«Ἕλληνες ἀεί παῖδες ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» (Πλάτων, Τίμαιος, 22b).


"Ὁμολογεῖται μὲν γὰρ τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιοτάτην εἶναι καὶ μεγίστην καὶ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ὀνομαστοτάτην· οὕτω δὲ καλῆς τῆς ὑποθέσεως οὔσης,
ἐπὶ τοῖς ἐχομένοις τούτων ἔτι μᾶλλον ἡμᾶς προσήκει τιμᾶσθαι. 24. Ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ' ἐρήμην καταλαβόντες
οὐδ' ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ' οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν ὥστ' ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν,
αὐτόχθονες ὄντες καὶ τῶν ὀνομάτων τοῖς αὐτοῖς οἷσπερ τοὺς οἰκειοτάτους τὴν πόλιν ἔχοντες προσειπεῖν".
(Ἰσοκράτης, Πανηγυρικός, στίχοι 23-24).

Τα άρθρα που φιλοξενούνται στον παρόντα ιστότοπο και προέρχονται απο άλλες πηγές, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνον τις απόψεις των συγγραφέων τους.

Καθίσταται σαφές ότι η δημοσίευση ανάρτησης, δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά αποδοχή των απόψεων του συγγραφέως.


ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ, ΑΦΗΝΕΤΕ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟ-ΑΝΑΡΤΗΣΗ (΄κλίκ΄ στο "Δεν υπάρχουν σχόλια"). ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.

Ακολουθήστε μας στο Facebook

Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2013

Ποια ήσαν τα μέλη της Ακαδημίας του Πλάτωνα;




Διαβάστε τι βασίζεται σε παλαιότερες και γε­νικώς αξιόπιστες μαρτυρίες, στις οποίες πιθα­νώς περιλαμβάνεται η περιγραφή του Ερμοδώρου από τις Συρακούσες, ενός επικούρειου μαθηματικού που συνδεόταν με την περίφημη σχολή. 


Επί πλέον, γιατί ο Πλάτων ήταν αντίθετος με τη χρήση μηχανικών μέσων στην επίλυση μαθηματικών προβλημάτων, την οποία έκαναν ο Εύδοξος, με τις ομόκεντρες σφαί­ρες του, και ο Αρχύτας με ανάλογη δική του μη­χανική κατασκευή!



ΑΛΛΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ: Η ΕΚΤΑΣΗ ΚΑΙ Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ.

Εκτός από μία φευγαλέα ματιά του σύγχρονου κωμικού ποιητή Επικράτη σε κάποιο σπάραγμα του (απόσπ. 11 Κ), η παλαιότερη πηγή για την κοι­νότητα της Ακαδημίας χρονολογείται στον Ιο αιώνα π.Χ.

Την οφείλουμε στον επικούρειο Φιλόδημο, που καταγόταν από τα Γάδαρα της Συρίας και έζησε στο Ηράκλειο της Κομπανίας (Ερκουλάνεουμ). Το έργο του για την ιστορία της Ακαδημίας διασώζεται σε σπάραγμα πα­πύρου από το Ηράκλειο, το ονομαζόμενο Academicorum Philosophorum Index Herculanessis (=P. Here. 1021). 

Αν και η κατάσταση αυτού του τεκμηρίου συχνά παρακωλύει την ερμη­νεία του, ο Index Academicorum του Φιλοδήμου έχει αποδειχθεί ως η πλέον αξιόπιστη και συνθετική πηγή πληροφοριών για είκοσι πρό­σωπα που ήταν μέλη της Ακαδημίας όσο ζού­σε ο Πλάτων. Βασίζεται σε παλαιότερες και γε­νικώς αξιόπιστες μαρτυρίες, στις οποίες πιθα­νώς περιλαμβάνεται η περιγραφή του Ερμοδώρου από τις Συρακούσες, ενός επικούρειου μαθηματικού που συνδεόταν με τη σχολή.

Με προσθήκες από μεταγενέστερους καταλόγους, μπορούμε τώρα να συσχετίσουμε με την Ακα­δημία πάνω από εβδομήντα πέντε ονόματα για τα πρώτα σαράντα χρόνια της λειτουργίας της. Tα ονόματα αυτά καθιστούν ιδιαίτερα εμ­φανή τη συμμετοχή ξένων στη δημιουργία της Ακαδημίας. 

Στον Index Academicorum του Φιλοδήμου, ο Σπεύσιππος φαίνεται να ήταν ο μονα­δικός Αθηναίος μεταξύ των είκοσι ονομάτων που είχαν σχέση με την Ακαδημία κατά την περίοδο που ζούσε ο Πλάτων. 

Σ' αυτόν μπορούν ίσως να προστεθούν, με βάση τον Πλούταρχο (Προς Κολώτην, 32· Ηθικά, 1126cd), οι στρατηγοί Χαβρίας και Φωκίων. Και οι δύο ήταν, όπως και ο Σπεύσιππος, συγγενείς του Πλάτωνα και η σχέση τους με την Ακαδημία, αν ήταν πραγματική, πρέπει να χρονολογηθεί αμέσως μετά την ίδρυση της, το 387 π.Χ. 

Ο Πλούταρχος καταγράφει, ως πολι­τικώς ενεργά μέλη της Ακαδημίας του Πλάτωνα, τον Δίωνα που επαινείται ως απελευθερωτής της Σικελίας, και τους αδελφούς Πύθωνα και Ηρακλείδη από τον Αίνο του Πόντου, που δολο­φόνησαν τον τύραννο Κότυ, βασιλέα των Οδρυσών της Θράκης. 

Ως μέλη της Ακαδημίας που αναδείχθηκαν για το νομοθετικό έργο τους, μνη­μονεύει ο Πλούταρχος τον Αριστώνυμο, τον οποίο ο Πλάτων έστειλε στη γενέτειρα του, την Αρκα­δία, για να μεταρρυθμίσει το πολίτευμα της, τον Φορμίωνα που έκανε το ίδιο στη γενέτειρα του, την Ήλιδα, τον Εύδοξο στην Κνίδο και τον Αρι­στοτέλη στα Στάγιρα. Ο Ξενοκράτης ο Χαλκηδόνιος αναφέρεται ως πολιτικός σύμβουλος του Αλεξάνδρου, ενώ για τον Δήλιο (ή Δία) τον Εφέσιο αναφέρεται ότι διαδραμάτισε ζωτικό ρόλο ως απεσταλμένος στον Αλέξανδρο εκ μέρους των Ελλήνων της Μικράς Ασίας.

Το έργο Δειπνοσοφισταί του Αθηναίου (XI. 508c509e), το οποίο γράφτηκε έναν αιώνα με­τά τον Πλούταρχο, καταγράφει έναν αριθμό με­λών της Ακαδημίας, γνωστών, επίσης, από τον Index Academicorum του Φιλοδήμου και άλλες πηγές, λόγω της ανάμειξής τους στην πολιτι­κή. 

Θα πρέπει, επίσης, να στηρίζεται σε έργο κατά της σχολής του Πλάτωνα, το οποίο έγρα­ψε την ίδια εποχή ο μαθητής του Ισοκράτη, Θεόπομπος ο Χίος (βλ. πιο πάνω). Σχεδόν όλα τα ονόματα των δύο αυτών καταλόγων επιβεβαιώνονται από τον πληρέστερο Index Academicorum, ή από άλλες αξιόπιστες πηγές36.

Υπάρχουν και δύο μεταγενέστεροι κατάλο­γοι. Αυτός που περιλαμβάνει ο Διογένης Λαέρ­τιος στη βιογραφία του Πλάτωνα (Βιβλίο 3, 46) αναφέρει την αξιόπιστη πληροφορία, που απο­δίδεται στον
Δικαίαρχο, μαθητή του Αριστοτέ­λη (πρβλ. αποσπ. 44 Wehrli), ότι μέλη της Ακα­δημίας του Πλάτωνα ήταν η Λασθενία από τη Μαντινεία και η Αξιοθέα από τον Φλιούντα37.

Ο άλλος κατάλογος περιλαμβάνεται στο υπόμνημα στα Στοιχεία του Ευκλείδη, το οποίο συνέ­ταξε ο Πρόκλος, και βασίζεται σε αξιόπιστες πη­γές της σχολής από τον 4ο και τις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ. 

Στα μέλη της Ακαδημίας περιλαμβά­νει τον Φίλιππο τον Οπούντιο, γραμματέα του Πλάτωνα στην Ακαδημία, και τον Εύδημο τον Ρό­διο, μέλος του Περιπάτου, ο οποίος συνέθεσε μία από τις πρώτες ιστορίες των μαθηματικών.

Μεταξύ των μαθηματικών που, κατά την πα­ράδοση, «έζησαν μαζί στην Ακαδημία, κάνοντας κοινές έρευνες» (Πρόκλος, 6667), είναι οι διακεκριμένοι μαθηματικοί και φιλόσοφοι
Εύδοξος ο Κνίδιος, Αμυκλάς ο Ηρακλειώτης, Μέναιχμος και ο αδελφός του Δεινόστρατος (αμφότεροι από την Αλωπεκόννησο), Θεύδιος ο Μάγνης και Αθήναιος ο Κυζικηνός

Ο Ερμότιμος ο Κολοφώνιος, ο Θεαίτητος (από το Σούνιο) και ο Φίλιππος από τη Μένδη (Οπούντιος) αναφέρονται, επίσης, στο ίδιο συγκείμενο και μπορούμε να συμπεράνου­με με ασφάλεια ότι είχαν λάβει μέρος σε μαθη­ματικές έρευνες, τις οποίες οι πηγές συνδέουν με τον Πλάτωνα και τον Εύδοξο. 

Πολλοί από τους ξένους μαθηματικούς που αναφέρονται από τον Πρόκλο, ίσως είχαν έρθει στην Αθήνα, ακολου­θώντας τον Εύδοξο από τη σχολή του στην Κύζικο, στην Προποντίδα, και από την Αυλή του Μαύσωλου στην Καρία (Διογένης Λαέρτιος, Βι­βλίο 8 [Ο Πυθαγόρας και οι οπαδοί του], 87). 

Ένα ενδιαφέρον απόσπασμα στον Πλούταρχο {Μάρ­κελλος, ΙΔ', 56), μάς πληροφορεί ότι ο Πλάτων ήταν αντίθετος με τη χρήση μηχανικών μέσων στην επίλυση μαθηματικών προβλημάτων, την οποία έκαναν ο Εύδοξος, με τις ομόκεντρες σφαί­ρες του, και ο Αρχύτας με ανάλογη δική του μη­χανική κατασκευή, με το σκεπτικό ότι αυτή η μέ­θοδος «κατέστρεφε και διέφθειρε το αγαθό της γεωμετρίας, διότι κατεφευγε στις αισθήσεις, αντί να χρησιμοποιεί άυλη και αφηρημένη πνευμα­τική διαδικασία, και επιπλέον, διότι χρησιμο­ποιούσε υλικές συσκευές, που απαιτούσαν ση­μαντική εμπορική δραστηριότητα και χειρωνακτική εργασία».

Η κάθετη διάκριση που υιοθέτη­σε ο Πλάτων μεταξύ σοφιστών και φι­λοσόφων αντιβαίνει στο γεγονός ότι, παρά την αμοιβαία αντιπαλότητα και εχθρότητα, η σχολή του Ισοκράτη και η Ακαδημία του Πλάτωνα πραγματο­ποίησαν πνευματικές ανταλλαγές και διάλογο, με αποτέλεσμα την άνοδο του επιπέδου της συζήτησης σε ποικίλα φιλοσοφικά θέματα. Μάλιστα, για μερικά μέλη της Ακαδημίας έχει αναφερθεί ότι σπού­δασαν με τον Ισοκράτη και τους μαθητές του.

Ο Ελικών από την Κύζικο ήταν μαθητής του Ευδόξου και, επίσης, συνδεόταν με κάποιο μαθη­τή του Ισοκράτη, αλλά και με τον Πολύξενο, εταίρο του Βρύσωνος (Πλάτων, Επιστολή Η', 360c), ενώ ο Πλούταρχος τον αποκαλεί «οικείο του Πλάτωνα» (Δίων, ΙΘ'). 

Μία ενδιαφέρουσα φυσιογνωμία, που απαντά και στις δύο σχολές, είναι ο Θεοδέκτης ο Φασηλίτης (από τη Λυκία), ο οποίος αναφέρεται αρκετές φορές με σεβα­σμό στη Ρητορική του Αριστοτέλη. 

Περιγράφε­ται ως «μαθητής του Πλάτωνα και του Ισοκρά­τη και του Αριστοτέλη», που έγραψε εγκώμια, τραγωδίες, μία Απολογία του Σωκράτη, ένα εγ­χειρίδιο ρητορικής τέχνης σε έμμετρο λόγο, και μερικές πραγματείες υπό μορφή καταλόγων (Σούδα, λ. Θεοδέκτης). 

Ένα από τα χα­μένα έργα του Αριστοτέλη είχε τον τίτλο Θεοδέκτεια {Ρητορική, Γ', 9.9), δηλαδή επιτομή του ρητορικού εγ­χειριδίου του Θεοδέκτη (Διογένης Λα­έρτιος, Βιβλίο 5 [Ο Αριστοτέλης και οι Μαθητές του], 25).

Η επίσκεψη στην Ακαδημία κά­ποιου Χαλδαίου, το όνομα του οποί­ου δεν μας παραδίδουν οι πηγές,
ίσως συνδέεται με αστρονομικές έρευνες και το ενδιαφέρον για μεταρρύθμιση του ημε­ρολογίου, το οποίο εκδηλώθηκε στην Ακαδη­μία με πρωτοβουλία του Ευδόξου και του Καλλίππου του Κυζικηνού. 

Ο Κάλλιππος ήταν αστρο­νόμος, ο οποίος ακολούθησε τον Εύδοξο στην Αθήνα «και έζησε με τον Αριστοτέλη, διορθώ­νοντας και εξειδικεύοντας με τη βοήθεια του τις ανακαλύψεις του Εύδοξου» (Σιμπλίκιος, Πε­ρί ουρανού, σελ. 493, 58), έγινε δε διάσημος διότι έκανε σημαντικές προόδους στη διόρθω­ση του ημερολογίου σε σχέση με τις θεωρίες που διατύπωσαν στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. ο Μέτων και ο Ευκτήμων.

Η πνευματική, πολιτιστική και γεωγραφι­κή ποικιλία της Ακαδημίας δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να αναπτυχθούν διάφορες σχέσεις μεταξύ ανθρώπων με διαφορετικούς στόχους, ενδιαφέροντα και προσωπικά κίνη­τρα. Η Ακαδημία ήταν κέντρο πνευματικής πρό­κλησης και προσαρμογής και όχι ομοιογενής ομάδα που ήθελε να διαδώσει κάποιο καθορι­σμένο σύστημα φιλοσοφικών θέσεων. Tα μέλη της κοινότητας προέρχονταν, ίσως και σε πο­σοστό 90%, εκτός Αθηνών. 

Πολλά μέλη προέρ­χονταν από τη Βόρεια και την Κεντρική Ελλά­δα, καθώς και από την Πελοπόννησο, από τις πόλεις της Προποντίδας και του Πόντου, τις ακτές της Μικράς Ασίας και την Ελληνική Δύ­ση (Νότια Ιταλία και Σικελία). 

Άλλοι προήλθαν από περιοχές όπου είχαν αναπτυχθεί Πυθαγό­ρειες κοινότητες (αδελφότητες), μερικοί από μικρασιατικές πόλεις στις οποίες είχαν διδάξει ο Εύδοξος και άλλοι πλανόδιοι διδάσκαλοι, και ορισμένοι από εμπορικά κέντρα που βρίσκο­νταν πάνω στους οικείους εμπορικούς δρόμους μεταξύ της Αθήνας και των παραθαλάσσιων πό­λεων της Προποντίδας και του Πόντου. 

Έτσι, η Ακαδημία δεν ήταν προϊόν μίας συγκεκριμένης προσωπικότητας ή μίας συγκεκριμένης πόλης, αλλά ανταπόκριση στην ανάγκη του ευρύτερου Ελληνικού κόσμου να θέσει σε πανελλήνιο πλαί­σιο την εκπαιδευτική διαδικασία, καθώς και τα πολιτικά, επιστημονικά και άλλα φιλοσοφικά ερωτήματα του. 

Όπως οι σοφιστές, η Ακαδημία επωφελήθηκε του δημόσιου χώρου σε ένα πε­ρίοπτο αστικό κέντρο και κυκλοφόρησε φιλο­σοφικά γραπτά για να προσελκύσει την προ­σοχή και να οικοδομήσει τη συνέχειά της. 

Αντί­θετα προς τις εσωστρεφείς Πυθαγόρειες κοι­νότητες (και, σε κάποιο βαθμό, τη μεταγενέστερη σχολή του Επίκουρου στην Αθήνα), η συμμε­τοχή στην Ακαδημία δεν είχε ως προϋπόθεση την τήρηση προδιαγεγραμμένων διαδικασιών εισδοχής, ούτε υπήρχαν τελετουργίες, ιεροί ή μυστικοί όρκοι, κανόνες διατροφής ή κοινά ση­μεία, που θα είχαν σκοπό να ξεχωρίσουν τα μέ­λη από τα μη μέλη, σε σχέση με την περιβάλ­λουσα κοινότητα.

Ως θεσμός, αποτελούσε πε­ραιτέρω εξέλιξη του είδους των σχολών που ο Ισοκράτης και άλλοι οπαδοί του Σωκράτη είχαν ήδη δημιουργή­σει (παρά την άρνηση του Σωκράτη να διαχω­ρίσει τη φιλοσοφική εκ­παίδευση από την κα­θημερινή ζωή στην πό­λη).

Όπως ο Ισοκράτης και άλλοι, είχε ήδη αρχίσει να πράττει, ο Πλάτων αναδια­μόρφωσε τον παλαιό θεσμό της ξενίας φιλίας ανάμεσα σε ανθρώπους από διαφο­ρετικές πόλεις, ο οποίος στη­ριζόταν σε παραδοσιακούς οικογενειακούς δεσμούς, και τον χρησιμοποίησε ως τον κύ­ριο μηχανισμό δημιουργίας μίας πιο σύνθετης κοινότητας, αφιε­ρωμένης στη μάθηση, τη διδασκα­λία και την έρευνα, που έβλεπε πέ­ρα από την πόλη, ακόμη και στο μη Ελληνικό κόσμο. (*)
--------------

(*) ΠΗΓΗ: Πανεπιστήμιο Καίμπριτζ: «Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας», Τόμος 7ος.


Δεν υπάρχουν σχόλια: