Ένας ευλαβής χριστιανός συζητούσε με τον Θεό.
-Κύριε θα ήθελα να ξέρω πώς είναι η κόλαση και πώς είναι ο παράδεισος
Ο Κύριος τον οδήγησε σ'ένα μέρος, όπου βρισκόνταν δυο πόρτες. Άνοιξε την μία και ο άνθρωπος κοίταξε μέσα. Στο μέσο του δωματίου βρισκόνταν ένα μεγάλο στρογγυλό τραπέζι. Πάνω βρισκόνταν μια κατσαρόλα με φαγητό. Μύριζε τόσο υπέροχα, που κανείς δεν θα μπορούσε να αντισταθεί.
Οι άνθρωποι που κάθονταν γύρω από το τραπέζι ήταν αδύνατοι και ασθενικοί. Φαινόνταν πεινασμένοι. Κρατούσαν κουτάλια με πολύ μακρύ χερούλι, τα οποία ήταν δεμένα στο χέρι τους και έτσι μπορούσαν να φτάσουν στο φαγητό. Επειδή όμως τα κουτάλια ήταν πιο μακριά από τα χέρια τους, δεν μπορούσαν να το φέρουν στο στόμα τους. Ο ευσεβής άνθρωπός ανατρίχιασε βλέποντας πόσο υπέφεραν.
Τότε ο Θεός του λέει: ''Μόλις είδες την κόλαση''.
Έπειτα πήγαν σ' ένα άλλο δωμάτιο και άνοιξαν την πόρτα. Ήταν ίδιο με το πρώτο. Ένα στρογγυλό τράπεζι και πάνω φαγητό. Οι άνθρωποι είχαν τα ίδια ακριβώς κουτάλια, φαινόνταν όμως χορτάτοι, γελούσαν και μιλούσαν μεταξύ τους.
Ο ευσεβής άνθρωπος είπε: ''Δεν καταλαβαίνω''.
Τότε ο Θεός του απάντησε: ''Είναι πολύ απλό. Είναι θέμα δεξιότητας. Οι υγιείς άνθρωποι, έμαθαν να ταϊζουν ο ένας τον άλλον, ενώ οι άλλοι σκεφτόνταν μόνο τον εαυτό τους!''
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου