Ο Ανδρέας Κάλβος γεννήθηκε στη Ζάκυνθο και ήταν ο πρωτότοκος γιος του κερκυραίου Ιωάννη Κάλβου και της Αδριανής Ρουκάνη, που καταγόταν από πλούσια και αριστοκρατική οικογένεια της Ζακύνθου. Το 1801 μετά τη διάλυση του γάμου των γονιών του ο πατέρας του έφυγε για την Ιταλία, εγκαταστάθηκε στο Λιβόρνο και ασχολήθηκε με το εμπόριο.
Ο ποιητής αναχώρησε το 1802 με το μικρότερο αδερφό του Νικόλαο, για να ζήσουν μαζί του. Η αναγκαστική αυτή μετανάστευση επέδρασε αρνητικά στην ψυχοσύνθεση του δεκάχρονου Ανδρέα και η νοσταλγία του για την μητέρα του και την πατρίδα τον ακολούθησαν σε ολόκληρη τη ζωή του. Το 1805 η μητέρα του χώρισε και επίσημα από τον πατέρα του και παντρεύτηκε στη Ζάκυνθο τον Κωνσταντίνο Καλέκα (από τότε τα παιδιά έχασαν κάθε επαφή με την μητέρα τους).
Ο Κάλβος έμαθε τα πρώτα γράμματα στη Ζάκυνθο (σύμφωνα με ανεξακρίβωτη πληροφορία το 1800 ήταν μαθητής του Αντωνίου Μαρτελάου) και συνέχισε τις σπουδές του στην ελληνική παροικία στο Λιβόρνο.
Ο Κάλβος έμαθε τα πρώτα γράμματα στη Ζάκυνθο (σύμφωνα με ανεξακρίβωτη πληροφορία το 1800 ήταν μαθητής του Αντωνίου Μαρτελάου) και συνέχισε τις σπουδές του στην ελληνική παροικία στο Λιβόρνο.
Η ζωή του Κάλβου εκεί δεν ήταν καθόλου ευχάριστη. Τα προβλήματα προσαρμογής ήταν πολλά και σε αυτά προστέθηκε η συχνή απουσία του πατέρα του λόγω των εμπορικών δραστηριοτήτων του. Εκεί έγραψε στα ιταλικά το Άσμα στο Ναπολέοντα (1811) το οποίο αποκήρυξε αργότερα και έχει χαθεί εκτός απ’ τον πρόλογό του.
Το 1812 ο Κάλβος πήγε στη Φλωρεντία, όπου γνωρίστηκε με τον Ugo Foscolo, ο οποίος τον προσέλαβε ως αντιγραφέα του και παιδαγωγό του προστατευόμενου ανηψιού του, Στέφανου Βούλτσου. Η φιλία που αναπτύχθηκε μεταξύ των δύο αντρών θα διαρκέσει χρόνια και θα επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό την πορεία του Κάλβου. Ακολούθησε συγκατοίκησή του με το Foscolo και μικρό διάστημα παραμονής των δυο φίλων στην Ελβετία.
Την περίοδο εκείνη έγραψε τρεις τραγωδίες στα ιταλικά: τον Θηραμένη (1812-13), μια αγνώστου τίτλου (1812-13) και τις Δαναΐδες (1815). Το 1816 ακολούθησε τον Foscolo στην Αγγλία και πήρε μέρος στην προσπάθεια του τελευταίου για έκδοση έργων κλασικών συγγραφέων. Εκεί μετέφρασε στα νέα ελληνικά το Βιβλίο κοινών προσευχών της Αγγλικανικής Εκκλησίας και ποιήματα (1819-1820). Ακολούθησε ρήξη στις σχέσεις του με το Foscolo. Έτσι του δόθηκε η ευκαιρία να αποδεσμευτεί από την επιρροή του και να χαράξει τον δικό του ποιητικό δρόμο.
Το 1819 παντρεύτηκε την αγγλίδα Maria Teresa Josephine Thomas, η οποία όμως πέθανε τον ίδιο χρόνο κατά τη διάρκεια της γέννας του παιδιού τους. Την περίοδο αυτή (1818-1819) ο Κάλβος έδωσε διαλέξεις στο πνευματικό κέντρο Argyll Rooms του Λονδίνου με θέμα την ελληνική γλώσσα. Μετά το θάνατο της γυναίκας του συνδέθηκε με την παλιά του συμμαθήτρια Susan F. Ridout, σχέση που δεν ευδοκίμησε. Την περίοδο εκείνη είχε επανασυνδεθεί μέσω των μεταφράσεων και κάποιων διαλέξεων με την ελληνική γλώσσα, είχε ωστόσο ιταλική συνείδηση και είχε ως πρότυπο τον Alfieri.
Το 1819 παντρεύτηκε την αγγλίδα Maria Teresa Josephine Thomas, η οποία όμως πέθανε τον ίδιο χρόνο κατά τη διάρκεια της γέννας του παιδιού τους. Την περίοδο αυτή (1818-1819) ο Κάλβος έδωσε διαλέξεις στο πνευματικό κέντρο Argyll Rooms του Λονδίνου με θέμα την ελληνική γλώσσα. Μετά το θάνατο της γυναίκας του συνδέθηκε με την παλιά του συμμαθήτρια Susan F. Ridout, σχέση που δεν ευδοκίμησε. Την περίοδο εκείνη είχε επανασυνδεθεί μέσω των μεταφράσεων και κάποιων διαλέξεων με την ελληνική γλώσσα, είχε ωστόσο ιταλική συνείδηση και είχε ως πρότυπο τον Alfieri.
Το φθινόπωρο του 1820 μετά από σύντομη παραμονή στο Παρίσι επέστρεψε στη Φλωρεντία και εντάχθηκε στο κίνημα των Καρμπονάρων. Ως την άνοιξη του 1821 συνέχισε να γράφει στα ιταλικά και συνέθεσε δύο τραγωδίες ακόμα. Την ίδια χρονιά συνελήφθη από την αστυνομία και απελάθηκε στη Γενεύη. Πληροφορίες αναφέρουν πως την περίοδο εκείνη έγραφε ένα ποίημα για την ελληνική εξέγερση στη Μολδαβία.
Στη Γενεύη έμεινε από το 1821 ως το 1824 και έγραψε τις δέκα πρώτες Ωδές, τις οποίες τύπωσε το 1824 με τον τίτλο Λύρα. Το 1825 ταξίδεψε στο Παρίσι, όπου μπήκε στους φιλελληνικούς κύκλους και συνδέθηκε με έλληνες λογίους. Εκεί πραγματοποιήθηκε η έκδοση της νέας σειράς των Ωδών το 1826, με γαλλική μετάφραση του φίλου του ποιητή και φιλέλληνα Panthier de Censay μαζί με τα Λυρικά του Αθανάσιου Χριστόπουλου.
Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1826, έμεινε για λίγο στο Ναύπλιο, όπου απογοητεύτηκε από τις διαφωνίες και τους ανταγωνισμούς μεταξύ των επαναστατημένων Ελλήνων και κατόπιν πήγε στην Κέρκυρα, όπου ανέλαβε την καθηγεσία στην Ιόνιο Ακαδημία και ανακηρύχτηκε διδάκτωρ της φιλοσοφίας.
Παραιτήθηκε τον ίδιο χρόνο λόγω αντιδράσεων των πανεπιστημιακών κύκλων και ασχολήθηκε με ιδιαίτερα μαθήματα, συγγραφή φιλοσοφικών συγγραμμάτων και μεταφράσεις, κυρίως φιλοσοφικών πραγματειών. Στην Ακαδημία επαναδιορίστηκε το 1836 ως καθηγητής της Ιδεολογίας.
Η διδασκαλία του στα ελληνικά προκάλεσε αντιδράσεις και εχθρικό κλίμα. Την περίοδο 1840-1841 επανήλθε στη διδασκαλία της Φιλοσοφίας και το Γενάρη του 1841 έγινε διευθυντής στο Κερκυραϊκό Λύκειο, θέση από την οποία παραιτήθηκε το Νοέμβρη του ίδιου χρόνου. Την εποχή εκείνη στην Κέρκυρα βρισκόταν και ο Σολωμός, με τον οποίο όμως δεν δημιούργησε κανένα απολύτως δεσμό. Υπήρξε μέλος της Εταιρείας Μετάξης Κερκύρας (1845) και της Αναγνωστικής Εταιρείας Κερκύρας (1848).
Η διδασκαλία του στα ελληνικά προκάλεσε αντιδράσεις και εχθρικό κλίμα. Την περίοδο 1840-1841 επανήλθε στη διδασκαλία της Φιλοσοφίας και το Γενάρη του 1841 έγινε διευθυντής στο Κερκυραϊκό Λύκειο, θέση από την οποία παραιτήθηκε το Νοέμβρη του ίδιου χρόνου. Την εποχή εκείνη στην Κέρκυρα βρισκόταν και ο Σολωμός, με τον οποίο όμως δεν δημιούργησε κανένα απολύτως δεσμό. Υπήρξε μέλος της Εταιρείας Μετάξης Κερκύρας (1845) και της Αναγνωστικής Εταιρείας Κερκύρας (1848).
Με την ποίηση δεν ασχολήθηκε ξανά ως το θάνατό του. Το 1852 εγκατέλειψε την Κέρκυρα για την Αγγλία με τη μέλλουσα δεύτερη γυναίκα του Charlotte Augusta Wadams (με την οποία γνώριστηκε κατά τη διάρκεια επίσκεψής της στην Κέρκυρα και την παντρεύτηκε το 1853 στο Λονδίνο).
Στην Αγγλία η Charlotte εργάστηκε σε σχολεία του Essex και του Λονδίνου και το 1865 ανέλαβε τη διεύθυνση οικοτροφείου θηλέων στο Louth, όπου δίδαξε και ο Κάλβος ξένες γλώσσες και μαθηματικά. Εκεί πέθανε το 1869 σε ηλικία 77 χρονών από πνευμονία. Η ταφή του έγινε σε αγγλικό νεκροταφείο. Με ενέργειες της ελληνικής κυβέρνησης το 1960 τα οστά του ποιητή και της γυναίκας του μεταφέρθηκαν και κηδεύτηκαν στην πατρίδα του, τη Ζάκυνθο.
Ως ποιητής ο Κάλβος συμπίπτει χρονικά με την Επτανησιακή Σχολή, αποτελεί ωστόσο μια μοναχική περίπτωση δημιουργού, που συγκεράζει στοιχεία διαφόρων ρευμάτων (κλασικιστικά, ρομαντικά) και διαφοροποιείται αρκετά από την Επτανησιακή Σχολή, κυρίως λόγω της ιδιομορφίας της γλώσσας του, η οποία διαθέτει σπουδαία εκφραστική και εικονοπλαστική δύναμη.
Στην Ελλάδα έγινε γνωστός μετά το 1889 με αφορμή τη γνωστή διάλεξη του Παλαμά για την ποίησή του. Οι μελετητές της νεοελληνικής λογοτεχνίας ασχολήθηκαν κυρίως με τις Ωδές του, τα τελευταία χρόνια ωστόσο η έρευνα στρέφεται και γύρω από τα ιταλόφωνα έργα του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου