«Ἕλληνες ἀεί παῖδες ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» (Πλάτων, Τίμαιος, 22b).


"Ὁμολογεῖται μὲν γὰρ τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιοτάτην εἶναι καὶ μεγίστην καὶ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ὀνομαστοτάτην· οὕτω δὲ καλῆς τῆς ὑποθέσεως οὔσης,
ἐπὶ τοῖς ἐχομένοις τούτων ἔτι μᾶλλον ἡμᾶς προσήκει τιμᾶσθαι. 24. Ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ' ἐρήμην καταλαβόντες
οὐδ' ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ' οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν ὥστ' ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν,
αὐτόχθονες ὄντες καὶ τῶν ὀνομάτων τοῖς αὐτοῖς οἷσπερ τοὺς οἰκειοτάτους τὴν πόλιν ἔχοντες προσειπεῖν".
(Ἰσοκράτης, Πανηγυρικός, στίχοι 23-24).

Τα άρθρα που φιλοξενούνται στον παρόντα ιστότοπο και προέρχονται απο άλλες πηγές, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνον τις απόψεις των συγγραφέων τους.

Καθίσταται σαφές ότι η δημοσίευση ανάρτησης, δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά αποδοχή των απόψεων του συγγραφέως.


ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ, ΑΦΗΝΕΤΕ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟ-ΑΝΑΡΤΗΣΗ (΄κλίκ΄ στο "Δεν υπάρχουν σχόλια"). ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.

Ακολουθήστε μας στο Facebook

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΝΩΜΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΝΩΜΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

Η Σοφία, η Γνώση και η Πληροφορία





Δείτε οπωσδήποτε εδώ, εδώ κι εδώ 


Ο Κοπέρνικος θεωρείται συχνά ως η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον Μεσαίωνα και τη νεότερη εποχή. Αλλά οι απόψεις του για τη γνώση βρίσκονται πιο κοντά στον Πλάτωνα και τον Αυγουστίνο παρά στους νεότερους εμπειριοκράτες, γιατί και οι τρεις αυτοί στοχαστές δεν έβλεπαν τη γνώση ως ένα σύνολο δεδομένων και πληροφοριών που αποθηκεύονται στη μνήμη, αλλά ως αναπόσπαστο στοιχείο του ανθρώπινου είναι. 

Και οι τρεις θεωρούσαν τη γνώση αξεχώριστη από τις πράξεις και τις κρίσεις ενός ανθρώπου, έτσι ώστε η σωστή γνώση (με την έννοια που έδινε σ' αυτό τον όρο ο Αυγουστίνος) είναι η βάση της σωστής διαγωγής. Ακόμα και ο Νεύτων, τον οποίο οι εμπειριοκράτες θεωρούν το βαρύ πυροβολικό τους, κάθε άλλο παρά πίστευε ότι οι γνώσεις είναι «απλές πληροφορίες», άσχετες ή ανεξάρτητες από τα άλλα μελήματα του ανθρώπου. 

Ο Νεύτων προσπάθησε ν' αποδείξει την τελειότητα του Θεού μέσα από την αρμονία του σύμπαντος του, που, όπως υποστήριζε, φανερωνόταν με την ενότητα των φυσικών νόμων που διέπουν τη συμπεριφορά των επίγειων και των ουράνιων σωμάτων.

Ανάμεσα στο 1700 και το 1900 συνέβη κάτι βαρυσήμαντο. Διαιρέσαμε τον άνθρωπο σε δύο κομμάτια. Χωρίσαμε τη γνώση του ανθρώπου από την ουσία του, από τις αξίες του, από τα υπερβατικά ενδιαφέροντα του. 

Η γνώση απομονώθηκε, περιορίσθηκε σ' ένα ειδικό δοχείο που λέγεται εγκέφαλος. Αυτό το δοχείο κατέληξε να θεωρείται σαν ένα κουτί με εργαλεία: παίρνουμε από μέσα του το τάδε ή το δείνα εργαλείο για να κάνουμε μια συγκεκριμένη δουλειά. 

Δεν υπάρχει πια η ενότητα του ανθρώπου και της γνώσης του. Υπάρχουν μόνον εξειδικευμένα εργαλεία για εξειδικευμένες εργασίες. 

Σ' αυτό το σημείο η γνώση γίνεται απλή πληροφορία. Σε λίγο θα μεταφραστεί σε στοιχειώδεις ποσότητες αυτοματοποιημένων πληροφοριών, τα λεγόμενα «βίτια» (bytes). Ολόκληρη η διαδικασία αποπροσωποποιείται, μηχανοποιείται, κομπιουτεροποιείται.

Ο διαχωρισμός των πραγματολογικών δεδομένων από τις αξίες, του ανθρώπου από τη γνώση του, των φυσικών φαινομένων απ' όλα τα «άλλα» φαινόμενα, κατέληξε στον κατακερματισμό του φυσικού όσο και του ανθρώπινου κόσμου. 

Η διαδικασία απομόνωσης, αφαίρεσης και αποξένωσης (του ενός φαινόμενου από τα άλλα) - προϋπόθεση για την πρακτική επιτυχία των σημερινών φυσικών επιστημών - ήταν στην πραγματικότητα μια διαδικασία εννοιολογικής αλλοτρίωσης. Αυτή η εννοιολογική αλλοτρίωση έγινε, με τη σειρά της, ανθρώπινη αλλοτρίωση: ο άνθρωπος αποξενώθηκε τόσο από τις γνώσεις του όσο κι από τις αξίες του. Η πρωταρχική αιτία της σύγχρονης αλλοτρίωσης είναι μια σφαλερή αντίληψη για το σύμπαν, στην οποία όλα χωρίζονται και διαιρούνται και ο άνθρωπος κομματιάζεται και αποσυντίθεται.

Ο σημερινός κατακερματισμός μας είναι αφύσικος. Για να αποκαταστήσουμε την υγεία μας και για να ανασυνθέσουμε το διχασμένο εγώ μας πρέπει να αναθεωρήσουμε μερικές βασικές αρχές. Πρώτα-πρώτα, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η κατάσταση των γνώσεων ενός ανθρώπου είναι σημαντικό χαρακτηριστικό της κατάστασης της ίδιας της ύπαρξης τον. Πρόκειται δηλαδή για μια επαναβεβαίωση της αντίληψης που είχαν για τη γνώση ο Πλάτων, ο Αυγουστίνος και ο Κοπέρνικος. Αυτή η άποψη εξακολουθεί να υπάρχει σε πρωτόγονες κοινωνίες, και συγκεκριμένα σε ορισμένες ινδιάνικες φυλές της Αμερικής.

Η θέση ότι η γνώση είναι μια σημαντική πλευρά της ύπαρξης μας, ότι ως ενιαίοι βιο-κοινωνικοί οργανισμοί δεν μπορούμε να δράσουμε (και δεν δρούμε) ανεξάρτητα από τις γνώσεις μας, δεν είναι καμιά έκφραση νοσταλγίας για κάποιον χαμένο παράδεισο. Απλώς περιγράφει την ιδιοσυστασία του ανθρώπου. Πώς όμως μπορούμε να επικυρώσουμε αυτό τον ισχυρισμό, ιδιαίτερα σε μια εποχή που η γνώση φαίνεται να έχει διαζευχθεί ολότελα από τη ζωή; 

Αν οι κατάλληλες γνώσεις είναι απαραίτητες για τη συνοχή της ζωής ενός ανθρώπου, βγαίνει αναγκαία το συμπέρασμα ότι η αποστέρηση των ανθρώπων από τέτοιες γνώσεις μπορεί να γίνει πηγή σύγχυσης και αποδιοργάνωσης στη ζωή τους. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς οξυδερκής παρατηρητής για ν’ αντιληφθεί ότι αυτό ακριβώς συμβαίνει σήμερα. 

Οι νέοι άνθρωποι (κι όχι μόνον αυτοί) είναι χαμένοι, μπερδεμένοι και αλλοτριωμένοι, επειδή δεν διαθέτουν τις κατάλληλες γνώσεις για να τους καθοδηγούν δεν έχουν πυξίδα, δεν έχουν την αίσθηση ότι υπάρχει ένα κέντρο που θα έδινε νόημα στον γύρω τους κόσμο. Αντί γι’ αυτό εφοδιάζονται με τυποποιημένες πληροφορίες και ξερά δεδομένα, με μια ειδημοσύνη που συχνά διαπιστώνουν ότι είναι απρόσφορες γνώσεις.

Πρόκειται για μια παθολογική κατάσταση: η γνώση δεν διαφωτίζει, παρά προκαλεί σύγχυση˙ η συσσώρευση πληροφοριών δεν κάνει άλλο από το να διαιωνίζει τη διαδικασία αλλοτρίωσης. Η κατάσταση αυτή είναι ιδιαίτερα παθολογική, επειδή ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας η μάθηση (και, υποτίθεται, η γνώση) δεν επιδιωκόταν σε τόσο τεράστια κλίμακα όσο σήμερα και, ωστόσο, ποτέ η αποξένωση του ανθρώπου από τον κόσμο κι από τον συνάνθρωπο του δεν ήταν μεγαλύτερη από σήμερα. Η αιτία λοιπόν πρέπει να βρίσκεται στη φύση των γνώσεων που επιδιώκουμε ν’ αποκτήσουμε. Οι γνώσεις που είναι αποξενωμένες από τον ανθρώπινο νου και τις ανθρώπινες αξίες αναισθητοποιούν και αποξενώνουν, με τη σειρά τους, τους ανθρώπους που τις αποκτούν.

Αλλά πρέπει να είμαστε πολύ προσεχτικοί όταν λέμε ότι αυτές οι γνώσεις είναι «απρόσφορες». Γιατί από μια άποψη είναι πολύ πρόσφορες: είναι πρόσφορες για το οικονομικό σύστημα, που αποβλέπει κυρίως στη μεγιστοποίηση του κέρδους. Είναι πρόσφορες για την τεχνολογική κοινωνία, όπως την ξέρουμε. 

Είναι πρόσφορες για την αντίληψη, σύμφωνα με την οποία ο κόσμος είναι ένα εργοστάσιο. Το σύστημα της οικονομικής, οικολογικής και ανθρώπινης εκμετάλλευσης δεν ενδιαφέρεται για τη γνώση και, πολύ λιγότερο, για τη σοφία. Αλλά ενδιαφέρεται ζωτικά για την πληροφορία και την εξειδίκευση· ενδιαφέρεται για την ομαλή λειτουργία του, που βασίζεται στην τεχνολογική αποτελεσματικότητα. Γι' αυτό τον λόγο τροφοδοτούμε τους φοιτητές μας και τους εαυτούς μας με εξειδικευμένες πληροφορίες, αλλά όχι με γνώσεις.

Εδώ πρέπει να θέσουμε στον εαυτό μας ένα πολύ γενικό ερώτημα. Υπάρχει άραγε κάποιος βαθύτερος λόγος γι' αυτή την έκλειψη αξιών και για όλα τα άλλα δεινά που απορρέουν απ' αυτήν; Ίσως την πιο συνοπτική και μεστή απάντηση σ' αυτό το ερώτημα να την έδωσε ο Μαξ Σέλερ, που είπε: «Όταν οι άνθρωποι έθεσαν στον εαυτό τους το καθήκον να δουν τον κόσμο απαλλαγμένο από αξίες, στηρίζονταν σε μια συγκεκριμένη αξία: τη ζωτική αξία της κατίσχυσης και της κυριαρχίας πάνω στα πράγματα». 

Σήμερα συνειδητοποιούμε ότι αυτή η κατίσχυση υπήρξε μια ψευδαίσθηση, ότι δεν μπορούμε να υποτάξουμε τον κόσμο στη θέληση μας, χωρίς να καταστρέψουμε ή τουλάχιστο να βλάψουμε σοβαρά τους εαυτούς μας. Κι ωστόσο διατηρούμε και διαιωνίζουμε το σύστημα που σχεδιάσθηκε γι' αυτή τη μεγαλειώδη, αλλά σε τελευταία ανάλυση αξιοθρήνητη τρέλα.




Υπάρχει κι ένα άλλο γενικό ερώτημα που πρέπει να θέσουμε: το ερώτημα ποια σχέση έχει η θεωρία με την πράξη. Σ’ ένα ορισμένο επίπεδο, ο διαχωρισμός των αξιών από τη γνώση μπορεί να θεωρηθεί ως ένα αφηρημένο φιλοσοφικό ζήτημα. Όμως αυτός ο διαχωρισμός είναι αναπόσπαστο μέρος της διαδικασίας μετατροπής των ανθρώπων σε Μπαζάρωφ, για να διατηρηθεί η σημερινή καταναλωτική κοινωνία και η αντίληψη ότι ο κόσμος είναι ένα εργοστάσιο. Ας μην παραπονούμαστε ότι δεν υπάρχει σχέση ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη. 

Γιατί υπάρχει: πολλές ραφινάτες θεωρίες δημιουργήθηκαν και αναπτύχθηκαν με σκοπό να δικαιολογήσουν και να διατηρήσουν παρασιτικές πρακτικές εις βάρος άλλων ανθρώπων και της φύσης γενικά. Πρέπει να τονίσουμε ότι το σημερινό σύστημα παρασιτεί εξίσου στους ανθρώπους και τη φύση. 

Έχει τεράστια σημασία να κατανοήσουμε τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στις οικονομικές δυνάμεις μιας κοινωνίας και την αντίληψη της για τη φύση και το σύμπαν, ανάμεσα στις καθημερινές μας πράξεις και την εικόνα που έχουμε για τον κόσμο. Αυτές οι γενικότερες αντιλήψεις, ή κοσμοείδωλα, που μας επιβάλλονται ανεπαίσθητα και μερικές φορές ύπουλα, δικαιολογούν και υποκινούν τις καθημερινές πράξεις μας. Και πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι αν δεχτούμε το επιστημονικό, ορθολογικό κοσμοείδωλο και την προέκταση του - τη σύγχρονη τεχνολογία - τότε έχουμε χάσει εξαρχής το παιχνίδι. 

Γιατί αυτό το κοσμοείδωλο συνεπιφέρει και δικαιολογεί τη μετατροπή της γνώσης σε πληροφορία, των αξιών σε οικονομικά εμπορεύματα, των ανθρώπων σε «εμπειρογνώμονες». Η επικίνδυνη διάσταση της σημερινής επιστήμης βρίσκεται στις συνέπειες, στις οποίες μας οδήγησε, βρίσκεται στις απαιτήσεις που έμμεσα θέτει στους ανθρώπους και στο οικοσύστημα. Είναι μάταιο να προβάλουμε το επιχείρημα ότι δεν είναι η επιστήμη που έκανε κακό, αλλά οι άνθρωποι που την εφάρμοσαν. 

Η γνώση είναι αξεχώριστη από τους ανθρώπους. Η επιστήμη διέπλασε τα μυαλά των ανθρώπων στον ίδιο βαθμό που οι άνθρωποι διέπλασαν την επιστήμη. Το λυκόφως της επιστημονικής λογικής, που βιώνουμε σήμερα, δεν είναι καλά και σώνει το λυκόφως της ανθρωπότητας. Η επιστημονική λογική πρέπει να σβήσει και να μας απαλλάξει από το σφιχταγκάλιασμα της, για να μπορέσουμε να εξυγιάνουμε τη σχέση ανάμεσα στη γνώση και τις αξίες.

Αυτό μας ξαναφέρνει στο φαινόμενο της γνώσης ως αναπόσπαστου στοιχείου του ανθρώπινου είναι. Αυτό το φαινόμενο δεν εκδηλώνεται μόνο στους απογοητευμένους και αλλοτριωμένους νέους, που η γνώση δεν τους καθοδηγεί στη ζωή, γιατί είναι φορτωμένοι με άσχετες και τυποποιημένες πληροφορίες, αλλά και στο αντίθετο φαινόμενο: τον σεβασμό και τη νοσταλγία μας για σοφούς ανθρώπους. 

Οι σοφοί είναι εκείνοι που η γνώση τους έχει πράγματι σημασία, εκείνοι που βρίσκονται σ' ένα επίπεδο όπου η γνώση έχει αληθινή αξία, είναι οι ολοκληρωμένοι, με την έννοια ότι η γνώση τους τους υπηρετεί ως ανθρώπινα όντα. Τους ζηλεύουμε επειδή έχουν φτάσει σε μια στάθμη που δύσκολα μπορεί να φτάσει κανείς στον σημερινό κόσμο. Η σοφία τους είναι απλώς η οργανική συνένωση των γνώσεων με τις αξίες˙ είναι μια απόδειξη ότι η γνώση δεν είναι ένα απόθεμα μάταιων πληροφοριών, αλλά μια ζωτική δύναμη που στηρίζει τη ζωή σ’ όλα τα επίπεδα της ανθρώπινης ύπαρξης· είναι η ανάσταση της γενικής ιδιότητας της γνώσης, η ενότητα ζωής και γνώσης.

Η επανένωση της γνώσης με τις αξίες δεν πρέπει να γίνει για να μας κάνει όλους σοφούς, αλλά για να εξασφαλίσει την επιβίωση της ανθρωπότητας. Πρέπει να βάλουμε καλά στο μυαλό μας ότι δεν θα μπορέσουμε ν’ ανταπεξέλθουμε στο πλήθος των προβλημάτων που δημιούργησε ο σημερινός (επιστημονικο-τεχνολογικός) τρόπος αλληλεπίδρασης μας με τη φύση και τους άλλους ανθρώπους, παρά μόνον αν φτάσουμε σ' ένα επίπεδο όπου οι γνώσεις μας να έχουν αληθινή αξία για εμάς ως ανθρώπινα όντα. 

Πρέπει να είναι γνώσεις συνυφασμένες με αξίες και να υπηρετούν αυτές τις αξίες. Αυτές οι γνώσεις πρέπει να είναι μια επανενσάρκωση, σε καινούργιο επίπεδο, της αντίληψης του Πλάτωνα και του Αυγουστίνου ότι το να σκέφτεται κανείς σωστά είναι προϋπόθεση για να συμπεριφέρεται καλά˙ με τον όρο, όμως, ότι το να σκέφτεται κανείς σωστά δεν είναι απλώς ένα αφηρημένο χαρακτηριστικό του εγκέφαλου, αλλά η έκφραση μιας κατάστασης του είναι· ένας συνδυασμός διανοητικής ενόρασης και ηθικής δύναμης.

Αυτή η κατάσταση του είναι, που υπάρχει στους σοφούς, συγγενεύει με την κατάσταση της χάρης. Ο όρος «χάρη» είναι εξαιρετικά φορτισμένος. Κάθε διανοούμενος που «σέβεται τον εαυτό του» τον αποφεύγει. Αλλά η παλιότερη θρησκευτική συνεκδοχή του δεν πρέπει να μας εμποδίσει να τον χρησιμοποιήσουμε σωστά, γιατί αυτός ο όρος μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε ότι το να σκέφτεται κανείς καλά δεν σημαίνει να σκέφτεται επιτήδεια, στυγνά, λογικά: το να σκέφτεται κανείς καλά προϋποθέτει μια ειδική κατάσταση του νου και ολόκληρου του είναι. Αυτή την κατάσταση του νου πρέπει να την υποθάλψουμε και να την καλλιεργήσουμε όσο καλλιεργούμε - από τότε που θεοποιήσαμε την αφηρημένη σκέψη - την τάση του νου να ν’ αποβλέπει στην «επιστημονική αντικειμενικότητα».

Έχουμε να μάθουμε πολλά από τους ανατολικούς πολιτισμούς, από την ιστορία του δικού μας πολιτισμού και από πρωτόγονες κοινωνίες που υπάρχουν σήμερα, έτσι ώστε να καταλάβουμε, ν' αποκτήσουμε και να διατηρήσουμε αυτή την κατάσταση του νου όπου «το να σκέφτεται κανείς καλά είναι προϋπόθεση για να συμπεριφέρεται καλά». Αυτό που μας χρειάζεται δεν είναι η απόκτηση μερικών πρόσθετων γνώσεων - για το πώς σκέφτονταν και ενεργούσαν οι «άλλες» κοινωνίες - αλλά μια αλλαγή στη δομή των γνώσεων και του νου μας που, όπως ελπίζουμε, θα μας οδηγήσει στην άρση του σχίσματος αξίας-γνώσης και στο ξεπέρασμα της σημερινής αλλοτρίωσης μας.

Αυτή η θεμελιακή αλλαγή θα λύσει πολλά ειδικά προβλήματα που μας ταλαιπωρούν σήμερα, όπως: πώς μπορούμε να ξέρουμε ποιο είδος έρευνας πρέπει να προάγουμε; Πώς θα εξακριβώσουμε αν μια συγκεκριμένη έρευνα είναι ευεργετική ή επιζήμια; Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα είναι (με απλουστευμένη μορφή): για να κάνουμε καλή έρευνα πρέπει να κάνουμε καλή ζωή· πρέπει να σκεφτόμαστε «σωστά», με το πιο οικουμενικό νόημα της λέξης «σωστά». 

Αυτό το είδος σκέψης είναι πολύ δυσκολότερο από την αφηρημένη, ατομιστική, αναλυτική σκέψη. Αν μερικοί θεωρήσουν πως είναι σαν να λέγαμε ότι πρέπει να βρίσκεται κανείς σε κατάσταση χάρης για να κάνει καλή έρευνα, δεν θα είναι μακριά από την αλήθεια. Γιατί ο σημερινός ακρωτηριασμός του γύρω μας κόσμου και των άλλων ανθρώπων μπορεί ν’ αποδοθεί άμεσα σε μια στάση του νου που είναι ά-χαρη, που αντιπροσωπεύει το κουτσουρεμένο, το δουλοπρεπές μυαλό, και που είναι ανάξια για πλάσματα που αυτοαποκαλούνται άνθρωποι.

Αν κάποιος θελήσει να καταδικάσει αυτή τη στάση, που την ονομάζουμε επιφυλακτικά «χάρη», λέγοντας μας ότι είναι επιστροφή σε προεπιστημονικές προλήψεις, σκοταδισμός και τα τέτοια, θ’ απαντήσουμε: γιατί τάχα μια κατάσταση του νου, στην οποία μερικές αφηρημένες οντότητες με το όνομα «φυσικομαθηματικά δεδομένα» προσκυνούνται σα θεότητες, είναι προτιμότερη από μια κατάσταση του νου στην οποία εξαίρονται οι εσωτερικές αξίες; 

Η «κατάσταση χάρης» δεν είναι παρά μια άλλη έκφραση για την κατάσταση εκείνη του νου, στην οποία εξαίρονται οι εσωτερικές αξίες. Όταν λέμε: «Η αξιοπρέπεια είναι βασικό στοιχείο της ανθρωπιάς», «η ελευθερία είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ανθρωπιά», τότε ουσιαστικά «προικίζουμε με χάρη» τον άνθρωπο. Πρέπει ν' αλλάξουμε τον γύρω κόσμο, τις συντεταγμένες του νου μας και τη δομή των γνώσεων μας, έτσι ώστε αυτές οι εκφράσεις να μην είναι κούφια λόγια.

Για να συνοψίσουμε, στους τελευταίους τρεις αιώνες επαναπροσδιορίσαμε τον κόσμο γύρω μας κι αυτός ο επαναπροσδιορισμός κατέληξε στον βιασμό του κόσμου και των εαυτών μας. Πρέπει ν' απορρίψουμε ένα μεγάλο μέρος από τη «σοφία» των προφητών της υλικής προόδου, γιατί αυτή η πρόοδος μας οδηγεί στον όλεθρο. 

Πρέπει να άρουμε πολλές πλαστές διχοτομίες και διακρίσεις, γιατί συχνά είναι η ρίζα της αλλοτρίωσης που παρατηρούμε σήμερα στον κόσμο. Πάνω απ' όλα, πρέπει ν' αποκαταστήσουμε την ενότητα γνώσης και αξιών πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η σοφία ή η «φωτισμένη γνώση» είναι το κλειδί για το νόημα της ζωής του ανθρώπου. Πρέπει επίσης ν’ αναπτύξουμε μια νέα περιεκτική φιλοσοφία, που να δίνει καινούργιο νόημα στον γύρω μας κόσμο.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Η σημερινή αναλυτική φιλοσοφία είναι μια ενσάρκωση του θετικιστικού ήθους, που βασίζεται στη λατρεία της τεχνικής και την αποφυγή των προβλημάτων. Η αναλυτική φιλοσοφία δεν είναι απελευθέρωση του νου (όπως επιμένουν οι θιασώτες της), αλλά εγκλωβισμός του νου στο τσίρκο του τεχνικού ζογκλερισμού. Οι ατέλειωτες διαμάχες για έννοιες όπως «νόημα» και «αναφορά», που έχουν για πρωταγωνιστές τους «κορυφαίους φιλόσοφους» των πιο «ονομαστών πνευματικών κέντρων», όπως η Οξφόρδη και το Καίμπριτζ, το Χάρβαρντ και το Πρίνστον, το Μπέρκλεϋ και το Αν’ Αρμπορ, είναι ένα περίεργο θέαμα. 

Οι ίδιες θέσεις, επιχειρήματα και λύσεις επαναλαμβάνονται συνεχώς εδώ και πενήντα χρόνια! Με τον Φρέγκε και τον Ράσελ, τον Λεσνιέφσκι και τον Τάρσκι, οι γόνιμες πλευρές του προβλήματος διερευνήθηκαν και εξαντλήθηκαν πια. Γι’ αυτό τον λόγο, τα τελευταία σαράντα χρόνια της διαμάχης αντιπροσωπεύουν έναν ανούσιο λογιοτατισμό που αναλύεται σε σχολαστικές γλωσσικές ασκήσεις. Ο εκχυδαϊσμός των προβλημάτων και του νου είναι το τίμημα που πληρώνουμε για την επίπλαστη τεχνική επιδεξιότητα.

Henryk Skolimowski, Οικοφιλοσοφία: νέα τακτική για τη ζωή, σελ. 27-34, Μετάφραση Δημοσθένης Κούρτοβικ, Εκδόσεις Κάλβος, Αθήνα 1984

πηγή-pointfromview
Διαβάστε περισσότερα... »

Παρασκευή 2 Ιανουαρίου 2015

Ο Σωκράτης για τη Γνώμη των Άλλων




Γράφει ο Κωνσταντίνος Σαπαρδάνης

«Δεν πρέπει να τιμούμε όλες τις γνώμες των ανθρώπων αλλά μερικές, και όχι όλων των ανθρώπων αλλά μερικών»

Ο Σωκράτης στο ‘Κρίτων’ του Πλάτωνα



Ο Κρίτων επισκέπτεται τον Σωκράτη στο κελί όπου περιμένει την εκτέλεσή του, και για να τον πείσει να δραπετεύσει και να αποφύγει την επιβολή της ποινής του θανάτου, χρησιμοποιεί ένα είδος ψυχολογικού εκβιασμού. 

Τι θα πει ο πολύς ο κόσμος, τον ρωτάει, που, αφήνοντας τον εαυτό του να πεθάνει, παραιτείται από τη ζωή και αφήνει τα παιδιά του μόνα τους να τα μεγαλώσουν άλλοι; Και τι θα πουν «οι πολλοί» για τους φίλους του φιλοσόφου, που δεν ενδιαφέρθηκαν να τον γλιτώσουν ενώ σίγουρα μπορούσαν;

Η επιλογή να μην αποδράσει θα είναι μια προδοσία για τους γιους του, που ενώ έχει τη δυνατότητα να τους μεγαλώσει και να τους μορφώσει, τους εγκαταλείπει για να τους αναλάβουν άλλοι, και να πάθουν «ό,τι παθαίνουν τα ορφανά στην ορφάνια». Δεν πρέπει, του λέει, να κάνει κάποιος παιδιά αν δεν είναι διατεθειμένος να ταλαιπωρηθεί για να τα αναθρέψει. «Εσύ όμως, μου φαίνεται ότι προτιμάς τα εύκολα»[1]σελ.119.






Θα είναι και σαν να προδίδει τον εαυτό του, σα να βιάζεται να πάθει αυτά που οι αντίπαλοί του θα βιάζονταν να πάθουν, αλλά και βιάστηκαν να κάνουν σε αυτόν. Γίνεται σαν αυτούς, δειλός και ασυνεπής ως προς τις αρχές του. Είναι σα να προσκαλεί τον θάνατο, ενώ ο λογικός άνθρωπος θα προσπαθούσε να τον αποφύγει όσο μπορεί. Πώς, ενώ ισχυρίζεται ότι σε όλη του τη ζωή ήταν ενάρετος, αποφεύγει τώρα αυτά που προτιμά ένας καλός και γενναίος άνδρας;

Στην περίπτωση που θα αρνηθεί να δραπετεύσει με τη βοήθεια του φίλου του, «οι περισσότεροι», που δεν ξέρουν πολύ καλά ούτε τον Κρίτωνα ούτε τον Σωκράτη, θα νομίσουν ότι αυτός, ο Κρίτων, και οι υπόλοιποι του κύκλου του,δεν ενδιαφέρθηκαν για τον φίλο τους, και ενώ είχαν τη δυνατότητα να τον σώσουν, αδιαφόρησαν, μην χρηματίζοντας όποιον θα χρειαζόταν να δωροδοκηθεί για να επιτευχθεί η απόδραση, και τον άφησαν να πεθάνει. 

Κι αυτό γιατί οι πολλοί δεν θα πιστέψουν ότι από μόνος του δεν θέλησε να αποδράσει παρόλο που αυτοί ήταν πρόθυμοι να βοηθήσουν. «Και υπάρχει τίποτα χειρότερο από το να πιστεύουν για κάποιον ότι ενδιαφέρεται περισσότερο για τα χρήματα παρά για τους φίλους του;»σελ.115. Μήπως φανεί πως η υπόθεση ξέφυγε από τα χέρια τους, από δική τους ανικανότητα και ανανδρία;

Ο Κρίτων τον ρωτάει μήπως ανησυχεί ότι αν δραπετεύσει, οι συκοφάντες και οι κατήγοροι θα στραφούν εναντίον αυτών που τον βοήθησαν, και έτσι μήπως χάσουν την περιουσία τους ή τους βρουν και άλλες συμφορές. Του λέει να μην ανησυχεί για αυτά, πως τα λεφτά που θα χρειαστούν, άλλωστε, δεν είναι πολλά, και πως οι φίλοι του είναι πρόθυμοι να διακινδυνεύσουν αυτά και άλλα περισσότερα, αν χρειαστεί. Ούτε θα πρέπει να φοβάται πώς θα ζήσει εκεί που θα βρεθεί, γιατί αυτός έχει φίλους στη Θεσσαλία που μπορούν να τον φιλοξενήσουν και να του παρέχουν κάθε ασφάλεια και άνεση.

Εδώ, βλέπουμε τον Κρίτωνα να προσφέρει στον φίλο του λόγους για να γλιτώσει τη θανατική καταδίκη, και προσπαθεί να του εξαφανίσει κάθε ενδοιασμό που πιθανώς θα είχε για να δραπετεύσει. Ακόμα κι αν μας φαίνεται εκβιαστική η αναφορά στα παιδιά του Σωκράτη, ακόμα κι αν η ανησυχία του για το τι θα πουν οι άλλοι για αυτόν, που δεν έσωσε τον φίλο του, μας φανεί μικροπρεπής, δεν μπορούμε παρά να αναγνωρίσουμε στον Κρίτωνα γνήσιο φιλικό ενδιαφέρον και μια προσπάθεια να κάνει αυτό που είναι σωστό. Μήπως λοιπόν η επιλογή του Σωκράτη ντροπιάζει τον ίδιο και τους φίλους του; Ο Σωκράτης διαφωνεί.

«Αγαπημένε μου Κρίτωνα, η προθυμία σου θα ήταν αξιέπαινη, αν είχε κάποια λογική βάση˙ ειδάλλως, όσο μεγαλύτερη είναι, τόσο πιο ενοχλητική γίνεται»[1]σελ.119. Ο Σωκράτης έχει πάρει ήδη την απόφασή του, και μένει μόνο να του εξηγήσει το σκεπτικό του, γιατί όπως λέει κι ο ίδιος «σε τίποτα άλλο δεν πείθομαι παρά στον λόγο, όποιος μου φαίνεται μετά από σκέψη ορθότερος»[1]σελ.121.

Ο Σωκράτης παραδέχεται ότι ανησυχεί για την τύχη των φίλων του που θα τον βοηθούσαν να δραπετεύσει, του λέει όμως ότι ακριβώς για να μείνει συνεπής σε ό,τι υποστήριζε σε όλη του τη ζωή πρέπει να αποδεχτεί τη μοίρα του. Πάντα παίνευε και σεβόταν τους νόμους της πόλης. 

Πώς τώρα θα τους απαρνηθεί και θα τους παραβιάσει, απλά και μόνο επειδή τυχαίνει να στρέφονται εναντίον του; Αν το κάνει αυτό, θα βοηθήσει να καταλυθούν οι νόμοι και θα βλάψει το πολίτευμα και άρα το μέλλον της Αθήνας και των κατοίκων της. 

Έχει λοιπόν ηθικό χρέος να μην επιχειρήσει να δραπετεύσει παραβαίνοντας τον νόμο. Το οφείλει στην πόλη, στο πολίτευμα και στους ίδιους τους Αθηναίους, τη γνώμη των οποίων έχει υποχρέωση να σεβαστεί, ακόμα και αν είναι άδικη. «Αυτά, λοιπόν, που έλεγα στο παρελθόν, δεν μπορώ τώρα να τ’ απαρνηθώ, επειδή μου έτυχε τούτο δω, αλλά παραμένω σταθερός σε αυτά και τα ίδια πρεσβεύω και τιμώ όπως και πριν»[1]σελ.121. 

Επικαλείται προηγούμενες συζητήσεις με τον Κρίτωνα, και όσα είχαν συμφωνήσει τότε, για να του δείξει ότι εκείνα εφαρμόζει και σε αυτήν την δύσκολη στιγμή, χωρίς να αλλάζει γνώμη για αυτά επειδή τώρα κινδυνεύει η ζωή του. «Σωστά λέγαμε κάθε φορά ή όχι ότι πρέπει σε άλλες γνώμες να δίνουμε προσοχή και σε άλλες όχι; Ή πριν από την καταδίκη μου σε θάνατο, σωστά λέγαμε αυτά, ενώ τώρα έγινε ολοφάνερο ότι αυτά λέγονταν αλλιώς, για να γίνεται λόγος, και ήταν στην πραγματικότητα παιχνίδια και λόγια του αέρα;…Από τις γνώμες που οι άνθρωποι σχηματίζουν πρέπει σε άλλες να δίνουμε σημασία, και σε άλλες όχι»[1]σελ.121.





Όπως είχαν συμφωνήσει στο παρελθόν λοιπόν, δεν πρέπει να αδικούμε με τη θέλησή μας με κανέναν τρόπο, για κανέναν λόγο. Ακόμα και αυτούς που αδικούν εμάς, δεν έχουμε δικαίωμα να τους ανταποδίδουμε την αδικία, όπως νομίζουν οι πολλοί. Όπως βλέπουμε σε άλλους Σωκρατικούς διαλόγους, ο φιλόσοφος πιστεύει πως αυτός που αδικεί κάποιον δεν έχει τη δύναμη να τον βλάψει πραγματικά, γιατί κακό μόνο στον εαυτό του κάνει. Η αδικία μιας πράξης βλάπτει τον δράστη της περισσότερο από τον δέκτη των άμεσων συνεπειών της[1]σελ.205. 

«Δεν υπάρχει για τον καλό άνθρωπο κανένα κακό, ούτε όταν ζει ούτε όταν πεθάνει»[2]σελ.91. «Ή όλα εκείνα που είχαμε παραδεχτεί στο παρελθόν μέσα σε αυτές τις λίγες μέρες ξεχάστηκαν, και τελικά, Κρίτωνα, σε τέτοια ηλικία γέροι άνθρωποι συζητώντας μεταξύ μας σοβαρά, δεν πήραμε είδηση ότι δεν διαφέρουμε καθόλου από παιδιά; Ή μήπως ισχύουν αυτά που τότε λέγαμε είτε τα ασπάζονται οι πολλοί είτε όχι;»[1]σελ.129.

Ούτε θεωρεί ότι προδίδει τα παιδιά του. Γιατί αν δραπετεύσει και τα πάρει μαζί του, θα τα κάνει ξένους εκεί που θα πάνε, και θα υπομείνουν τον χλευασμό που και ο ίδιος θα δεχτεί, σαν δειλός και προδότης των νόμων και των ιδανικών του. Αλλά και στην Αθήνα να τα αφήσει ενώ αυτός θα βρεθεί αλλού, άλλοι δεν θα τα αναθρέψουν; 

Και πάλι θα τους ακολουθεί η ντροπή του πατέρα τους. Και, όπως και να ’χει, είτε δραπετεύσει και τα αφήσει πίσω είτε δεν δραπετεύσει και πεθάνει, οι ίδιοι φίλοι του θα φροντίσουν για αυτά, με την ίδια μέριμνα και στις δύο περιπτώσεις.Είναι καλύτερα λοιπόν και για τα παιδιά του να δεχτεί την καταδίκη. Γιατί να νοιαστεί τι θα πουν κάποιοι, αν πουν το αντίθετο;

«Δεν πρέπει να τιμούμε όλες τις γνώμες των ανθρώπων αλλά μερικές, και όχι όλων των ανθρώπων αλλά μερικών»[1]σελ.123. Ο Σωκράτης εδώ κάνει δύο παρατηρήσεις. Από τη μία δεν δέχεται τις απόψεις όλων, αλλά μερικών μόνο. «Σωστές είναι οι γνώμες των γνωστικών και κακές οι γνώμες των αφρόνων». Κάποιος αθλητής όταν γυμνάζεται, πρέπει να δίνει προσοχή στους επαίνους και τις επιπλήξεις κάποιου που είναι γιατρός ή παιδοτρίβης, και όχι των πολλών. 

Γιατί αν αποδεχτεί τις συμβουλές των πολλών, που δεν είναι ειδικοί, θα πάθει κακό. Οι κακές συμβουλές θα τον βλάψουν στο σώμα. Τον ειδικό πρέπει «να ντρεπόμαστε και να φοβόμαστε»[1]σελ.125. 

Εφόσον όμως το να καταστρέψουμε το σώμα μας είναι κακό, «αξίζει να ζούμε με κατεστραμμένο εκείνο το οποίο η αδικία βλάπτει, και η δικαιοσύνη ωφελεί; Ή νομίζουμε ότι είναι λιγότερο σημαντικό από το σώμα μας εκείνο, όποιο κι αν είναι από τα δικά μας, το οποίο έχει σχέση με τη δικαιοσύνη και την αδικία;…Μήπως είναι πολυτιμότερο από το σώμα;»[1]σελ.125.

Και τι είναι «αυτό από τα δικά μας» που βλάπτεται από κακές συμβουλές σχετικές με τη δικαιοσύνη; Σε τι μας κάνουν κακό αυτές, με τον ίδιο τρόπο που οι κακές ιατρικές συμβουλές μας βλάπτουν στο σώμα; 

Ο Σωκράτης σίγουρα εννοεί την ψυχή, την αρετή της οποίας συχνά έφερνε σε αναλογία με την υγεία του σώματος. Άρα αυτός που θα δώσει τέτοιες συμβουλές είναι πολύ χειρότερος από έναν κακό γιατρό, γιατί αυτός θα κάνει και εμάς άδικους και κακούς ανθρώπους, και «δεν πρέπει να νοιαζόμαστε περισσότερο για τη ζωή αλλά για την έντιμη ζωή»[1]σελ.127. 

Το αίσθημα δικαίου (κάποιοι θα έλεγαν η τιμή) για τον Σωκράτη κατέχει κορυφαία ηθική θέση στη ζωή και τη σκέψη του, και αυτός είναι ο πραγματικός λόγος που αρνήθηκε τα διαφύγει τον θάνατο. Πρέπει να ξεπληρώσει το χρέος του προς τους νόμους που του επέτρεψαν να ζήσει ευτυχισμένα, πρέπει να κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί για τους γιους του και οφείλει να μείνει έντιμος σε αυτά που έλεγε πάντα, όχι να τα αρνηθεί και να φανεί έτσι πως, τώρα στα γεράματα, φέρεται σαν παιδί.





Γι’ αυτό και ο θάνατός του σημάδεψε τον Δυτικό κόσμο και μέχρι σήμερα επισκιάζει και την όποια κριτική για το φιλοσοφικό του έργο. Η μετατροπή του σε μάρτυρα έπαιξε μεγάλο ρόλο στην υστεροφημία του, που ο ίδιος ο Σωκράτης έπαιρνε πολύ στα σοβαρά˙ τη δικιά του αλλά και των αντιπάλων του. 

Στην Απολογία (του Ξενοφώντα – Κάκτος, σελ.145), αποδίδει στον κατήγορό του Άνυτο ότι έχει ασθενική ψυχή, δουλοπρεπή ενασχόληση και ότι δεν είναι άξιος συμβουλάτορας, κάτι που θα οδηγήσει τον γιο του σε αναίσχυντες επιθυμίες και στον δρόμο της φαυλότητας. Ο Ξενοφώντας μας πληροφορεί ότι έτσι έγινε: «ο Άνυτος, λοιπόν, ακόμα και πεθαμένος, έχει κακή φήμη εξαιτίας της ανάρμοστης αγωγής του γιου του και της δικής του ακρισίας». Δεν αδιαφορεί ο Σωκράτης για τη γνώμη των άλλων, απλά διαλέγει για τίνος τη γνώμη θα ενδιαφερθεί.

Από την άλλη, εκτός του ότι σημασία έχουν οι απόψεις μερικών και όχι όλων, δεν αξίζουν όλες οι γνώμες των ανθρώπων, αλλά μερικές. Ο Σωκράτης δεν δέχεται αυθεντίες. Ακόμα και για κάποιον σαν τον Κρίτωνα, που ενώ βλέπουμε ότι τον σεβόταν σαν συνομιλητή (και στον ομώνυμο διάλογο, και σε άλλους, αλλά και από ό,τι συμπεραίνουμε από τις αναφορές σε προηγούμενες «συμφωνίες» τους) του συμπεριφέρεται και του μιλάει όπως σε οποιονδήποτε άλλο συνομιλητή του στους διαλόγους που μας παρέδωσε ο Πλάτωνας. 

Δεν του αναγνωρίζει ξεχωριστή σημασία απλά και μόνο επειδή δεν είναι από τους «περισσότερους», αλλά χρησιμοποιεί τη λογική για να δει αν έχουν αξία αυτά που λέει τώρα, και να μάθει τελικά ποια είναι η αλήθεια. Σε κανέναν δεν αναγνωρίζει την σοφία σε όλα τα πράγματα, και σε όλη του τη ζωή έκανε αυτό, έλεγχε για κάποιον που οι άνθρωποι θεωρούσαν σοφό (και ίσως και ο ίδιος τον εαυτό του), αν όντως του άξιζε η φήμη του αυτή, ή αν ξέρει μόνο κάποια πράγματα και σε άλλα είναι ανίδεος (βλ. [2] Απολογία, σελ.39).





«Άρα, δεν πρέπει, φίλε μου, να ενδιαφερόμαστε τόσο για το τι θα μας πουν οι πολλοί, αλλά για το τι θα πει αυτός που γνωρίζει για το δίκαιο και το άδικο, ο ένας, και η ίδια η αλήθεια»[1]σελ.127. Θα μπορούσε βέβαια κάποιος να πει ότι το πλήθος, όσο ανίδεο ή ανάξιο κι αν είναι, έχει τη δύναμη ακόμα και να μας θανατώσει (όπως είδαμε αλλού, η πραγματική αιτία που διώχτηκε ο Σωκράτης δεν ήταν το κατηγορητήριό του, αλλά η γνώμη που είχαν σχηματίσει οι Αθηναίοι γι’ αυτόν, η κακοφημία του). 

Ίσως αναγκαστικά λοιπόν πρέπει να ενδιαφερόμαστε για τη γνώμη των πολλών, αφού αυτά ακριβώς που συνέβησαν στον Σωκράτη μας δείχνουν ότι οι πολλοί είναι ικανοί να διαπράττουν όχι μόνο τα πιο μικρά κακά, αλλά και τα πιο μεγάλα. «Μακάρι, Κρίτωνα, να ήταν ικανοί οι πολλοί να κάνουν τα πιο μεγάλα κακά, γιατί έτσι θα ήταν ικανοί και για τα πιο μεγάλα καλά…

Τώρα όμως δεν είναι ικανοί ούτε για το ένα ούτε για το άλλο…αλλά ενεργούν στην τύχη»[1]σελ.115. Τον Σωκράτη όμως δεν τον ενδιαφέρει η ζωή, αλλά η έντιμη ζωή. Άρα η επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε παραμένει ίδια – ο μεγάλος κίνδυνος που διατρέχει, δεν αλλάζει τη γνώμη του. Η αλήθεια και το δίκαιο δεν εξαρτώνται από τις συνθήκες.


Πηγές:


πηγή-eranistis.net
Διαβάστε περισσότερα... »

Κυριακή 9 Μαρτίου 2014

Πριν...



Πριν βγάλεις συμπεράσματα, μάθε τα γεγονότα.

Πριν κρίνεις, κατανόησε το λόγο.

Πριν πληγώσεις κάποιον, νιώσε τον.

Πριν μιλήσεις, Σ Κ Ε Ψ Ο Υ

Μεσολαβούν λίγα λεπτά για να προλάβεις καταστάσεις και να μην βρεθείς εκ του απροόπτου, όμως αυτή είναι μια νοοτροπία που χτίζεται με τα χρόνια και έχει να κάνει με την ανατροφή και την παιδεία.

Γέμισε ο κόσμος από παντογνώστες, που χωρίς να ξέρουν κρίνουν και βγάζουν λάθος συμπεράσματα παρασέρνοντας έτσι και άλλους ανθρώπους. 

Πληγώνουμε εύκολα τους γύρω μας γιατί δεν ερχόμαστε για λίγο στην θέση τους, να αισθανθούμε πως θα νιώθαμε εμείς στην ανάλογη περίπτωση ή να τους δώσουμε την ευκαιρία να μας μιλήσουν.

Τι πιο σημαντικό από το να σκεφτόμαστε πρώτα πριν μιλήσουμε; Αυτό δεν σημαίνει ότι θα χάσουμε τον αυθορμητισμό μας, αλλά ότι θα μπορούμε να φιλτράρουμε καλύτερα τις σκέψεις μας και να είμαστε σωστοί απέναντι στους άλλους!


Διαβάστε περισσότερα... »

Παρασκευή 30 Αυγούστου 2013

Η Διαφορά Γνώσης και Σοφίας


Δρος Δημητρίου Περδετζόγλου


- Η Γνώση δίδει υπερηφάνεια. Η Σοφία ταπείνωση.


- Η επαφή με τα πράγματα μας δίδει Γνώση
  η απόσταση από αυτά, Σοφία.

- Η Γνώση είναι το ύφασμα. Η Σοφία το καλοραμμένο ένδυμα.

- Γνώση: Γ-Ν-ΩΣΗ = η από την Γ-αία - Γ-ή (απο τα καθημερινά και τα ταπεινά) ώθηση, προς την Ν-όηση, τον αληθινά σκεπτόμενο άνθρωπο.

- ΣΟ-Φ-ΟΣ: 



Ακόμη...








Διαβάστε περισσότερα... »