Η κύρα Ντίνα μένει σε ένα δυάρι στο Παγκράτι. Είναι συνταξιούχος κι όπως όλοι οι συνταξιούχοι τα βγάζει δύσκολα πέρα. Ενοίκιο, λογαριασμοί, φάρμακα κι ό,τι μένει της αρκεί για να είναι αξιοπρεπής.
Ο γιος έφυγε πριν από τέσσερα χρόνια στο εξωτερικό για μια δουλειά εποχική και δεν ξαναγύρισε.
«Μάνα , θα μείνω» της είπε μια μέρα στο τηλέφωνο. «Η δουλειά στο εστιατόριο μπορεί να είναι αυτό που ονειρεύομαι, αλλά δεν θα είμαι άνεργος».
Αργότερα, γνώρισε και μια κοπέλα, ελληνίδα δεύτερης γενιάς και ετοίμασε το δικό του σπιτικό.
Η κύρα Ντίνα δεν παραπονιέται. Μιλάνε στο τηλέφωνο και της αρκεί που είναι καλά.
«Να σου στέλνω χρήματα» της λέει . «Έχω γιόκα μου» του απαντά «κράτησέ τα για να φτιάξεις το σπιτικό σου».
Σήμερα η κύρα Ντίνα είχε σηκωθεί από τα χαράματα. Πήγε στην εκκλησία και μετά γύρισε σπίτι και κοιτούσε τις σακούλες. Έπρεπε να σκεφτεί πως κάνει πραγματικότητα αυτό που μέρες είχε σχεδιάσει.
Όταν έφτασα στο πατρικό μου στο Παγκράτι, κατά τις 12 το μεσημέρι, με είδε από το μπαλκόνι.
«Έλα λίγο που σε θέλω», μου φώναξε.
«Καλημέρα κυρά Ντίνα», της είπα, μπαίνοντας στο σπιτικό της. Την ήξερα από μικρή.
«’Θέλω μια μεγάλη χάρη»’ μου είπε και τα μάτια της έλαμπαν.
Μου έδωσε τέσσερις σακούλες γεμάτες με σοκολατένια αυγά, τσουρέκια, μπισκότα, γάλατα, διάφορα άλλα είδη και κρέας.
«Τι είναι αυτά;», την ρώτησα με απορία.
«Θα πας στο ισόγειο και θα χτυπήσεις το κουδούνι, θα τα δώσεις και θα φύγεις χωρίς να πεις ποιος τα δίνει. Αν σε ρωτήσουν, πες τα έχεις από έρανο στο ράδιο», με συμβούλεψε.
Απόρησα. «Γιατί κύρα Ντίνα δεν τα πας εσύ;» την ρώτησα. «Δεν θέλω να τους φέρω σε δύσκολη θέση και να νοιώθουν υποχρεωμένοι» μου απάντησε. «Μετά μπορεί να νοιώσουν άσχημα, και να νοιώσουν ότι πρέπει να με καλέσουν στο γιορτινό τραπέζι. Εσύ δεν μένεις εδώ, δεν θα νιώσουν το ίδιο».
Την κοίταξα και μου ήρθε να βάλω τα κλάματα. Την αγκάλιασα και την φίλησα.
«Θα κάνω ό,τι μου είπες».
Πήγα στο διαμέρισμα του ισογείου. Άνοιξε ένα αγοράκι γύρω στα πέντε. Η οικογένεια που ζει στο ισόγειο έχει δυο παιδιά,ένα αγόρι κι ένα κορίτσι.
Πήγα στο διαμέρισμα του ισογείου. Άνοιξε ένα αγοράκι γύρω στα πέντε. Η οικογένεια που ζει στο ισόγειο έχει δυο παιδιά,ένα αγόρι κι ένα κορίτσι.
Οι γονείς είναι άνεργοι εδώ και ένα χρόνο. Τα βγάζουν δύσκολα αλλά φροντίζουν να είναι αξιοπρεπείς και ποτέ δε δημιουργούν προβλήματα.
Το αγοράκι με κοίταξε με απορία.
«Δώστα στη μαμά σου, μικρέ» του είπα κι έφυγα χωρίς άλλες εξηγήσεις.
Όλη μέρα η κίνηση της κύρα Ντίνας ήταν στο μυαλό μου.
Αλήθεια, πόση σύνταξη να λαμβάνει σκεφτόμουν; Κι όμως από το υστέρημά της πρόσφερε και αυτό έχει αξία.
Τελικά υπάρχει ελπίδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου