«Ἕλληνες ἀεί παῖδες ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» (Πλάτων, Τίμαιος, 22b).


"Ὁμολογεῖται μὲν γὰρ τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιοτάτην εἶναι καὶ μεγίστην καὶ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ὀνομαστοτάτην· οὕτω δὲ καλῆς τῆς ὑποθέσεως οὔσης,
ἐπὶ τοῖς ἐχομένοις τούτων ἔτι μᾶλλον ἡμᾶς προσήκει τιμᾶσθαι. 24. Ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ' ἐρήμην καταλαβόντες
οὐδ' ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ' οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν ὥστ' ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν,
αὐτόχθονες ὄντες καὶ τῶν ὀνομάτων τοῖς αὐτοῖς οἷσπερ τοὺς οἰκειοτάτους τὴν πόλιν ἔχοντες προσειπεῖν".
(Ἰσοκράτης, Πανηγυρικός, στίχοι 23-24).

Τα άρθρα που φιλοξενούνται στον παρόντα ιστότοπο και προέρχονται απο άλλες πηγές, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνον τις απόψεις των συγγραφέων τους.

Καθίσταται σαφές ότι η δημοσίευση ανάρτησης, δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά αποδοχή των απόψεων του συγγραφέως.


ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ, ΑΦΗΝΕΤΕ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟ-ΑΝΑΡΤΗΣΗ (΄κλίκ΄ στο "Δεν υπάρχουν σχόλια"). ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.

Ακολουθήστε μας στο Facebook

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΑΣΙΛΟΠΙΤΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΑΣΙΛΟΠΙΤΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 2 Ιανουαρίου 2015

Θάργηλος άρτος. Η μετέπειτα Βασιλόπιττα





ΘΑΡΓΗΛΟΣ ΑΡΤΟΣ. Η ΜΕΤΕΠΕΙΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΙΤΤΑ 
Η αναζήτηση για τις ρίζες του εθίμου της βασιλόπιτας, μας οδηγεί πίσω, στην αρχαιότητα, στις προσφορές άρτου ή και μελιπήκτων των αρχαίων ημών προγόνων, προς τους θεούς, κατά τη διάρκεια εορτών. Το κόψιμο της βασιλόπιτας είναι από τα ελάχιστα αρχέγονα έθιμα που επιβιώνουν. Οι Λαογράφοι αναζητούν τη ρίζα του εθίμου στην αρχαιοελληνική παράδοση. Οι Αρχαίοι Έλληνες προσέφεραν στους θεούς σε κάθε μεγάλη καμπή του χρόνου ή της ζωής τους «εορταστικούς άρτους». .. 


Κάθε Αθηναίος στρατιώτης, πριν ξεκινήσει για τον πόλεμο, αφιέρωνε στον Άρη, το θεό του πολέμου, τρία ψωμάκια. Ένα για να πάει καλά, ένα για να νικήσει και το τρίτο για να γυρίσει γερός και αρτιμελής. Οι κυνηγοί, για να έχουν πλούσιο κυνήγι αφιέρωναν παρόμοια ψωμάκια στη θεά Άρτεμη, την προστάτιδα του κυνηγιού. Οι θεριστάδες της γης αφιέρωναν αρτίδια στη θεά Δήμητρα, που τα ονόμαζαν «θαλύσια αρτίδια» στη γιορτή της συγκομιδής και απλώς «άρτους» ή «πλακούντες» στη γιορτή των Θεσμοφορίων. 

Ο λαογράφος Φίλιππος Βρεττάκος στο βιβλίο του “Οι δώδεκα μήνες του έτους και αι κυριώτεραι εορταί των” αναφέρει: «Οἱ πρόγονοί μας εἰς τὴν ἀρχαιότητα, κατὰ τὰς μεγάλας ἀγροτικὰς ἑορτάς, προσέφερον εὶς τοὺς θεούς, ὡς ἀπ΄ ἀρχήν, ἕναν ἄρτον. Ἐπὶ παραδείγματι κατὰ τὴν ἑορτὴν τοῦ θερισμοῦ, ποὺ ἐλέγετο Θαλύσια καὶ ἦτο ἀφιερωμένη εἰς τὴν Δήμητραν, κατασκευάζετο ἀπὸ τὸ νέον σιτάρι ἕνας μεγάλος ἑορταστικὸς ἄρτος (ἕνα καρβέλι), ποὺ ἐλέγετο «Θαλύσιος ἄρτος», κατὰ δὲ τὴν πρὸς τιμὴν τοῦ Ἀπόλλωνος ἑορτήν, τῶν Θαργηλιῶν, ἐψήνετο, κατὰ τὸ ἔθιμον, ὁ «θάργηλος ἄρτος». 




Τα Θαργήλια γιορτάζονταν την 16η και την 7η ημέρα του μηνός Θαργηλιώνος προς τιμή του Απόλλωνος Δηλίου στην Αθήνα, τη Μίλητο, τη Δήλο και πολλές άλλες Ιωνικές πόλεις. 

Η γιορτή άρχιζε με θυσία μιας άμναδος και ενός κριού. Ακολουθούσε πομπή και μετά μουσικοί αγώνες από κυκλικό χορό, όπου ο νικητής έπαιρνε ως βραβείο τρίποδα, τον οποίο αφιέρωνε στο «Πύθιον» Ιερό του Θεού που είχε ιδρυθεί από τον Πεισίστρατο. Στη συνέχεια τα παιδιά τοποθετούσαν στις εξώθυρες των οικιών τους την «ειρεσιώνη» δηλαδή κλαδί ελιάς παγκάρπου. 

Προσφέρονταν θυσίες και καρποί, ενώ από τους πρώτους ώριμους σπόρους ζύμωναν τον άρτο «Θάργηλο». Επίσης υπάρχουν αναφορές ότι παρόμοιοι άρτοι δίνονταν και κατά την διάρκεια της Αρχαιοελληνικής εορτής των «Κρονίων» και αργότερα των ρωμαϊκών «Σατουρναλίων».Οι Ρωμαίοι υιοθέτησαν τις συνήθειες των Αρχαίων Ελλήνων. 

Στα Σατουρνάλια, γιορτή των Ρωμαίων αφιερωμένη στο θεό Σατούρνου, ο οποίος αντιστοιχεί στον ελληνικό θεό Κρόνο και τον θεωρούσαν θεό της γονιμότητας, καθιέρωσαν τυπικές θυσίες και διάφορα έθιμα, όπως την ανταλλαγή μικρών δώρων, υπαίθριες αγορές και τυχερά παιχνίδια ακόμα και για τους δούλους. Ανάμεσα στα έθιμα της γιορτής ήταν και η συνήθεια να ζυμώνουν πλακούντες, που στη συνέχεια τους έτρωγαν, για να πάρουν δύναμη. Οι πλακούντες ήταν οι μακρινοί πρόγονοι των πιτών και των κέικ. 

Η ζύμη τους ήταν παρόμοια με τη ζύμη των ψωμιών, αλλά ήταν εμπλουτισμένη με γάλα, λίπος, μυρωδικά, μπαχαρικά κ.α. Οι Ρωμαίοι καθιέρωσαν στους πλακούντες εκείνους το μεταλλικό νόμισμα για υγεία και καλή χρονιά. Πρόσθεταν μάλιστα και μικρό κομμάτι πάπυρο, που αν τύχαινε σε δούλο του σπιτιού, του χάριζαν την ελευθερία. 

Τα επόμενα χρόνια παρέλαβαν οι Φράγκοι το έθιμο, οι οποίοι το διέδωσαν, αν και υπάρχει η αναφορά ότι για πολλούς αιώνες δεν τοποθετούνταν νόμισμα αλλά ένα φασόλι μέσα στη πίτα και αυτός που το έβρισκε, ανακηρυσσόταν ο «Βασιλιάς της βραδιάς» ή «Φασουλοβασιλιάς». 

http://maiandros.blog-spot.gr/
πηγή-enneaetifotos
Διαβάστε περισσότερα... »

Η ιστορία της Βασιλόπιτας. Το κόψιμο της βασιλόπιτας είναι από τα ελάχιστα αρχέγονα έθιμα που επιβιώνουν.





Η αναζήτησή μας για τις ρίζες του εθίμου της βασιλόπιτας, μας οδηγεί πίσω, στην αρχαιότητα, στις προσφορές άρτου ή και μελιπήκτων των αρχαίων ημών προγόνων, προς τους θεούς, κατά τη διάρκεια εορτών.... Αναφέρει ο λαογράφος Φίλιππος Βρετάκος (“Οι δώδεκα μήνες του έτους και αι κυριώτεραι εορταί των”):

Οι πρόγονοί μας εις την αρχαιότητα κατά τας μεγάλας αγροτικάς εορτάς προσέφερον εις τους θεούς, ως απαρχήν, έναν άρτον. 

Επί παραδείγματι κατά την εορτήν του θερισμού, που ελέγετο Θαλύσια και ήτο αφιερωμένη εις την Δήμητρα, κατασκευάζετο από το νέον σιτάρι ένας μεγάλος εορταστικός άρτος (ένα καρβέλι), που ελέγετο “Θαλύσιος άρτος”, κατά δε την προς τιμήν Απόλλωνος εορτήν των Θαργηλίων εψήνετο, κατά το έθιμον,ο “θάργηλος άρτος”. 

Στο Σέλινιο Χανίων, για παράδειγμα, ζυμώνονταν με λάδι, αλεύρι, ζάχαρη και πολλά μυρωδικά, σύμβολα της αφθονίας των οικογενειακών αγαθών. Και μόλις την έστρωνε η νοικοκυρά στο ταψί, σχεδίαζε στην όψη της με πιρούνι τσιμπητό σταυρό και άλλα πλουμίδια , που σκοπό είχαν να εξορκίσουν το κακό μάτι. Παρόμοια πίτα, με ζάχαρη και μυρωδικά, ετοίμαζαν και στις Κυδωνίες. 

Κι επί πλέον με κλειδί τη στόλιζαν με παράξενα σχήματα, για να κλειδώσουν την κακογλωσσιά, ενώ με δαχτυλήθρα, σύμβολο της νοικοκυροσύνης, γέμιζαν με σχέδια τα ενδιάμεσα κενά, για να είναι οι γυναίκες του σπιτιού γερές και προκομμένες. Γλυκές βασιλόπιτες συνήθιζαν κυρίως στα αστικά κέντρα, αλλά και σε αρκετές αγροτικές περιοχές της πατρίδας μας. Τα υλικά ήταν περίπου τα ίδια. Ποίκιλε μόνο, από τόπο σε τόπο και από οικογένεια σε οικογένεια, ο τρόπος διακόσμησής της, “τα γράμματα” όπως έλεγαν. 

Στολίδια δηλαδή από ζυμάρι, που το καθένα αντιστοιχούσε σε μια ευχή, έναν πόθο ή μια λαχτάρα. Έτσι η γυναίκα του γεωργού “έγραφε” στην πίτα το αλέτρι, τα ζωντανά, τα στάχυα, τα σακιά με το γέννημα, για να τα ευλογεί ο Αι-Βασίλης και να δώσει η χάρη του πλούσια σοδειά. Η γυναίκα του τσέλιγκα το μαντρί, τα πρόβατα ,τα σκυλιά, τις καρδάρες με το γάλα .Η γυναίκα του αμπελουργού τα κούτσουρα, το βαρέλι, το πατητήρι και ό,τι άλλο ποθούσε η καρδιά της να ευλογεί ο καλοσυνάτος Άγιος. Η παραδοσιακή Μικρασιάτικη βασιλόπιτα ήταν πολύ εντυπωσιακή σε εμφάνιση και γεύση.

Έμοιαζε με ένα μεγάλο τραγανό πεντανόστιμο μπισκότο στολισμένο με δικέφαλο αετό στη μέση, ενδόμυχο ίσως πόθο και ευχή για εθνική νεκρανάσταση και ανασύσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η Κωνσταντινουπολίτικη πάλι βασιλόπιτα ήταν γλυκιά, φουσκωτή, αρωματισμένη με χίλια δυο μπαχαρικά και έφερε στο μέσον μεγάλο Β, το αρχικό του Αι- Βασίλη, ή το αρχικό του ονόματος του νοικοκύρη, ενώ γύρω χαραγμένα ξόμπλια με το ψαλίδι, παρέπεμπαν σε πουλιά με ανοιγμένα φτερά.




Ομως η περισσότερο συνηθισμένη πατροπαράδοτη ελληνική πρωτοχρονιάτικη πίτα ήταν η αλμυρή, πολύφυλλη και με κύριο στοιχείο γέμισης το κρέας, όπου τις ενδόμυχες ευχές και τον βαθύτερο συμβολισμό δεν έκρυβε η διακόσμηση. Άλλωστε δεν έμεναν περιθώρια για στολίδια, αφού πάνω και κάτω είχε αλλεπάλληλα καλοβουτυρωμένα φύλλα, που κατά τόπους τα ονόμαζαν “πέταρα”. 

Το πολύ-πολύ το επιφανειακό φύλλο, αισθητά μεγαλύτερο, ρίχνονταν κυματιστό, ώστε η επιφάνεια της πίτας να είναι πλούσια, ανάγλυφη, κυματιστή εκφράζοντας έτσι την ευχή για αφθονία των οικιακών αγαθών, σαν το κύμα της απέραντης θάλασσας. Στην αλμυρή πίτα οι ευχές, τα μαντέματα και οι συμβολισμοί εκφράζονταν κυρίως με τα “σημάδια”, που θα έκρυβε η νοικοκυρά στη βάση της ,πέρα από το πατροπαράδοτο νόμισμα για τον τυχερό του χρόνου. 

Έτσι, για παράδειγμα, η ηπειρώτικη παράδοση απαιτούσε βασιλόπιτα με κοτόπουλο, χοντροκομμένο αρνίσιο κιμά ή ολόκληρα κομμάτια χοιρινό κρέας ,ανάμικτα με τραχανά, πράσα και αυγά. Και εκτός από το νόμισμα, ανάλογα με το επάγγελμα των μελών της οικογένειας, σαν “σημάδια”, μικρό ξυλάκι για υγεία των αγωγιατών, μικρό κουκουνάρι για τους ξυλοκόπους, φύλλο πουρνάρι για τον τσομπάνο, άχυρο για τον γεωργό, σταυρουδάκι για το καλό του σπιτιού ή διάφορους καρπούς, όπως σπυρί στάρι, κουκί, φασόλι, καλαμπόκι και ό,τι άλλο ποθούσε η καρδιά τους να ευλογεί και να χιλιάζει η χάρη του Αι- Βασίλη. 

Στη Δυτική Μακεδονία και στη Θράκη, όταν έρχονταν ο καιρός, να μοιράσει ο πατέρας της μεγάλης πατριαρχικής οικογένειας το βιός του στους γιους, άφηνε στη χάρη του Αι-Βασίλη να κρίνει το τι έπρεπε να πάρει ο καθείς. Ετσι στη μεγάλη βασιλόπιτα τα “σημάδια” δεν έμπαιναν για ευχή, αλλά για ” τάξιμο”. Και τα κομμάτια της τη χρονιά εκείνη τα ονόμαζαν “φιλιά”. 

Σ΄ όποιου γιου το “φιλί” έπεφτε το νόμισμα, θα έπαιρνε το σπίτι. Σ΄ όποιου το φασόλι, το ποτιστικό χωράφι. Το στάρι, το ξηρικό χωράφι. Η κληματόβεργα, το αμπέλι. Το άχερο τα ζωντανά κ.λ.π. Αλλά και η κοπή της βασιλόπιτας γίνονταν με αληθινή ιεροπρέπεια. Πρώτα ο νοικοκύρης την έστρεφε τρεις φορές στο όνομα της Αγίας Τριάδος. 

Επειτα έκανε με κλειδί, με μαχαίρι ή με πιρούνι τρεις φορές το σημείο του σταυρού, για να κόβεται η κακογλωσσιά, να κλειδώνονται τα κακά στόματα ή να αποτρέπεται το κακό μάτι. Και την ώρα ακριβώς, που άλλαζε ο χρόνος, άρχιζε να ονοματίζει τα κομμάτια, με καθιερωμένη πάντα σειρά Πρώτο ήταν του Αι-Βασίλη. 

Έπειτα του Χριστού και της Παναγίας, του σπιτιού και στη σειρά όλων των μελών της οικογένειας, κατά ηλικία , αρχίζοντας από τους μεγαλύτερους και καταλήγοντας στα παιδιά. Κομμάτι έκοβε και για τους φτωχούς, τα ζωντανά, τα χωράφια και τα αμπέλια, το μύλο και τη βάρκα, γιατί όλα έπρεπε να πάρουν την ευλογία του Αι-Βασίλη. Και σαν απόσωνε τον εορταστικό δείπνο η οικογένεια, ο νοικοκύρης κατέβαινε στο στάβλο, να ταΐσει την πίτα τους στα ζωντανά, ενώ την επαύριο θρυμμάτιζε και σκορπούσε το δικό τους κομμάτι στα κτήματα και στα αμπέλια.




Σε μερικούς τόπους, όπως στην Κάρπαθο και τη Σκύρο, έπλαθαν ξεχωριστή πίτα για τα μεγάλα ζώα, τους πολύτιμους συνεργάτες του νοικοκύρη στον καθημερινό μόχθο, την οποία ονόμαζαν “βουόπιτα” ή “βοδόκλουρα” και θριματισμένη, με λίγο αλάτι, τους την τάιζαν ανήμερα της πρωτοχρονιάς. Στα Χάσια,ξεχωριστή πίτα έπλαθαν και για τον τσομπάνο, τον βοσκό των προβάτων. 

Αφού η οικογένεια θα είχε κόψει τη δική της πίτα, λίγο μετά τα μεσάνυχτα οι άντρες του σπιτιού πήγαιναν στη στάνη να κόψουν και την πίτα του τσομπάνου και μαζί του τραγουδούσαν και γελούσαν και χόρευαν ως το πρωί σε πασίχαρο γλέντι, που το σεκοντάριζαν τα βελάσματα των προβάτων και των κατσικιών. Στην πίτα εκείνη το νόμισμα δεν είχε καμιά σημασία. Αντ΄ αυτού έβαζαν ένα κουλουριασμένο ξυλάκι, που το έλεγαν “μαντρί” και το θεωρούσαν σαν κάτι ιερό. 

Γι αυτό κι όποιος το εύρισκε, το παράχωνε στη στάνη, σε μέρος που δεν θα το πατούσαν άνθρωποι και ζώα. Στην αρχοντική Σιάτιστα η παράδοση ήθελε δύο βασιλόπιτες. Μιά γλυκιά και μια αλμυρή με φύλλα. Την γλυκιά έκοβαν τα μεσάνυχτα, στην αλλαγή του χρόνου, για να τους φέρει γλυκές μέρες. Την αλμυρή, που περιείχε και το ασημένιο νόμισμα “το δώρο”, όπως το έλεγαν, την ονόμαζαν “του σπιτιού”, την έκοβαν στο εορταστικό μεσημεριανό τραπέζι της πρωτοχρονιάς, και ο τυχερός άναβε με το νόμισμα λαμπάδα για το καλό όλης της οικογένειας. Η πίτα εκείνη περιείχε επί πλέον και σταυρουδάκι από χλωρά κλαράκια για υγεία και ευτυχία.

Στην ορθόδοξη παράδοση
Το έθιμο των ημερών απαιτεί ένα γλυκό «τυχερό» παιχνίδι …την κοπή της Βασιλόπιτας. Πολλές συνταγές κυκλοφορούν όμως όλες έχουν ένα βασικό συστατικό …το πολυπόθητο φλουρί! Πριν την κόψετε, διαβάστε την ιστορία της. Η ιστορία της βασιλόπιτας, είναι μια ιστορία που συνέβηκε πριν από εκατοντάδες χρόνια, πριν από 1500 χρόνια περίπου, στην πόλη Καισαρεία της Καππαδοκίας, στη Μικρά Ασία. 

Ο Μέγας Βασίλειος ήταν δεσπότης της Καισαρείας και ζούσε αρμονικά με τους συνανθρώπους του, με αγάπη, κατανόηση και αλληλοβοήθεια Κάποια μέρα όμως, ένας αχόρταγος στρατηγός – τύραννος της περιοχής, ζήτησε να του δοθούν όλοι οι θησαυροί της πόλης της Καισαρείας, αλλιώς θα πολιορκούσε την πόλη για να την κατακτήσει και να τη λεηλατήσει. Ο Μέγας Βασίλειος ολόκληρη τη νύχτα προσευχόταν να σώσει ο Θεός την πόλη. 

Ξημέρωσε η νέα μέρα και ο στρατηγός αποφασισμένος με το στρατό του περικύκλωσε αμέσως την Καισαρεία. Μπήκε με την ακολουθία του και ζήτησε να δει το Δεσπότη, ο οποίος βρισκόταν στο ναό και προσευχόταν. Με θράσος και θυμό ο αδίστακτος στρατηγός απαίτησε το χρυσάφι της πόλης καθώς και ότι άλλο πολύτιμο υπήρχε στην πόλη. 

Ο Μέγας Βασίλειος απάντησε ότι οι άνθρωποι της πόλης του δεν είχαν τίποτε άλλο πέρα από πείνα και φτώχεια, δεν είχαν να δώσουν τίποτε αξιόλογο στον άρπαγα στρατηγό. Ο στρατηγός με το που άκουσε αυτά τα λόγια θύμωσε ακόμα περισσότερο και άρχισε να απειλεί τον Μέγα Βασίλειο ότι θα τον εξορίσει πολύ μακριά από την πατρίδα του ή κι ακόμη μπορεί να τον σκοτώσει.




Οι χριστιανοί της Καισαρείας αγαπούσαν πολύ το Δεσπότη τους και θέλησαν να τον βοηθήσουν. Μάζεψαν λοιπόν από τα σπίτια τους ότι χρυσαφικά είχαν και του τα πρόσφεραν, ώστε δίνοντάς τα στο σκληρό στρατηγό να σωθούν. Στο μεταξύ ο ανυπόμονος στρατηγός κόντευε να σκάσει από το κακό του. Διέταξε αμέσως το στρατό του να επιτεθεί στο φτωχό λαό της πόλης. Ο Δεσπότης, ο Μέγας Βασίλειος, που ήθελε να προστατέψει την πόλη του προσευχήθηκε και μετά παρουσίασε στο στρατηγό ότι χρυσαφικά είχε μαζέψει μέσα σε ένα σεντούκι. 

Τη στιγμή όμως που ο στρατηγός πήγε να ανοίξει το σεντούκι και να αρπάξει τους θησαυρούς, με το που ακούμπησε τα χέρια του πάνω στα χρυσαφικά έγινε το θαύμα! ‘Όλοι οι συγκεντρωμένοι είδαν μια λάμψη και αμέσως μετά έναν λαμπρό καβαλάρη να ορμάει με το στρατό του επάνω στον σκληρό στρατηγό και τους δικούς του. Σε ελάχιστο χρόνο ο κακός στρατηγός και οι δικοί του αφανίστηκαν. Ο λαμπρός καβαλάρης ήταν ο Άγιος Μερκούριος και στρατιώτες του οι άγγελοι. Έτσι σώθηκε η πόλη της Καισαρείας. 

Τότε όμως, ο δεσπότης της, ο Μέγας Βασίλειος, βρέθηκε σε δύσκολη θέση! Θα έπρεπε να μοιράσει τα χρυσαφικά στους κατοίκους της πόλης και η μοιρασιά να είναι δίκαιη, δηλαδή να πάρει ο καθένας ό,τι ήταν δικό του. Αυτό ήταν πολύ δύσκολο. Προσευχήθηκε λοιπόν ο Μέγας Βασίλειος και ο Θεός τον φώτισε τι να κάνει. Κάλεσε τους διακόνους και τους βοηθούς του και τους είπε να ζυμώσουν ψωμάκια, όπου μέσα στο καθένα ψωμάκι θα έβαζαν και λίγα χρυσαφικά. 

Όταν αυτά ετοιμάστηκαν, τα μοίρασε σαν ευλογία στους κατοίκους της πόλης της Καισαρείας. Στην αρχή όλοι παραξενεύτηκαν, μα η έκπληξή τους ήταν ακόμη μεγαλύτερη όταν κάθε οικογένεια έκοβε το ψωμάκι αυτό κι έβρισκε μέσα τα χρυσαφικά της. Ήταν λοιπόν ένα ξεχωριστό ψωμάκι, η βασιλόπιτα. Έφερνε στους ανθρώπους χαρά κι ευλογία μαζί. Από τότε φτιάχνουμε κι εμείς τη βασιλόπιτα με το φλουρί μέσα, την πρώτη μέρα του χρόνου, τη μέρα του Αγίου Βασιλείου.


Διαβάστε περισσότερα... »

Πέμπτη 1 Ιανουαρίου 2015

Έθιμα Πρωτοχρονιάς



Οι ημέρες των εορτών είναι ημέρες αφιερωμένες στα ήθη, τα έθιμα και στις πατροπαράδοτες παραδόσεις. Άλλωστε, τα ήθη και τα έθιμα του κάθε τόπου «χρωματίζουν» τις γιορτινές αυτές ημέρες και αποτελούν μία όαση χαράς για μικρούς και μεγάλους.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει μάλιστα η παρουσίαση εθίμων των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς από διάφορες περιοχές της χώρας μας.

Βασιλόπιτα




Μία παράδοση της Κωνσταντινούπολης λέει τα εξής: Όταν ο άγιος Βασίλειος ήταν Επίσκοπος στην Καισαρεία, ο Έπαρχος της Καππαδοκίας πήγε με σκληρές διαθέσεις να εισπράξει φόρους. Οι κάτοικοι φοβισμένοι ζήτησαν την προστασία του ποιμενάρχη τους. «Σας ζητάω αμέσως, τους είπε εκείνος, να μου φέρει ο καθένας ό,τι πολύτιμο αντικείμενο έχει». Μάζεψαν πολλά δώρα και βγήκαν μαζί με το Δεσπότη τους οι κάτοικοι της Καισαρείας να προϋπαντήσουν τον Έπαρχο. 

Ήταν όμως τέτοια η εμφάνιση και η πειθώ του Μεγάλου Βασιλείου, που ο Έπαρχος καταπραύνθηκε χωρίς να θελήσει να πάρει τα δώρα. Γύρισαν πίσω χαρούμενοι κι ο άγιος Βασίλειος πήρε να τους ξαναδώσει τα πολύτιμα αντικείμενα τους. Ο χωρισμός όμως ήταν δύσκολος γιατί είχαν προσφέρει πολλά όμοια αντικείμενα, δηλαδή δαχτυλίδια, νομίσματα κ.λ.π. 

Ο Βασίλειος τότε σκέφθηκε ένα θαυματουργό τρόπο: Διέταξε να κατασκευασθούν το απόγευμα του Σαββάτου μικρές πίτες και μέσα σε καθεμιά τοποθέτησε από ένα αντικείμενο. Την επόμενη μέρα έδωσε από μία σε κάθε Χριστιανό. Και τότε έγινε το θαύμα! Μέσα στην πίτα του βρήκε ο καθένας ό,τι είχε προσφέρει! Από τότε, λέει η παράδοση, κάθε χρόνο, στη γιορτή του αγίου Βασιλείου, κάνουμε κι εμείς πίτες και βάζουμε μέσα νομίσματα.

Η Βασιλόπιτα αποτελεί το κατεξοχήν Πρωτοχρονιάτικο έθιμο μας. Είναι ένα έθιμο που το συναντάμε σε ολόκληρο τον Ελλαδικό χώρο με αρκετές βέβαια παραλλαγές που έχουν να κάνουν κυρίως με τη σύστασή της.

Έτσι σε κάποια μέρη είναι κέικ ή τσουρέκι, σε άλλα αλμυρή ή γλυκιά πίτα με φύλλα, ενώ σε κάποια άλλα είναι ψωμί σαν το Χριστόψωμο. Κοινό στοιχείο πάντως της διακόσμησης είναι ένας σταυρός και η αναγραφή του έτους. Σε όλες πάντως τις περιπτώσεις η Βασιλόπιτα είναι στρογγυλή και μέσα της κρύβει ένα φλουρί.

Η βασιλόπιτα είναι συνδυασμός του «εορταστικού άρτου» και του «μελιπήκτου» των αρχαίων προσφορών, τόσο προς τους θεούς όσο και προς τους νεκρούς ή τους κακούς δαίμονες για την εξασφάλιση της υγείας, της καλής τύχης και της ευλογίας του Αγίου Βασιλείου.

Στην πλειοψηφία τους οι Έλληνες κόβουν τη βασιλόπιτα, αμέσως μετά την αλλαγή του χρόνου. Σε μερικές όμως, περιοχές της Ελλάδας η Βασιλόπιτα κόβεται στο μεσημεριανό τραπέζι, ανήμερα του Αγίου Βασιλείου την 1η Ιανουαρίου. Όποτε πάντως και αν κοπεί, ακολουθείται το ίδιο εθιμοτυπικό: Ο νοικοκύρης την σταυρώνει τρεις φορές με ένα μαχαίρι και μετά αρχίζει να κόβει τα κομμάτια. 

Το πρώτο είναι του Χριστού, το δεύτερο της Παναγίας, το τρίτο του Αγίου Βασιλείου, το τέταρτο του σπιτιού και ακολουθούν τα κομμάτια των μελών της οικογένειας με σειρά ηλικίας.


Συνταγή για Βασιλόπιτα


Υλικά:
1 φλιτζάνι τσαγιού γάλα φρέσκο
2 κουταλάκια γλυκού μαγιά
4 αυγά
1 φλιτζάνι βούτυρο γάλακτος
1 ½ φλιτζάνι ζάχαρη
1 φακελάκι μαχλέπι κοπανισμένο

Ξύσμα ενός λεμονιού
1 κουταλάκι γλυκού κοφτό αλάτι
1 κιλό αλεύρι
Λίγα αμύγδαλα


Εκτέλεση :
1. Σε μια μεγάλη λεκάνη βάζουμε μισό φλιτζάνι γάλα χλιαρό και μέσα διαλύουμε τη μαγιά. Προσθέτουμε μισό φλιτζάνι αλεύρι, και το ανακατεύουμε για να γίνει μείγμα.

Το σκεπάζουμε με μια πετσέτα και τ΄ αφήνουμε σε ζεστό μέρος για να φουσκώσει
(1 ώρα περίπου).

2. ΄Οταν φουσκώσει, χτυπάμε στο μίξερ τη ζάχαρη με τους κροκούς.

Ρίχνουμε το υπόλοιπο γάλα, τ΄ ασπράδια μαρέγκα, το βούτυρο λιωμένο, το μαχλέπι, και το ξύσμα λεμονιού.

Ζυμώνουμε ρίχνοντας λίγο λίγο το αλεύρι, ώστε η ζύμη να μη γίνει πολύ σφιχτή.

Την πλάθουμε σε μπάλες και τη βάζουμε μέσα σε μια λεκάνη.

Τη σκεπάζουμε πάλι με πετσέτα και την αφήνουμε σε ζεστό μέρος για 3 ώρες περίπου, ώστε να γίνει διπλάσια σε όγκο.

3. Ζυμώνουμε τη ζύμη για 5 λεπτά και την τοποθετούμε σε βουτυρωμένο λαδόχαρτο μέσα σε ταψί στρογγυλό μεγάλο ή σε δύο μικρά.

Τ΄ αφήνουμε σε χλιαρό μέρος 2 ώρες περίπου, σκεπασμένα ώστε να διπλασιαστούν σε όγκο.

4. Πριν τα βάλουμε στο φούρνο, χτυπάμε 1 κρόκο αυγού και 1 κουταλάκι νερό και τ΄ αλείφουμε ελαφρά με πινέλο.

Από πάνω με ασπρισμένα αμύγδαλα μπορούμε να σχηματίσουμε τη νέα χρονολογία.


Η Καλή Χέρα
Συνηθίζεται να δίνεται ένα χρηματικό ποσό σαν δώρο σε παιδιά’ κυρίως πρόκειται για τα εγγόνια ή τα ανίψια που θα επισκεφτούν κάποιο σπίτι την Πρωτοχρονιά.

Μερικές δεκαετίες παλιότερα, η «καλή χέρα» ήταν το μόνο δώρο που έπαιρναν τα παιδιά την Πρωτοχρονιά και σε πολλές περιπτώσεις ήταν απλά ένα κέρασμα μιας κι ούτε χρήματα υπήρχαν πολλά, αλλά ούτε μαγαζιά με παιγνίδια


Οι κολόνιες 
Στην Κεφαλονιά, αλλά και στα άλλα νησιά των Επτανήσων, το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς, οι κάτοικοι γεμάτοι χαρά για τον ερχομό του νέου χρόνου, κατεβαίνουν στους δρόμους κρατώντας μπουκάλια με κολόνιες και ραίνουν ο ένας τον άλλον τραγουδώντας:

"Ήρθαμε με ρόδα και με ανθούς να σας ειπούμε χρόνους πολλούς". Η τελευταία ευχή του χρόνου που ανταλλάσσουν είναι: "Καλή Αποκοπή", δηλαδή με το καλό να αποχωριστούμε τον παλιό χρόνο.


Άγιος Βασίλης
Η "γενεαλογική" προέλευση του δυτικού Σάντα - Κλάους είναι ο Άγιος Νικόλαος, ο Επίσκοπος Μύρωνος - Λυκίας του 4ου μ.Χ. αιώνα, ονομαστός για την αρετή και την φιλανθρωπία του και φύλακας άγγελος των παιδιών και των ναυτικών.

Οι παλιοί Αθηναίοι περίμεναν τον 'Aγιο Βασίλη από το βράδυ της παραμονής με ολάνοιχτες τις πόρτες των σπιτιών τους και έστρωναν ένα μεγάλο τραπέζι και το φόρτωναν με τα πιο εκλεκτά γλυκίσματα και φαγητά για να τον φιλοξενήσουν. Μάλιστα, γύρω από το τραπέζι αυτό μαζευόταν το βράδυ της παραμονής όλη η οικογένεια και περίμενε για ν' αρχίσει το φαγοπότι. Τα μεσάνυχτα έσβηναν τις λάμπες τους κι έδιωχναν με γιουχαΐσματα τον παλιό χρόνο, πετώντας πίσω του στο δρόμο ένα παλιοπάπουτσο.


Κρεμύδα για Γούρι
Το σκυλοκρέμμυδο ή κρεμύδα (Scilla maritima) είναι συνηθισμένο φυτό στην Κρήτη. Φυτρώνει άγριο και μοιάζει με μεγάλο κρεμμύδι. Τα ζώα δεν το τρώνε γιατί έχει δηλητήριο, που μπορεί να προκαλέσει δερματικό ερεθισμό από επαφή. Ακόμα και να το βγάλεις απ' τη γη και να το κρεμάσεις, δεν παύει να βγάζει νέα φύλλα και άνθη.

Ο λαός πιστεύει ότι αυτή τη μεγάλη ζωτική του δύναμη μπορεί να τη μεταδώσει σε έμψυχα και άψυχα, γι' αυτό και την Πρωτοχρονιά στην Κρήτη κρεμούν σκυλοκρέμμυδο στα σπίτια τους. Πρόκειται για αρχαίο έθιμο καλοτυχίας που αναφέρεται ήδη από τον 6ο αιώνα π.Χ. Σήμερα τείνει να εγκαταλειφθεί.




Το ρόδι
"Χίλιοι μύριοι καλογέροι σ' ένα ράσο τυλιγμένοι". Τι είναι;
Το ρόδι είναι σύμβολο αφθονίας, γονιμότητας και καλής τύχης. Σε πολλά μέρη της Ελλάδας κρεμούσαν στο κάθε σπίτι, από το φθινόπωρο, ένα ρόδι. Μετά τη Μεγάλη Λειτουργία της Πρωτοχρονιάς το πετούσαν με δύναμη στο κατώφλι για να σπάσει σε χίλια κομμάτια κι έλεγαν: "Χρόνια Πολλά! Ευτυχισμένος ο καινούριος χρόνος!" Το έθιμο του ροδιού της πρωτοχρονιάς διατηρείται και σήμερα.

Την ώρα που αλλάζει ο χρόνος στην εξώπορτα του σπιτιού πετάνε και σπάνε ένα ρόδι και μπαίνουν μέσα στο σπίτι με το δεξί πόδι κάνοντας το ποδαρικό, ώστε ο καινούργιος χρόνος να τα φέρει όλα δεξιά, καλότυχα. Πολλοί άνθρωποι είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί ακόμα και σήμερα σχετικά με το άτομο που θα κάνει ποδαρικό στο σπίτι τους. Πολλές φορές προτιμούν μάλιστα ένα μικρό παιδί εξαιτίας της αθωότητάς του.

Στην πόλη της Καβάλας, πολλοί κάτοικοι διατηρούν ακόμα τόσο το σπάσιμο του ροδιού μπροστά στην είσοδο του σπιτιού για καλή τύχη, αλλά και τη μεταφορά μίας πέτρας -συνήθως από το μικρότερο μέλος της οικογένειας- στο εσωτερικό του σπιτιού για να είναι στέρεο το σπίτι και γερή ολόκληρη η οικογένεια τη νέα χρονιά.


Το σφάξιμο του χοίρου
Ένα παλιό έθιμο, που η πρόοδος και οι σύγχρονες ευκολίες το έχουν σβήσει, είναι το σφάξιμο του χοίρου. Κάθε οικογένεια μεγαλώνει στην αυλή του σπιτιού ένα χοίρο για να το σφάξει τις μέρες των γιορτών. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς ο άντρας του σπιτιού έσφαζε το ζώο.

Τα λουκάνικα και τα κρέατα του χοίρου αφού τα κρέμαγαν σ'ένα κοντάρι, τα κάπνιζαν σε φωτιά από σχοινιές, μερσινιές και ξισταρκές για να στεγνώσουν. Μετά τα κρεμούσαν στον ήλιο για να ξεραθούν καλά. Από το κρέας του χοίρου έτρωγε η οικογένεια όλο το χρόνο.

Καρδίτσα: το «τάισμα της βρύσης» 
Τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων γίνεται το λεγόμενο «τάισμα» της βρύσης, κάτι που σε κάποια χωριά γίνεται παραμονή Πρωτοχρονιάς. Το έθιμο θέλει οι κοπέλες, να πηγαίνουν τα χαράματα των Χριστουγέννων στην πιο κοντινή βρύση «για να κλέψουν το «άκραντο νερό». Το λένε άκραντο, δηλαδή, αμίλητο, γιατί δε βγάζουν λέξη σε όλη τη διαδρομή. Αλείφουν τις βρύσες του χωριού με βούτυρο και μέλι, με την ευχή όπως τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι τον καινούργιο χρόνο και όπως γλυκό είναι το μέλι, έτσι γλυκιά να είναι και η ζωή τους.

Για να έχουν καλή σοδειά, όταν φτάνουν εκεί, την «ταΐζουν» με διάφορες λιχουδιές, όπως βούτυρο, ψωμί, τυρί, όσπρια ή κλαδί ελιάς. Μάλιστα, έλεγαν ότι όποια θα πήγαινε πρώτη στη βρύση, αυτή θα στεκόταν και η πιο τυχερή ολόκληρο το χρόνο.

Έπειτα ρίχνουν στη στάμνα ένα βατόφυλλο και τρία χαλίκια, «κλέβουν νερό» και γυρίζουν στα σπίτια τους πάλι αμίλητες μέχρι να πιούνε όλοι από το άκραντο νερό. Με το ίδιο νερό ραντίζουν και τις τέσσερις γωνίες του σπιτιού, ενώ σκορπούν στο σπίτι και τα τρία χαλίκια.

Ανατολική Μακεδονία: Μωμόγεροι και σπόρδισμα των φύλλων
Από ολόκληρη την ανατολική Μακεδονία, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η πολιτιστική παράδοση του νομού Δράμας, με την πλούσια λαογραφία, τα ήθη τα έθιμα, τις γιορτές και τα διονυσιακά δρώμενα που πραγματοποιούνται όλες τις εποχές του χρόνου.

Οι Μωμόγεροι, ένα είδος λαϊκού παραδοσιακού θεάτρου, αναβιώνει στους Σιταγρούς και τα Πλατανιά, χωριά όπου υπάρχουν πρόσφυγες από τον Πόντο. Η ονομασία Μωμόγεροι προέρχεται από τις λέξεις μίμος και γέρος, από τις μιμητικές κινήσεις που κάνουν οι πρωταγωνιστές με μορφή γεροντικών προσώπων. Οι παραστάσεις πραγματοποιούνται όλο το Δωδεκαήμερο [Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά και Θεοφάνια].

Στο νησί της Θάσου τώρα, οι οικογένειες κρατούν ένα πολύ παλιό έθιμο είναι το σπόρδισμα των φύλλων και γίνεται ως εξής: Κάθονται όλοι γύρω από το αναμμένο τζάκι, τραβούν την θράκα προς τα έξω και ρίχνουν γύρω στα αναμμένα κάρβουνα, φύλλα ελιάς, βάζοντας στο νου τους από μία ευχή, χωρίς να την πουν στους άλλους. Όποιου το φύλλο γυρίσει περισσότερο, εκείνου θα πραγματοποιηθεί και η ευχή του.

Στο Δημοτικό Διαμέρισμα Μυρτοφύτου του Δήμου Ελευθερών στη δυτική ακτή του νομού Καβάλας, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς αναβιώνει ένα έθιμο που έχει τις ρίζες του στην Τουρκοκρατία. Τα αγόρια που θα φύγουν στρατιώτες μέσα στη νέα χρονιά συγκεντρώνουν μεγάλες στοίβες από ξύλα στην πλατεία. Την παραμονή του νέου χρόνου θα ανάψουν μια εντυπωσιακή φωτιά ψέλνοντας τα κάλαντα. Στις δώδεκα ακριβώς, με το χτύπημα του ρολογιού της εκκλησίας, ξεκινάει ένα παραδοσιακό γλέντι με τσίπουρο και γλυκά.

Μπουμπουσάρια ή ραγκουσάρια
Μπουμπουσάρια ή ραγκουτσάρια ονομάζονται στη Δυτική Μακεδονία τα τοπικά καρναβάλια της Πρωτοχρονιάς και των Θεοφανίων. Στη Σιάτιστα τα μπαμπουσάρια γίνονται - εκτός από την Πρωτοχρονιά - κυρίως τα Θεοφάνια, ενώ σ' όλα τα άλλα χωριά του Βοϊου μόνο την Πρωτοχρονιά, με εξαίρεση την Εράτυρα. Εκεί το ωραίο αυτό έθιμο το συναντούμε την επομένη της Πρωτοχρονιάς. 

Οι διάφορες παρέες των μεταμφιεσμένων νέων αποτελούσαν συγκροτημένες παρέες, σχεδόν στερεότυπες πάντα: η νύφη, ο γιατρός, ο γκέκας, ο αρματολός και ο σαλός (τρελός), που κατά κανόνα ήταν φορτωμένος με τα κουδούνια. Σε πολλά μέρη τα ραγκουτσάρια έκαναν επισκέψεις και στα διπλανά χωριά και μάλιστα, όταν δύο παρέες συναντιόνταν στους δρόμους, πιάνονταν από τα μπράτσα και χτυπώντας τα κουδούνια με δύναμη, η κάθε παρέα προσπαθούσε να αναγκάσει τους αντιπάλους σε υποχώρηση. 

Στη Σιάτιστα και στα γύρω χωριά, οι μικροί μεταμφιεσμένοι γυρίζουν στα σπίτια ή σταματούν τους μεγάλους στο δρόμο και τραγουδώντας "Και βάλε το χεράκι σου στην αργυρή σου τσέπη...", προσπαθούν να τους αποσπάσουν χρήματα.

Καρδίτσα
Την ημέρα της Πρωτοχρονιάς οι περισσότερες νοικοκυρές του Νομού φτιάχνουν την βασιλόπιτα ή αετόπιτα στην οποία βάζει μέσα και ένα κέρμα. Αφού ο αφέντης του σπιτιού, βγάλει από ένα κομμάτι για τον Χριστό, την Παναγία και τον 'Αγιο Βασίλειο τα μέλη της οικογένειας παίρνουν το δικό τους κομμάτι και αναζητούν σε αυτό το κέρμα.

Στις 5 Ιανουαρίου παραμονές των Θεοφανίων συναντάμε ακόμη και σήμερα τα Ρογκάτσια ή Ρογκατσάρια. Ενα έθιμο που οι ρίζες του χάνονται στην αρχαιότητα. Οι συμμετέχοντες, ντυμένοι με προβιές ζώων και ζωσμένοι με κουδούνια, τριγυρίζουν το χωριό και λένε τα κάλαντα, διαφορετικά για τον καθένα,με διάθεση πειράγματος και σατιρισμού. Πίσω ακολουθούν "ο γαμπρός με τη νύφη" και στο τέλος έρχεται ο "παπάς" που διώχνει αυτούς τους "καλικάντζαρους". Το έθιμο παραμένει ζωντανό στο Νεοχώρι, στο Μεσενικόλα, στο Μορφοβούνι και στο Κρυονέρι.

Σάμος
Η "προβέντα" είναι ένα πιάτο με γλυκά που κρίνει πολλές φορές την νοικοκυροσύνη της Σαμιώτισσας, καθώς συνοδεύεται συνήθως και με την βασιλόπιτα που έχουν φτιάξει.

Το ρόδι είναι απαραίτητο για κάθε σαμιώτικο σπιτικό, καθώς οι οικογένειες το πρωί της Πρωτοχρονιάς μετά την εκκλησία θα το σπάσουν για να σκορπίσουν οι σπόροι του και να "γεμίσει" το σπίτι ευτυχία και υγεία.

Όποιος κάνει το ποδαρικό πρέπει να πάρει "μπουλιστρίνα" (χρήματα), την οποία περιμένουν τα παιδιά επίσης από παπούδες, γιαγιάδες, θείες που θα πλαισιώσουν το μεσημέρι το τραπέζι.

Την παραμονή των Φώτων, παιδιά λένε τα κάλαντα, ενώ ανήμερα σε κάθε πόλη λειτουργεί μια μόνο εκκλησία και μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας σχηματίζεται πομπή για το λιμάνι που θα γίνει ο αγιασμός των υδάτων και ο Μητροπολίτης (στην πρωτεύουσα) ή ο παπάς θα ρίξει τον σταυρό.

Όποιος τον πιάσει θεωρείται ο τυχερός της χρονιάς, παίρνει την ευλογία του ιερέα και μαζί του γυρνούν το μεσημέρι από σπίτι σε σπίτι για να μεταφέρουν την ευλογία του στους κατοίκους του νησιού.

Ανατολική Μακεδονία
Τα ήθη και τα έθιμα ενός τόπου μαρτυρούν τις βαθύτερες ανησυχίες των ανθρώπων όπως αυτές αποτυπώθηκαν στο πέρασμα των χρόνων. Στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μακεδονίας οι κάτοικοι - η πλειονότητα των οποίων έχουν τις ρίζες τους στον Πόντο και τη Μικρά Ασία - γνωρίζουν πώς να διατηρούν ζωντανές τις παραδόσεις κυρίως μέσα από τη νέα γενιά.

Από ολόκληρη την ανατολική Μακεδονία ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η πολιτιστική παράδοση του νομού Δράμας, με την πλούσια λαογραφία, τα ήθη τα έθιμα, τις γιορτές και τα διονυσιακά δρώμενα που πραγματοποιούνται όλες τις εποχές του χρόνου.

Οι Μωμόγεροι, ένα είδος λαϊκού παραδοσιακού θεάτρου, αναβιώνει στους Σιταγρούς και τα Πλατανιά, χωριά όπου υπάρχουν πρόσφυγες από τον Πόντο. Η ονομασία Μωμόγεροι προέρχεται από τις λέξεις μίμος και γέρος, από τις μιμητικές κινήσεις που κάνουν οι πρωταγωνιστές με μορφή γεροντικών προσώπων. Οι παραστάσεις πραγματοποιούνται όλο το Δωδεκαήμερο (Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά και Θεοφάνια).

Στο νησί της Θάσου οι οικογένειες κρατούν ένα πολύ παλιό έθιμο είναι το σπόρδισμα των φύλλων και γίνεται ως εξής: Κάθονται όλοι γύρω από το αναμμένο τζάκι, τραβούν την ανθρακιά προς τα έξω και ρίχνουν γύρω στ' αναμμένα κάρβουνα, φύλλα ελιάς, βάζοντας στο νου τους από μια ευχή, χωρίς όμως να την πουν στους άλλους. Όποιου το φύλλο γυρίσει περισσότερο, εκείνου θα πραγματοποιηθεί και η ευχή του.

Στο Δημοτικό Διαμέρισμα Μυρτοφύτου του Δήμου Ελευθερών στη δυτική ακτή του νομού Καβάλας την παραμονή της Πρωτοχρονιάς αναβιώνει ένα έθιμο που έχει τις ρίζες του στην Τουρκοκρατία. Τα αγόρια που θα φύγουν στρατιώτες μέσα στη νέα χρονιά συγκεντρώνουν μεγάλες στοίβες από ξύλα στην πλατεία. Την παραμονή του νέου χρόνου θα ανάψουν μια εντυπωσιακή φωτιά ψέλνοντας τα κάλαντα. Στις δώδεκα ακριβώς, με το χτύπημα του ρολογιού της εκκλησίας, ξεκινάει ένα παραδοσιακό γλέντι με τσίπουρο και γλυκά.

Στην πόλη της Καβάλας, πολλοί κάτοικοι διατηρούν ακόμα κάποια από τα έθιμα που έφεραν μαζί τους οι πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη, όπως το σπάσιμο του ροδιού μπροστά στην είσοδο του σπιτιού για καλή τύχη, αλλά και η μεταφορά μιας πέτρας - συνήθως από το μικρότερο μέλος της οικογένειας - στο εσωτερικό του σπιτιού για να είναι στέρεο το σπίτι και γερή ολόκληρη η οικογένεια τη νέα χρονιά.

Στο Δημ. Διαμέρισμα Ποδοχωρίου του Δήμου Ορφανού στα δυτικά του νομού Καβάλας, την πρώτη μέρα κάθε νέου χρόνου διατηρούν ακόμα αναλλοίωτο το έθιμο του "ποδαρικού", όπου τα πιο μικρά παιδιά επισκέπτονται όλα τα σπίτια του οικισμού μπαίνοντας μέσα σε αυτά με το δεξί πόδι, λένε ευχές στους νοικοκύρηδες του σπιτιού και δέχονται γλυκά και δώρα.

Τέλος, στα 'Αβδηρα της Ξάνθης, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς ορισμένες οικογένειες δε ζυμώνουν βασιλόπιτα αλλά ανοίγουν φύλλο και παρασκευάζουν μια πίτα με πράσο, κιμά και μπαχαρικό κύμινο. Μέσα στην πρασόπιτα βάζουν το φλουρί. Η πίτα ψήνεται σε παραδοσιακό ταψί το σινί και τα παλιότερα χρόνια σερβίρονταν πάνω σε χαμηλό ξύλινο τραπέζι, το σορβά.

Ηράκλειο
Πρόκειται για ένα έθιμο που διατηρείται χρόνια. Ο πρώτος άνθρωπος που θα πατήσει με το πόδι του (ποδαρικό) στο σπίτι μετά την είσοδο του νέου χρόνου, πρέπει να είναι τυχερός για να φέρει τύχη στο σπίτι και να πατήσει πρώτα με το δεξί του πόδι για να πάνε όλα δεξιά δηλ. καλά.

Επίσης την ημέρα της Πρωτοχρονιάς μεταφέρουν νερό από τη βρύση στο σπίτι και ο νοικοκύρης λέει : «Όπως τρέχει τούτο το νερό έτσι να τρέχουν και τα καλά στο σπίτι μου».

Ακόμη ο νοικοκύρης μεταφέρει μια πέτρα στο σπίτι λέγοντας: «Όπως είναι γερή τούτη η πέτρα έτσι να είναι γερό και το σπίτι μου». Σε ορισμένα μέρη του Ηρακλείου, την πρωτοχρονιά συνηθίζεται η οικογένεια να πηγαίνει στην εκκλησία. Μαζί τους παίρνουν μια εικόνα του σπιτιού, η οποία αφού λειτουργηθεί θα κάνει το ποδαρικό στο σπίτι.

Την πρωτοχρονιά οι παππούδες και οι στενοί συγγενείς δίνουν στα παιδιά την «καλή χέρα», δηλαδή κάποιο χρηματικό ποσόν. Έθιμο που διατηρείται μέχρι και σήμερα.

Στο Ηράκλειο υπάρχει και το έθιμο της μπουγάτσας, όπου οι κάτοικοι καταναλώνουν ανήμερα της Πρωτοχρονιάς μεγάλες ποσότητες μπουγάτσας, θέλοντας να είναι γλυκιά η πρώτη τους γεύση. Μάλιστα σε όλους τους δρόμου του Ηρακλείου την παραμονή της Πρωτοχρονιάς έχουν στηθεί υπαίθριοι πάγκοι για την διανομή μπουγάτσας .


Διαβάστε περισσότερα... »

Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2014

Συνταγές Βασιλόπιτας




Το φλουρί συμβολίζει την τύχη και μια καλή χρονιά για εκείνον που θα το κερδίσει.


Συνταγή για καταπληκτική ΒΑΣΙΛΟΠΙΤΑ:
Συντ
Υλικά:
250 gr Βούτυρο (βιτάμ)
2 φλυτζάνια ζάχαρη
1 πακέτο φαρίνα γιώτης
1 κουταλάκι κοφτό μπέικιν
6 αυγά
2 πορτοκάλια χυμό & το ξύσμα
1 βανίλια
1 φλυτζάνι του τσαγιού καρύδια (προαιρετικά)
1 φλυτζάνι του τσαγιού σταφίδες (προαιρετικά)

Συνταγή:
Χτυπάτε στο μίξερ τα αυγά με τη ζάχαρη μέχρι να ασπρίσουν.

Προσθέτετε το βούτυρο (λιωμένο), τη βανίλια & το ξύσμα πορτοκαλιού.

Ρίχνετε σιγά – σιγά το αλεύρι στο μείγμα και εξακολουθείτε το χτύπημα έως ότου ενοποιηθούν τα υλικά.

Διαλύεται το μπέικιν στο χυμό πορτοκαλιού τα προσθέτετε στο μείγμα και χτυπάτε 2-3 λεπτά.

Τέλος αλευρώνετε τα καρύδια και τις σταφίδες και τα προσθέτετε στο μείγμα.

Κατόπιν ανακατεύετε με μια κουτάλα μια δυό φορές.

Ρίχνετε τη βασιλόπιτα σε βουτυρωμένο ταψί και την ψήνετε στους 200 βαθμούς με αντιστάσεις ή 160 βαθμούς με αέρα 1 ώρα περίπου .

Όταν κρυώσει η βασιλόπιτα την πασπαλίζετε με ζάχαρη τη στολίζετε με γιορτινά μοτίβα. 



Βασιλόπιτα Παρλιάρου


Χρόνος προετοιμασίας: 20 λεπτά

Μερίδες: 12

Υλικά :
4 αυγά
250 γρ. ζάχαρη κρυσταλλική
250 γρ. βούτυρο λιωμένο
300 γρ. αλεύρι για όλες τις χρήσεις
1 κουτ. του γλυκού μπέικιν πάουντερ
ξύσμα από 1 πορτοκάλι
½ κουτ. του γλυκού κανέλα σκόνη
200 γρ. σταφίδες ή οποιοδήποτε άλλο ξερό φρούτο έχουμε στο σπίτι

Εκτέλεση:
Χτυπάμε στο μίξερ τα αυγά με τη ζάχαρη έως ότου αφρατέψουν.

Σταματάμε το χτύπημα, ρίχνουμε το αλεύρι κοσκινισμένο και ανακατεύουμε με μία μαρίζ.

Προσθέτουμε το λιωμένο βούτυρο, το μπέικιν πάουντερ, την κανέλα, το ξύσμα πορτοκαλιού και στο τέλος τα ξερά φρούτα.

Αδειάζουμε το μείγμα σε ένα βουτυρωμένο και αλευρωμένο ταψί διαμέτρου 24 εκ. και ψήνουμε σε προθερμασμένο φούρνο στους 170ο C για 45 λεπτά – 1 ώρα.

Αφήνουμε να κρυώσει και πασπαλίζουμε με άχνη ζάχαρη.



ΠΟΛΙΤΙΚΗ Βασιλόπιτα

Τι θα χρειαστούμε:
125γρ. αγελαδινό βούτυρο
4 αυγά (Μ-L)
250γρ. ζάχαρη
500γρ. αλεύρι που φουσκώνει μόνο του
2-3 κουταλιές της σούπας κονιάκ
Χυμό από 3 μεγάλα πορτοκάλια
Ξύσμα από ένα πορτοκάλι
½ κουταλάκι του γλυκού σόδα
1 κουταλάκι του γλυκού μπέικιν πάουντερ
1 φλουρί
Για την επικάλυψη:
Ζάχαρη άχνη
Κανέλα ή σοκολάτα

Πως το κάνουμε:
Όλα τα υλικά πρέπει να είναι σε θερμοκρασία δωματίου.

Χωρίζουμε τα αυγά σε κρόκους και ασπράδια.

Χτυπάμε πολύ καλά το βούτυρο μέχρι να αφρατέψει.

Χτυπάμε τους κρόκους με τη ζάχαρη μέχρι να λιώσει η ζάχαρη και προσθέτουμε το κονιάκ.

Ρίχνουμε το μείγμα στο βούτυρο και συνεχίζουμε το χτύπημα.

Στο χυμό πορτοκαλιού διαλύουμε την σόδα και μόλις αφρίσει το προσθέτουμε στο μείγμα με το βούτυρο.

Χτυπάμε τα ασπράδια σε μια σφιχτή μαρέγκα και τα προσθέτουμε απαλά (χωρίς μίξερ) μέσα στο μείγμα με το βούτυρο και τη ζάχαρη.

Προσθέτουμε το ξύσμα του πορτοκαλιού και στη συνέχεια το αλεύρι και το μπέικιν πάουντερ κοσκινισμένα καλά (και εδώ δεν χρησιμοποιούμε μίξερ).

Βουτυρώνουμε μια στρογγυλή φόρμα και ρίχνουμε μέσα τη ζύμη.

Τυλίγουμε το "φλουρί" σε αλουμινόχαρτο και το ρίχνουμε στη ζύμη.

Ψήνουμε σε προθερμασμένο φούρνο στους 180ο Κελσίου για 40 - 50 λεπτά.

Με ένα μαχαίρι δοκιμάζουμε να δούμε αν ψήθηκε, βουτώντας το στο κέντρο του γλυκού.

Αν βγει καθαρό, τότε το γλυκό είναι έτοιμο.

Αφήνουμε τη βασιλόπιτα να κρυώσει και την πασπαλίζουμε με άχνη ζάχαρη.

Με την κανέλα σχηματίζουμε πάνω από την άχνη τον αριθμό της χρονιάς.

Αν θέλουμε να κάνουμε τον αριθμό με σοκολάτα λιώνουμε τη σοκολάτα και με την βοήθεια ενός λεπτού κορνέ γράφουμε πάνω σε λαδόκολλα τους αριθμούς.

Όταν κρυώσει και στερεοποιηθεί η σοκολάτα, μεταφέρουμε τους αριθμούς πάνω στη βασιλόπιτα.



Βασιλόπιτα Σμύρνης


Υλικά:
1 ½ κιλό αλεύρι Robin Hood
250 γραμ. βούτυρο - βιτάμ
½ κιλό ζάχαρη
½ γάλα εβαπορέ Νουνού
1 φακελάκι μαχλέπι
1 φακελάκι μαστίχα
7 αβγά
220 γραμ. μαγιά φρέσκια
σουσάμι
αμύγδαλο

Εκτέλεση:
Βάζουμε σε ένα αρκετά μεγάλο μπολ ή λεκάνη το αλεύρι και ανοίγουμε μια τρύπα στη μέση.

Ρίχνουμε γύρω από το αλεύρι και την ζάχαρη.

Βάζουμε και ζεσταίνουμε 2 ποτήρια νερό και λιώνουμε εκεί μέσα την μαγιά τόσο όσο να το δέχονται τα χέρια (πρέπει όλα τα υλικά να είναι ζεστά).

Ζεσταίνουμε όλα τα υπόλοιπα υλικά, δηλαδή το βούτυρο να είναι λιωμένο, το γάλα χλιαρό και χτυπάμε στο μίξερ τα αβγά αρκετά μέχρι να ασπρίσουν.

Καβουρντίζουμε το μαχλέπι μέχρι να μυρίσει και το κοπανάμε λίγο. Επίσης, κοπανάμε στο γουδοχέρι την μαστίχα με μια κουταλιά από το αλεύρι μας.

Αρχίζουμε το ζύμωμα. Αφού ρίξουμε μετά το αλεύρι και την ζάχαρη, τη μαγιά λιωμένη με το νερό, τα αβγά, το μαχλέπι, τη μαστίχα και το γάλα.

Έχουμε αφήσει για το τέλος το βούτυρο. Αφού ζυμώσουμε γύρω στα 15 λεπτά το μείγμα, ρίχνουμε σιγά σιγά το λιωμένο βούτυρο. Φανταστείτε ότι θα είναι μια ζύμη που πιθανόν να κολλάει στα χέρια λίγο.

Μόλις ολοκληρωθεί το ζύμωμα, σκεπάζετε με μια πετσέτα και αφήνεται τη ζύμη σε μέρος ζεστό στην κουζίνα σας, πάνω από μια ώρα μέχρι να φουσκώσει.

Σε καλά βουτυρωμένα ταψιά βάζετε αρκετό από το μείγμα και το απλώνετε. Βάζετε επάνω αβγό, πασπαλίζετε με σουσάμι και αμύγδαλο ψιλοκομμένο και το βάζετε στο φούρνο (με αέρα) για 40-50 λεπτά στους 180.



Βασιλοπιτα Αγιασου Λεσβου με ανθοτυρο


Υλικά:
8 φλιτζάνια του τσαγιού αλεύρι
3 φλιτζάνια του τσαγιού γάλα
1 φλιτζάνι του τσαγιού λάδι
8 κουταλάκια του γλυκού κοφτά μπαίκιν πάουντερ
λίγο αλάτι
3 μυζήθρες ξερές τριμμένες
μισό μέχρι ένα κιλό ζάχαρη
1 φλιτζάνι του τσαγιού βούτυρο
λίγα μπαχαρικά τριμμένα (κανέλα, γαρύφαλλα, μοσχοκάρυδο, μπαχάρι, πιπερόριζα, κακουλέ)
1 αυγό
λίγα αμύγδαλα κοπανισμένα 

Εκτέλεση:
Τρίβουμε το αλεύρι με το λάδι, τη μπέικιν και το αλάτι.

Προσθέτουμε το γάλα παγωμένο και ζυμώνουμε τη ζύμη.

Την αφήνουμε λίγες ώρες στο ψυγείο.

Βάζουμε τα υλικά σε πιάτα χωριστά: τη μυζήθρα, τη ζάχαρη, τα μυρωδικά.

Βουτυρώνουμε ταψί Νο 28-30.

Ανοίγουμε ένα φύλλο από τη ζύμη, μεγαλύτερο από τη διάμετρο του ταψιού για να εξέχει.

Το στρώνουμε στο ταψί, το αλείφουμε με βούτυρο και σκορπάμε επάνω του ζάχαρη και μυρωδικά.

Ανοίγουμε άλλο φύλλο, ίσα - ίσα με τον πάτο του ταψιού.

Το βάζουμε στο ταψί, το αλείφουμε με βούτυρο και σκορπάμε επάνω μυζήθρα τριμμένη.

Μετά, πάλι φύλλο με βούτυρο, ζάχαρη και μυρωδικά - φύλλο με βούτυρο, μυζήθρα και συνεχίζουμε έτσι μέχρι να τελειώσουν τα υλικά της γέμισης.

Στο τέλος, γυρίζουμε τα φύλλα που εξέχουν, στρώνουμε το τελευταίο φύλλο, το βουτυρώνουμε, το αλείφουμε με αυγό χτυπημένο, το πασπαλίζουμε με αμύγδαλα και είμαστε έτοιμοι να φουρνίσουμε το ταψί και να ψήσουμε τη βασιλόπιτά μας.

Η Βασιλόπιτα Αγιάσου Λέσβου με ανθότυρο και φύλλα σε ταψί είναι έτοιμη.

Tips:
Αν τη θέλουμε πιο γλυκιά, βάζουμε ζάχαρη στο φύλλο με τη μυζήθρα. Η ποσότητα των υλικών ρυθμίζεται ανάλογα με το πώς θέλει ο καθένας. Είναι πολύ ωραία τοπική βασιλόπιτα Αγιασώτικη.



Βασιλόπιτα εύκολη και αφράτη με σιμιγδάλι


Για το σιρόπι

1 κούπα νερό
1 κούπα ζάχαρη
Χυμός απο ενα λεμόνι

Για το κέικ
1 κούπα σιμιγδάλι
½ κούπα ζάχαρη
1 ½ κούπα γιαούρτι στραγγιστό
½ κούπα ελαιόλαδο
4 αυγά
3 κ.σ. αλεύρι
1 κ.γ. εκχύλισμα βανίλιας
1 κ.γ. μπέικιν πάουντερ
½ κ.γ. σόδα
Μια πρέζα αλάτι

Εκτέλεση:
Προθερμαίνουμε τον φούρνο στους 180°C

Για το σιρόπι βράζουμε το νερό με την ζάχαρη μέχρι να λιώσει εντελώς η ζάχαρη και να αρχίζει να πήζει ελαφρά

Βγάζουμε απο την φωτιά, ρίχνουμε μέσα τον χυμό λεμονιού και αφήνουμε να κρυώσει

Σε ενα μπωλ χτυπάμε τα αυγά με την ζάχαρη μέχρι να αφατέψουν.

Προσθέτουμε το γιαούρτι και το λάδι και ανακατεύουμε με μια κουτάλα

Προσθέτουμε και τα υπόλοιπα υλικά ανακατεύοντας για να ενσωματωθούν πλήρως

Βάζουμε το μίγμα σε βουτυρωμένη φόρμα 20-23 εκατοστών.

Ψήνουμε για 20 με 25 λεπτά, μέχρι να αρχίσει να χρυσίζει.

Η βασιλόπιτα εύκολη και αφράτη με σιμιγδάλι, γιαούρτι και λάδι με λίγα (4) αυγά είναι έτοιμη.

Διαβάστε περισσότερα... »

Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2014

Η ιστορία της Βασιλόπιτας




Το κόψιμο της βασιλόπιτας 
είναι από τα ελάχιστα αρχέγονα έθιμα που επιβιώνουν. 


Η αναζήτησή μας για τις ρίζες του εθίμου της βασιλόπιτας, μας οδηγεί πίσω, στην αρχαιότητα, στις προσφορές άρτου ή και μελιπήκτων των αρχαίων ημών προγόνων, προς τους θεούς, κατά τη διάρκεια εορτών. Αναφέρει ο λαογράφος Φίλιππος Βρετάκος (“Οι δώδεκα μήνες του έτους και αι κυριώτεραι εορταί των”):

Οι πρόγονοί μας εις την αρχαιότητα κατά τας μεγάλας αγροτικάς εορτάς προσέφερον εις τους θεούς, ως απαρχήν, έναν άρτον. Επί παραδείγματι κατά την εορτήν του θερισμού, που ελέγετο Θαλύσια και ήτο αφιερωμένη εις την Δήμητρα, κατασκευάζετο από το νέον σιτάρι ένας μεγάλος εορταστικός άρτος (ένα καρβέλι), που ελέγετο “Θαλύσιος άρτος”, κατά δε την προς τιμήν Απόλλωνος εορτήν των Θαργηλίων εψήνετο, κατά το έθιμον, ο “θάργηλος άρτος”.

Στο Σέλινιο Χανίων, για παράδειγμα, ζυμώνονταν με λάδι, αλεύρι, ζάχαρη και πολλά μυρωδικά,
σύμβολα της αφθονίας των οικογενειακών αγαθών. Και μόλις την έστρωνε η νοικοκυρά στο ταψί, σχεδίαζε στην όψη της με πιρούνι τσιμπητό σταυρό και άλλα πλουμίδια , που σκοπό είχαν να εξορκίσουν το κακό μάτι. Παρόμοια πίτα, με ζάχαρη και μυρωδικά, ετοίμαζαν και στις Κυδωνίες. 


Κι επί πλέον με κλειδί τη στόλιζαν με παράξενα σχήματα, για να κλειδώσουν την κακογλωσσιά, ενώ με δαχτυλήθρα, σύμβολο της νοικοκυροσύνης, γέμιζαν με σχέδια τα ενδιάμεσα κενά, για να είναι οι γυναίκες του σπιτιού γερές και προκομμένες.

Γλυκές βασιλόπιτες συνήθιζαν κυρίως στα αστικά κέντρα,
αλλά και σε αρκετές αγροτικές περιοχές της πατρίδας μας. Τα υλικά ήταν περίπου τα ίδια. Ποίκιλε μόνο, από τόπο σε τόπο και από οικογένεια σε οικογένεια, ο τρόπος διακόσμησής της, “τα γράμματα” όπως έλεγαν. 


Στολίδια δηλαδή από ζυμάρι, που το καθένα αντιστοιχούσε σε μια ευχή, έναν πόθο ή μια λαχτάρα. Ετσι η γυναίκα του γεωργού “έγραφε” στην πίτα το αλέτρι, τα ζωντανά, τα στάχυα, τα σακιά με το γέννημα, για να τα ευλογεί ο Αι-Βασίλης και να δώσει η χάρη του πλούσια σοδειά. 

Η γυναίκα του τσέλιγκα το μαντρί, τα πρόβατα ,τα σκυλιά, τις καρδάρες με το γάλα. Η γυναίκα του αμπελουργού τα κούτσουρα, το βαρέλι, το πατητήρι και ό,τι άλλο ποθούσε η καρδιά της να ευλογεί ο καλοσυνάτος Αγιος.

Η παραδοσιακή Μικρασιάτικη βασιλόπιτα ήταν πολύ εντυπωσιακή σε εμφάνιση και γεύση.
Εμοιαζε με ένα μεγάλο τραγανό πεντανόστιμο μπισκότο στολισμένο με δικέφαλο αετό στη μέση, ενδόμυχο ίσως πόθο και ευχή για εθνική νεκρανάσταση και ανασύσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. 

Η Κωνσταντινουπολίτικη πάλι βασιλόπιτα ήταν γλυκιά, φουσκωτή, αρωματισμένη με χίλια δυο μπαχαρικά και έφερε στο μέσον μεγάλο Β, το αρχικό του Αι- Βασίλη, ή το αρχικό του ονόματος του νοικοκύρη, ενώ γύρω χαραγμένα ξόμπλια με το ψαλίδι, παρέπεμπαν σε πουλιά με ανοιγμένα φτερά.

Ομως η περισσότερο συνηθισμένη πατροπαράδοτη ελληνική πρωτοχρονιάτικη πίτα ήταν η αλμυρή, πολύφυλλη και με κύριο στοιχείο γέμισης το κρέας, όπου τις ενδόμυχες ευχές και τον βαθύτερο συμβολισμό δεν έκρυβε η διακόσμηση. Αλλωστε δεν έμεναν περιθώρια για στολίδια, αφού πάνω και κάτω είχε αλλεπάλληλα καλοβουτυρωμένα φύλλα, που κατά τόπους τα ονόμαζαν “πέταρα”. 


Το πολύ-πολύ το επιφανειακό φύλλο, αισθητά μεγαλύτερο, ρίχνονταν κυματιστό, ώστε η επιφάνεια της πίτας να είναι πλούσια, ανάγλυφη, κυματιστή εκφράζοντας έτσι την ευχή για αφθονία των οικιακών αγαθών, σαν το κύμα της απέραντης θάλασσας. Στην αλμυρή πίτα οι ευχές, τα μαντέματα και οι συμβολισμοί εκφράζονταν κυρίως με τα “σημάδια”, που θα έκρυβε η νοικοκυρά στη βάση της ,πέρα από το πατροπαράδοτο νόμισμα για τον τυχερό του χρόνου.

Ετσι, για παράδειγμα, η
ηπειρώτικη παράδοση απαιτούσε βασιλόπιτα με κοτόπουλο, χοντροκομμένο αρνίσιο κιμά ή ολόκληρα κομμάτια χοιρινό κρέας ,ανάμικτα με τραχανά, πράσα και αυγά. Και εκτός από το νόμισμα, ανάλογα με το επάγγελμα των μελών της οικογένειας, σαν “σημάδια”, μικρό ξυλάκι για υγεία των αγωγιατών, μικρό κουκουνάρι για τους ξυλοκόπους, φύλλο πουρνάρι για τον τσομπάνο, άχυρο για τον γεωργό, σταυρουδάκι για το καλό του σπιτιού ή διάφορους καρπούς, όπως σπυρί στάρι, κουκί, φασόλι, καλαμπόκι και ό,τι άλλο ποθούσε η καρδιά τους να ευλογεί και να χιλιάζει η χάρη του Αι- Βασίλη.

Στη Δυτική Μακεδονία και στη Θράκη, όταν έρχονταν ο καιρός, να μοιράσει ο πατέρας
της μεγάλης πατριαρχικής οικογένειας το βιός του στους γιους, άφηνε στη χάρη του Αι-Βασίλη να κρίνει το τι έπρεπε να πάρει ο καθείς. Ετσι στη μεγάλη βασιλόπιτα τα “σημάδια” δεν έμπαιναν για ευχή, αλλά για ” τάξιμο”. 

Και τα κομμάτια της τη χρονιά εκείνη τα ονόμαζαν “φιλιά”. Σ΄ όποιου γιου το “φιλί” έπεφτε το νόμισμα, θα έπαιρνε το σπίτι. Σ΄ όποιου το φασόλι, το ποτιστικό χωράφι. Το στάρι, το ξηρικό χωράφι. Η κληματόβεργα, το αμπέλι. 

Το άχερο, τα ζωντανά κ.λ.π. Αλλά και η κοπή της βασιλόπιτας γίνονταν με αληθινή ιεροπρέπεια. Πρώτα ο νοικοκύρης την έστρεφε τρεις φορές στο όνομα της Αγίας Τριάδος. Επειτα έκανε με κλειδί , με μαχαίρι ή με πιρούνι τρεις φορές το σημείο του σταυρού, για να κόβεται η κακογλωσσιά, να κλειδώνονται τα κακά στόματα ή να αποτρέπεται το κακό μάτι. Και την ώρα ακριβώς, που άλλαζε ο χρόνος, άρχιζε να ονοματίζει τα κομμάτια, με καθιερωμένη πάντα σειρά Πρώτο ήταν του Αι-Βασίλη. 

Επειτα του Χριστού και της Παναγίας, του σπιτιού και στη σειρά όλων των μελών της οικογένειας, κατά ηλικία , αρχίζοντας από τους μεγαλύτερους και καταλήγοντας στα παιδιά. Κομμάτι έκοβε και για τους φτωχούς, τα ζωντανά, τα χωράφια και τα αμπέλια, το μύλο και τη βάρκα, γιατί όλα έπρεπε να πάρουν την ευλογία του Αι-Βασίλη. 

Και σαν απόσωνε τον εορταστικό δείπνο η οικογένεια, ο νοικοκύρης κατέβαινε στο στάβλο, να ταΐσει την πίτα τους στα ζωντανά, ενώ την επαύριο θριμάτιζε και σκορπούσε το δικό τους κομμάτι στα κτήματα και στα αμπέλια.

Σε μερικούς τόπους, όπως στην Κάρπαθο και τη Σκύρο, έπλαθαν ξεχωριστή πίτα για τα μεγάλα ζώα, τους πολύτιμους συνεργάτες του νοικοκύρη στον καθημερινό μόχθο, την οποία ονόμαζαν “βουόπιτα” ή “βοδόκλουρα” και θριματισμένη, με λίγο αλάτι, τους την τάιζαν ανήμερα της πρωτοχρονιάς. Στα Χάσια,ξεχωριστή πίτα έπλαθαν και για τον τσομπάνο, τον βοσκό των προβάτων. 


Αφού η οικογένεια θα είχε κόψει τη δική της πίτα, λίγο μετά τα μεσάνυχτα οι άντρες του σπιτιού πήγαιναν στη στάνη να κόψουν και την πίτα του τσομπάνου και μαζί του τραγουδούσαν και γελούσαν και χόρευαν ως το πρωί σε πασίχαρο γλέντι, που το σεκοντάριζαν τα βελάσματα των προβάτων και των κατσικιών. 

Στην πίτα εκείνη το νόμισμα δεν είχε καμιά σημασία. Αντ΄ αυτού έβαζαν ένα κουλουριασμένο ξυλάκι, που το έλεγαν “μαντρί” και το θεωρούσαν σαν κάτι ιερό . Γι αυτό κι όποιος το εύρισκε, το παράχωνε στη στάνη, σε μέρος που δεν θα το πατούσαν άνθρωποι και ζώα.

Στην αρχοντική Σιάτιστα η παράδοση ήθελε δύο βασιλόπιτες.
Μιά γλυκιά και μια αλμυρή με φύλλα. Την γλυκιά έκοβαν τα μεσάνυχτα, στην αλλαγή του χρόνου, για να τους φέρει γλυκές μέρες. 


Την αλμυρή, που περιείχε και το ασημένιο νόμισμα “το δώρο”, όπως το έλεγαν, την ονόμαζαν “του σπιτιού”, την έκοβαν στο εορταστικό μεσημεριανό τραπέζι της πρωτοχρονιάς , και ο τυχερός άναβε με το νόμισμα λαμπάδα για το καλό όλης της οικογένειας. Η πίτα εκείνη περιείχε επί πλέον και σταυρουδάκι από χλωρά κλαράκια για υγεία και ευτυχία.


Στην ορθόδοξη παράδοση
Το έθιμο των ημερών απαιτεί ένα γλυκό «τυχερό» παιχνίδι …την κοπή της Βασιλόπιτας. Πολλές συνταγές κυκλοφορούν όμως όλες έχουν ένα βασικό συστατικό …το πολυπόθητο φλουρί! Πριν την κόψετε, διαβάστε την ιστορία της.

Η ιστορία της βασιλόπιτας, είναι μια ιστορία που συνέβηκε πριν από εκατοντάδες χρόνια, πριν από 1500 χρόνια περίπου, στην πόλη Καισαρεία της Καππαδοκίας, στη Μικρά Ασία. Ο Μέγας Βασίλειος ήταν δεσπότης της Καισαρείας και ζούσε αρμονικά με τους συνανθρώπους του, με αγάπη, κατανόηση και αλληλοβοήθεια


Κάποια μέρα όμως, ένας αχόρταγος στρατηγός – τύραννος της περιοχής,
ζήτησε να του δοθούν όλοι οι θησαυροί της πόλης της Καισαρείας, αλλιώς θα πολιορκούσε την πόλη για να την κατακτήσει και να τη λεηλατήσει.


Ο Μέγας Βασίλειος ολόκληρη τη νύχτα προσευχόταν να σώσει ο Θεός την πόλη. Ξημέρωσε η νέα μέρα και ο στρατηγός αποφασισμένος με το στρατό του περικύκλωσε αμέσως την Καισαρεία. Μπήκε με την ακολουθία του και ζήτησε να δει το Δεσπότη, ο οποίος βρισκόταν στο ναό και προσευχόταν. Με θράσος και θυμό ο αδίστακτος στρατηγός απαίτησε το χρυσάφι της πόλης καθώς και ότι άλλο πολύτιμο υπήρχε στην πόλη.


Ο Μέγας Βασίλειος απάντησε ότι οι άνθρωποι της πόλης του δεν είχαν τίποτε άλλο πέρα από πείνα και φτώχεια, δεν είχαν να δώσουν τίποτε αξιόλογο στον άρπαγα στρατηγό. Ο στρατηγός με το που άκουσε αυτά τα λόγια θύμωσε ακόμα περισσότερο και άρχισε να απειλεί τον Μέγα Βασίλειο ότι θα τον εξορίσει πολύ μακριά από την πατρίδα του ή κι ακόμη μπορεί να τον σκοτώσει.


Οι χριστιανοί της Καισαρείας αγαπούσαν πολύ το Δεσπότη τους και θέλησαν να τον βοηθήσουν.
Μάζεψαν λοιπόν από τα σπίτια τους ότι χρυσαφικά είχαν και του τα πρόσφεραν, ώστε δίνοντάς τα στο σκληρό στρατηγό να σωθούν. Στο μεταξύ ο ανυπόμονος στρατηγός κόντευε να σκάσει από το κακό του. Διέταξε αμέσως το στρατό του να επιτεθεί στο φτωχό λαό της πόλης.


Ο Δεσπότης, ο Μέγας Βασίλειος, που ήθελε να προστατέψει την πόλη του προσευχήθηκε και μετά παρουσίασε στο στρατηγό ότι χρυσαφικά είχε μαζέψει μέσα σε ένα σεντούκι. Τη στιγμή όμως που ο στρατηγός πήγε να ανοίξει το σεντούκι και να αρπάξει τους θησαυρούς, με το που ακούμπησε τα χέρια του πάνω στα χρυσαφικά έγινε το θαύμα!


‘Όλοι οι συγκεντρωμένοι είδαν μια λάμψη και αμέσως μετά έναν λαμπρό καβαλάρη να ορμάει με το στρατό του επάνω στον σκληρό στρατηγό και τους δικούς του. Σε ελάχιστο χρόνο ο κακός στρατηγός και οι δικοί του αφανίστηκαν. Ο λαμπρός καβαλάρης ήταν ο Άγιος Μερκούριος και στρατιώτες του οι άγγελοι.


Έτσι σώθηκε η πόλη της Καισαρείας. Τότε όμως, ο δεσπότης της, ο Μέγας Βασίλειος, βρέθηκε σε δύσκολη θέση! Θα έπρεπε να μοιράσει τα χρυσαφικά στους κατοίκους της πόλης και η μοιρασιά να είναι δίκαιη, δηλαδή να πάρει ο καθένας ό,τι ήταν δικό του. Αυτό ήταν πολύ δύσκολο. Προσευχήθηκε λοιπόν ο Μέγας Βασίλειος και ο Θεός τον φώτισε τι να κάνει. Κάλεσε τους διακόνους και τους βοηθούς του και τους είπε να ζυμώσουν ψωμάκια, όπου μέσα στο καθένα ψωμάκι θα έβαζαν και λίγα χρυσαφικά.


 Όταν αυτά ετοιμάστηκαν, τα μοίρασε σαν ευλογία στους κατοίκους της πόλης της Καισαρείας. Στην αρχή όλοι παραξενεύτηκαν, μα η έκπληξή τους ήταν ακόμη μεγαλύτερη όταν κάθε οικογένεια έκοβε το ψωμάκι αυτό κι έβρισκε μέσα τα χρυσαφικά της. Ήταν λοιπόν ένα ξεχωριστό ψωμάκι, η βασιλόπιτα. 

Έφερνε στους ανθρώπους χαρά κι ευλογία μαζί. Από τότε φτιάχνουμε κι εμείς τη βασιλόπιτα με το φλουρί μέσα, την πρώτη μέρα του χρόνου, τη μέρα του Αγίου Βασιλείου

Διαβάστε περισσότερα... »