«Ἕλληνες ἀεί παῖδες ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» (Πλάτων, Τίμαιος, 22b).


"Ὁμολογεῖται μὲν γὰρ τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιοτάτην εἶναι καὶ μεγίστην καὶ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ὀνομαστοτάτην· οὕτω δὲ καλῆς τῆς ὑποθέσεως οὔσης,
ἐπὶ τοῖς ἐχομένοις τούτων ἔτι μᾶλλον ἡμᾶς προσήκει τιμᾶσθαι. 24. Ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ' ἐρήμην καταλαβόντες
οὐδ' ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ' οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν ὥστ' ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν,
αὐτόχθονες ὄντες καὶ τῶν ὀνομάτων τοῖς αὐτοῖς οἷσπερ τοὺς οἰκειοτάτους τὴν πόλιν ἔχοντες προσειπεῖν".
(Ἰσοκράτης, Πανηγυρικός, στίχοι 23-24).

Τα άρθρα που φιλοξενούνται στον παρόντα ιστότοπο και προέρχονται απο άλλες πηγές, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνον τις απόψεις των συγγραφέων τους.

Καθίσταται σαφές ότι η δημοσίευση ανάρτησης, δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά αποδοχή των απόψεων του συγγραφέως.


ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ, ΑΦΗΝΕΤΕ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟ-ΑΝΑΡΤΗΣΗ (΄κλίκ΄ στο "Δεν υπάρχουν σχόλια"). ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.

Ακολουθήστε μας στο Facebook

Τρίτη 9 Ιουλίου 2013

Ανιμισμός – ταμπού- τοτεμισμός


του Γεράσιμου Γ. Γερολυμάτου

Από την πρωτόγονη άποψη της θρησκείας, υπήρξε μια ανιμιστική θρησκεία, υπό την καθαρή μορφή τηςδεισιδαιμονίας, την οποίαν είχαν και έχουν όλοι οι πρωτόγονοι λαοί και ορισμένοι από τους πολιτισμένους. 

Ο ανιμισμός μαζί με τον τοτεμισμό, υπήρξαν τα πανάρχαια συστατικά του Πολυθεϊσμού. Λάτρευαν δηλαδή τα λεγόμενα ταμπού, τα φετιχικά, που ήταν περίεργα αντικείμενα, χωρίς ανθρώπινο σχήμα ή είχαν οποιοδήποτε γεωμετρικό σχήμα, ή ακόμα και κανένα απολύτως καθορισμένο σχήμα (ανεικονικά). 


Αυτά ήταν π.χ., αργοί λίθοι, πυραμιδοειδείς οβελίσκοι, κορμοί ή στελέχη ιδιαίτερου σχήματος κ.α., για τα οποία πίστευαν ότι κατοικεί μέσα τους κάποια θεότητα, δηλαδή μια ανεξήγητη ανώτερη δύναμη. 

Για το λόγο αυτό και τους απέδιδαν λατρευτικές τιμές από φόβο μην τους βλάψει η δύναμη αυτή, την οποία αντιλαμβάνονταν να ενεργεί μέσα από τις ποικίλες επιζήμιες εκδηλώσεις της φύσης. 

Τα Αζίλια χαλίκια της Μεσολιθικής εποχής ήταν ζωγραφισμένα με σύμβολα όπως, σταυρός, ήλιος, ζικ-ζακ, αστέρια κ.α, και μάλλον είχαν θρησκευτικό χαρακτήρα.

Μια ιδέα για τη χρησιμότητά τους μπορούμε να πάρουμε από την λατρεία της φυλής των Αρούντα (Κεντρική Αυστραλία), όπου κατείχαν σοβαρή θέση τα λεγόμενα «τσούριγκ»[1], που τα έφτιαχναν από ξύλο και λίθο και συχνά τα έβαφαν με χρώματα. Οι Αιγύπτιοι επίσης λάτρευαν τον οβελίσκο ως σύμβολο του Ήλιου. 

Η δενδρολατρεία ήταν αρκετά διαδεδομένη, όπως συνάγεται από πλήθος παραδόσεων μεταξύ των οποίων αυτή περί του «δέντρου της ζωής», ενώ υπάρχει ακόμη και σήμερα σε ιθαγενείς πληθυσμούς η λατρεία του «ιερού» δέντρου της φυλής.

Είναι βέβαιο πως στον Όμηρο, απηχούν, όχι μόνο οι ανιμιστικές δοξασίες της εποχής του Χαλκού, αλλά και της απώτερης προϊστορίας και η πίστη πως, τα πνεύματα των δέντρων είναι οι νεκροί πρόγονοι, όπως βλέπουμε στην Οδύσσεια[2]:

«κι ωστόσο μπαίνουν ανατριχιάζοντας στο λόγγο οι ξυλοκόποι
Κι ανάλαφρα πατούν, τα πράσινα πνέματα μην τρομάξουν...
(κρατούν στο ένα χέρι τσεκούρι και στο άλλο μέλι το πνεύμα του δέντρου, του δρυ, τον φοβερό παππούλη να μαυλίσουν)

Έ, δρυ, παππούλη μου,
συχώρα μου, μη μου κρατήσεις κάκια.

θέλω να πιάσω ρίζα μέσ’ τη γης, παιδιά κι εγώ να κάμω...
Έλα, παππού, και γίνου σπίτι μου και καλοσκέπασέ μας,
έλα, παππού, και γίνου αλέτρι μου, να σπείρουμε να φάμε...
Έτσι μοχτούν με παρακάλεσες το δρυ να καλοπιάσουν
κι αγάλια τα τσεκούρια τρέμοντας στον ίσκιο ανασηκώνουν».

Ένας γενικός ορισμός της έννοιας του ταμπού, θα άφηνε να διαφανεί πως το κύριο χαρακτηριστικό του είναι η εικόνα της απαγόρευσης.

[1] Τα χρωματιστά αυτά λίθινα τσούριγκ έμοιαζαν πολύ με τα αζίλια χαλίκια. Σύμφωνα με τις αντιλήψεις των Αρούντα, τα τσούριγκ χρησίμευαν για να κατοικούν εκεί μέσα οι ψυχές των συγγενών τους. Κάθε άντρας και γυναίκα είχαν το δικό τους τσούριγκ όπου κατοικούσαν οι δικές τους ψυχές που τις είχαν κληρονομήσει από τους νεκρούς συγγενείς τους. Ήταν πολύ σημαντικά και γι’ αυτό τα έκρυβαν για να μην τα σπάσουν οι εχθροί (ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ- Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ, σ. 154, τ. Α1).

[2] ΟΜΗΡΟΣ: Οδύσσεια. Τ. 36-58. Μετάφραση Ν. Καζαντζάκη.


Δεν υπάρχουν σχόλια: