Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα οι περισσότεροι Αιγυπτιολόγοι επικέντρωσαν το ενδιαφέρον τους στην καθημερινή ζωή των Αιγυπτίων, στον τρόπο διοίκησης τους, καθώς και στα αρχιτεκτονικά μνημεία που αυτοί κληροδότησαν στον παγκόσμιο πολιτισμό, αγνοώντας τελείως τις προόδους τους στον τομέα της ιατρικής.
Όμως με την έλευση του 20ου αιώνα, χάρη σε αρχαιολογικές ανακαλύψεις αλλά και στην αποκρυπτογράφηση πολλών παπύρων, ήρθαν στο φως οι απίστευτες πρόοδοι που είχαν κάνει οι κάτοικοι της Κοιλάδας του Νείλου στα ιατρικά θέματα.
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι, οι οποίοι άρχισαν να εξασκούν την ιατρική επιστήμη από το 4000π.Χ., ήταν οι πρώτοι παγκοσμίως που βάσισαν τις ιατρικές τους γνώσεις στην ενδελεχή παρατήρηση, στη διαδικασία της “δοκιμής και πλάνης” (η οποία χρησιμοποιείται ακόμη και στις μέρες μας από τη συνειρμική ψυχολογία!), αλλά και στις πρακτικές γνώσεις που αποκτούσαν ταριχεύοντας τους νεκρούς.
Το αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν, να αποκτήσουν βασικές γνώσεις για τον τρόπο που λειτουργεί το σώμα εσωτερικά, για τη λειτουργία του κάθε οργάνου, να προτείνουν συγκεκριμένη θεραπεία για την κάθε ασθένεια και –βεβαίως- να γίνουν γνωστοί γι’ αυτό, σε όλον τον τότε γνωστό κόσμο.
Χαρακτηριστικός είναι ο στίχος της Οδύσσειας: «κανένας λαός δεν έχει τις ιατρικές γνώσεις των Αιγυπτίων», καθώς και το ότι ο Ηρόδοτος τον 5ο αιώνα π.Χ. έγραφε: «η ιατρική είναι τόσο διαδεδομένη σε αυτό το λαό, που κάθε ιατρός ασχολείται μονάχα με μία ασθένεια. Μπορεί κανείς να βρει γιατρούς σε ολόκληρη τη χώρα. Κάποιοι είναι γιατροί για τα μάτια, άλλοι ασχολούνται με το κεφάλι, άλλοι με τα δόντια και κάποιοι με ασθένειες απόκρυφες.»
Είναι γεγονός ότι η μαγεία διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στη θεραπευτική διαδικασία, δεδομένου ότι πίστευαν ακράδαντα, πως κάποιες ασθένειες προέρχονταν από υπερφυσικές δυνάμεις, δηλαδή Θεούς και πνεύματα. Θεωρούσαν ότι στο σύμπαν υπάρχουν εχθρικές προς τον άνθρωπο δυνάμεις, οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν τη ζωή των ζωντανών και ότι δεν είναι λίγες οι φορές που οι άνθρωποι αρρωσταίνουν, διότι αμελούν τις υποχρεώσεις που έχουν απέναντι στους νεκρούς συγγενείς τους.
Πολλές φορές, μάλιστα, έστελναν γράμματα στους νεκρούς, παρακαλώντας τους να σταματήσουν να στέλνουν την κατάρα τους στους ζωντανούς. Καθήκον του γιατρού ήταν πρωτίστως, να ανακαλύψει την οντότητα που προκαλούσε την ασθένεια και κατόπιν να την εξαγνίσει, τόσο με φάρμακα, όσο και με μαγικές τελετές. Τα ξόρκια, τα φυλαχτά και τα γούρια αποτελούσαν μέρος της αιγυπτιακής ιατρικής, κυρίως όταν δεν μπορούσαν να βρουν την αιτία που προκαλούσε την ασθένεια.
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι πίστευαν, ότι μπορούμε να προστατευθούμε από τις υπερφυσικές δυνάμεις, είτε τοποθετώντας ένα κομμάτι μέταλλο στο πόδι του κρεβατιού, είτε έχοντας πάνω μας ένα σκοινί, μια πέτρα ή (ακόμα καλύτερα ) ένα πολύτιμο λίθο. Τα δυο πιο συνήθη φυλαχτά απεικόνιζαν τους θεούς Μπες και Χόρους. Ο πρώτος ήταν ο θεός της οικίας. Απομάκρυνε τον κίνδυνο από την οικογένεια και προφύλασσε τα νεογνά και τις μητέρες τους. Ο Χόρους είχε τη δύναμη της μητέρας του της Ίσιδος και προστάτευε τους Αιγυπτίους από τους φυσικούς κινδύνους.
Από τα ευρήματα που έχουν έρθει στο φως είναι ξεκάθαρο ότι η μαγεία, αν και είχε μία κάποια θέση στην αιγυπτιακή ιατρική, δεν είχε τη σημαντικότερη. Οι γιατροί εκπαιδεύονταν για πολλά χρόνια από ιερείς και από «δασκάλους» ηλικιωμένοους, που θεωρούνταν σοφοί λόγω της πείρας τους.
Μάθαιναν να κάνουν στον ασθενή τις ερωτήσεις εκείνες, που θα τους οδηγούσαν στο να καταλάβουν από τι έπασχε, τον εξέταζαν, και πρότειναν θεραπεία. Κάποιες φορές καταλάβαιναν από τι έπασχε κάποιος, απλώς παρατηρώντας τον τρόπο που βάδιζε. Θεωρούσαν ότι ο άνθρωπος πρέπει να εξετάζεται ως ενιαία οντότητα, για αυτό και πάντα ασχολούνταν, όχι μόνο με τη σωματική κατάσταση του ασθενούς, αλλά και με την νοητική και την πνευματική του.
Δεδομένου ότι οι θεραπείες τις οποίες πρότειναν ήταν τις περισσότερες φορές αποτελεσματικές, οι θεραπευτές έχαιραν της εκτιμήσεως των βασιλέων. Ήτανε ένδειξη δύναμης να έχει κάποιος μονάρχης έναν Αιγύπτιο θεραπευτή στην αυλή του. Τους αντιμετώπιζαν με σεβασμό, κανείς δεν αμφισβητούσε τη γνώμη τους και απολάμβαναν μια πλούσια ζωή. Όμως δεν πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους μονάχα στην άρχουσα τάξη.
Στην αρχαία Αίγυπτο, όλος ο λαός είχε το δικαίωμα να εξεταστεί από γιατρό σε περίπτωση που αρρώσταινε και την πληρωμή αυτού την αναλάμβανε το κράτος. Ο πιο γνωστός ιατρός εκείνων των χρόνων ήταν ο Ιμχοτέπ, ο οποίος έζησε στην αυλή του φαραώ Κχασεκχέμ και διετέλεσε πρωθυπουργός του. Έσωσε τη ζωή του βασιλιά σε πολλές περιπτώσεις και όταν αυτός πέθανε, παντρεύτηκε τη γυναίκα του.
Όπως όλοι οι θεραπευτές στην αρχαία αιγυπτιακή κοινωνία, έτσι και αυτός επηρέαζε τα κοινά και η γνώμη του λαμβανόταν σοβαρά υπ’όψιν σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής. Λέγεται μάλιστα ότι ο Ινχοτέπ έχτισε και την πρώτη πυραμίδα στον κόσμο, στην έρημο της Σαχάρα. Για αρκετούς αιώνες μετά το θάνατο του, λατρευόταν ως ο θεός της ιατρικής στον τόπο από όπου καταγόταν και ακόμα και στις μέρες μας υπάρχει άγαλμα του Ιμχοτέπ, στο Πάνθεο των Αθανάτων της Διεθνούς Χειρουργικής Σχολής του Σικάγο.
Σύμφωνα με τον Ινχοτέπ, αλλά και όλους τους Αιγύπτιους γιατρούς, η θεραπευτική είναι τέχνη και σκοπός της είναι να φέρει τους ανθρώπους όσο το δυνατόν πιο κοντά στο «Ma’at», το οποίο είναι αυτό που οι Κινέζοι ονόμασαν «Ταο και η Χριστιανική θρησκεία – αιώνες αργότερα – «εξαγνισμό».
Η μέθοδος που εφάρμοζαν οι Αιγύπτιοι για να διαπιστώσουν αν κάποιος χρειαζόταν θεραπεία – εξαγνισμό μοιάζει κατά πολύ με τη μέθοδο που χρησιμοποιούν οι γιατροί ακόμα και σήμερα: ως πρώτο βήμα ο γιατρός ζητούσε από τον ασθενή να του περιγράψει πως αισθάνεται, κατόπιν τον εξέταζε ψηλαφώντας τις περιοχές του σώματος του όπου ένιωθε πόνο, έπειτα εξέταζε το αίμα και τα ούρα του ασθενούς, τον ρωτούσε αν έχει εχθρούς, και στο τέλος κατέληγε στη διάγνωση, η οποία ήταν πάντοτε μια από τις 3 ακόλουθες φράσεις: «Αδιαθεσία την οποία μπορώ να θεραπεύσω», «Αδιαθεσία εναντίον της οποίας θα παλέψω», «Αδιαθεσία η οποία είναι αδύνατον να γιατρευτεί».
Σε περίπτωση που ο γιατρός δεν θεωρούσε ότι η ασθένεια είναι αγιάτρευτη, ο άνθρωπος μπορούσε να γίνει και πάλι υγιής, αφού είχε υποβληθεί σε μια σειρά εξαγνιστικών τελετών, στις οποίες (ανάλογα με την περίπτωση) συμπεριλαμβάνονταν ξόρκια, μπάνια με βότανα αλλά και θεραπευτικές αγωγές τις οποίες έπρεπε να ακολουθεί.
Πιστευόταν ότι για να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των αγωγών αυτών, έπρεπε συχνά να αφαιρέσει ο άρρωστος όλες τις τρίχες που είχε στο σώμα του και να ακολουθεί συγκεκριμένη δίαιτα, αποφεύγοντας ιδιαίτερα τα ψάρια και κάποια λαχανικά διότι οι τροφές αυτές θεωρούνταν «μολυσμένες». Επίσης, τα όνειρα που έβλεπε κάποιος την περίοδο της θεραπείας του ήταν σημαντικότατα και πιστευόταν, ότι μπορούσαν να βοηθήσουν το γιατρό να βρει την καταλληλότερη θεραπεία.
Έχουν σωθεί μέχρι τις μέρες μας 14 πάπυροι που περιγράφουν τις θεραπευτικές μεθόδους, τόσο στις μεγάλες πόλεις, όσο και στα χωριά, όπου οι γιατροί διέθεταν λιγότερο εξελιγμένα μέσα και κατέφευγαν συχνότερα στη μαγεία.
Οι γνωστότεροι εξ αυτών των παπύρων είναι ο Edwin Smith Papyrus και ο Ebers Papyrus. Ο πάπυρος Edwin Smith βρίσκεται από το 1906, στο Ιστορικό Ίδρυμα της Νέας Υόρκης και έτσι αποτελεί ακόμα και σήμερα, για τους ιστορικούς, μια πολυτιμότατη πηγή πληροφοριών. Στο συγκεκριμένο πάπυρο αναφέρονται 48 περιπτώσεις τραυματισμού στο πρόσωπο, στο κεφάλι, στον αυχένα και στο άνω τμήμα της σπονδυλικής στήλης. Σε κάθε περίπτωση έχει γίνει διάγνωση και έχει προταθεί θεραπεία.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι μονάχα 11 περιπτώσεις θεωρήθηκαν ως αγιάτρευτες. Χάρη στην αποκρυπτογράφηση του συγκεκριμένου πάπυρου, έχουμε μάθει, πως οι αρχαίοι Αιγύπτιοι θεωρούσαν, ότι ο άνθρωπος γεννιέται απολύτως υγιής και αρρωσταίνει μονάχα αν εισέλθει στο σώμα του κάποιος ξένος παράγοντας. Στην περίπτωση που ο ασθενής είχε κάποια πληγή στο σώμα του, ο παράγοντας αυτός ήταν ορατός και έτσι ο γιατρός μπορούσε να προτείνει θεραπεία.
Σε περίπτωση όμως, που ο ασθενής έπασχε από κάποια εσωτερική ασθένεια, δεδομένου ότι η μικροβιολογία δεν είχε αναπτυχθεί ακόμη ως επιστήμη, πιστευόταν ότι η ασθένεια αυτή είχε προκληθεί από κάποιο κακό θεό ή ότι ήταν θεϊκή τιμωρία και έτσι ο γιατρός έπρεπε να εξουδετερώσει πρώτα το κακό και κατόπιν να ασχοληθεί με τη θεραπεία του σώματος.
Ο Ebers Papyrus λέγεται ότι βρέθηκε ανάμεσα στα πόδια μιας μούμιας στη νεκρόπολη της Θήβας, ότι αγοράστηκε το 1862 από τον Edwin Smith και ότι αυτός, το 1872, τον πούλησε στον αιγυπτιολόγο George Ebers. Ο εν λόγω πάπυρος είναι στην ουσία μία συλλογή χιλιάδων ιατρικών κειμένων, στα οποία προτείνονται συγκεκριμένες θεραπείες.
Είναι χωρισμένος σε παραγράφους, κάθε μία από τις οποίες ασχολείται και με κάποιο μέρος του σώματος. Παραδείγματος χάριν, στις παραγράφους 1-3 βρίσκουμε τα μαγικά εκείνα ξόρκια που οι αρχαίοι Αιγύπτιοι πίστευαν ότι τους προστάτευαν από τις υπερφυσικές δυνάμεις, στις παραγράφους 50-85 αναλύονται διεξοδικότατα οι ασθένειες του στομαχιού, στις παραγράφους 485-529 αναφέρεται, τι πρέπει να κάνει κάποιος που έχει τραυματιστεί... και ούτω καθεξής.
Εντύπωση, επίσης, προκαλεί το πλήθος των πληροφοριών σχετικά με τις θεραπευτικές αγωγές, που πρέπει να ακολουθεί μια γυναίκα, αν τυχόν αρρωστήσει κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της, καθώς και το γεγονός ότι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι είχαν δημιουργήσει κάποιου είδους τεστ εγκυμοσύνης. Έτσι εάν μια γυναίκα υποπτεύονταν ότι είναι έγκυος, έπαιρνε σιτάρι και κριθάρι.
Το μισό σιτάρι και το μισό κριθάρι το πότιζε με τα πρωινά ούρα της και το άλλο μισό σιτάρι και κριθάρι με κανονικό νερό. Αν φύτρωνε πρώτο το σιτάρι και το κριθάρι που τα πότιζε με πρωινά ούρα, τότε καταλάβαινε ότι ήταν έγκυος. Ο Δρ Hulusi de Κόκερ, λέει ότι ήταν σωστή η μέθοδος γιατί οι έγκυες γυναίκες έχουν ορμόνες σε υπερβολικές ποσότητες στα ούρα το πρωί. Σήμερα για να αναπτυχθούν πιο γρήγορα τα φρούτα και τα λαχανικά χρησιμοποιούν ορμόνες. Έτσι η μέθοδος είναι η ίδια και σωστή. Ακόμη λέει ο πάπυρος πως καθόριζαν το φύλο του παιδιού.
Δυστυχώς, λόγω της μεγάλης φωτιάς που κατέστρεψε τη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, αλλά και του ότι πλήθος παπύρων έχουν πέσει στα χέρια αρχαιοκάπηλων, ποτέ δεν θα μάθουμε πόσο ακριβώς είχε αναπτυχθεί η ιατρική επιστήμη στην αρχαία Αίγυπτο.
Το σίγουρο, όμως, είναι ότι έπρεπε να περάσουν 2.200 χρόνια από τότε που γράφτηκε ο Edwin Smith Papyrus, μέχρι να αποκτήσει η ανθρωπότητα περισσότερες γνώσεις σχετικά με το νευρικό σύστημα και ότι όλοι οι αρχαίοι Έλληνες και Ρωμαίοι γιατροί, όπως ο Ερόφιλος, ο Ερίστρατος και ο Γκάλεν, τη συμβολή των οποίων αναγνωρίζει και τιμά μέχρι σήμερα η ιατρική επιστήμη παγκοσμίως, είχαν μορφωθεί στην Αίγυπτο και είχανε βασίσει τις έρευνές τους στις γνώσεις των αρχαίων Αιγυπτίων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου