«Ἕλληνες ἀεί παῖδες ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» (Πλάτων, Τίμαιος, 22b).


"Ὁμολογεῖται μὲν γὰρ τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιοτάτην εἶναι καὶ μεγίστην καὶ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ὀνομαστοτάτην· οὕτω δὲ καλῆς τῆς ὑποθέσεως οὔσης,
ἐπὶ τοῖς ἐχομένοις τούτων ἔτι μᾶλλον ἡμᾶς προσήκει τιμᾶσθαι. 24. Ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ' ἐρήμην καταλαβόντες
οὐδ' ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ' οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν ὥστ' ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν,
αὐτόχθονες ὄντες καὶ τῶν ὀνομάτων τοῖς αὐτοῖς οἷσπερ τοὺς οἰκειοτάτους τὴν πόλιν ἔχοντες προσειπεῖν".
(Ἰσοκράτης, Πανηγυρικός, στίχοι 23-24).

Τα άρθρα που φιλοξενούνται στον παρόντα ιστότοπο και προέρχονται απο άλλες πηγές, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνον τις απόψεις των συγγραφέων τους.

Καθίσταται σαφές ότι η δημοσίευση ανάρτησης, δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά αποδοχή των απόψεων του συγγραφέως.


ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ, ΑΦΗΝΕΤΕ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟ-ΑΝΑΡΤΗΣΗ (΄κλίκ΄ στο "Δεν υπάρχουν σχόλια"). ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.

Ακολουθήστε μας στο Facebook

Κυριακή 2 Μαρτίου 2014

Περί Χρόνου



ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
Ενας ακόμη χρόνος πέρασε, ένας επιπλέον κόκκος άμμου προστέθηκε στην κοσμική κλεψύδρα του Σύμπαντος. Αν, όμως, ο χρόνος είναι μόνον ό,τι μετράνε τα ρολόγια ή τα ημερολόγια, τότε γιατί μας φαίνεται ατελείωτος όταν πλήττουμε και αδυσώπητος όταν γερνάμε; 

Τι σχέση μπορεί να έχει η εύπλαστη υποκειμενική εμπειρία του χρόνου που βιώνουμε καθημερινά με τον «απανθρωποποιημένο», δηλαδή μαθημα-τικοποιημένο, χρόνο της επιστήμης; 
 
Η σύλληψη της έννοιας του «χρόνου» αποτελούσε ένα από τα μεγαλύτερα επιστημονικά
και μεταφυσικά προβλήματα της αρχαιοελληνικής σκέψης. Απ’ ό,τι φαίνεται, στην κοσμογονία των Ορφικών υπάρχει ήδη κάποια μυθολογική ταύτιση του Χρόνου με τον Κρόνο (Θεό-πλανήτη), του οποίου η κυκλική περιφορά καθορίζει τη γένεση, τον θάνατο και την αναγέννηση των πάντων.
Κατόπιν, οι Πυθαγόρειοι, επηρεασμένοι πιθανά από τους Ορφικούς, θα περιγράψουν τον χρόνο ως «σφαίρα που περικλείει τα πάντα», όπως αναφέρει ο Αριστοτέλης (στα «Φυσικά»), τον τοποθετούν δηλαδή στην εξώτερη σφαίρα του ουράνιου θόλου ως σκοτεινό ενορχηστρωτή της κοσμικής αρμονίας των σφαιρών.

Με τον Παρμενίδη αρχίζει η διαφοροποίηση του είναι από το γίγνεσθαι στον χρόνο του κόσμου.
Αυτό που πραγματικά υπάρχει, σύμφωνα με τον Παρμενίδη, είναι αιώνιο: χωρίς αρχή και τέλος (αγέννητο και άφθαρτο). Μια εντυπωσιακή ιδέα που θα γονιμοποιήσει όλες τις μετέπειτα ιδεαλιστικές αντιλήψεις στην επιστήμη (αστρονομία, μαθηματικά) αλλά και στη φιλοσοφία της αρχαιότητας.

Ωστόσο, το κείμενο όπου το πρόβλημα του χρόνου, δηλαδή της σχέσης
τού είναι με το γίγνεσθαι, τίθεται σε όλο του το φιλοσοφικό μεγαλείο είναι ο «Τίμαιος» του Πλάτωνος. 

Σε αυτό το ύστερο έργο του, ο Πλάτων περιγράφει τον χρόνο ως «κινητή εικόνα της αιωνιότητας». Με αυτή την υποβλητική μεταφορά ο Πλάτων επιχειρεί να αναβαθμίσει, δηλαδή να εκκοσμικεύσει την κυρίαρχη αντίληψη της εποχής περί κυκλικού ή ουροβόρου χρόνου. Και το εντυπωσιακό είναι ότι το πετυχαίνει μαθηματικοποιώντας την! 

Ο Πλατωνικός Δημιουργός του κόσμου είναι πάνω απ’ όλα προικισμένος γεωμέτρης που εγκαθιστά μαθηματική τάξη σε ένα Σύμπαν αταξίας και αναρχίας.

Το επόμενο βήμα θα το πραγματοποιήσει ο Αριστοτέλης ορίζοντας τον χρόνο
ως «τον αριθμό της κίνησης σύμφωνα με το πριν και το μετά»: η ταύτιση του χρόνου με τη μέτρηση της κίνησης στον χώρο έχει ήδη συντελεστεί. Πολύ αργότερα, κατά τον 17ο αιώνα, από αυτή τη γεωμετρικοποίηση της κίνησης θα προκύψει η επαναστατική ιδέα του «απόλυτου χρόνου»!


Ο «άχρονος» χρόνος της φυσικής
Ολοι οι πρωταγωνιστές της μεγάλης επιστημονικής επανάστασης (Καρτέσιος, Γαλιλαίος και Νεύτωνας) θα στηρίξουν το αντιαριστοτελικό οικοδόμημα της νέας φυσικής φιλοσοφίας πάνω σε αυτήν ακριβώς την αριστοτελική ιδέα του χρόνου ως μετρήσιμης ποσότητας της κίνησης στον χώρο.

Πρόκειται, ωστόσο, για τη μαθηματικοποίηση μιας γραμμικής και όχι πλέον κυκλικής σύλληψης του χρόνου. Σπάζοντας όμως τον κύκλο του ουροβόρου χρόνου οι φυσικοί φιλόσοφοι δημιούργησαν μια βαθιά τομή στην ανθρώπινη εμπειρία του χρόνου. 

Εκτοτε οι άνθρωποι είναι καταδικασμένοι να ζουν σε ένα γραμμικό συμμετρικό «φυσικό» χρόνο μολονότι οι ίδιοι εξακολουθούν να βιώνουν την υποκειμενική εμπειρία ενός ασύμμετρου «αφύσικου» χρόνου, όπου το πριν προηγείται πάντα του μετά.

Για την κλασική φυσική ο χρόνος δεν κυλάει προς μία κατεύθυνση, δεν παράγει τίποτα νέο. Οπως το έθεσε ο Νεύτωνας στην εισαγωγή του μεγάλου βιβλίου του «Philosophie Naturalis Principia Mathematica»: «Ο απόλυτος, αληθινός και μαθηματικός χρόνος, αφ’ εαυτού και από την ίδια του τη φύση, ρέει ομοιόμορφα χωρίς να εξαρτάται από τίποτα το εξωτερικό…».

Με άλλα λόγια, ο υποκειμενικός χρόνος που βιώνουν οι άνθρωποι, για τον Νεύτωνα
και την κλασική επιστήμη είναι μια ψευδαίσθηση που καμία απολύτως σχέση δεν έχει με τον απόλυτο κοσμικό χώρο και χρόνο. Ετσι όμως στον πυρήνα της νεωτερικής επιστήμης παρεισφρέει δόλια η πλατωνική εικόνα του χρόνου ως κινούμενου ειδώλου της αιωνιότητας.

Η ιδέα ενός απόλυτου χρόνου όχι μόνον άντεξε σθεναρά, αλλά και κυριάρχησε στην επιστημονική σκέψη
για περισσότερο από τρεις αιώνες. Ωσπου στις αρχές του εικοστού αιώνα ένας νεαρός φυσικός (Αλμπερτ Αϊνστάιν) ανέτρεψε το μεγαλοπρεπές οικοδόμημα της κλασικής φυσικής.

Μολονότι η θεωρία του ονομάστηκε «ειδική θεωρία της σχετικότητας», εν τούτοις δεν είχε τίποτα το σχετικιστικό στον πυρήνα της. Το αντίθετο, μάλιστα, επιχειρούσε να απαλλάξει τη φυσική από τα ανυπέρβλητα προβλήματα που είχαν συσσωρευτεί από τις «αφύσικες» έννοιες του απόλυτου χώρου και χρόνου και τα προνομιακά -ή αδρανειακά- συστήματα αναφοράς που υποτίθεται ότι εξασφάλιζαν την αντικειμενική παρατήρηση της φύσης.

Δεν κατάφερε όμως να αποκαταστήσει τον δημιουργικό ρόλο του χρόνου στη διαμόρφωση της θεμελιώδους δομής της ύλης
(υποατομικά σωματίδια) αλλά και στην εξέλιξη του ορατού μας Σύμπαντος! Εξάλλου, όπως θα εκμυστηρευθεί ο ίδιος ο Αϊνστάιν σε ένα περίφημο γράμμα του: «Η διάκριση ανάμεσα σε παρελθόν και σε μέλλον αποτελεί μόνο μια ψευδαίσθηση, έστω κι αν πρόκειται για μια επίμονη ψευδαίσθηση».

Αν όμως ο χρόνος είναι απλώς μία παράμετρος στη φυσική περιγραφή του Σύμπαντος, αν αποτελεί μόνο μία επιπλέον διάσταση στο τετραδιάστατο συνεχές που ονομάζεται «χωρόχρονος», δηλαδή μια επιπλέον μαθηματική συντεταγμένη που αυξάνεται ή μειώνεται από το άπειρο παρελθόν στο άπειρο μέλλον, τότε γιατί το Σύμπαν δεν είναι στατικό αλλά συνεχώς εξελίσσεται; 

Γιατί ο χρόνος είναι ασύμμετρος και χωρίζεται πάντα σε παρελθόν, παρόν και μέλλον; Τέλος, γιατί όλα τα πολύπλοκα φυσικά συστήματα, συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπων, περιέχουν καταγεγραμμένο στη δομή τους μόνο το παρελθόν αλλά όχι το μέλλον τους;

Η συνειδητοποίηση ότι το Σύμπαν δεν είναι στατικό αλλά εξελίσσεται διαρκώς, δημιουργώντας νέες, πιο σύνθετες δομές, υποδεικνύει επίσης τη δημιουργική και απολύτως φυσική δράση του χρόνου πάνω στην οργάνωση του Σύμπαντος.

Η μη αναστρεψιμότητα στη φύση αποτελεί όχι μόνο την εκδήλωση της δημιουργικής δράσης του χρόνου πάνω στα πολύπλοκα φυσικά συστήματα, αλλά και την ουσιαστική προϋπόθεση για την εμφάνιση όλων των εξελικτικών φαινομένων: από την κοσμολογική εξέλιξη μέχρι τη βιολογική εξέλιξη της ζωής και από τη νοητική εξέλιξη στο ζωικό βασίλειο μέχρι την ανθρώπινη ιστορία.

Η πολύπλοκη αλλά ιδιότυπη «χρονομηχανή» που βρίσκεται μέσα στο νου μας και μας επιτρέπει να επιβιώνουμε ως νοήμονα όντα ίσως να αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα πειράματα στην ιστορία του χρόνου. Χάρη σε αυτή τη βιολογική χρονομηχανή που αποκαλούμε ανθρώπινο νου μπορούμε να δραπετεύσουμε από την παραλυτική δυνάστευση της ψευδαίσθησης αιωνιότητας. Ισως γι’ αυτό έχει πάντα νόημα η ευχή: ευτυχισμένος ο «καινούργιος» χρόνος.

Τα βέλη του χρόνου δεν πλήττουν μόνο τη ζωή των ανθρώπων αλλά και τη ζωή των ανθρώπινων ιδεών. Και οι επιστημονικές ιδέες για τον χρόνο δεν αποτελούν εξαίρεση: μεταμορφώνονται, εξελίσσονται ή και αλλάζουν ριζικά προσφέροντάς μας, όπως ελπίζουμε, μια ακριβέστερη εικόνα του χρόνου.

Ο «άχρονος» χρόνος της Εκκλησίας
Στην αντίπερα όχθη βρίσκεται ο χρόνος της Εκκλησίας. Ο Θεός δεν εξαρτάται από τον χώρο και το χρόνο για να ζήσει και να υπάρξει. Είναι δημιουργός των πάντων, και αυτό σημαίνει ότι είναι άχρονος και αχώρετος. Άχρονος και Πανταχού παρών. Γιατί αν ο Θεός εξαρτάται από τον χώρο και τον χρόνο, πού, και πότε ήταν, "πριν" δημιουργήσει ο Ίδιος τον χώρο και τον χρόνο;

Όταν, λοιπόν, αναφερόμεθα στο χρόνο της Εκκλησίας αντιλαμβανόμεθα
ότι η αφετηρία του είναι ο προαιώνιος Υιός και Λόγος του Θεού, «ο ων επί πάντων Θεός ευλογητός εις τους αιώνας» κατά τον Απ. Παύλο. Δηλαδή ο μόνος κατά φύσιν αχώρητος και άχρονος.

Όμως, ο Εκκλησιαστικός χρόνος δεν είναι εκτός του τόπου και του χρόνου που ζούμε. Μπορεί να προηγείται και να οδεύει στην αιωνιότητα αλλά αφορά άμεσα και στους εδώ κατοικούντας ανθρώπους. 

Πώς είναι δυνατόν, βέβαια, το αιώνιο, το άχρονο, το τοπικά απροσδιόριστο διάνυσμα της Εκκλησίας να εισέρχεται και να συμπλέκεται μέσα στο χώρο και το χρόνο που ζούμε εμείς;

Η υμνολογία της Εκκλησίας μας δίνει την απάντηση με το απολυτίκιον της εορτής, της κατά σάρκα περιτομής του Χριστού: «Μορφήν αναλλοιώτως ανθρωπίνην προσέλαβες, Θεός ων κατ ουσίαν πολυεύσπλαχνε Κύριε». Με την θεία ενανθρώπηση εισέρχεται η άχρονος αιωνιότης στην εν χρόνω δημιουργία για να θεραπεύσει την φθορά του χρόνου και την ματαιότητα που τον ακολουθεί.

Για το λόγο αυτό «ουκ επαισχύνεται σαρκός την περιτομήν ο άναρχος κατά τον Πατέρα» για να λάβει αρχή η αφθαρσία απέναντι στη φθορά και η βεβαία ελπίς της αιωνιότητος απέναντι στη ματαιότητα των ανθρωπίνων πραμάτων διότι «αθανασία ην εν αυτώ» μας αποκαλύπτει η Σοφία Σολομώντος.

Στην Εκκλησία δεν υπάρχει ο χρόνος που γνωρίζουμε. «Σήμερον γεννάται..» και «σήμερον κρεμάται επί ξύλου..» και όχι συμβολικά. 

Στην Εκκλησία έχουμε μνήμη του παρελθόντος: «Μεμνημένοι.. του σταυρού, του τάφου, της τριημέρου αναστάσεως, της εκ δεξιών καθέδρας» (Θεία Λειτουργία Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου-ευχή ανάμνησις πρίν τον καθαγιασμό) και μνήμη του μέλλοντος (!) 

«Μεμνημένοι ... της δευτέρας και ενδόξου πάλιν παρουσίας» – που ιστορικά ακόμη δεν έγινε και ούτε ξέρουμε πότε θα γίνει. Η Θεία Λειτουργία είναι ο άχρονος χρόνος, η Βασιλεία των Ουρανών, που παρευρίσκονται όλοι και οι κεκοιμημένοι και οι ζώντες.

Στην Εκκλησία οι κατά φύσιν κτιστοί γίνονται κατά χάριν άκτιστοι, αναφέρει ο άγιος Μάξιμος. Συντελείται το θαύμα του συγκερασμού του χρόνου της δημιουργίας με το χρόνο της Εκκλησίας και διαμορφώνεται ο λειτουργικός χρόνος. «Η λατρεία της Εκκλησίας συνεκέρασε το θείο και το ανθρώπινο»

Αν ο γήινος χρόνος που γίνεται παλαιός με την έναρξη ενός νέου, ενηλικιώνει, γηράζει, φθείρει τον άνθρωπο και οδηγεί το ανθρώπινο σώμα στο θάνατο, η ψυχή μένει ανεπηρέαστηαυτής της αλλοιώσεως διότι ο αιώνιος Λόγος εμφύτευσε σ' αυτήν, με την εν τω κόσμω κοινωνία Του, ζωήν αιώνιον και αθάνατον. «Ει ο έξωθεν άνθρωπος φθείρεται, ο εσωθεν ανακαινούται ημέρα τη ημέρα» μας διδάσκει ο Απ. Παύλος.

Αυτή είναι η έκδοση html του αρχείου http://www.kannavos.gr/xronos.doc.



Δεν υπάρχουν σχόλια: