«Ἕλληνες ἀεί παῖδες ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» (Πλάτων, Τίμαιος, 22b).


"Ὁμολογεῖται μὲν γὰρ τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιοτάτην εἶναι καὶ μεγίστην καὶ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ὀνομαστοτάτην· οὕτω δὲ καλῆς τῆς ὑποθέσεως οὔσης,
ἐπὶ τοῖς ἐχομένοις τούτων ἔτι μᾶλλον ἡμᾶς προσήκει τιμᾶσθαι. 24. Ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ' ἐρήμην καταλαβόντες
οὐδ' ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ' οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν ὥστ' ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν,
αὐτόχθονες ὄντες καὶ τῶν ὀνομάτων τοῖς αὐτοῖς οἷσπερ τοὺς οἰκειοτάτους τὴν πόλιν ἔχοντες προσειπεῖν".
(Ἰσοκράτης, Πανηγυρικός, στίχοι 23-24).

Τα άρθρα που φιλοξενούνται στον παρόντα ιστότοπο και προέρχονται απο άλλες πηγές, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνον τις απόψεις των συγγραφέων τους.

Καθίσταται σαφές ότι η δημοσίευση ανάρτησης, δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά αποδοχή των απόψεων του συγγραφέως.


ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ, ΑΦΗΝΕΤΕ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟ-ΑΝΑΡΤΗΣΗ (΄κλίκ΄ στο "Δεν υπάρχουν σχόλια"). ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.

Ακολουθήστε μας στο Facebook

Κυριακή 12 Απριλίου 2015

Πάσχα, Easter και θεός Άδωνις



Στα δύο κείμενα που ακολουθούν γίνεται αναφορά στα λαογραφικά, μυθολογικά και θεολογικά στοιχεία που αφορούν κυρίως το Χριστιανικό Πάσχα. 

Στο δεύτερο γίνεται εκτενέστερη ανάλυση του θνήσκοντος και αναγεννημένου θεού των αρχαίων Ελλήνων και όχι μόνο, Αδώνιδος. 

Καλή ανάγνωση.




Το παρόν (1) δεν αποτελεί θεολογική ή πίστεως αναφορά, ούτε φυσικά θέλει να «σκανδαλίσει» θρησκευτικά τον αναγνώστη. Αντιθέτως, επιθυμία θα ήταν η δια της πληροφόρησης (έστω και σύντομης) , ενίσχυση της κατάνυξης και του συναισθήματος της ΑΓΑΠΗΣ που διαλαλεί η Λαμπρή ημέρας της Αναστάσεως. 

Είναι μια απλή και σύντομη ιστορικο/λαογραφική προσέγγιση, στα πλαίσια των ημερών και σίγουρα «όχι» πρωτότυπη ή εξαντλητική σ’ επίπεδο στοιχείων, αφού όσα αναφέρει είναι γνωστά και ευκολοπροσβάσιμα σε όποιον θέλει να τα ψάξει.

Ευελπιστεί όμως σε σύνοψη (εφόσον διαβαστεί), να δώσει το κίνητρο συζητήσεων γύρω από το γιορτινό τραπέζι της Κυριακής του Πάσχα και κυρίως να «βοηθήσει» τους γονείς ν’ απαντήσουν στις τυχόν απορίες των παιδιών.

Ο όρος Πάσχα που απαντάται στην ελληνική, την λατινική ( pascha ) και στην αραμαϊκή ως pasa, αντιστοιχεί στην εβραϊκή Pesach פֶּסַח, της οποίας η γενική έννοια είναι “πέρασμα” το δε ρήμα פָּסַח fasach, αναφέρεται για πρώτη φορά στην Τορά της Εξόδου από την Αίγυπτο (Έξοδος 12:23).

Στα εβραϊκά Pesach פֶּסַח ονομάζεται και τα αρνί ή το κατσίκι που οριζόταν ως θυσία του Πάσχα (Korban Pesach). Φαίνεται όμως ότι η «γιορτή του περάσματος» προϋπήρχε ως έθιμο στην αρχαία Αίγυπτο, όπου στις 21 Μαρτίου, γιόρταζαν την εαρινή ισημερία με τον όρο Pisah δηλ. το πέρασμα του Ήλιου από τον ισημερινό.

Δεν ξέρω αν θα ήταν δόκιμο, να παραλληλίσουμε εδώ και τα αρχαιοελληνικά Ανθεστήρια ως ετήσια γιορτή της αναγέννησης της φύσης και γιορτή των νεκρών προς τιμή του Λιμναίου Διονύσου και του χθόνιου Eρμή, καθώς και της θεάς της Άνοιξης των Βορείων λαών Ēostre ή Ostara ( βλ. Easter ), καθώς και της Ishtar – Αστάρτης – Αφροδίτης, με τις «επιτάφιες» τελετές, στα Ορφικά, στα Ελευσίνεια μυστήρια και στα εξ ανατολών Αδώνεια με τα ελεγειακά θρηνώδη άσματα.




Αρκετοί Πατέρες της εκκλησίας, όπως ο Τερτυλλιανός , ο Ιππόλυτος, ο Ειρηναίος, πίστευαν ότι το Πάσχα προέρχεται από το απαρέμφατο της ελληνικής «Πάσχειν», που όμως όσο δελεαστικό και ομόηχο κι’ αν είναι, δεν ισχύει. 

Ο Ωριγένης και άλλοι Αλεξανδρινοί το ερμήνευαν ως “πέρασμα” , εννοώντας και αναφερόμενοι στο «πέρασμα» των Ισραηλιτών από την Ερυθρά Θάλασσα, δηλ. από τη δουλεία της Αιγύπτου στη Γη της Επαγγελίας και συμβολικά για τους πρώτους Χριστιανούς, το «πέρασμα» από την αμαρτία στην ελευθερία της σωτηρίας , μέσα από τον καθαρμό του βαπτίσματος. 

Μια άλλη ομάδα συγγραφέων όπως ο Προκόπιος της Γάζας , ο Θεοδώρητος Κύρου, ο Απολλινάριος της Λαοδικείας πίστευαν ότι Pesach פֶּסַח σημαίνει «πέρασε από πάνω” , εννοώντας τον Εξολοθρευτή Άγγελο , ο οποίος πέρασε πάνω από τα τέκνα των Ισραηλιτών, δεν τα πείραξε, αλλά εξολόθρευσε όλα τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων , ενώ στο χριστιανισμό εννοεί το πέρασμα του Χριστού από το θάνατο και τελικά την υπέρβαση και Ανάστασή Του.

Το εβραϊκό Πάσχα (πέρασμα) ως γιορτή, φυσικά σχετίζεται με την ανάμνηση της εξόδου από την Αίγυπτο, αλλά φέρει και στοιχεία εορτασμού της ανοίξεως, μιάς και μεταξύ των «θυσιών» στο ναό, πέραν του αρνιού, υπήρχε και μια αναίμακτη θυσία /προσφορά καρπών της πρώτης σοδειάς, όπως συναντάμε και σε άλλους λαούς και στην αρχαία Ελλάδα ( αιματηρές και αναίμακτες θυσίες, αρτοφαγία, οινοποσία, σιτοφαγία κ.λ.π ) .

Τα άγια πάθη του Χριστού που οδήγησαν στην Λαμπρή Ανάστασή του και στο παγκόσμιο διαχρονικό μήνυμα της Αγάπης, συνέβησαν στην Ιερουσαλήμ μεσούντος του εορτασμού του εβραϊκού Pesach פֶּסַח , γι’ αυτό όλη η Μεγάλη Εβδομάδα των Παθών συνώνυμα ονομάζεται και Πάσχα, είτε με την ημερολογιακή εορταστική της κυριολεξία , είτε με την πνευματική της μετάβασης ( περάσματος ) από το θάνατο και την αμαρτία στην αιώνια Ζωή και Αγάπη.

Οι πρώτοι εξ εβραίων και λοιποί Χριστιανοί, γιόρταζαν το Πάσχα σε κοινή ημερομηνία με τους μη χριστιανούς εβραίους, αν και με διαφορετική πίστη, νοηματοδότηση και συμβολισμό. Όμως μετά την Α’ Οικουμενική σύνοδο, το 325 μ.Χ στη Νίκαια της Βηθυνίας, ορίστηκε όπως το Χριστιανικό Πάσχα εορτάζεται μετά το εβραϊκό και συγκεκριμένα να εορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά την Πανσέληνο, που θα γίνει κατά την ημέρα της εαρινής ισημερίας ή μετά από αυτήν. Αν η πανσέληνος γίνει Κυριακή τότε το Πάσχα θα εορτάζεται την επομένη Κυριακή. 

Έτσι, ο ορισμός της ημερομηνίας του Χριστιανικού Πάσχα , ως κινητής σεληνοκεντρικής εορτής και η διαφορά (συνήθως) εβδομάδας του Ορθόδοξου με το Καθολικό, μας ακολουθεί μέχρι σήμερα, λόγω και της αλλαγής του Ιουλιανού ημερολογίου σε Γρηγοριανό, όμως η ανάλυση αυτή και ο ημερολογιακός υπολογισμός παρέλκει του παρόντος.




Ένα άλλο θέμα είναι, γιατί ενώ πολλοί λαοί χρησιμοποιούν τον όρο Πάσχα, Pasqua, пасхальный κ.λ.π κάποιοι άλλοι λένε Easter ή Ostern;

Και εδώ υποκρύπτεται η λατρεία της θεότητας της άνοιξης και της αναγέννησης, του εξ ανατολών (east) ερχομού του Εως/Ηώς/φωτός και της Αυγής.

Στους αγγλοσαξωνικούς και γερμανικούς λαούς Ēostre ή Ostara ονομαζόταν η θεότητα της Άνοιξης (στα σύγχρονα αγγλικά Easter και στα γερμανικά Ostern , μεταφράζεται ως Πάσχα). Το όνομα της θεότητας αυτής, μοιάζει με το Ishtar και Αστάρτη. Αν και αμφισβητείται από τους μελετητές η γνησιότητά της, μια αναφορά στη λατινική γλώσσα, στο Κεφ. 15 , στο έργο De temporum ratione, του 8ου αιων. του Βέδες/Bēda Venerābilis ( άγγλου μοναχού στη μονή αγ. Πέτρου στο Monkwearmouth της περιοχής του Sunderland ), λέει :

« Eostur-monath, qui nunc Paschalis mensis interpretatur, quondam a Dea illorum quæ Eostre vocabatur, et cui in illo festa celebrabant nomen habuit: a cujus nomine nunc Paschale tempus cognominant, consueto antiquæ observationis vocabulo gaudia novæ solemnitatis vocantes» δηλ. σε ελεύθερη μετάφραση: «Ο μήνας Eostur έχει ένα όνομα το οποίο μεταφράζεται τώρα ως “πασχαλινός μήνας», και ο οποίος πήρε κάποτε το όνομά του από μια θεά που ονομάζεται Ēostre, προς τιμήν της οποίας γιορτές γιορτάζονταν κατά το μήνα αυτό. Τώρα που η πασχαλινή περίοδος ορίζεται με το όνομά της, σας καλώ τις χαρές της νέας ιεροτελεστίας να τις τιμάται διατηρώντας το παλαιό όνομα ( εννοεί του μήνα ).

Επομένως στην περίοδο που οι βόρειοι λαοί τελούσαν και λάτρευαν τη θεότητα της άνοιξης / αναγέννησης/ Αυγής, Ēostre ή Ostara , μετά τον εκχριστιανισμό τους και τη σύμφωνη γνώμη της εκκλησίας , το Πάσχα, τους επετράπη να συνεχίσουν να το ονομάζουν στη γλώσσα τους : αγγλικά Easter και στα γερμανικά Ostern σε ανάμνηση του ονόματος της Ēostre/ Ostara.

Περαιτέρω: Σύμφωνα με την Ορφική θεογονία, αρχικά στο Σύμπαν υπήρχε η συνεχής ροή του Χρόνου από την οποία προήλθαν οι δύο Κοσμογονικές Ουσίες: Ύδωρ και Γη, Αιθήρ και Χάος, ως διάμεσο του Φάνη Έρωτα δημιουργήθηκε το Ορφικό Ωόν (αυγό /αβγό ) , από όπου προήλθε το σύμπαν.




Ο συμβολισμός και η σχέση της αναγέννησης με το Ωόν (αυγό /αβγό) είναι πανάρχαια, σε όλους τους λαούς και χάνεται στα βάθη του χρόνου. Ο αρχαίος άνθρωπος είχε προφανώς εντυπωσιαστεί από το γεγονός πως μέσα από ένα κελυφώδες φαινομενικά ανενεργό και ακίνητο δημιούργημα ενός στρουθίου (πτηνού), δηλ. το αυγό, μετά από λίγο καιρό ξεπεταγόταν ζωή ( νεοσσός). 

Ευνόητο είναι ότι τα αυγά συμβόλιζαν και συμβολίζουν την αναγέννηση, τη νέα ζωή και ελπίδα, η δε επιχρωμάτωσή τους (βάψιμο), ομοίως είχε να κάνει με τα ζωηρά χρώματα της αναγεννημένης φύσης και των λουλουδιών της. Ειδικά στο βάψιμο των κόκκινων αυγών, η παράδοση θέλει να βάφονται στο χρώμα αυτό για το αίμα του βασανισμού και της Σταυρώσεως του Χριστού. Η Ουκρανική περίτεχνη διακόσμηση των αυγών του Πάσχα ονόματι pysanky, ανάγεται σε εποχές πριν τον εκχριστιανισμό των Σλάβων.

Για τον λαγό ως Πασχαλιάτικο σύμβολο (κυρίως πιά στους Δυτικούς) με τ’ όνομα Easter Bunny, Easter Rabbit, Easter Hare, εν συντομία λέμε ότι και αυτός σχετίζεται συμβολικά με την προχριστιανική εποχή και την φυσική του δυνατότητα ν’ αναπαράγεται σωρηδόν, άρα να γεννά ζωή. Στην αρχαιότητα ο λαγός ήταν ακόλουθος της Αφροδίτης, όπως και της Ēostre ή Ostara, όπως αναφέρει ο Charles J. Billson.




Επομένως αυγά και λαγοί ήταν και είναι σύμβολα γονιμότητας / αναγέννησης.

Ο αμνός, το αρνάκι (αρνίον ως υποκοριστικό του αρήν, αρνός) που «σουβλίζεται ή ψήνεται» ειδικά το Πάσχα, αφενός συμβολίζει το “αρνίον το εσφαγμένον”, ή τον “αμνόν του Θεού”, αφετέρου ομοίως έχει βαθύτατες θυσιαστικές ρίζες, τόσο στην εβραϊκή παράδοση και θρησκεία, όσο και στις αρχαίες.

Αστρολογικά / ζωδιακά το Πάσχα συμπίπτει με τον μήνα του Κριού (αρσενικού αμνού) μιάς και ο ήλιος διέρχεται το ζώδιο από τις 21 Μαρτίου ως τις 20 Απριλίου, περίπου, δηλ. στην περίοδο που πραγματοποιείται η εαρινή ισημερία. Επομένως την εποχή του Κριού, οι αρχαίοι λαοί θυσίαζαν εξευμενιστικά αμνούς/αρνία, συνήθεια που έστω και εάν αγνοούμε την καταγωγή της συνεχίζομαι ακόμα .

Παρότι σήμερα λέμε «σούβλα» από το λατινικό subula ( ως εργαλείο βασανισμού), εν τούτοις η αρχαιοελληνική λέξη είναι Οβελός στον οποίο σύμφωνα με τον Όμηρο οι πολεμιστές πέρναγαν τα κρέατα για να τα ψήσουν ( οι μικρές σούβλες, λεγόντουσαν υποκοριστικά οβελίσκοι/ σουβλάκια ) . Οτιδήποτε ψήνεται σε οβελό, λέγεται σύμφωνα με τους λογίους μας , οβελίας.

Κουλουράκια Πασχαλιάτικα εμείς σήμερα, κόλλυρα, κολλίκια , κολλύρα (ή κόλλιξ) έλεγαν οι αρχαίοι το στρογγυλό ψωμί και υποκοριστικά κολλύριον, που σήμαινε αφενός το στρογγυλό ψωμί ή το ζυμάρι σε σχήμα καρβελιού , αφετέρου τον σβώλο της ζύμης, ή εν γένει το σβώλο που είχε το μέγεθος σημερινού κουλουριού.

Το Τσουρέκι, ή çörek στα τούρκικα , شوريك στ’ Αραβικά , panarët στ’ Αλβανικά (προφανώς από εδώ και το επώνυμο Παναρίτης) choreg / չորեկ στ’ Αρμένικα, çörək στ’ Αζέρικα , Vánočka στα Τσέχικα, Vianočka στα Σλοβάκικα, козунак στα βουλγάρικα , aŭ kozonac στα Ρουμάνικα κ.λ.π , ομοίως σημαίνει το στρογγυλό, στριφτό ψωμί το πλασμένο σε σχήμα μεγάλου σβώλου και γενικά τα στρογγυλά στριφτά αντικείμενα. Το τσουρέκι, εκτός από Κόλλυρα, θα μπορούσε να προσομοιάζει με τα αρχαίο γλυκό ψωμί Στρεπτίκιο που γινόταν με γάλα, λάδι ή βούτυρο και μέλι.




Ο μύθος του θνήσκοντος και αναγεννημένου Θεού Αδώνιδος (2)




Από τις τρεις βασικές μυθολογικές-γενεαλογικές αποτυπώσεις του θεού Αδώνιδος θα προτιμήσουμε να περιγράψουμε αυτήν που διασώζεται στις περίφημες μεταμορφώσεις του Οβιδίου και τον συνδέει με την παράδοση της Κύπρου, εκεί που, όπως γνωρίζουμε, η λατρεία της θεάς Αφροδίτης και του Αδώνιδος γνώρισε τεράστια διάδοση.

Οταν η Μύρρα, κόρη του Βασιλέα της Πάφου Κινύρα και της Κεχρηίδας, έφθασε σε ηλικία γάμου, ο πατέρας της την ρώτησε ποιον θα ήθελε να παντρευτεί και αυτή απάντησε, με έναν «όμοιο» με εσένα. Ο άνομος έρωτας της κόρης για το πατέρα ήταν τόσο δυσβάσταχτος, που η Μύρρα θέλησε να βάλει τέρμα στην ζωή της. Ομως την σταμάτησε τελευταία στιγμή η παραμάνα της η Ιππολύτη, η οποία της υποσχέθηκε με όρκους ότι, αν δεν προχωρούσε στην πράξη της, θα την βοηθούσε σε ότι και να τις ζητούσε.

Οταν η Κεχρηίδα έλειπε στην εορτή των θεσμοφορίων, η Ιππολύτη, μέθυσε τον Κινύρα με διονυσιακό οίνο και η Μύρρα κατάφερε με αυτόν τον τρόπο να συνευρεθεί με τον πατέρα της για δώδεκα ημέρες και νύχτες. Οταν ο Κινύρας συνήλθε από την μέθη θέλησε να δει το πρόσωπο της ερωμένης του και όταν αντιλήφθηκε την πλεκτάνη άρπαξε το ξίφος του να την σκοτώσει. Η Μύρρα ξέφυγε από το μένος του πατέρα της και περιπλανήθηκε για εννέα κύκλους της Σελήνης κυοφορώντας τον καρπό της ερωτικής μίξης μαζί του.

Στο τέλος του ένατου κύκλου η Μύρρα απέτεινε ικετευτικό λόγο προς του θεούς λέγοντας: «είναι δίκαιη, δεν το αρνούμαι, η τιμωρία μου, μα σας ζητώ, για να μη μιαίνω μήτε τους ζωντανούς- αν επιζήσω- μήτε τους νεκρούς – αν θα πεθάνω - και από τα δύο βασίλεια να με αποπέμψετε, μεταμορφώστε με έτσι που και ζωή και θάνατο μαζί να μου αρνηθείτε (Οβιδίος,2002).

Τότε το σώμα της Μύρρας άρχισε να μεταμορφώνεται σε δέντρο. Τα πόδια της έγιναν ρίζες, το σώμα της κορμός δέντρου, και τα ικετευτικά απλωμένα στον ουρανό χέρια της, κλαδιά. Μόλις ολοκληρώθηκε η μεταμόρφωση ο φλοιός του δέντρου αποσχίστηκε και εγγενήθη ο πανέμορφος μύρινος Αδωνης!




Η ανατροφή του Αδωνη
Αμέσως μόλις γεννήθηκε ο Αδωνης τον παρέλαβαν οι νύμφες να τον πρωταναθρέψουν μυστικά εντός ενός ιερού σπηλαίου. Μόλις έφεραν εις πέρας το έργο τους, η θεά Αφροδίτη πήρε τον Αδωνη από τις νύμφες και τον παρέδωσε στην Περσεφόνη για να ολοκληρώσει την μυστηριακή του ανατροφή, αφού τον τοποθέτησε κρυφά σε μία λάρνακα (ξύλινη κιβωτός από κυπαρισσόδεντρο, Liddell-Scott,2006). Οσο όμως ο νέος πλησίαζε προς την ενηλικίωση του και το φυσικό κάλλος του γίνονταν ανυπέρβλητο, η Αφροδίτη μαγεύτηκε από την ομορφιά του, ενώ και ο Αδωνης ερωτεύτηκε σφόδρα την πολύμνητη θεά.

Η Περσεφόνη, συνεπαρμένη από την ωραιότητα του Αδώνιδος αρνήθηκε να τον δώσει πίσω και τότε οι θεές αποτάθηκαν στον Κρονίδη Δία να δώσει την λύση. Ο Δίας αποφάσισε, το ένα τρίτο του έτους να παραμένει ο νέος με την Περσεφόνη στον Αδη και το υπόλοιπο διάστημα να επανέρχεται και να ζει με την Αφροδίτη. Το τρίτο του χρόνου θα το αφιέρωνε όπου εκείνος επιθυμούσε.

Ο Αδωνης επέλεξε το δικό του χρόνο να τον αφιερώσει στην αγαπημένη του θεά Αφροδίτη, για να χαίρονται περισσότερο χρόνο του ετήσιου κύκλου τον θείο έρωτά τους. Και σε αυτήν την αφήγηση, διαφαίνεται ο μυστηριακός ορίζοντας του μύθου, αφού η απόφαση του Διός είναι όμοια με αυτήν που έδωσε στην θεότητα της Ελευσίνος Περσεφόνη, όταν ο Αδης θέλησε να την κρατήσει κοντά του.

Η Αφροδίτη, ενόσω γεύονταν τον ερωτά της, συμβούλεψε τον Αδωνη, που αρέσκονταν στο κυνήγι, να προσέχει και να μην είναι παράτολμος. Εκείνος δεν την άκουσε, έτσι κάποια στιγμή ο θεός Αρης του έστειλε έναν αγριόχοιρο που του κατάφερε ένα θανατερό πλήγμα στην ηβική του χώρα. Η θεά άκουσε τον γοερό βόγγο του αγαπημένου της και έπεσε επάνω του θρηνώντας για τον χαμό του. Αμέσως μετά παραίνεσε τους ανθρώπους να καθιερώσουν εορτή προς τιμήν του εραστή της, εις αιώνια ανάμνηση του δικού της θρήνου για τον όμορφο θεό, και καθώς περιέρραινε το σώμα του με νέκταρ, από τον ουρανό κατήλθε λευκό σύννεφο και ο Άδωνης αναλήφθηκε με αυτό στα ουράνια δώματα των αθανάτων.




Μια γνώριμη εορτή!
Η εορτή που εγκαθιδρύθηκε ονομάστηκε Αδώνεια ή αλλιώς Κήποι Αδώνιδος Τα Αδώνεια ήταν μία επιτάφια ιδιωτική-οικιακή εορτή που τελούνταν κάθε χρόνο σε όλες σχεδόν τις ελληνικές πόλεις προς τιμήν του Αδωνη και της Αφροδίτης. Η διάρκεια της εορτής ήταν συνήθως διήμερη, αλλά σε κάποιες πόλεις μπορούσε να διαρκέσει ακόμη και για μία εβδομάδα (Βρεττός, 2002). Τα τελετουργικά αυτά λάμβαναν χώρα κυρίως κατά την εποχή της ανοίξεως και όπως ο μεγάλος Ελληνας λαογράφος Ν. Πολίτης επισημαίνει, αυτά «ετελούντο δ’ εν Αθήναις και εν άλλαις πόλεσι της Ελλάδος περί τα τέλη Μαρτίου».

Πολλοί μελετητές ισχυρίζονται ότι η λατρεία αυτή εισήχθη στον ελλαδικό χώρο από την πόλη Βύβλο της Συρίας τον 5ο π.κ.ε αιώνα, που βεβαίως την εποχή εκείνη κατοικούνταν και από ελληνικό πληθυσμό. Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν σημαντικές αναφορές ότι η λατρεία του θεού ήταν αναπτυγμένη ήδη από το 600 π.κ.ε. στον θρησκευτικό κύκλο των γυναικών που πλαισίωναν την Σαπφώ στην Λέσβο (Burkert, 1993).

Η τελετή χωριζόταν σε δύο κύρια μέρη. Η πρώτη μέρα ήταν πένθιμη και ονομάζονταν «αφανισμός». Στο κομμάτι αυτό οι γυναίκες ακολουθούσαν όλα τα καθιερωμένα τελετουργικά της κηδεύσεως του Αδωνη που ονομάζονταν και ως «πρόθεσις» του νεκρού. Κατά την ταφική διαδικασία της προθέσεως, οι μαυροφορεμένες γυναίκες τοποθετούσαν σε νεκρική κλίνη ένα ξύλινο ομοίωμα (ξόανο) του Αδώνιδος και επιτελούσαν, σαν να είχαν ένα νεκρό σώμα, τα ταφικά τελετουργικά.

Επλεναν με νερό το ξόανο, μύρωναν το σώμα του θεού, το έντυναν με το χαρακτηριστικό ύφασμα των νεκρών, το σάβανο και νεκροστόλιζαν με αρωματικά άνθη και κλαδιά αειθαλών δέντρων την κλίνη του. Ο ποιητής Θεόκριτος, που έζησε 3ο αιώνα π.κ.ε. και ήταν ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της Ελληνιστικής εποχής, περιγράφει με εξαίσιο τρόπο στο 15ο ειδύλλιό του με τίτλο Συρακουσίαι ή Αδωνιασταί την ατμόσφαιρα της εορτής:

«Εχουν στρώσει αργυρή κλίνη νεκρική για τον όμορφο θεό. Δίπλα της, βρίσκονται καρποί που δίνουν τα κλαδιά των ιερών δένδρων, και άνθη φυλαγμένα σε πήλινα δοχεία, οι περιώνυμοι κήποι του Αδωνη. Ο πολυέραστος Αδωνης, αυτός που αγαπούν και στον Αχέροντα ακόμη! Δέσποινα Αφροδίτη, εσύ είσαι που κρατείς στα χέρια τώρα το ρόδινο σώμα του Αδωνη».

Σημαντικό μέρος στην τελετή διαδραμάτιζαν οι λεγόμενοι «Κήποι Αδώνιδος». Οι γυναίκες εννέα ημέρες πριν την εορτή, τοποθετούσαν μέσα σε αγγεία πήλινα σπόρους από φυτά που αναπτύσσονται γρήγορα, συνήθως σίτο, μαρούλι, μάραθο ή και διάφορα άνθη. Τοποθετούσαν τα αγγεία αυτά στις στέγες των σπιτιών ή όπου αλλού αυτά θα δέχονταν την θερμότητα των ηλιακών ακτινών ώστε να μεγαλώσουν γρήγορα. Τα φυτά αυτά συμβόλιζαν την νεότητα και το σφρίγος του νεανία θεού, ενώ αναβλασταίνουν γρήγορα και μαραίνονται απότομα, όπως απότομα και πρόωρα αφανίστηκε και ο Αδωνης.




Θρήνος, επιτάφιος και ανάσταση
Κατόπιν ακολουθούσε ο θρήνος του νεκρού Αδώνιδος. Ο θρήνος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των ελληνικών ταφικών τελετουργιών. Εχουμε την τύχη να διασώζεται αυτούσιος ένας τελετουργικός θρήνος του Αδώνιδος από τον Βίωνα τον Σμυρναίο που έζησε τον 2ο αιώνα π.κ.ε. Το έργο του «Επιτάφιος Αδώνιδος» αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα ποιητικά κείμενα της Ελληνιστικής περιόδου που περιγράφει με αριστουργηματικό λογοτεχνικό τρόπο τον θρήνο της Θέας Αφροδίτης για τον Αδωνη.

Τον Αδωνη θρηνολογώ, τον όμορφο που εχάθη, «πάει, χάθηκεν ο Άδωνης» οι Έρωτες θρηνούνε. Στα πορφυρά σου Κύπριδα να μην ξαναπλαγιάσεις, βάλε τα μαύρα σου, καλή, και να στηθοκοπιέσαι, σύρε φωνή, ο Αδωνης χάθηκεν, ο καλός σου. Τον Άδωνη θρηνολογώ και οι Ερωτες θρηνούνε..

Επειτα ακολουθούσε η λεγόμενη «Εκθεσις» του ομοιώματος του θνήσκοντος Θεού, δηλαδή η περιφορά, η μετάβαση της ταφικής λάρνακας από τον οίκο προς τον χώρο ταφής του. Στην πομπή προπορεύονταν οι άντρες και ακολουθούσαν οι γυναίκες, οι αναμμένοι πυρσοί και τα κεριά προσέδιδαν σε αυτήν την επιβλητική πομπή μια ιδιαίτερα κατανυκτική ατμόσφαιρα. Οι πένθιμοι ύμνοι συνεχίζονταν κατά την διαδρομή με την συνοδεία αυλού που παρήγαγε έναν θρηνητικό ήχο και ονομάζονταν γίγγρα. Οταν έφταναν στον υποτιθέμενο χώρο ταφής, έθαβαν το ομοίωμα και ακολουθούσαν οι καθιερωμένες ταφικές χοές, καθώς και ο τελετουργικός κυκλικός χορός των γυναικών γύρω από τον τάφο.

Η επόμενη ημέρα των Αδωνίων ήταν χαρμοσύνη και ενθουσιαστική και ονομάζονταν «Εύρεσις». Εκεί εόρταζαν την ανάσταση, την αναγέννηση του Αδώνιδος με χορούς και γέλια, και συνέτρωγαν με πλούσια γεύματα που προέρχονταν από τις καθιερωμένες θυσίες.




Τα «Πάσχα» των προχριστιανικών παραδόσεων
Οι πολυθεϊστικές θρησκείες πολλών παραδοσιακών πολιτισμών εμπεριέχουν το αρχέτυπο του θνήσκοντος και αναγεννώμενου θεού. Στην Αίγυπτο ο Οσιρις, στους Βαβυλωνίους ο Ταμμούζ, στην Φρυγία ο Αττης κ.α. Οι μονοθεϊστικές θρησκείες και ειδικότερα ο χριστιανισμός, στις περιοχές που επιβλήθηκε και υπήρχε ήδη ένα τέτοιο αρχέτυπο, περιέβαλε τον δικό της θεό με τις ίδιες σχεδόν θεολογικές και τελετουργικές πρακτικές, γιατί αντιλήφθηκε με το πέρασμα των χρόνων ότι με αυτόν τον τρόπο θα ήταν πιο ευχερή η επικράτησή του.

Κατά την διάρκεια της Ανοιξης και πιο συγκεκριμένα της εαρινής ισημερίας (21 Μαρτίου), όπου και τελούνταν αυτές οι εορτές, ο ήλιος ανέρχεται σταδιακά από το νότιο ημισφαίριο της γης που κυριαρχεί το ψύχος και το σκοτάδι, κατάσταση παρόμοια με το σκότος του Άδη και μετέρχεται προς την επικράτηση του φωτός και της θερμότητος. Η αναγέννηση της φύσεως σηματοδοτεί και την αντίστοιχη αναγέννηση της ανθρώπινης πνευματικότητας (Αρβανάτικης, 2009).

Πιο συγκεκριμένα, στην Ελληνική θρησκευτική παράδοση, ο Αδωνης συμβολίζει την ίδια την ανθρώπινη ψυχή που πεθαίνει και αναγεννιέται συνεχώς, οι συνεχόμενες όμως επαναγεννήσεις του θα εξελίξουν την ψυχή, προσδίδοντάς της το απαραίτητο ψυχικό κάλλος. Τότε θα νομιμοποιείται να ανέλθει στα ανώτερα θεϊκά πεδία. Η ανυπέρβλητη φυσική ωραιότητα του Αδώνιδος αντανακλά σε εξωτερική μορφή το αντίστοιχο εσωτερικό ψυχικό του κάλλος. Αυτό το εσωτερικό κάλλος της ανθρώπινης ψυχής ήταν και το ζητούμενο από τους μετέχοντες της ελληνικής θρησκευτικής παραδόσεως.

(2) Αναδημοσίευση από εδώ (επιλογές)


Δεν υπάρχουν σχόλια: