦσε μαζί τους τὶς ἅγιες Γραφές, κοιμόταν καὶ ξυπνοῦσε μαζί τους.

Παρ᾿ ὅλα αὐτὰ ὁ Ἰούδας ἔπεσε . Διέπραξε τὸ μεγαλύτερο ἔγκλημα· Ἐπρόδωσε τὸν Διδάσκαλο. Ἔπεσε ὁ Ἰούδας, «καὶ ἦν ἡ πτῶ- σις αὐτοῦ μεγάλη» (πρβλ. Ματθ. 7,27).

Καὶ γιατί ἔπεσε; Διότι ἀμέλησε . Δὲν πρόσεξε καλὰ τὸν ἑαυτό του, δὲν ἔλαβε τὰ κατάλληλα μέτρα.
Ἀγαποῦσε μὲν τὸν Διδάσκαλο,ἀλλὰ ἐρωτοτροποῦσε καὶ μὲ τὸν διάβολο. Ὁ δὲ σατανᾶς εἶνε φοβερός. Ἐφαρμόζει τὸν τρό-πο τοῦ δρυοκολάπτη. Τί εἶνε ὁ δρυοκολάπτης;

Ἕνα πουλὶ τοῦ δάσους. Καὶ τί κάνει; Μὲ τὴ μύτη, μὲ τὸ ῥάμφος του, χτυπάει γύρω – γύρω τὸν κορμὸ τοῦ δέντρου. Κι ὅπου ἀντιληφθῇὅτι κάτω ἀπὸ τὸ φλοιὸ εἶνε κούφιο, ἐκεῖ τρυ-πᾷ τὸ ξύλο καὶ τρώει τὰ ἔντομα ποὺ ὑπάρχουν. Τὸ ἴδιο κάνει κι ὁ σατανᾶς. Περιτριγυρίζει τὴν ψυχή μας κι ὅπου βρῇ ἀδύνατο μέρος, κουφάλα, ἐκεῖ βυθίζει μὲ τρόπο τὸ ῥύγχος του, δημιουργεῖ ῥῆγμα, κι ἀπὸ ᾿κεῖ ἀρχίζει τὸ ἔργο τῆς καταστροφῆς. Καὶ στὸν χαρακτῆρα λοιπὸν τοῦ Ἰούδα βρῆκε μία ἀδύνατη πλευρά. 

Ἡ ἀδύνατη πλευρὰ τοῦ Ἰούδα, ἡ ἀχίλλειος πτέρνα του, ἦταν ἡ φιλαργυρία. Ἡ ψυχή του ἑλκυόταν ἀπὸ τὸ χρῆμα. Τὸ χρῆμαἦταν ἡ ἀδυναμία του. Καὶ τὴν ἀδυναμία αὐτή δὲν προσπάθησε νὰ τὴν ἐξαλείψῃ. Δὲν πολέμησε τὸ σατανᾶ, ποὺ τοῦ παρουσίαζε νύχτα -μέρα ἐμπρός του τὴν εἰκόνα τοῦ χρυσοῦ. Ἀπὸ τὴν ἀμέλειά του ἄφησε τὴν ψυχή του ἀφύλαχτη. Ἔτσι ὁ σατανᾶς εἰσῆλθε στὴν καρδιά του.Μπῆκε ὅπως μπαίνει ὁ κλέφτης ὅταν ἀφήσου-με τὴν πόρτα ἢ τὸ παράθυρο ἀνοιχτά. 

Μπῆκε ὅπως ὁ πλημμυρισμένος ποταμὸς ποὺ σπάει τὸ φράγμα καὶ ὁρμᾷ ἀκράτητος στὸν κάμπο καὶ καταστρέφει τὰ πάντα. Μπῆκε ὅπως μπαί-νει ὁ ἐχθρὸς στὸ φρούριο καὶ σφάζει τοὺς στρατιῶτες ὅταν οἱ φρουροὶ ἀποκοιμηθοῦνκαὶ σταματήσουν νὰ φωνάζουν «φύλακες, γρηγορεῖτε».

Αὐτὸ ἔπαθε ὁ Ἰούδας. Αὐτὸ παθαίνουν καὶὅλοι ὅσοι ἀμελοῦν καὶ ἀδιαφοροῦν γιὰ τὴ σωτηρία τους. Ὁ διάβολος τοὺς δένει σήμεραλίγο, αὔριο περισσότερο, μεθαύριο ἀκόμη περισσότερο, ἕως ὅτου τοὺς δέσῃ τόσο σφιχτὰκαὶ πανοῦργα, ὥστε νὰ τοῦ παραδώσουν ψυχὴ καὶ σῶμα καὶ νὰ γίνουν αἰχμάλωτοί του διὰ τῶν παθῶν. 

Πόσο δίκιο ἔχει ὁ ὑμνῳδὸς ὅταν λέει· «Δεινὸν ἡ ῥαθυμία»!Ἀλλ᾿ ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος ἡ Ἐκκλησία μᾶςδείχνει μία πόρνη καὶ μᾶς φωνάζει· «Μεγάλη ἡ μετάνοια!» . Εἶνε= μεγάλη ἡ δύναμις τῆς μετανοίας . 

Διότι τί ἦταν ἡ πόρνη; Μία γυναίκατῆς ἁμαρτίας, ἕνα σκουλήκι ποὺ κυλιόταν μέσα στὸ βόρβορο, ἕνα κουρέλι τοῦ δρόμου ποὺ τὸ πατοῦσαν ὅλοι, μία νυχτερίδα τῆς ἡδονῆς.Ὅπως ἡ νυχτερίδα βγαίνει στὰ σκοτεινά, ἔτσικαὶ ἡ πόρνη νύχτα ἅπλωνε τὰ δίχτυα της. Πόσες τέτοιες νυχτερίδες ὑπάρχουν καὶ σήμε-ρα καὶ δουλεύουν στὰ καταγώγια τῆς διαφθορᾶς γιὰ νὰ πιάσουν στὰ δίχτυα τοὺς ἄμυαλους νέους ἀλλὰ καὶ γέρους.Ἀλλὰ τώρα; Ὤ, τώρα ἡ πόρνη μετανοεῖ!

Ὁ μαθητὴς καὶ ἀπόστολος φεύγει ἀπὸ τὸ Χριστό, ἐνῷ αὐτὴ τρέχει πρὸς τὸ Χριστό. Ἀλήθεια· ὅταν βλέπω πόρνες νὰ μετανοοῦν, θυμᾶμαι τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ· «Οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρ- ναι προάγουσιν ὑμᾶς (σᾶς ξεπερνοῦν) εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ματθ. 21,31) . 

Ὁ Ἰούδας ἔπεσε στὸ δρόμο καὶ δὲν ξανασηκώθηκε πιά· ἡ πόρνη, ποὺ εἶχε πέσει στὴ λάσπη, σηκώθηκε, ἄφη σε «τὰ ἔργα τῆς αἰσχρᾶς ἁμαρτίας» (οἶκ. Μ. Τετ.) , ἔτρεξε σὰν καλὸς δρομέας, πέρασε τὸν Ἰούδα,προχώρησε στὸν ἅγιο δρόμο, καὶ τερμάτισε νικήτρια. «Μεγάλη ἡ μετάνοια!» .Μετανόησε ὄχι ὅπως μετανοοῦμε ἐμεῖς· ἔδειξε μετάνοια πραγματική. Δὲν τὴ βλέπετε;

Τὰ μαλλιά της, ποὺ τὰ στόλιζε καὶ τὰ ἔκανεπλοκάμια τοῦ διαβόλου, τὰ κάνει τώρα πετσέττα γιὰ νὰ σκουπίσῃ τὰ εὐλογημένα πόδιατοῦ Λυτρωτοῦ της. Καὶ τὰ μάτια της, μὲ τὰ ὁ-ποῖα τόσους θὰ εἶχε παγιδεύσει στὴν ἀκολασία, τώρα τὰ κάνει βρύση ποὺ τρέχει δάκρυα.Κάθε δάκρυ κ᾿ ἕνα διαμάντι τοῦ οὐρανοῦ, κάθε ἀναστεναγμὸς καὶ μιὰ χαρὰ τῶν ἀγγέλων. Κλαίει. 

Καὶ μόνο κλαίει; Κάνει καὶ κάτι ἄλλο, ποὺ φανερώνει τὴ μετάνοιά της, τὴν ἀγάπη καὶ ἀφοσίωσί της στὸ Χριστό. 

Ἀγοράζει ἕνα δο-χεῖο μὲ τὸ καλύτερο μύρο. Αὐτὴ ποὺ ἄλλοτε ἦταν ἕνα κινητὸ μυροπωλεῖο τῆς ἁμαρτίας καὶμὲ κολώνιες καὶ ἀρώματα τραβοῦσε κοντά της καὶ παγίδευε τοὺς ἄντρες, τώρα παίρνει τὸ δοχεῖο τοῦ μύρου, τὸ σπάει, καὶ χύνει ὅλο τὸἄρωμα στὸ Χριστό.

Ἀδελφοί μου! Δὲν ἐπιμένω περισσότερο στὴν περιγραφὴ τῆς μετανοίας τῆς πόρνης.

Ὅπου φωνάζουν τὰ πράγματα, τὰ λόγια περιττεύουν. Τὸ τροπάριο τῆς Κασσιανῆς , ποὺ ἀκοῦμε ἀπόψε, τί εἶνε; Εἶνε ἡ προσευχὴ τῆς πόρνης ποὺ μετανοεῖ· «Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁ- μαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή… Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους τίς ἐξι- χνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;» . Ἂς τὸ κάνουμε τὸ τροπάριο αὐτὸ κ᾿ ἐμεῖς δική μαςπροσευχή, γιὰ νὰ αἰσθανθοῦμε τὸ μεγαλεῖοτου καὶ νὰ δοκιμάσουμε τὴ γλυκύτητά του.Ἀλλὰ πότε;

Ὅταν κ᾿ ἐμεῖς μετανοήσουμε ὅπως ἡ πόρνη καὶ ὅπως τόσοι ἄλλοι ἁμαρτωλο
ὶ ποὺ βρῆκαν στὴ μετάνοια τὸ λιμάνι τους.Λιμάνι σωτηρίας ἡ μετάνοια. Κάτι περισσότερο· εἶνε σωσίβιο. Κάθε ἁμαρτωλός, δηλαδὴκάθε ἄνθρωπος (διότι τις «ζήσεται καὶ οὐχ ἁμαρτήσει»;- νεκρ. ἀκολ.), καθένας ἀπὸ μᾶς, εἶνε ἕνας ναυαγός, ποὺ παλεύει μέσ᾿ στὰ κύματα τῆς ἁμαρτίας καὶ κινδυνεύει νὰ γίνῃ τροφὴ τοῦ δράκοντα τῆς ἀβύσσου. Ἀλλὰ ὁ Χριστός, ποὺ δέχτηκε τὴν πόρνη καὶ τὸ λῃστή, στέκεται στὸ βράχο –δὲν τὸν βλέπετε;– καὶ ῥίχνει – τί; Ῥίχνει συνεχῶς σωσίβια· γιὰ κάθε ἁμαρτωλὸ κ᾽ἕνα σωσίβιο

Ἀδελφέ μου συναμαρτωλέ! Καὶ γιὰ σένα ἔχει σωσίβιο ὁ Χριστός! 

Ἅρπαξέ το ὅπως ἁρπάζει ὁ ναυαγὸς τὴ σανίδα. Ἐὰν τὸ κάνῃς, θὰ αἰσθανθῇς μία χαρὰ ποὺ ποτέ στὴ ζωή σου δὲν αἰσθάνθηκες. Ὁ Χριστὸς θὰ σὲ δεχθῇ. Οἱ ἄγγελοι θὰ χειροκροτήσουν, θὰ ξεκρεμάσουν τὶςκιθάρες τους, καὶ θὰ ψάλλουν· «Δόξα στὸ Χρι-στό, τὸ σωτῆρα τῶν ἁμαρτωλῶν· δόξα στὸ Λυτρωτή». 

Διότι μεγάλη χαρὰ γίνεται στὰ οὐρά-νια γιὰ μιὰ ψυχὴ ποὺ μετανοεῖ (πρβλ. Λουκ. 15,7,10,32) .Εἴθε τὴ χαρὰ τῆς μετανοίας ὅλοι νὰ δοκιμάσουμε.


Γραπτὴ ὁμιλία, ἡ ὁποία συνετάχθη πιθανὸν τὸ 1962.


Διαβάστε περισσότερα... »

Τρίτη 15 Απριλίου 2014

Το Τροπάριο της Κασσιανής και οι επιδράσεις του στη Λογοτεχνία




Η Οσία Κασσιανή (ή Κασσία ή Ικασία ή Εικασία) η Υμνογράφος γεννήθηκε μεταξύ του 805 και του 810 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη και έζησε στα χρόνια του βασιλιά Θεοφίλου (829 -842 μ.Χ.).

Όταν μεγάλωσε συνδύαζε τη σωματική ομορφιά με την εξυπνάδα της. Τρεις βυζαντινοί χρονικογράφοι,
ο Συμεών ο μεταφραστής, ο Γεώργιος Αμαρτωλός και ο Λέων ο Γραμματικός, αναφέρουν ότι έλαβε μέρος στην τελετή επιλογή νύφης για τον αυτοκράτορα Θεόφιλο, την οποία είχε οργανώσει η μητριά του Ευφροσύνη. Σε αυτή ο αυτοκράτορας επέλεγε τη σύζυγο της αρεσκείας του δίνοντας της ένα χρυσό μήλο. 


Θαμπωμένος από την ομορφιά της Κασσίας, ο νεαρός αυτοκράτορας την πλησίασε και της είπε: 

«Ως άρα δια γυναικός ερρύη τα φαύλα» «Από μία γυναίκα ήρθαν στον κόσμο τα κακά [πράγματα]», αναφερόμενος στην αμαρτία και τις συμφορές που προέκυψαν από την Εύα. Η Κασσία, ετοιμόλογη, του απάντησε: 

«Αλλά και δια γυναικός πηγάζει τα κρείττονα» «Και από μία γυναίκα [ήρθαν στον κόσμο] τα καλά [πράγματα]», αναφερόμενη στην ελπίδα της σωτηρίας από την ενσάρκωση του Χριστού μέσω της Παναγίας. 

Με βάση την παράδοση ο ακριβής διάλογος ήταν:

- Εκ γυναικός τα χείρω.

- Kαι εκ γυναικός τα κρείττω.

Ο εγωισμός του Θεόφιλου τραυματίστηκε με αποτέλεσμα να απορρίψει
την Κασσιανή και να επιλέξει τη Θεοδώρα για σύζυγό του.


Val Cameron Prinsep -The Byzantine emperor Theophilos chooses Theodora as his empress over Kassiane in a bride show. 


Οι επόμενες πληροφορίες που σώζονται για την Κασσιανή είναι ότι το 843 μ.Χ. ίδρυσε ένα κοινόβιο στα δυτικά της Κωνσταντινούπολης, κοντά στα τείχη της πόλης, του οποίου έγινε και η πρώτη ηγουμένη. 

Αν και πολλοί ερευνητές αποδίδουν την επιλογή της αυτή στην αποτυχία της να γίνει αυτοκράτειρα, μία επιστολή του Θεόδωρου του Στουδίτου αποδίδει διαφορετικά κίνητρα στην ενέργεια της αυτή. 

Διατηρούσε στενή σχέση με τη γειτονική Μονή Στουδίου, η οποία έμελλε να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην επανέκδοση βυζαντινών λειτουργικών βιβλίων τον 9ο και το 10ο αιώνα μ.Χ., με αποτέλεσμα τη διάσωση των έργων της (Kurt Sherry, σελ. 56).

Με βάση την παράδοση ο αυτοκράτορας Θεόφιλος, συνεχίζοντας να είναι ερωτευμένος μαζί της,
επιθυμούσε να την δει για μία τελευταία φορά πριν πεθάνει κι έτσι πήγε στο μοναστήρι όπου βρισκόταν. 

Η Κασσιανή ήταν μόνη στο κελί της γράφοντας το γνωστό τροπάριο της, που ψάλλεται στις Εκκλησίες το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης, όταν αντιλήφθηκε την άφιξη της αυτοκρατορικής ακολουθίας. 

Τον αγαπούσε ακόμη, αλλά πλέον είχε αφιερώσει τη ζωή της στο Θεό, γι αυτό και κρύφτηκε, μη επιθυμώντας να αφήσει το παλιό της πάθος να ξεπεράσει το μοναστικό της ζήλο. Άφησε όμως το μισοτελειωμένο ύμνο πάνω σε ένα τραπέζι. Ο Θεόφιλος ανακάλυψε το κελί της και μπήκε σε αυτό ολομόναχος. 

Την αναζήτησε αλλά μάταια. Εκείνη τον παρακολουθούσε μέσα από μία ντουλάπα στην οποία είχε κρυφτεί. Ο Θεόφιλος στενοχωρήθηκε, έκλαψε και μετάνιωσε που για μία στιγμή υπερηφάνειας, έχασε μία τόσο όμορφη και έξυπνη γυναίκα. 

Στη συνέχεια βρήκε τα χειρόγραφα της Κασσιανής επάνω στο τραπέζι και τα διάβασε. Μόλις ολοκλήρωσε την ανάγνωση, κάθισε και πρόσθεσε ένα στίχο στον ύμνο. Σύμφωνα με την παράδοση ο στίχος αυτός ήταν «ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη». 

Φεύγοντας εντόπισε την Κασσιανή που κρυβόταν στην ντουλάπα, αλλά δεν της μίλησε, σεβόμενος την επιθυμία της. Η Κασσιανή βγήκε από την κρυψώνα της μετά την αναχώρηση του αυτοκράτορα, διάβασε την προσθήκη του και στη συνέχεια ολοκλήρωσε τον ύμνο.




Το Τροπάριο της Κασσιανής

Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα Γυνή,
τὴν σὴν αἰσθομένη Θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν,
ὀδυρομένη μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει.

Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νὺξ μοι, ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας,
ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος, ἔρως τῆς ἁμαρτίας.

Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων,
ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ·
κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας,
ὁ κλίνας τοὺς Οὐρανούς, τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει·

καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας,
ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν, τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις·
ὧν ἐν τῷ Παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν,
κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη.

Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους,
τίς ἐξιχνιάσει ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;
Μὴ με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.






ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΚΑΣΣΙΑΝΗ 

Απόδοση από τον Φώτη Κόντογλου

Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες, σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα και σε άλειψε με μυρουδικά πριν από τον ενταφιασμό σου κι έλεγε οδυρόμενη:

Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη και δίχως φεγγάρι,
η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.

Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων, εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα
το νερό της θάλασσας. Λύγισε στ’ αναστενάγματα της καρδιάς μου, εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.

Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου, και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια
της κεφαλής μου· αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, τ’ άκουσε να περπατάνε, από το φόβο της κρύφτηκε.

Των αμαρτιών μου τα πλήθη και των κριμάτων σου την άβυσσο, ποιος μπορεί
να τα εξιχνιάση, ψυχοσώστη Σωτήρα μου; Μην καταφρονέσης τη δούλη σου, εσύ που έχεις τ’ αμέτρητο έλεος.


Δια χειρός Αγγελικής Τσέλιου



Κ. ΠΑΛΑΜΑΣ : Κασσιανή
Κύριε, γυναίκα αμαρτωλή, πολλά,
πολλά, θολά βαριά τα κρίματά μου.
Μα, ω Κύριε, πώς η θεότης Σου μιλά
μεσ’ στην καρδιά μου!

Κύριε, προτού Σε κρύψ’ η εντάφια γη
Από τη δροσαυγή λουλούδια πήρα
κι απ’ της λατρείας την τρίσβαθη πηγή
Σου φέρνω μύρα.

Οίστρος με σέρνει ακολασίας…. Νυχτιά,
σκοτάδι αφέγγαρο, άναστρο με ζώνει,
το σκοτάδι της αμαρτίας’ φωτιά
με καίει, με λιώνει.

Εσύ που από τα πέλαα τα νερά
Τα υψώνεις νέφη, πάρε τα, Έρωτά μου,
Κυλάνε, είναι ποτάμια φλογερά
Τα δάκρυά μου….

Γύρε σ’ εμέ. Η ψυχή μου πώς πονεί!
Δέξου με Εσύ που δέχτηκες και γείραν
Άφραστα ως εδώ κάτου οι ουρανοί
και σάρκα επήραν.

Στ’ άχραντά Σου τα πόδια, Βασιλιά
μου, Εσύ, θα πέσω και θα στα φιλήσω
και με της κεφαλής μου τα μαλλιά
θα στα σφουγγίσω.

Τ’ άκουσεν η Εύα μέσ’ στο αποσπερνό
της παράδεισος φως ν’ αντιχτυπάνε,
κι αλαφιασμένη κρύφτηκε…. Πονώ,
σώσε, έλεος κάνε.

Ψυχοσώστ’ οι αμαρτίες μου λαός
Τα ξεδιάλυτα ποιός θα ξεδιαλύση;
Αμέτρτητό Σου το έλεος, ο Θεός!
Άβυσσο η κρίση.





Ι. ΠΟΛΕΜΗΣ: Το τροπάρι της Κασσιανής

Χριστέ, γυναίκα που έπεσε σε χίλιαις αμαρτίαις,
σαν άκουσε, σαν ένοιωσε τη θεϊκή σου χάρι,
Με μυροφόρας φόρεμα, και σ’ τα δάκρυα πνιγμένη
πριν να Σε θάψουνε στη γη, μύρα γλυκά σου φέρνει.

Ωϊμέ! Φωνάζει, ολόγυρα νύχτα είναι νύχτα μαύρη,
νύχτα που ανοίγει και κεντά τους σαρκικούς μου πόθους,
και σκοτεινή κι’ ασέληνος, της αμαρτίας Έρως.

Δέξαι, Χριστέ, τα δάκρυα που χύνω,
Συ που τραβάς σ’ τα σύννεφα της θάλασσας το κύμα.

Λυγίσου, γύρε την καρδιά σ’ τους αναστεναγμούς μου
Συ, που ‘γυρες τους ουρανούς σ’ τη γέννησί σου απάνω.

Τα’ ανέγγιχτα τα πόδια σου άφες με να φιλήσω
και να σφουγγίσω τα φιλιά με τα πλεκτά μαλλιά μου’
τα πόδια που όταν ήκουσε τον κρότον τους η Εύα
το δειλινό μέσ’ σ’ την Εδέμ εκρύφτηκε από φόβο.

Ταις τόσαις αμαρτίαις μου, τη φοβερή σου κρίση
Ποιος να μετρήση δύναται, Σωτήρ μου ψυχοσώστα;
Μη με θωρής αδιάφορος την ταπεινή σου δούλη
Συ, που έχεις σαν Θεός αμ΄τρτη ευσπλαχνία.





ΣΤ. ΣΠΕΡΑΝΤΣΑΣ: Κασσιανή

Κύριε, τα κρίματά μου ξαίρω, είνε πολλά,
μα ως τόσο εγώ, πριν σ’ ενταφιάσουν, Θεέ μου, πήρα,
πήρα και σούφερα το δάκρυο που κυλά
και της λατρείας μου ηλιοστάλαχτα τα μύρα.

Το ξαίρω αλίμονο, με ζώνει σκοτεινή
μια νύχτα κι έμειν’ η ζωή μου άχαρη, άδεια.
Ακολασίας με σέρνει ο οίστρος και πονεί,
Πονεί η ψυχή μου μες στ’ αφέγγαρα σκοτάδια.

Συ, που απ’ το πέλαο τα νερά κι απ’ τις αυγές
τις δροσοστάλες ανυψώνεις σύννεφά σου,
δέξου μου, δέξου των δακρύων τις πηγές
και της καρδιάς μου το αναστέναγμα αφηγκράσου.

Γονατιστή θα σου γεμίσω με φιλιά
τ’ άχραντα πόδια, η συντριβή μου είνε μεγάλη,
και με της κεφαλής μου πάλι τα μαλλιά
η αμαρτωλή θα σ’ τα σκουπίσω αγάλι – αγάλι.

Τα πόδια σου, όταν η Εύα τα’ άκουσεν αργά
στη σιγαλιά ν’ αντιχτυπούν του Παραδείσου,
σαν ξαφνιασμένο ελάφι, κρύφτηκε γοργά,
μην αντικρύση, Βασιληά μου, τη μορφή σου.

Τα κρίματά μου, Ψυχοσώστη, είνε πολλά
κι άδηλη η κρίση σου, βαθιά. Τάχα ποια νάναι;
Ταπεινωμένη όμως στα δάκρυα τα θολά,
σώσε με, κι άμετρη συμπόνια κι έλεος κάνε!






Γ. ΑΛΚΑΙΟΣ: Κύριε, η εν πολλαίς

Κύριε…. Η τρισάθλια γω μες τις άλλες τρισάθλιες
μετανοιωμένη απόψε, συντριμμένη,
μυροκομίστρα Σου έρχομαι απ’ το μάγο
της θεότης Σου λαμπράστρο οδηγημένη…..

Κύριε!… Πολλά βαρειά τ’ ακριματά μου!
Ανέσπερος στα στήθεια μου φωλειάζει
της αμαρτίας ο έρωτας και μαύρη
μαύρη νυχτιά κι αφέγγαρη με σκιάζει….

Μη μ’ αρνηθής! Ευδόκησε να φτάσουν
τα δάκρυά μου τα τόσα στην καρδιά Σου!…

Εσύ που το νερό των ποταμών
και του πελάου ψηλώνεις σύγνεφά Σου…

Κι απλώνοντας τα χέρια, όμοια Πατέρας,
στ’ άμετρου πάνου πόνου σου το θρήνο
και της μετάνοιας, κάνε μου ν’ ανθίσει
του λυτρωμού μου ολεύωδο το κρίνο…..

Κι εγώ….. Σκλάβα, σερμένη ωσάν την πόρνη
με δάκρυα και φιλιά θα Σου γεμίσω
τ’ άχραντα πόδια κι ύστερα με τα ίδια
με τα ίδια μου μαλλιά θα στα σφουγγίσω….

Τα’ άχραντα Πλάστη πόδια Σου, που η Εύα
σαν άκουσε βαρειά στου Παραδείσου
τη σιγαλιά ν’ αχούνε, φοβισμένη,
εκρύφτηκε μακρυά απ’ τη δίκαιη οργή Σου.
Κύριε,!…. Πολλά βαρειά τα κρίματά μου!….

Μη τα’ όλα μου τα δάκρυα κι όλοι οι θρήνοι
δε φτάνουν να τα πνίξουν μα είναι τόσο
τόσο πλατειά η δικιά Σου η καλωσύνη!…..



Πίνακας του Botticelli


Διαβάστε περισσότερα... »