«Ἕλληνες ἀεί παῖδες ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» (Πλάτων, Τίμαιος, 22b).


"Ὁμολογεῖται μὲν γὰρ τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιοτάτην εἶναι καὶ μεγίστην καὶ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ὀνομαστοτάτην· οὕτω δὲ καλῆς τῆς ὑποθέσεως οὔσης,
ἐπὶ τοῖς ἐχομένοις τούτων ἔτι μᾶλλον ἡμᾶς προσήκει τιμᾶσθαι. 24. Ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ' ἐρήμην καταλαβόντες
οὐδ' ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ' οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν ὥστ' ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν,
αὐτόχθονες ὄντες καὶ τῶν ὀνομάτων τοῖς αὐτοῖς οἷσπερ τοὺς οἰκειοτάτους τὴν πόλιν ἔχοντες προσειπεῖν".
(Ἰσοκράτης, Πανηγυρικός, στίχοι 23-24).

Τα άρθρα που φιλοξενούνται στον παρόντα ιστότοπο και προέρχονται απο άλλες πηγές, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνον τις απόψεις των συγγραφέων τους.

Καθίσταται σαφές ότι η δημοσίευση ανάρτησης, δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά αποδοχή των απόψεων του συγγραφέως.


ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ, ΑΦΗΝΕΤΕ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟ-ΑΝΑΡΤΗΣΗ (΄κλίκ΄ στο "Δεν υπάρχουν σχόλια"). ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.

Ακολουθήστε μας στο Facebook

Τετάρτη 5 Ιουνίου 2013

Η Οσία Σοφία η εν Κλεισούρα ασκήσασα

Χάριτι σοφισθεῖσα, Σοφία θείᾳ, Σοφῶς ἤσκησας ἄρτι,
 ἐν τῇ Κλεισούρᾳ.




Βιογραφία
Η Οσία Σοφία Χοτοκουρίδου, το γένος Αμανατίου Σαουλίδου, γεννήθηκε το 1883 μ.Χ. στο χωριό Σαρή-ποπά (ή Σαρή-παπά) της επαρχίας Αρδάσης Τριπόλεως, Νόμου Τραπεζούντας του Πόντου. Το 1907 μ.Χ. παντρεύεται με τον Ιορδάνη Χοτοκουρίδη στο χωριό Το(γ)ρούλ της επαρχίας Αρδάσης και μετά από τρία χρόνια, το 1910 μ.Χ., απέκτησε ένα παιδί. Έπειτα από δύο χρόνια, χάνει το παιδί της το οποίο βρίσκει τραγικό θάνατο, αφού φαγώθηκε από χοίρους, ενώ δυο χρόνια μετά, το 1914 μ.Χ. χάνει και τον άντρα της τον οποίο τον πήραν οι Τούρκοι στα τάγματα εργασίας, όπου και μάλλον απεβίωσε.

Η νεαρή χήρα κατέφυγε στα βουνά, όπου ζούσε ασκητικά, με μεγάλη νηστεία. Εκεί της εμφανίστηκε ο Άγιος Γεώργιος και την προειδοποίησε για επικείμενη επιδρομή των Τσετών. Η Σοφία ενημέρωσε τους συγχωριανούς της, που κρύφτηκαν και απέφυγαν τον κίνδυνο.


Στην ανταλλαγή των πληθυσμών, το καράβι που μετέφερε τους συγχωριανούς της Σοφίας στην Ελλάδα, κινδύνεψε να καταποντιστεί. Αυτή έβλεπε τα κύματα γεμάτα από Αγγέλους και την Παναγία. Ζήτησε απ᾿ αυτήν να πνιγεί η ίδια και να σωθούν οι συγχωριανοί της. Η Παναγία τους έσωσε όλους. Ο καπετάνιος δεν το πίστευε πώς σώθηκαν κι έλεγε: «Κάποιον άγιο έχουμε» και οι χωριανοί του απάντησαν: «Τη Σοφία».

Το 1927 μ.Χ., με παρότρυνση της Παναγίας πηγαίνει στο μοναστήρι της στην Κλεισούρα της Καστοριάς, στην Ιερά Μονή του Γενεθλίου της Υπεραγίας Θεοτόκου, όπου έζησε ασκητικά για μισό περίπου αιώνα. Εκεί βρήκε έναν ενάρετο ιερομόναχο, τον π. Γρηγόριο, που είχε έλθει από το Άγιο Όρος, ο οποίος την κατάρτισε στη μοναχική ζωή. Έζησε ασκητικά ως λαϊκή, φορώντας τα μαύρα της χηρείας και της ασκήσεως, καθισμένη πάνω στο τζάκι και αλείφοντας το πρόσωπό της με στάχτη, για να μη φαίνεται η ομορφιά του.

Τα περισσότερα χρόνια τα πέρασε μόνη της, με μόνο τον Θεό, μια και το μοναστήρι έμεινε χωρίς μοναχούς. Υπέμεινε τους δριμείς χειμώνες, με τη θερμοκρασία να πέφτει στους -15 βαθμούς, και την πολλή υγρασία του τόπου. Όταν της έλεγαν ν’ ανάψει φωτιά, φώναζε ένα μακρόσυρτο «Όχι!», που ακόμα ηχεί στα αυτιά όσων την άκουσαν. 


Κυκλοφορούσε ξυπόλητη, ενώ τα ρούχα της ήταν πάντα κουρελιασμένα και ανεπαρκή για τις συνθήκες της περιοχής. Της έδιναν καινούργια. Δεν τα φορούσε, αλλά τα πρόσφερε σε όσους είχαν ανάγκη. Κοιμόταν και σ’ έναν άλλο χώρο, πάνω σε άχυρα, αλλά από κάτω είχε βάλει σουβλερές πέτρες. Δεν λουζόταν ποτέ ούτε χτενιζόταν, και τα μαλλιά της είχαν σκληρύνει πολύ. Όταν κάποτε χρειάστηκε να τα σηκώσει από τα μάτια της, για να βλέπει καλύτερα, αναγκάστηκε να τα κόψει με το ψαλίδι που κούρευαν τα πρόβατα. Παρ’ όλα αυτά όμως, το κεφάλι της ευωδίαζε.

Το φαγητό της ήταν λιτότατο, συνήθως με ό, τι έβρισκε στην περιοχή: μανιτάρια, μούσκλια, αγριόχορτα, φτέρη, φύλλα των δέντρων, ή με λίγη ντομάτα τουρσί, μουχλιασμένη. Τα σαββατοκύριακα έβαζε και μια κουταλιά λάδι στο πιάτο της. Άλλες φορές άνοιγε καμιά κονσέρβα ψάρι και το έτρωγε όταν είχε πιάσει ένα δάχτυλο μούχλα. Έτρωγε και σε παλιά σκουριασμένα ορειχάλκινα σκεύη, αλλά δεν πάθαινε τίποτα. Νήστευε και με το παλαιό και με το νέο ημερολόγιο, για να μη σκανδαλίζει κανέναν και όταν κάποιοι διαμαρτύρονταν για τις «υπερβολές» της, τους απαντούσε: «Παιδεύω το σαρκίο μου».


Κι όμως, αυτή η αυστηρή με τον εαυτό της ασκήτρια ήταν πολύ γλυκιά και επιεικής με τους άλλους. Δεν κρατούσε δραχμή από τα χρήματα που της έδιναν, αλλά τα έκρυβε για να τα δώσει στους αναγκεμένους όταν θα ερχόταν η ώρα. Τα τότε κοριτσάκια, σημερινές γερόντισσες της Κλεισούρας, που μιλούσαν ελληνικά και βλάχικα, αγαπούσαν τη συντροφιά της, έστω κι αν δεν καταλάβαιναν τα ποντιακά της. Νουθετούσε τις άγαμες κοπέλες που τύχαινε να παραστρατήσουν, φρόντιζε να παντρευτούν, τις προίκιζε από τα χρήματα που της έδιναν και ανέθετε στην Παναγία την προστασία τους. «Η Παναΐα κι θα χαντ᾿ σας» (δεν θα σας χάσει η Παναγία), τους έλεγε.

Ποτέ δεν πλήγωσε ή στενοχώρησε κανένα. Αν καταλάβαινε ότι κάποιος είχε προβλήματα μέσα του, περνούσε από δίπλα του, του έλεγε ένα δυο λόγια, χωρίς να την αντιληφθούν οι άλλοι, απομακρυνόταν, κι εκείνος την ακολουθούσε. Τον παρηγορούσε, τον συμβούλευε, τον ενίσχυε με τη χάρη του Θεού, κι αυτός έφευγε άλλος άνθρωπος. Έλεγε πολλές φορές: «Αυτοί ήρθαν μαύροι στην Παναγία και φεύγουν άσπροι». Γνώριζε πολλά σκάνδαλα από ιερείς, μοναχούς, λαϊκούς… Δεν κατηγορούσε ποτέ κανέναν, αλλά έλεγε: «Να σκεπάζετε, να σας σκεπάζει ο Θεός».

Αγαπούσε και τα ζώα. Είχε μια αρκούδα, που ζούσε στο δάσος και την έλεγε «ρούσα». Ερχόταν κι έπαιρνε τροφή από τα χέρια της, της έγλειφε τα χέρια και τα πόδια από ευγνωμοσύνη κι επέστρεφε στο δάσος. Έβαζε ψίχουλα στα περβάζια των παραθύρων για τα πουλάκια, κι αυτά, όταν η αγία προσευχόταν, φτερούγιζαν γύρω της και κελαηδούσαν.

Σαν να ζούσε στον Παράδεισο, πριν από την πτώση.

Είχε κοινωνία με την Παναγία και τους Αγίους. Το 1967 μ.Χ., αρρώστησε βαριά, από σκωληκοειδίτιδα ή κήλη, ώστε να διπλωθεί στα δύο από τον πόνο. Δεν δέχτηκε γιατρό αλλά έλεγε: «Θα ‘ρθει η Παναγία να με πάρει από τον πόνο». Έβαζε στουπιά η φυτίλια από τις κανδήλες, ώσπου σάπισε η πληγή κι έβγαζε κακοσμία. Τότε της εμφανίστηκε η Παναγία με τον αρχάγγελο Γαβριήλ και τον Άγιο Γεώργιο. Της είπε ο αρχάγγελος: «Θα σε κόψουμε τώρα». Αυτή απάντησε: «Είμαι αμαρτωλή, να εξομολογηθώ, να κοινωνήσω, και να με κόψεις».

Μια «εγχείρηση θα σου κάνουμε», της απαντά. Έγινε η επέμβαση, η Σοφία έγινε καλά και συχνά σήκωνε χωρίς ντροπή την μπλούζα ή το φόρεμά της, για να δείξει στον κόσμο την τομή που έκλεισε μόνη της.

Η Οσία Σοφία, η «ἀσκήτισσα τῆς Παναγιᾶς» όπως αποκαλείται, εκοιμήθη εν Κυρίω στις 6 Μαΐου 1974 μ.Χ. Στις 7 Ιουλίου 1981 μ.Χ. γίνεται η πρώτη ανακομιδή των λειψάνων της, τα οποία ευωδιάζουν. Στις 27 Μαΐου 1998 μ.Χ. γίνεται η δεύερη ανακομιδή των λειψάνων της τα οποία μεταφέρονται στο μοναστήρι από το Σεβ. Μητροπολίτη Καστορίας κ.κ. Σεραφείμ.

Η Μεγάλη Εκκλησία την ενέταξε το 2011 μ.Χ. στις αγιολογικές δέλτους της και την 1η Ιουλίου 2012 μ.Χ., έγινε η επίσημη ανακήρυξή της από τον Οικουμενικό Πατριάρχη στην Καστοριά.

Τόσο την Ακολουθία του Εσπερινού και του Όρθρου όσο και τον Παρακλητικό κανόνα και τα Εγκώμια προς την Οσία, έγραψε ο Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας, χαρισματούχος Δρ Χαράλαμπος Μπούσιας.



Η ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΤΗΣ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ
Η Μονή του Γεννεθλίου της Θεοτόκου όπου ασκήτευσε η Γερόντισσα Σοφία, βρίσκεται σε υψόμετρο 970 μέτρα στα όρια των νομών Καστοριάς και Φλώρινας και απέχει 35 χιλ. από την Καστοριά, 70 χιλ. από την Φλώρινα και 22 χιλ. από την Πτολεμαΐδα. Ιδρύθηκε περίπου στα 1314 μ.Χ. από τον Κλεισουριώτη ιερομόναχο Νεόφυτο και ανακαινίστηκε το 1813 μ.Χ. από τον Κλεισουριώτη ιερομόναχο της Μονής Ιβήρων του Αγίου Όρους Ησαΐα Πίστα μετά από όραμα της Παναγίας.

Είναι ρυθμού
τρίκλιτης ξυλοστέγης τρουλαίας βασιλικής με νάρθηκα και περιβάλλεται από ένα τεράστιο ορθογώνιο φρουριακό συγκρότημα, εντός του οποίου είναι κτισμένο το καθολικό. Κοσμείται με αξιόλογες τοιχογραφίες, έργα των Χιοναδιτών αγιογράφων Γεωργίου και Γεωργίου. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο χρυσώθηκε το 1772 μ.Χ. από τον Κωνσταντίνο Κτίπα από το Λινοτόπι.

Κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα η Μονή φιλοξένησε και περιέθαλψε πολλούς Μακεδονομάχους με πρώτο τον Παύλο Μελά, αλλά και κατά τη διάρκεια της Κατοχής υπήρξε κρησφύγετο όλων ταλαιπωρημένων από τους Γερμανούς κατοίκων της περιοχής. Όταν το 1903 μ.Χ. οι Τούρκοι έκαψαν το γειτονικό χωριό Βαρικό πολλοί κάτοικοί του βρήκαν καταφύγιο στο μοναστήρι. Από το 1993 μ.Χ. λειτουργεί ως γυναικεία κοινοβιακή Μονή με ηγουμένη τη γερόντισσα Ανυσία, που μαζί με την υπόλοιπη μοναστική αδελφότητα προσπαθούν να «αναστήσουν» το σημαντικό αυτό λατρευτικό κέντρο της Δυτικής Μακεδονίας.

Στα χρόνια που στη Μονή δεν υπήρχε μοναστική αδελφότητα και οργανωμένη κοινοβιακή ζωή, ασκήτευσε η γερόντισσα Σοφία που καταγόταν από τον Πόντο. Ήρθε νέα και δούλευε πολύ ως τα βαθιά γεράματά της και την αγαπούσανε όλο το χωριό.



Χρονολογικό διάγραμμα σημαντικότερων γεγονότων Αγ.Σοφίας
1883: Γεννιέται στο χωριό Σαρή-παπά επαρχίας Άρδασας Βιλαετίου Τραπεζούντος του Πόντου.1907: Νυμφεύεται τον Ιορδάνη Χοτοκουρίδη
1910: Αποκτά τέκνο.
1912: Πεθαίνει το παιδί της.
1912: Επιστρατεύεται ο σύζυγος της Ιορδάνης από τους τούρκους.
1914: Χάνονται τα ίχνη του Ιορδάνη. Πηγαίνει στο χωριό Ορντού.
1915: Οι τούρκοι εξοντώνουν τον πατέρα της Σοφίας.
1916: Η Σοφία φεύγει από Ορντού, χάνονται προσωρινά τα ίχνη της.
1919: Πάσχα βρίσκεται στον Πειραιά και από εκεί μεταβαίνει στη Θεσσαλονίκη.
1919:Αύγουστος πηγαίνει Πτολεμαΐδα, Άρδασα και Αναρράχη.
1925: Μεταβαίνει στον Άγιο Μάρκο Φλώρινας.
1927: Με παρότρυνση της Παναγίας πηγαίνει στην Ι.Μονή Παναγίας Κλεισούρας.

1940: Βρίσκεται μόνη της στο μοναστήρι.
1944: Ολοκαύτωμα Κλεισούρας. Η Σοφία σώζει το μοναστήρι από τους Γερμανούς.
1967: Η Παναγία χειρουργεί-θεραπεύει τη Σοφία.
1974, 6 Μαΐου: Κοίμηση γερόντισσας Σοφίας.
1981, 7 Ιουλίου: Πρώτη εκταφή. Θαυμαστή ευωδία κατά την εκταφή.
1998, 27 Μαΐου: Δεύτερη εκταφή, ανεύρεση των λειψάνων. Μεταφορά στο μοναστήρι από το Σεβ. Μητροπολίτη Καστορίας κ.κ. Σεραφείμ.

2001: Εκδίδεται από τον π. Πορφύριο Σιμωνοπετρίτη μετά από έρευνα, το βιβλίο «Σοφία η Ασκήτισσα της Παναγίας».
2011, 11 Ιουνίου: Αποστέλλεται από το σεβ. μητροπολίτη μας κ.κ Σεραφείμ υπόμνημα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο για την αγιοκατάταξη της οσίας.
2011, 4 Οκτωβρίου:Υπογράφεται από τον Οικουμενικό μας Πατριάρχη κ.κ Βαρθολομαίο και την Ι.Σύνοδο του Πατριαρχείου η Πατριαρχική και Συνοδική πράξη αγιοκατάταξης της Οσίας Σοφίας.
2011, 27 Νοεμβρίου: Τέθηκαν με επίσημη τελετή τα χαριτόβρυτα λείψανα της Οσίας Σοφίας σε προσκύνηση από το Σεβ. Μητροπολίτη μας.
6 Μαΐου 2012: Πρώτος επίσημος εορτασμός της μνήμης της Αγίας Σοφίας.
Τέλη Ιουνίου 2012, επισκέπτεται ο Οικουμενικός μας Πατριάρχης την Καστοριά για να προσκυνήσει τα λείψανα της Αγίας.




Από τις Διδαχές της οσίας Γερόντισσας Σοφίας

Συμβουλέψτε τα κορίτσια σας να φυλάξουν την τιμή τους, μέχρι τον γάμο τους, να βαδίσουν το δρόμο του Χριστού. Τα αγόρια να μένουν καθαρά μέχρι το γάμο. Όταν ο παπάς ανοίγει το Ευαγγέλιο στο γάμο, στέλνει ο Χριστός τον Άγγελο και στεφανώνει την παρθενία.

Ένας είναι ο Κύριος και μία η Κυρία, όλοι εμείς οι άλλοι είμαστε αδελφοί .


Αλλοίμονο, γιατί δεν θα υπάρχει ,στα χρόνια που έρχονται, παρθενία. Για αυτό παρακαλεί η Παναγία τον Υιό της. Αλλά τα αγόρια δεν μετανοούν.

Μετανοήστε. Να μην μπείτε ανάμεσα στα ανδρόγυνα να χωρίζετε τα ανδρόγυνα.
Ποτέ μην πεις ότι είμαι εγώ. Ο Θεός είναι. Εσύ δεν είσαι τίποτα , αλλά μόνο να πιστεύεις στο Χριστό. Άμα πιστεύεις, όλα θα έρχονται βολικά αλλά να μην υπερηφανεύεσαι.

Θα μιλάς σε όλο τον κόσμο. Και σένα μικρό παιδάκι θα μιλάς, θα το λες καλημέρα και αυτό είναι σπλάχνο του Θεού.

Σας παρακαλώ, όποιος κάνει υπομονή χαρά σε αυτόν. όποιος κάνει υπομονή,σαν τον ήλιο θα λάμψει. Πολύ υπομονή να κάνετε.
Οι νέοι να βάλουν στο νου τους τα παντάψηλα του Θεού λόγια. Τα λόγια του Θεού σαν τριαντάφυλλα μέσα εις την καρδίαν.
Το στόμα να γίνει βασιλικός και τριαντάφυλλων.

Δώσε στους φτωχούς. Εμείς; είμαστε αχόρταγοι, ανόητοι, βλάσφημοι , λαίμαργοι.

Εγώ θα φύγω, αλλά να ξέρετε, η λαιμαργία θα χάσει το κόσμον, η λαιμαργία και η υπερηφάνεια.

Ο Θεός περιμένει, περιμένει.
Τα μάτια κλειστά, το στόμα κλειστό, τα αυτιά κλειστά, για να κερδίσουμε. ο κόσμος τι κάνει, τι είδες, τι ξέρεις; δεν είδα τίποτα, δεν ξέρω, χαπάρ κι έχω. Δεν ακούω, δεν βλέπω.

Καθαρίζουν το σώμα και το περιποιούνται, αυτό που θα πάει στο χώμα. Και δεν φροντίζουν την ψυχήν. Πως θα πάει η ψυχή στον ουρανό; δεν μετανοούν. Δεν ξέρουν που πάνε. Δεν ξέρουν που βαδίζουν.

Να σκεπάζεται, να σας σκεπάζει ο Θεός.
Αν κάποιος θυμώσει, να πάει αμέσως να μιλήσει, να λέει δώσε μου ένα κάτι και να μιλήσει. Θυμόν να μην κρατούμαι . Ο θυμός είναι κακόν πράγμα. Όποιος είναι θυμωμένος και αντίδωρο δεν πρέπει να παίρνει.
Δεν θα λέτε λόγια στους γέρους. Δεν θα λέτε λόγια που πικραίνουν τους ανθρώπους, πικραίνετε το Χριστό .

Από πάνω
είναι ο Πατέρας και μας βλέπει. Προσεύχεστε να σωθείτε και εσείς και τα παιδιά σας.
Να ακούτε τους γονείς σας να μη διαλυθούν τα σπίτια σας.
Ἀπολυτίκιον


Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Προσευχῇ χαμευνίᾳ πολλαῖς στερήσεσι, κακοπαθείαις νηστείαις, καὶ ἀγρυπνίαις Χριστῷ, εὐηρέστησας Σοφία παναοίδιμε, σὲ τῷ σοφίας ἀληθοῦς, ἀναδείξαντι φανόν, καὶ λύχνον λαμπρῶν χαρίτων, ὅθεν ὡς πρέσβειραν θείαν, Κλεισούρας σέμνωμα τιμῶμέν σε.



Ἕτερον Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)

Ἦχος γ΄. Τὴν ὡραιότητα.

Σοφίας γέγονας, μῆτερ ἀοίδημε, Σοφία, σέμνωμα, τῆς Θεομήτορος, ἐν τὴ Μονὴ ἀσκητικῶς τὸν βίον σου διελθοῦσα,ὅθεν καὶ ἀπείληφας τῶν καμάτων σου ἔπαινον, κατατραυματίσασσα τῶν δαιμόνων τὰς φάλαγγας, καὶ πρέσβειρα Χριστῷ παρεστώσα, μὴ ἐπιλάθου τῶν πόθω τιμώντων σέ.


Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Τὴν ὑπὲρ φύσιν, ἐν Κλεισούρᾳ ἐνασκήσασαν, καὶ ὑπομείνασαν, τὸ ψῦχος ὥσπερ ἄσαρκος, παρ’ ἑστίαν καθημένην Μονῆς αὐλείῳ, βιοτῆς αὐτῆς τὰς νύκτας καὶ σχολάζουσαν, προσευχῇ Σοφίαν θείαν εὐφημήσωμεν, πόθω κράζοντες· Χαίροις πάνυ Ἀσκήτρια.

Κάθισμα
Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως.
Τὴν διδάσκαλον, τῆς μετανοίας, καὶ κοσμήτορα, χριστοηθείας, ἀφανῶς τὴν ἐν Κλεισούρᾳ ἀσκήσασαν, καὶ δαψιλῶς προσελκύσασαν Πνεύματος, τοῦ θείου χάριν εὐτάκτως ὑμνήσωμεν, πόθω κράζοντες· Σοφία θεομακάριστε, Χριστὸν ὑπὲρ ἡμῶν δυσώπει πάντοτε.

Ὁ Οἶκος
Ἄγγελοι καθορῶντες, σῇ ἀμέμπτῳ ἀσκήσει, ἐξέστησαν Σοφία θεόφρον, καὶ πιστῶν Μακεδόνων χοροί, σὺν Ποντίων δήμοις Μῆτερ θαυμάζοντες, ταπείνωσιν καὶ νῆψίν σου, ἐκραύγασαν ἐν κατανύξει·

Χαῖρε, διδάσκαλος μετανοίας·
χαῖρε, ὁ πρόβολος ἐγκρατείας.

Χαῖρε, τῆς Μονῆς Κλεισούρας ἡ ἔνοικος·
χαῖρε, παμφαὴς λαμπηδών, θείας χάριτος.

Χαῖρε, φάρος τῆς ἁπλότητος, καὶ ἀμέμπτου ἀγωγῆς·
χαῖρε, λύχνος ταπεινώσεως, καὶ εὐχῆς καρδιακῆς.

Χαῖρε, Θεοῦ σοφίας χρυσοστόλιστον σκεῦον·
χαῖρε, τῆς συμπαθείας τῆς Αὐτοῦ θεῖος τύπος.

Χαῖρε, κρηπὶς σαρκὸς κατατήξεως·
χαῖρε, πυξὶς Χριστοῦ ἀγαπήσεως.

Χαῖρε, ἐν γῇ ἡ οὐκ ἔχουσα κλίνην·
χαῖρε, πηγή, ἡ ἐκχέουσα χάριν.

Χαίροις, πάνυ Ἀσκήτρια.


Μεγαλυνάριον 
Χαίροις τῆς Ἀρδάσσης σεπτὸς βλαστός, χαίροις Πόντου κρίνον, μυροβόλον καὶ εὐανθές, χαίροις τῆς Κλεισούρας, κιννάμωμον Σοφία, ἡ ἀκραιφνεῖ ἀσκήσει, κόσμον ἡδύνασα. 

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Σοφισθεῖσα, μῆτερ, πνευματικῶς, ὅλον σου τὸν βίον ἐν τελεία ὑπομονὴ διῆλθες, Σοφία, καὶ νὴν τού σου Νυμφίου τὸ κάλλος ἐποπτεύεις ἐν ταῖς παστάσιν αὐτοῦ. 



Δεν υπάρχουν σχόλια: