Διαβάστε τι βασίζεται σε παλαιότερες και γενικώς αξιόπιστες μαρτυρίες, στις οποίες πιθανώς περιλαμβάνεται η περιγραφή του Ερμοδώρου από τις Συρακούσες, ενός επικούρειου μαθηματικού που συνδεόταν με την περίφημη σχολή.
Επί πλέον, γιατί ο Πλάτων ήταν αντίθετος με τη χρήση μηχανικών μέσων στην επίλυση μαθηματικών προβλημάτων, την οποία έκαναν ο Εύδοξος, με τις ομόκεντρες σφαίρες του, και ο Αρχύτας με ανάλογη δική του μηχανική κατασκευή!
Εκτός από μία φευγαλέα ματιά του σύγχρονου κωμικού ποιητή Επικράτη σε κάποιο σπάραγμα του (απόσπ. 11 Κ), η παλαιότερη πηγή για την κοινότητα της Ακαδημίας χρονολογείται στον Ιο αιώνα π.Χ.
ΑΛΛΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ: Η ΕΚΤΑΣΗ ΚΑΙ Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ.
Εκτός από μία φευγαλέα ματιά του σύγχρονου κωμικού ποιητή Επικράτη σε κάποιο σπάραγμα του (απόσπ. 11 Κ), η παλαιότερη πηγή για την κοινότητα της Ακαδημίας χρονολογείται στον Ιο αιώνα π.Χ.
Την οφείλουμε στον επικούρειο Φιλόδημο, που καταγόταν από τα Γάδαρα της Συρίας και έζησε στο Ηράκλειο της Κομπανίας (Ερκουλάνεουμ). Το έργο του για την ιστορία της Ακαδημίας διασώζεται σε σπάραγμα παπύρου από το Ηράκλειο, το ονομαζόμενο Academicorum Philosophorum Index Herculanessis (=P. Here. 1021).
Αν και η κατάσταση αυτού του τεκμηρίου συχνά παρακωλύει την ερμηνεία του, ο Index Academicorum του Φιλοδήμου έχει αποδειχθεί ως η πλέον αξιόπιστη και συνθετική πηγή πληροφοριών για είκοσι πρόσωπα που ήταν μέλη της Ακαδημίας όσο ζούσε ο Πλάτων. Βασίζεται σε παλαιότερες και γενικώς αξιόπιστες μαρτυρίες, στις οποίες πιθανώς περιλαμβάνεται η περιγραφή του Ερμοδώρου από τις Συρακούσες, ενός επικούρειου μαθηματικού που συνδεόταν με τη σχολή.
Με προσθήκες από μεταγενέστερους καταλόγους, μπορούμε τώρα να συσχετίσουμε με την Ακαδημία πάνω από εβδομήντα πέντε ονόματα για τα πρώτα σαράντα χρόνια της λειτουργίας της. Tα ονόματα αυτά καθιστούν ιδιαίτερα εμφανή τη συμμετοχή ξένων στη δημιουργία της Ακαδημίας.
Στον Index Academicorum του Φιλοδήμου, ο Σπεύσιππος φαίνεται να ήταν ο μοναδικός Αθηναίος μεταξύ των είκοσι ονομάτων που είχαν σχέση με την Ακαδημία κατά την περίοδο που ζούσε ο Πλάτων.
Σ' αυτόν μπορούν ίσως να προστεθούν, με βάση τον Πλούταρχο (Προς Κολώτην, 32· Ηθικά, 1126cd), οι στρατηγοί Χαβρίας και Φωκίων. Και οι δύο ήταν, όπως και ο Σπεύσιππος, συγγενείς του Πλάτωνα και η σχέση τους με την Ακαδημία, αν ήταν πραγματική, πρέπει να χρονολογηθεί αμέσως μετά την ίδρυση της, το 387 π.Χ.
Ο Πλούταρχος καταγράφει, ως πολιτικώς ενεργά μέλη της Ακαδημίας του Πλάτωνα, τον Δίωνα που επαινείται ως απελευθερωτής της Σικελίας, και τους αδελφούς Πύθωνα και Ηρακλείδη από τον Αίνο του Πόντου, που δολοφόνησαν τον τύραννο Κότυ, βασιλέα των Οδρυσών της Θράκης.
Ως μέλη της Ακαδημίας που αναδείχθηκαν για το νομοθετικό έργο τους, μνημονεύει ο Πλούταρχος τον Αριστώνυμο, τον οποίο ο Πλάτων έστειλε στη γενέτειρα του, την Αρκαδία, για να μεταρρυθμίσει το πολίτευμα της, τον Φορμίωνα που έκανε το ίδιο στη γενέτειρα του, την Ήλιδα, τον Εύδοξο στην Κνίδο και τον Αριστοτέλη στα Στάγιρα. Ο Ξενοκράτης ο Χαλκηδόνιος αναφέρεται ως πολιτικός σύμβουλος του Αλεξάνδρου, ενώ για τον Δήλιο (ή Δία) τον Εφέσιο αναφέρεται ότι διαδραμάτισε ζωτικό ρόλο ως απεσταλμένος στον Αλέξανδρο εκ μέρους των Ελλήνων της Μικράς Ασίας.
Το έργο Δειπνοσοφισταί του Αθηναίου (XI. 508c509e), το οποίο γράφτηκε έναν αιώνα μετά τον Πλούταρχο, καταγράφει έναν αριθμό μελών της Ακαδημίας, γνωστών, επίσης, από τον Index Academicorum του Φιλοδήμου και άλλες πηγές, λόγω της ανάμειξής τους στην πολιτική.
Υπάρχουν και δύο μεταγενέστεροι κατάλογοι. Αυτός που περιλαμβάνει ο Διογένης Λαέρτιος στη βιογραφία του Πλάτωνα (Βιβλίο 3, 46) αναφέρει την αξιόπιστη πληροφορία, που αποδίδεται στον Δικαίαρχο, μαθητή του Αριστοτέλη (πρβλ. αποσπ. 44 Wehrli), ότι μέλη της Ακαδημίας του Πλάτωνα ήταν η Λασθενία από τη Μαντινεία και η Αξιοθέα από τον Φλιούντα37.
Ο άλλος κατάλογος περιλαμβάνεται στο υπόμνημα στα Στοιχεία του Ευκλείδη, το οποίο συνέταξε ο Πρόκλος, και βασίζεται σε αξιόπιστες πηγές της σχολής από τον 4ο και τις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ.
Μεταξύ των μαθηματικών που, κατά την παράδοση, «έζησαν μαζί στην Ακαδημία, κάνοντας κοινές έρευνες» (Πρόκλος, 6667), είναι οι διακεκριμένοι μαθηματικοί και φιλόσοφοι Εύδοξος ο Κνίδιος, Αμυκλάς ο Ηρακλειώτης, Μέναιχμος και ο αδελφός του Δεινόστρατος (αμφότεροι από την Αλωπεκόννησο), Θεύδιος ο Μάγνης και Αθήναιος ο Κυζικηνός.
Η κάθετη διάκριση που υιοθέτησε ο Πλάτων μεταξύ σοφιστών και φιλοσόφων αντιβαίνει στο γεγονός ότι, παρά την αμοιβαία αντιπαλότητα και εχθρότητα, η σχολή του Ισοκράτη και η Ακαδημία του Πλάτωνα πραγματοποίησαν πνευματικές ανταλλαγές και διάλογο, με αποτέλεσμα την άνοδο του επιπέδου της συζήτησης σε ποικίλα φιλοσοφικά θέματα. Μάλιστα, για μερικά μέλη της Ακαδημίας έχει αναφερθεί ότι σπούδασαν με τον Ισοκράτη και τους μαθητές του.
Η επίσκεψη στην Ακαδημία κάποιου Χαλδαίου, το όνομα του οποίου δεν μας παραδίδουν οι πηγές, ίσως συνδέεται με αστρονομικές έρευνες και το ενδιαφέρον για μεταρρύθμιση του ημερολογίου, το οποίο εκδηλώθηκε στην Ακαδημία με πρωτοβουλία του Ευδόξου και του Καλλίππου του Κυζικηνού.
Η πνευματική, πολιτιστική και γεωγραφική ποικιλία της Ακαδημίας δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να αναπτυχθούν διάφορες σχέσεις μεταξύ ανθρώπων με διαφορετικούς στόχους, ενδιαφέροντα και προσωπικά κίνητρα. Η Ακαδημία ήταν κέντρο πνευματικής πρόκλησης και προσαρμογής και όχι ομοιογενής ομάδα που ήθελε να διαδώσει κάποιο καθορισμένο σύστημα φιλοσοφικών θέσεων. Tα μέλη της κοινότητας προέρχονταν, ίσως και σε ποσοστό 90%, εκτός Αθηνών.
Ως θεσμός, αποτελούσε περαιτέρω εξέλιξη του είδους των σχολών που ο Ισοκράτης και άλλοι οπαδοί του Σωκράτη είχαν ήδη δημιουργήσει (παρά την άρνηση του Σωκράτη να διαχωρίσει τη φιλοσοφική εκπαίδευση από την καθημερινή ζωή στην πόλη).
Το έργο Δειπνοσοφισταί του Αθηναίου (XI. 508c509e), το οποίο γράφτηκε έναν αιώνα μετά τον Πλούταρχο, καταγράφει έναν αριθμό μελών της Ακαδημίας, γνωστών, επίσης, από τον Index Academicorum του Φιλοδήμου και άλλες πηγές, λόγω της ανάμειξής τους στην πολιτική.
Θα πρέπει, επίσης, να στηρίζεται σε έργο κατά της σχολής του Πλάτωνα, το οποίο έγραψε την ίδια εποχή ο μαθητής του Ισοκράτη, Θεόπομπος ο Χίος (βλ. πιο πάνω). Σχεδόν όλα τα ονόματα των δύο αυτών καταλόγων επιβεβαιώνονται από τον πληρέστερο Index Academicorum, ή από άλλες αξιόπιστες πηγές36.
Υπάρχουν και δύο μεταγενέστεροι κατάλογοι. Αυτός που περιλαμβάνει ο Διογένης Λαέρτιος στη βιογραφία του Πλάτωνα (Βιβλίο 3, 46) αναφέρει την αξιόπιστη πληροφορία, που αποδίδεται στον Δικαίαρχο, μαθητή του Αριστοτέλη (πρβλ. αποσπ. 44 Wehrli), ότι μέλη της Ακαδημίας του Πλάτωνα ήταν η Λασθενία από τη Μαντινεία και η Αξιοθέα από τον Φλιούντα37.
Ο άλλος κατάλογος περιλαμβάνεται στο υπόμνημα στα Στοιχεία του Ευκλείδη, το οποίο συνέταξε ο Πρόκλος, και βασίζεται σε αξιόπιστες πηγές της σχολής από τον 4ο και τις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ.
Στα μέλη της Ακαδημίας περιλαμβάνει τον Φίλιππο τον Οπούντιο, γραμματέα του Πλάτωνα στην Ακαδημία, και τον Εύδημο τον Ρόδιο, μέλος του Περιπάτου, ο οποίος συνέθεσε μία από τις πρώτες ιστορίες των μαθηματικών.
Μεταξύ των μαθηματικών που, κατά την παράδοση, «έζησαν μαζί στην Ακαδημία, κάνοντας κοινές έρευνες» (Πρόκλος, 6667), είναι οι διακεκριμένοι μαθηματικοί και φιλόσοφοι Εύδοξος ο Κνίδιος, Αμυκλάς ο Ηρακλειώτης, Μέναιχμος και ο αδελφός του Δεινόστρατος (αμφότεροι από την Αλωπεκόννησο), Θεύδιος ο Μάγνης και Αθήναιος ο Κυζικηνός.
Ο Ερμότιμος ο Κολοφώνιος, ο Θεαίτητος (από το Σούνιο) και ο Φίλιππος από τη Μένδη (Οπούντιος) αναφέρονται, επίσης, στο ίδιο συγκείμενο και μπορούμε να συμπεράνουμε με ασφάλεια ότι είχαν λάβει μέρος σε μαθηματικές έρευνες, τις οποίες οι πηγές συνδέουν με τον Πλάτωνα και τον Εύδοξο.
Πολλοί από τους ξένους μαθηματικούς που αναφέρονται από τον Πρόκλο, ίσως είχαν έρθει στην Αθήνα, ακολουθώντας τον Εύδοξο από τη σχολή του στην Κύζικο, στην Προποντίδα, και από την Αυλή του Μαύσωλου στην Καρία (Διογένης Λαέρτιος, Βιβλίο 8 [Ο Πυθαγόρας και οι οπαδοί του], 87).
Ένα ενδιαφέρον απόσπασμα στον Πλούταρχο {Μάρκελλος, ΙΔ', 56), μάς πληροφορεί ότι ο Πλάτων ήταν αντίθετος με τη χρήση μηχανικών μέσων στην επίλυση μαθηματικών προβλημάτων, την οποία έκαναν ο Εύδοξος, με τις ομόκεντρες σφαίρες του, και ο Αρχύτας με ανάλογη δική του μηχανική κατασκευή, με το σκεπτικό ότι αυτή η μέθοδος «κατέστρεφε και διέφθειρε το αγαθό της γεωμετρίας, διότι κατεφευγε στις αισθήσεις, αντί να χρησιμοποιεί άυλη και αφηρημένη πνευματική διαδικασία, και επιπλέον, διότι χρησιμοποιούσε υλικές συσκευές, που απαιτούσαν σημαντική εμπορική δραστηριότητα και χειρωνακτική εργασία».
Η κάθετη διάκριση που υιοθέτησε ο Πλάτων μεταξύ σοφιστών και φιλοσόφων αντιβαίνει στο γεγονός ότι, παρά την αμοιβαία αντιπαλότητα και εχθρότητα, η σχολή του Ισοκράτη και η Ακαδημία του Πλάτωνα πραγματοποίησαν πνευματικές ανταλλαγές και διάλογο, με αποτέλεσμα την άνοδο του επιπέδου της συζήτησης σε ποικίλα φιλοσοφικά θέματα. Μάλιστα, για μερικά μέλη της Ακαδημίας έχει αναφερθεί ότι σπούδασαν με τον Ισοκράτη και τους μαθητές του.
Ο Ελικών από την Κύζικο ήταν μαθητής του Ευδόξου και, επίσης, συνδεόταν με κάποιο μαθητή του Ισοκράτη, αλλά και με τον Πολύξενο, εταίρο του Βρύσωνος (Πλάτων, Επιστολή Η', 360c), ενώ ο Πλούταρχος τον αποκαλεί «οικείο του Πλάτωνα» (Δίων, ΙΘ').
Μία ενδιαφέρουσα φυσιογνωμία, που απαντά και στις δύο σχολές, είναι ο Θεοδέκτης ο Φασηλίτης (από τη Λυκία), ο οποίος αναφέρεται αρκετές φορές με σεβασμό στη Ρητορική του Αριστοτέλη.
Περιγράφεται ως «μαθητής του Πλάτωνα και του Ισοκράτη και του Αριστοτέλη», που έγραψε εγκώμια, τραγωδίες, μία Απολογία του Σωκράτη, ένα εγχειρίδιο ρητορικής τέχνης σε έμμετρο λόγο, και μερικές πραγματείες υπό μορφή καταλόγων (Σούδα, λ. Θεοδέκτης).
Ένα από τα χαμένα έργα του Αριστοτέλη είχε τον τίτλο Θεοδέκτεια {Ρητορική, Γ', 9.9), δηλαδή επιτομή του ρητορικού εγχειριδίου του Θεοδέκτη (Διογένης Λαέρτιος, Βιβλίο 5 [Ο Αριστοτέλης και οι Μαθητές του], 25).
Η επίσκεψη στην Ακαδημία κάποιου Χαλδαίου, το όνομα του οποίου δεν μας παραδίδουν οι πηγές, ίσως συνδέεται με αστρονομικές έρευνες και το ενδιαφέρον για μεταρρύθμιση του ημερολογίου, το οποίο εκδηλώθηκε στην Ακαδημία με πρωτοβουλία του Ευδόξου και του Καλλίππου του Κυζικηνού.
Ο Κάλλιππος ήταν αστρονόμος, ο οποίος ακολούθησε τον Εύδοξο στην Αθήνα «και έζησε με τον Αριστοτέλη, διορθώνοντας και εξειδικεύοντας με τη βοήθεια του τις ανακαλύψεις του Εύδοξου» (Σιμπλίκιος, Περί ουρανού, σελ. 493, 58), έγινε δε διάσημος διότι έκανε σημαντικές προόδους στη διόρθωση του ημερολογίου σε σχέση με τις θεωρίες που διατύπωσαν στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. ο Μέτων και ο Ευκτήμων.
Η πνευματική, πολιτιστική και γεωγραφική ποικιλία της Ακαδημίας δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να αναπτυχθούν διάφορες σχέσεις μεταξύ ανθρώπων με διαφορετικούς στόχους, ενδιαφέροντα και προσωπικά κίνητρα. Η Ακαδημία ήταν κέντρο πνευματικής πρόκλησης και προσαρμογής και όχι ομοιογενής ομάδα που ήθελε να διαδώσει κάποιο καθορισμένο σύστημα φιλοσοφικών θέσεων. Tα μέλη της κοινότητας προέρχονταν, ίσως και σε ποσοστό 90%, εκτός Αθηνών.
Πολλά μέλη προέρχονταν από τη Βόρεια και την Κεντρική Ελλάδα, καθώς και από την Πελοπόννησο, από τις πόλεις της Προποντίδας και του Πόντου, τις ακτές της Μικράς Ασίας και την Ελληνική Δύση (Νότια Ιταλία και Σικελία).
Άλλοι προήλθαν από περιοχές όπου είχαν αναπτυχθεί Πυθαγόρειες κοινότητες (αδελφότητες), μερικοί από μικρασιατικές πόλεις στις οποίες είχαν διδάξει ο Εύδοξος και άλλοι πλανόδιοι διδάσκαλοι, και ορισμένοι από εμπορικά κέντρα που βρίσκονταν πάνω στους οικείους εμπορικούς δρόμους μεταξύ της Αθήνας και των παραθαλάσσιων πόλεων της Προποντίδας και του Πόντου.
Έτσι, η Ακαδημία δεν ήταν προϊόν μίας συγκεκριμένης προσωπικότητας ή μίας συγκεκριμένης πόλης, αλλά ανταπόκριση στην ανάγκη του ευρύτερου Ελληνικού κόσμου να θέσει σε πανελλήνιο πλαίσιο την εκπαιδευτική διαδικασία, καθώς και τα πολιτικά, επιστημονικά και άλλα φιλοσοφικά ερωτήματα του.
Όπως οι σοφιστές, η Ακαδημία επωφελήθηκε του δημόσιου χώρου σε ένα περίοπτο αστικό κέντρο και κυκλοφόρησε φιλοσοφικά γραπτά για να προσελκύσει την προσοχή και να οικοδομήσει τη συνέχειά της.
Αντίθετα προς τις εσωστρεφείς Πυθαγόρειες κοινότητες (και, σε κάποιο βαθμό, τη μεταγενέστερη σχολή του Επίκουρου στην Αθήνα), η συμμετοχή στην Ακαδημία δεν είχε ως προϋπόθεση την τήρηση προδιαγεγραμμένων διαδικασιών εισδοχής, ούτε υπήρχαν τελετουργίες, ιεροί ή μυστικοί όρκοι, κανόνες διατροφής ή κοινά σημεία, που θα είχαν σκοπό να ξεχωρίσουν τα μέλη από τα μη μέλη, σε σχέση με την περιβάλλουσα κοινότητα.
Ως θεσμός, αποτελούσε περαιτέρω εξέλιξη του είδους των σχολών που ο Ισοκράτης και άλλοι οπαδοί του Σωκράτη είχαν ήδη δημιουργήσει (παρά την άρνηση του Σωκράτη να διαχωρίσει τη φιλοσοφική εκπαίδευση από την καθημερινή ζωή στην πόλη).
Όπως ο Ισοκράτης και άλλοι, είχε ήδη αρχίσει να πράττει, ο Πλάτων αναδιαμόρφωσε τον παλαιό θεσμό της ξενίας φιλίας ανάμεσα σε ανθρώπους από διαφορετικές πόλεις, ο οποίος στηριζόταν σε παραδοσιακούς οικογενειακούς δεσμούς, και τον χρησιμοποίησε ως τον κύριο μηχανισμό δημιουργίας μίας πιο σύνθετης κοινότητας, αφιερωμένης στη μάθηση, τη διδασκαλία και την έρευνα, που έβλεπε πέρα από την πόλη, ακόμη και στο μη Ελληνικό κόσμο. (*)
--------------
(*) ΠΗΓΗ: Πανεπιστήμιο Καίμπριτζ: «Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας», Τόμος 7ος.
--------------
(*) ΠΗΓΗ: Πανεπιστήμιο Καίμπριτζ: «Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας», Τόμος 7ος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου