«Ἕλληνες ἀεί παῖδες ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» (Πλάτων, Τίμαιος, 22b).


"Ὁμολογεῖται μὲν γὰρ τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιοτάτην εἶναι καὶ μεγίστην καὶ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ὀνομαστοτάτην· οὕτω δὲ καλῆς τῆς ὑποθέσεως οὔσης,
ἐπὶ τοῖς ἐχομένοις τούτων ἔτι μᾶλλον ἡμᾶς προσήκει τιμᾶσθαι. 24. Ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ' ἐρήμην καταλαβόντες
οὐδ' ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ' οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν ὥστ' ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν,
αὐτόχθονες ὄντες καὶ τῶν ὀνομάτων τοῖς αὐτοῖς οἷσπερ τοὺς οἰκειοτάτους τὴν πόλιν ἔχοντες προσειπεῖν".
(Ἰσοκράτης, Πανηγυρικός, στίχοι 23-24).

Τα άρθρα που φιλοξενούνται στον παρόντα ιστότοπο και προέρχονται απο άλλες πηγές, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνον τις απόψεις των συγγραφέων τους.

Καθίσταται σαφές ότι η δημοσίευση ανάρτησης, δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά αποδοχή των απόψεων του συγγραφέως.


ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ, ΑΦΗΝΕΤΕ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟ-ΑΝΑΡΤΗΣΗ (΄κλίκ΄ στο "Δεν υπάρχουν σχόλια"). ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.

Ακολουθήστε μας στο Facebook

Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2014

Γιατί η Πρωτοχρονιά γιορτάζεται την 1η Ιανουαρίου;




Με τις ώρες να μετρούν αντίστροφα για τον αποχαιρετισμό του 2013, αναζητούμε τους λόγους που καθιερώθηκε το νέο έτος να αρχίζει την 1η Ιανουαρίου...

Κάνοντας ένα ταξίδι στον χρόνο,
από τη Βαβυλώνα μέχρι τον Ιούλιο Καίσαρα και τον Πάπα Γρηγόριο ΙΓ', ανακαλύπτουμε, τελικά, ότι η Πρωτοχρονιά δεν γιορτάζεται από όλους την ίδια μέρα.

Η Πρωτοχρονιά, στις περισσότερες χώρες του κόσμου, είναι δημόσια αργία και γιορτάζεται την 1η Ιανουαρίου. Σηματοδοτεί, όπως λέει και το όνομά της, την πρώτη μέρα κάθε χρόνου. Χορός, μουσική, πυροτεχνήματα και πολύ ποτό συνθέτουν την εικόνα των περισσότερων εορταστικών εκδηλώσεων που προγραμματίζονται για να καλωσορίσουμε το νέο έτος.

Ο εορτασμός της πρώτης μέρας του χρόνου, όμως, δεν είναι αποκλειστικό χαρακτηριστικό των σύγχρονων κοινωνιών. Η ανάγκη να γιορτάζεται η έλευση του νέου έτους, σαν μία καινούρια αρχή, έχει της ρίζες της στους πρώτους ανθρώπινους πολιτισμούς. Στο πέρασμα των αιώνων, αυτός ο εορτασμός άλλαξε μορφές, αλλά πάνω από όλα, άλλαξε ημερομηνίες.



Η Βαβυλώνα και το ανοιξιάτικο φεστιβάλ Ακίτου


Η γιορτή της Πρωτοχρονιάς είναι, λοιπόν, ίσως η αρχαιότερη από όλες τις άλλες.
Και η ιστορία της, μας πάει πίσω τέσσερις χιλιετίες. Παρατηρήθηκε για πρώτη φορά στην αρχαία Βαβυλώνα. Συγκεκριμένα, γύρω στο 2000 π.Χ., όταν οι Βαβυλώνιοι γιόρταζαν την Πρωτοχρονιά κατά την πρώτη Νέα Σελήνη μετά την εαρινή ισημερία, η οποία συμβαίνει περίπου στις 21 Μαρτίου.

Οι γιορτές των Βαβυλώνιων για την έλευση του νέου έτους ήταν γνωστές με το όνομα Ακίτου, αφιερωμένες στη νίκη του νέου θεού Μαρντούκ εναντίον της παλιάς θεάς Τιαμάτ και διαρκούσαν δέκα ή έντεκα ημέρες. Είναι, μάλλον, ασφαλές να πούμε ότι ο δικός μας τρόπος καλωσορίσματος του χρόνου, με χαρτάκι στο σπίτι ή στρίμωγμα σε πλατείες, ωχριά μπροστά στην αρχαία γιορτή.

Κι αν ο ερχομός της άνοιξης φαντάζει μια λογική εκκίνηση για το νέο έτος – είναι η εποχή της αναγέννησης, της άνθησης των λουλουδιών και της φύτευσης των νέων σοδειών – η 1η Ιανουαρίου φαντάζει εντελώς αυθαίρετη ημερομηνία. Με μια πρώτη ματιά, δεν φαίνεται να έχει καμία γεωργική, αστρολογική ή άλλη σημασία. Πώς καθιερώθηκε, λοιπόν;



Οι νουμηνίες στην αρχαία Ελλάδα
Πριν ξεκινήσουμε την αναζήτηση των λόγων που η 1η Ιανουαρίου θεωρείται η πρώτη μέρα του έτους, πρέπει να πούμε ότι οι αρχαίοι Έλληνες δεν γιόρταζαν την Πρωτοχρονιά, αφού για εκείνους ήταν πιο σημαντική η αρχή κάθε μήνα, η οποία ονομαζόταν νουμηνία και γιορτάζονταν ανάλογα.

Όταν ο ελλαδικός χώρος πέρασε στην ρωμαϊκή αυτοκρατορία, οι Έλληνες υιοθέτησαν, μάλλον αναγκαστικά, την πρακτική εορτασμού της Πρωτοχρονιάς των Ρωμαίων, που θα δούμε παρακάτω.



Οι Ρωμαίοι αυξάνουν τους μήνες από δέκα σε δώδεκα

Στα πρώτα χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αρχή του νέου έτους θεωρούνταν,
όπως και κατά τη χρυσή εποχή της Βαβυλώνας, ο Μάρτιος. Συγκεκριμένα, το ρωμαϊκό ημερολόγιο, που είχε σαν βάση τον σεληνιακό κύκλο, ξεκινούσε από τον Μάρτιο και τελείωνε στον Δεκέμβριο.

Μάλιστα, τα ονόματα των σύγχρονων μηνών
Σεπτέμβριος, Οκτώβριος, Νοέμβριος και Δεκέμβριος φανερώνουν, μέχρι σήμερα, τη θέση τους σε εκείνο το ημερολόγιο. Αυτό γιατί, στα λατινικά, septem σημαίνει επτά, octo σημαίνει οχτώ, novem σημαίνει εννιά και decem σημαίνει δέκα.

Αργότερα, προστέθηκαν δύο ακόμα μήνες στο ημερολόγιο των Ρωμαίων,
ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος και το 153 π.Χ., η ρωμαϊκή σύγκλητος αποφάσισε το ρωμαϊκό πολιτικό έτος να αρχίζει την 1η Ιανουαρίου, όταν και ορκίζονταν οι ετήσιοι ύπατοι και οι πραίτορες.



Το ημερολόγιο του Ιουλίου Καίσαρα και ο ρόλος του θεού Ιανού

Παρόλα αυτά, δεν ήταν παρά μόνο μέχρι το 46 π.Χ., όταν ο Ιούλιος Καίσαρας δημιούργησε το Ιουλιανό Ημερολόγιο, που η 1η Ιανουαρίου καθιερώθηκε ως Πρωτοχρονιά. Μάλιστα, ο Καίσαρας, για να καταφέρει να συγχρονίσει το νέο ημερολόγιο με τον ήλιο αντί με τη σελήνη, αναγκάστηκε να παρατείνει τη διάρκεια του προηγούμενου έτους στις 445 ημέρες.

Ο Ιανουάριος είχε πάρει το όνομά του από τον Ιανό, τον ρωμαϊκό θεό των ενάρξεων και των μεταβάσεων και ο Καίσαρας θεώρησε ότι η πρώτη μέρα του μήνα αφιερωμένου σε αυτόν ήταν η ιδανική για να σηματοδοτεί την έναρξη του νέου έτους. Είναι ενδιαφέρον, επίσης, ότι ο Ιανός απεικονίζονταν με δύο πρόσωπα: το ένα κοιτούσε εμπρός (μέλλον) και το άλλο πίσω (παρελθόν).

Οι Ρωμαίοι δεν σταμάτησαν να γιορτάζουν την έλευση της νέας χρονιάς, ούτε μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού, αν και η Εκκλησία καταδίκασε τις εορταστικές εκδηλώσεις ως παγανιστικές. Η αλήθεια είναι ότι οι Ρωμαίοι δεν γιόρταζαν με τον πιο σεμνό τρόπο την Πρωτοχρονιά. Επιδίδονταν σε όργια και μεθύσι, ξορκίζοντας, έτσι, το χάος που ήλπιζαν να μην τους ακολουθήσει στο νέο έτος.



Αλλαγές από την επικράτηση 

του Χριστιανισμού έως τον Μεσαίωνα

Στους αιώνες που ακολούθησαν, οι παγανιστικές γιορτές καταργήθηκαν ή συγχωνεύτηκαν με τις νέες χριστιανικές που καθιερώθηκαν και η Πρωτοχρονιά δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Η Εκκλησία παρέμενε αντίθετη με τους έντονους εορτασμούς για την έλευση του νέου χρόνου, για πολλούς αιώνες, μετατρέποντας την Πρωτοχρονιά σε ημέρα προσευχής και νηστείας.

Μάλιστα, μέχρι τον Μεσαίωνα, είχε μεταφέρει και πάλι την Πρωτοχρονιά, ορίζοντάς την ως την 25η Μαρτίου, την ημέρα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Το γεγονός αυτό είχε αρκετά τραγελαφικά αποτελέσματα, αφού η ημερολογιακή αρχή της χρονιάς κατέληξε να διαφέρει ακόμη και ανάμεσα στις ίδιες εθνοτικές ομάδες.

Κλασικό παράδειγμα του παραπάνω παραλογισμού υπήρξε η ιταλική χερσόνησος, όπου η χρονιά άρχιζε αλλού την 1η Ιανουαρίου, αλλού την 25η Μαρτίου και αλλού την 1η Μαρτίου. Αν το σκεφτούμε λίγο, θα δούμε ότι ένας ταξιδιώτης στην Ιταλία του Μεσαίωνα, κατά μία έννοια, μπορούσε να ταξιδέψει πίσω ή μπροστά στον χρόνο!


Οι ανακρίβειες επιβάλλουν νέες αλλαγές

Η 1η Ιανουαρίου επανήλθε ως επίσημη Πρωτοχρονιά, μόλις πριν από, περίπου, μισό αιώνα, όταν ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓ' αποφάσισε να εγκαταλείψει εντελώς το Ιουλιανό Ημερολόγιο, αναζητώντας ένα πιο ακριβές σύστημα χρονολόγησης και επιχειρώντας να δώσει ένα τέλος στα προβλήματα που γεννούσε η ύπαρξη διαφορετικών ημερολογιακών εκκινήσεων.

Με βάση το σύστημα μέτρησης του Ιουλιανού Ημερολογίου, το ηλιακό έτος αποτελούνταν από 365 μέρες και ένα τέταρτο της ημέρας. Κάθε τέσσερα χρόνια, μία εμβόλιμη μέρα προστίθετο στον χρόνο, ώστε να διατηρείται η αντιστοίχηση του ημερολογίου με τις εποχές. Ωστόσο, αν και αρκετά ακριβές, το Ιουλιανό Ημερολόγιο δεν ήταν τέλειο.

Στην πραγματικότητα, ένα ηλιακό έτος διαρκεί 365 μέρες, 5 ώρες, 48 λεπτά και 46 δευτερόλεπτα, δηλαδή 365,2422 μέρες. Η απόκλιση από τις 365,25 μέρες του ημερολογίου του Ιουλίου Καίσαρα δεν φαντάζει μεγάλη, αλλά, ακόμα και έτσι, είχε ως αποτέλεσμα το Ιουλιανό Ημερολόγιο να μένει πίσω από τις εποχές, κατά μία μέρα κάθε αιώνα.


Καθιερώνεται το Γρηγοριανό Ημερολόγιο


Έτσι, ο Γρηγόριος πήρε την απόφαση να καθιερώσει ένα νέο ημερολογιακό σύστημα, το γνωστό και ισχύον μέχρι σήμερα στον δυτικό κόσμο Γρηγοριανό Ημερολόγιο, με στόχο τη μεγαλύτερη ακρίβεια. Η τελευταία ημέρα του Ιουλιανού Ημερολογίου ήταν η 4η Οκτωβρίου 1582 και η πρώτη του Γρηγοριανού ήταν η αμέσως επόμενη, αλλά όχι ως 5η αλλά ως 15η Οκτωβρίου 1582.

Παράλληλα με την καθιέρωση του νέου ημερολογίου, ο Πάπας κάλεσε τους Χριστιανούς, να θεωρούν ως πρώτη μέρα κάθε χρονιάς την 1η Ιανουαρίου. Το νέο ημερολόγιο υιοθετήθηκε άμεσα από τους Καθολικούς και στη συνέχεια και από τους Προτεστάντες. Σιγά και σταθερά, η 1η Ιανουαρίου αναγνωρίστηκε και γιορτάζεται από ολόκληρο τον κόσμο ως η Πρωτοχρονιά.


Λαοί με διαφορετικές Πρωτοχρονιές

Ωστόσο, υπάρχουν μέχρι και σήμερα πολιτισμοί και θρησκευτικές ομάδες που γιορτάζουν άλλες Πρωτοχρονιές.
Πιο γνωστό σε εμάς είναι το παράδειγμα των Παλαιοημερολογιτών Χριστιανών, που ακολουθούν ακόμα το Ιουλιανό Ημερολόγιο, με αποτέλεσμα να φτάνουν στη δική τους 1η Ιανουαρίου, όταν το δικό μας ημερολόγιο δείχνει, ήδη, τις 14 Ιανουαρίου.

Άλλα παραδείγματα είναι η Κινέζικη και η Βιετναμέζικη Πρωτοχρονιά, που γιορτάζονται τη μέρα της δεύτερης Νέας Σελήνης, μετά το χειμερινό ηλιοστάσιο. Πρόκειται για κινητή γιορτή, η οποία μπορεί να πέσει οποιαδήποτε μέρα, από τις 21 Ιανουαρίου έως τις 21 Φεβρουαρίου, με βάση το δικό μας ημερολόγιο. Παρομοίως, γιορτάζεται και η Μογγολική Πρωτοχρονιά.

Η Θιβετιανή Πρωτοχρονιά, επίσης, δεν συμβαδίζει με τη δική μας. Ονομάζεται Λόσαρ, γιορτάζεται για δεκαπέντε μέρες (τις τρεις πρώτες πιο έντονα) και είναι κινητή, με βάση το θιβετιανό σεληνιακό ημερολόγιο, σύμφωνα με το οποίο φέτος είναι το έτος 2140. Η Πρωτοχρονιά του 2141 (το δικό μας 2014) θα είναι στις 31 Ιανουαρίου του δικού μας ημερολογίου.

Ξεχωριστή Πρωτοχρονιά έχουν και οι Εβραίοι (Ρος Χασάνα), η οποία γιορτάζεται τις δύο πρώτες μέρες του Τισρέι, του πρώτου μήνα του πολιτικού έτους και έβδομου μήνα του εκκλησιαστικού έτους με βάση το εβραϊκό ημερολόγιο. Ο Τισρέι αντιστοιχεί στους δικούς μας Σεπτέμβριο και Οκτώβριο και για το 2014 πέφτει στις 24 με 26 Σεπτεμβρίου.


Καλό νέο ξεκίνημα
Το βέβαιο είναι ότι, ανέκαθεν, οι άνθρωποι αναζητούμε ένα κοινό σημείο αναφοράς, μία νέα αφετηρία, κατά την οποία μπορούμε να αφήσουμε, συμβολικά, πίσω μας όλα τα δεινά του προηγούμενου διαστήματος και να πορευθούμε στο μέλλον, κρατώντας τα θετικά. Η Πρωτοχρονιά έχει αυτόν, ακριβώς, τον ρόλο.

Αυτό το συμβολικό γύρισμα της σελίδας μάς γεμίζει αισιοδοξία.
Αποτελεί μία βάση για να πατήσουμε πάνω και να αναζητήσουμε ένα πιο θετικό αύριο. Κατά κάποιο τρόπο, μοιάζουμε με τον Ιανό. Κοιτάμε πίσω, για να ξέρουμε από που ερχόμαστε, αλλά περισσότερο μπροστά, ελπίζοντας ότι προς τα εκεί που θα προχωρήσουμε, θα είναι καλύτερα. Καλό νέο έτος, λοιπόν και καλό νέο ξεκίνημα!

πηγή-directnews.gr



Η 1η Ιανουαρίου δεν ήταν πάντα... Πρωτοχρονιά
Ολα τα ημερολογιακά συστήματα είναι επινοήσεις. Αυτό όμως που τα συνδέει είναι η ύπαρξη κάποιου σημείου αναφοράς, όπως στο χριστιανικό ημερολόγιο, στο οποίο κεντρικό σημείο είναι η γέννηση του Ιησού.


Ολα τα ημερολογιακά συστήματα είναι επινοήσεις. Αυτό όμως που τα συνδέει είναι η ύπαρξη κάποιου σημείου αναφοράς, όπως στο χριστιανικό ημερολόγιο, στο οποίο κεντρικό σημείο είναι η γέννηση του Ιησού

Μέρες που είναι, ας κάνουμε ένα πρωτοχρονιάτικο ταξίδι
στα χρονολογικά-ημερολογιακά συστήματα. Μια πρώτη, πολύ γενική, διαπίστωση είναι ότι όλα είναι επινοήσεις και κατασκευές.

Συνδέονται, βεβαίως, με αστρονομικά φαινόμενα, και ειδικά τον ήλιο και τη σελήνη ή τον συνδυασμό των κινήσεών τους (αστρονομικό έτος), αλλά η Πρωτοχρονιά είναι μια επαναλαμβανόμενη εφεύρεση, μέχρι να επιβληθεί η 1η Ιανουαρίου.

Η ημερολογιακή αρχή της χρονιάς ήταν διαφορετική πολλές φορές σε διάφορες εποχές. Διέφερε ακόμη και μέσα σε ίδιες εποχές από διάφορες εθνικές ή άλλες ομάδες.

Βεβαίως, κι όλα τα πολιτικά ημερολόγια του κόσμου. Αυτό που συνδέει, όμως, τις πρωτοχρονιές όλου του κόσμου στη διαδρομή της Ιστορίας είναι η ύπαρξη κάποιου σημείου αναφοράς.


Απ αυτήν ακριβώς την οπτική ο κυρίαρχος σήμερα τρόπος μέτρησης του πολιτικού
και εκκλησιαστικού χρόνου, που εισηγήθηκε ο μοναχός Διονύσιος ο Μικρός (6ος αιώνας), ήταν η ωριμότερη έως τότε σκέψη.

Η αφετηρία
Η ιστορία δεν είχε πια απλώς ένα σημείο εκκίνησης, αλλά ένα κέντρο. Ολα τα συμβάντα μπορούσαν να τοποθετηθούν ΠΡΙΝ ή ΜΕΤΑ από την εμφάνιση του Ιησού. Μέχρι τότε στα περισσότερο γνωστά συστήματα οι χρονολογήσεις τοποθετούσαν τα γεγονότα ΜΕΤΑ μια αφετηρία: Την άλωση της Τροίας, την πρώτη Ολυμπιάδα, την κτίση της Ρώμης, την άνοδο του Διοκλητιανού στην εξουσία, τη δημιουργία του κόσμου κλπ.

Είναι φανερό ότι ο καθορισμός ενός γεγονότος-σημείου αναφοράς είναι πολύπλοκος, αλλά πάντα προϋποθέτει τη βούληση μιας εξουσίας (πολιτική, θρησκευτική κλπ.) για να επιβληθεί.

Χωρίς να σημαίνει πάντα ότι αυτή η βούληση αρκεί για την καθιέρωση, αφού η αποδοχή ή η απόρριψή του επηρεάζεται και από άλλους παράγοντες (πολιτιστικοί, χρηστικοί κ.ά.).

Ετσι, για παράδειγμα, η χρονολόγηση με τα πρόσημα π.Χ. ή μ.Χ., προϋποθέτει την εγκαθίδρυση του χριστιανισμού στη Δύση. Το Ιουλιανό ημερολόγιο την επιβολή της θέλησης του Ιούλιου Καίσαρα, το βυζαντινό τον αυτοκράτορα Διοκλητιανό, το Γρηγοριανό τον Πάπα Γρηγόριο.

Για να πάμε πιο πίσω, το πρώτο αρχαίο αθηναϊκό τον Κέκροπα, το αργολικό την Ηρα, της Μεσοποταμίας συγκεκριμένους άρχοντες-βασιλιάδες και πάει λέγοντας...

Τα χρονολόγια και τα ημερολόγια μοιάζουν ουδέτερα, α-πολιτικά, αλλά σε τελευταία ανάλυση δεν είναι τέτοια. Ο δεσμός ανάμεσα στον χρόνο και την όποια εξουσία είναι τόσο παλιός όσο και τα συστήματα μέτρησης του χρόνου από τα συστήματα εξουσίας.

«Ελαβε το ημερολόγιο...», έλεγαν οι αρχαίοι Κινέζοι, όταν ήθελαν να πουν ότι κατέκτησαν μια περιοχή.


Οι... ρίζες

Ο 11ος ρωμαϊκός μήνας Ιανός

Η καθιέρωση και η γενίκευση της 1ης Ιανουαρίου είναι σχετικά πρόσφατη. Ευρύτερα αποδεκτή έγινε μόλις τον προηγούμενο αιώνα και αμφισβητήθηκε αρκετές φορές στη διάρκειά του.

Το παράδοξο είναι ότι δεν αντιστοιχεί ακριβώς σε κάποιο αστρονομικό φαινόμενο. Οπως, λόγου χάρη, στη χειμερινή ισημερία (22 Δεκεμβρίου), όταν η μέρα αρχίζει να μεγαλώνει και η νύχτα να υποχωρεί.

Ούτε, φυσικά, στα Χριστούγεννα (25 Δεκεμβρίου), ημερομηνία από την οποία ξεκινά η χρονολόγηση και, φυσιολογικά, τότε ακριβώς έπρεπε ν αρχίζει να μετρά η νέα χρονιά.

Παρ όλα αυτά, ως αρχή του πολιτικού έτους ίσχυε πριν από την καθιέρωση του παλιού Ιουλιανού ημερολογίου (μέσα 1ου π.Χ. αιώνα), συνεχίστηκε μ αυτό και διατηρήθηκε στο ισχύον Γρηγοριανό. Αν και το μόνο αστρονομικό γεγονός είναι ότι απλώς τότε η Γη βρίσκεται στο περιήλιο της τροχιάς της (το πλησιέστερο σημείο στον ήλιο). Το δεδομένο, όμως, αυτό δεν φαίνεται να έχει παίξει ρόλο στην εξίσωση Πρωτοχρονιά=1 Ιανουαρίου.

Οι ρίζες της καθιέρωσης βρίσκονται μάλλον στην αρχαία Ρώμη και ειδικά στο ημερολόγιο του Νουμά -διαδόχου του Ρωμύλου. Σε αυτόν αποδίδεται η προσθήκη του Ιανουαρίου στο δεκάμηνο τότε ρωμαϊκό ημερολόγιο.

Ως 11ος μήνας αφιερώθηκε στον Ιανό, ο οποίος, εκτός των άλλων, θεωρούνταν και θεός κάθε αρχής. Με τη διάσταση αυτή ήταν ζήτημα χρόνου ο τελευταίος μήνας να γίνει πρώτος και η πρώτη μέρα του Πρωτοχρονιά.

Γύρω στο 150 π.Χ. η έναρξη του ρωμαϊκού πολιτικού έτους θα τοποθετηθεί επισήμως κατά τον Ιανουάριο. Φαίνεται ένας από τους λόγους ήταν πως στις καλένδες του (αρχές του μήνα) ορκίζονταν οι άρχοντες (ετήσιοι ύπατοι, πραίτορες).

Στις τελετές που ακολουθούσαν και συνεχίστηκαν από τους μετέπειτα αυτοκράτορες, πολλοί ειδικοί εκτιμούν ότι έχουν τις ρίζες τους τα σύγχρονα κάλαντα, αλλά και τα «δώρα» των Χριστουγέννων...

Παρά τις βαθιές ρίζες της, η 1η Ιανουαρίου μόλις μετά τον 10ο αιώνα, βαθμιαία και αργόσυρτα, θα αρχίσει να καθιερώνεται στην Ευρώπη ως η αρχή του πολιτικού έτους.

Το μπέρδεμα με το έτος γέννησης του Χριστού

Η χρονιά της γέννησης 
Σύμφωνα με το σημερινό γενικευμένο σύστημα χρονολόγησης ο Χριστός δεν γεννήθηκε το 1 μ.Χ. ή το έτος 0 (μηδέν). Οι υπολογισμοί, εφόσον ισχύουν όσα παραδίδουν οι Ευαγγελιστές, τοποθετούν τη γέννηση μεταξύ του 4 και 6 μ.Χ.

Το σκεπτικό 
Το εκκλησιαστικό σκεπτικό για τον καθορισμό του πρώτου χριστιανικού έτους ήταν το εξής: Η σύλληψη-ενσάρκωση του Ιησού έγινε την 25η Μαρτίου και άρα η επομένη 1η Ιανουαρίου ισούται με την πρώτη μέρα του 2 μ.Χ.

Το υπολογιστικό λάθος 
Το λάθος του μοναχού Διονυσίου ήταν ότι δεν «μέτρησε» κατά τους υπολογισμούς του για τον καθορισμό της γέννησης του Χριστού το έτος μηδέν. Τον καιρό του και αργότερα ο λάθος υπολογισμός του δεν είχε κάποια πρακτική σημασία.

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟ ΑΛΑΛΟΥΜ
Ταξίδι στον... χρόνο κατά τον Μεσαίωνα
Δεν είναι και τόσο μακρινή η εποχή, με αστρονομικά μέτρα, που ταξιδεύοντας στην Ευρώπη, μπορούσες να ξεκινήσεις μια χρονιά από ένα μέρος και, ύστερα από πολλές μέρες, να φτάσεις σ' ένα άλλο την προηγούμενη χρονιά!

Ετσι, για παράδειγμα, ένας έμπορος που αναχωρούσε την 1η Μαρτίου του 1250 από τη Βενετία, φθάνοντας στη Φλωρεντία βρισκόταν το 1249. Συνεχίζοντας, μάλιστα, την πορεία του προς την Πίζα βρισκόταν στο 1251!

Το ταξίδι στο... παρελθόν ή το μέλλον, κατά το Μεσαίωνα, δεν οφειλόταν, φυσικά, σε κάποια «μηχανή του χρόνου». Αλλά στα ανόμοια ημερολόγια που ίσχυαν την ίδια εποχή σε διαφορετικές περιοχές.

Αλλού στην ιταλική χερσόνησο η χρονιά άρχιζε την 1η Ιανουαρίου, αλλού την 1η ή και την 25η Μαρτίου. Το ίδιο συνέβαινε σε πανευρωπαϊκή και πολύ περισσότερο σε παγκόσμια κλίματα. Στην Ισπανία και τη Γερμανία του Μεσαίωνα το έτος άρχιζε τα Χριστούγεννα, ενώ στη Γαλλία για ένα διάστημα την 1η Απριλίου...

Αλλά και στη βυζαντινή Κωνσταντινούπολη, που ενδιαφέρει περισσότερο στα «καθ ημάς», η Πρωτοχρονιά οριζόταν διαφορετικά. Τοποθετούνταν την 1η Σεπτεμβρίου, αν και την πρωτομηνιά (καλένδες, νουμηνίες - νεομηνίες) του Ιανουαρίου γίνονταν παραδοσιακά λαϊκά πανηγύρια. Συνεχίζονταν, έτσι, οι αντίστοιχες ρωμαϊκές εκδηλώσεις, που αντανακλούσαν παλιότερες θρησκευτικές πεποιθήσεις, οι οποίες σχετίζονταν με το χειμερινό ηλιοστάσιο (22 Δεκεμβρίου).

Μεταθέσεις...
Στην Αγγλία η Πρωτοχρονιά ακολουθούσε άλλους ρυθμούς. Μέχρι τον 14ο αιώνα τοποθετούνταν την 25η Δεκεμβρίου. Μετά και μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα μετατέθηκε την 25η Μαρτίου.

Η τελευταία, όπως και η 1η Μαρτίου, οριζόταν για μεγάλα διαστήματα και από πολλούς Ευρωπαίους ως Πρωτοχρονιά. Ο ορισμός αυτός είχε κάποια λογική, αφού ο Μάρτιος είναι ο μήνας της εαρινής ισημερίας (21 Μαρτίου εξίσωση της ημέρας με τη νύχτα).

Είχε, επίσης, τη λογική της και η θέσπιση της Πρωτοχρονιάς την 1η Σεπτεμβρίου. Η ημερομηνία ήταν ταυτισμένη με το άνοιγμα και την αναθεώρηση των φορολογικών καταλόγων και από την εποχή ακόμη του Μ. Κωνσταντίνου άρχιζε να μετρά τότε το πολιτικό έτος των Βυζαντινών. Αυτή η «αρχή της Ινδίκτου» (δεκαπενταετές σύστημα μέτρησης του χρόνου) θα υιοθετηθεί από την Εκκλησία και θα αποτελέσει την αφετηρία του εκκλησιαστικού έτους.

Η έναρξη της νέας χρονιάς, λοιπόν, είτε για το πολιτικό είτε για το εκκλησιαστικό ημερολόγιο στο χριστιανικό κόσμο, δεν οριζόταν πάντα με τον ίδιο τρόπο από τους ίδιους λαούς την ίδια εποχή. Πολύ περισσότερο δεν συνέβαινε αυτό σε όλους τους λαούς σε όλες τις ιστορικές περιόδους. Ακόμη και σήμερα, άλλωστε, μουσουλμάνοι, εβραίοι και άλλες πολλές ομάδες έχουν τη δική τους Πρωτοχρονιά.

Κοινός, όμως, παρανομαστής, ανεξαρτήτως συγκεκριμένης ημερομηνίας, είναι ο εορτασμός της νέα χρονιάς παντού και σε απροσδιόριστο βάθος χρόνου. Η προσδοκία για καλύτερες μέρες.

Αρχαία Ελλάδα και Ρώμη
Αρχαϊκή και κλασική Ελλάδα: Τα διάφορα ελληνικά ημερολόγια έχουν διαφορετικές πρωτοχρονιές, σύμφωνα με αντίστοιχες φυσικο-θρησκευτικές γιορτές (θερινό ή χειμερινό ηλιοστάσιο, εαρινή ή φθινοπωρινή ισημερία).

Μέσα 2ου π.Χ.:
Καθιερώνεται η 1η Ιανουαρίου ως έναρξη του πολιτικού ρωμαϊκού έτους, που συμπίπτει με τις γιορτές για το χειμερινό ηλιοστάσιο και τα Σατουρνάλια.
Μέσα 1ου π.Χ.: Το Ιουλιανό ημερολόγιο διατηρεί την Πρωτοχρονιά κατά την 1η Ιανουαρίου.


Χριστιανική εποχή
4ος αιώνας: Από την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου το έτος στην αυτοκρατορία ξεκινά την 1η Σεπτεμβρίου. Διατηρούνται τα προϋπάρχοντα λαϊκά πανηγύρια και οι γιορτές κατά τις καλένδες-νεομηνίες του Ιανουαρίου.

Πρώτοι μεταχριστιανικοί αιώνες: Η χριστιανική εκκλησία θεωρεί αρχή του έτους τον Ευαγγελισμό (25 Μαρτίου). Αργότερα καταδικάζει ως ειδωλολατρική την Πρωτοχρονιά της 1ης Ιανουαρίου. Το εκκλησιαστικό έτος αρχίζει από την 1η Σεπτεμβρίου.


Νέα και νεότερη περίοδος
Τέλη 16ου αιώνα: Μαζί με την εισαγωγή του νέου (Γρηγοριανού) ημερολογίου ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓ΄ καλεί τους χριστιανούς να υιοθετήσουν ως Πρωτοχρονιά την 1η Ιανουαρίου.
17ος -19ος αιώνας: Η Ευρώπη γιορτάζει πολλές και διαφορετικές πρωτοχρονιές, ενώ ο κόσμος ακόμη περισσότερες.

Οι διάφορες παραδόσεις δύσκολα εγκαταλείπονται.

Αρχές 20ού αιώνα: Γενίκευση του γιορτασμού της Πρωτοχρονιάς την 1η Ιανουαρίου, με παράλληλη διατήρηση δύο δεκάδων άλλων. 



Δεν υπάρχουν σχόλια: