(Η μνήμη τους εορτάζεται στις 9 Μαρτίου)
Τον καιρό που στην Ανατολή βασίλευε ο αντίχριστος Λικίνιος (308-323 μ.Χ.), η Εκκλησία μας απέκτησε πολυάριθμους μάρτυρες, που θυσίαζαν θαρραλέα τη ζωή τους, ομολογώντας την πίστη τους στον ένα και μοναδικό Θεό.
Από τους πιο θαρραλέους Χριστιανούς μάρτυρες της εποχής εκείνης ήταν 40 γενναίοι στρατιώτες, που ανήκαν στο στρατό του βασιλιά Λικίνιου.
Δεν ήταν όλοι τους από την ίδια πόλη, αλλά χάρη της υπηρεσίας τους βρέθηκαν φύλακες της επαρχίας του Πόντου.
Στην επαρχία αυτή, ηγεμόνας ήταν ο Αγρικόλας, ένας από τους πιο φανατικούς ειδωλολάτρες άρχοντες, που εξολόθρευε ότι είχε σχέση με τον Χριστιανισμό. Μάλιστα, επινοούσε και ο ίδιος διάφορα βασανιστήρια για... τους οπαδούς του Ναζωραίου!
Στην επαρχία, λοιπόν, αυτού του άρχοντα, βρέθηκαν να υπηρετούν την εποχή εκείνη οι 40 γενναίοι στρατιώτες.
Ήταν διαλεκτοί γι’ αυτή την υπηρεσία, γιατί είχαν ξεπεράσει τους υπόλοιπους στρατιώτες σε θάρρος και σε ομορφιά αναστήματος. Σε όσους πολέμους έλαβαν μέρος δεν βρέθηκε κανείς να τους νικήσει. Στις μάχες ήταν ήρωες.
Μα, πάνω απ’ όλα ήταν Χριστιανοί! Ψεύτικα είδωλα δεν προσκυνούσαν και αυτό δεν διέφυγε από την προσοχή του πονηρού ηγεμόνα, ο οποίος αφού τους προσκάλεσε να τους δει, τους πρόσταξε να θυσιάσουν στους θεούς των ειδωλολατρών, σύμφωνα με τους βασιλικούς ορισμούς.
Οι Άγιοι, χωρίς να φοβηθούν, είπαν με μια φωνή:
- Μάθε πως είμαστε Χριστιανοί και ψεύτικα είδωλα δεν προσκυνούμε, έστω κι αν μας προστάζει βασιλικός ορισμός.
Μετά απ’ αυτά τα λόγια, ο πονηρός ηγεμόνας άρχισε να τους κολακεύει και να τους λέει με ήπια φωνή:
- Μα πάντα και οι 40 ήσασταν πειθαρχικοί στις βασιλικές υπηρεσίες και δείχνατε προθυμία στη μάχη. Στους πολέμους του βασιλιά είχατε ανδρεία και φρόνηση περισσότερη από τους υπόλοιπους στρατιώτες της ηλικίας σας και αυτό μπορώ να το παραδεχτώ κι εγώ και όλοι οι συστρατιώτες σας. Ο βασιλιάς σας τίμησε για όλα αυτά, γι’ αυτό οφείλετε κι εσείς να υπακούσετε στους βασιλικούς ορισμούς και να έρθετε να θυσιάσετε στους καλούς θεούς μας. Αν υπακούσετε, θα τιμηθείτε περισσότερο και θα πάρετε πολλές χάρες. Αν, όμως, δεν υπακούσετε στην προσταγή του βασιλιά, τότε, λυπάμαι που σας το λέω αλλά σας περιμένει φρικτός θάνατος.
- Είναι αλήθεια! Δείχναμε πολλή προθυμία στη μάχη και κινδυνεύσαμε αφάνταστα για να φέρουμε τη νίκη στο βασιλιά. Αν, όμως, για την αγάπη ενός επίγειου βασιλιά καταφρονήσαμε τη ζωή μας, δεν πρέπει τώρα για την αγάπη του Ουράνιου Βασιλιά και Θεού μας ν’ αγωνιστούμε με περισσότερη προθυμία; Όσο για τις τιμές και τις χάρες που μας υπόσχεσαι, μάθε ότι εμείς μια τιμή έχουμε, να ονομαζόμαστε αληθινοί Χριστιανοί και μια χάρη επιθυμούμε, να κερδίσουμε μια θέση στη βασιλεία των Ουρανών, έστω κι αν χρειαστεί να θυσιάσουμε την ίδια μας τη ζωή.
Ακούγοντας ο έπαρχος τα λόγια που είπε ο Άγιος Κάνδιδος, οργίστηκε πολύ.
- Δεν χρειάζεται πολυλογία, μόνο να έρθετε να θυσιάσετε! Μέχρι τότε θα περάσετε τη νύχτα σας στη φυλακή! Ίσως εκεί σκεφθείτε καλύτερα!
Μετά απ’ αυτά τα λόγια οι 40 στρατιώτες οδηγήθηκαν στις φυλακές. Εκεί, χωρίς να χάσουν χρόνο, άρχισαν την προσευχή!
- Φύλαξε μας Κύριε, στην αληθινή Πίστη. Όλοι μας, και οι 40, επιθυμούμε να μείνουμε πιστοί στρατιώτες Σου. Έστω κι αν χρειαστεί να θυσιάσουμε τη ζωή μας για Σένα! Ευλόγησε τον όρκο μας, τίποτα να μη βρεθεί να μας χωρίσει από την αγάπη Σου! Και, όπως, είμαστε και οι 40 μαζί σ’ αυτήν την σκοτεινή φυλακή και Σε δοξολογούμε, έτσι, ενωμένοι να βρεθούμε και στον Ουρανό, για να απολαύσουμε τη θέα του προσώπου Σου, Κύριε!
Αυτά είπαν και όταν νύχτωσε και χάθηκε κάθε αχτίδα φωτός από τον μουχλιασμένο εκείνο τόπο, οι γενναίοι αθλητές δεν λιποψύχησαν αλλά με ύμνους θέλησαν να προϋπαντήσουν την αυγή.
Μα, για δες! Κατά τα μεσάνυχτα, ένα αλλιώτικο φως, ουράνιο, άρχισε να ανατέλλει στη μέση του σκοτεινού κελιού τους.
Ήταν ο Κύριος, που βλέποντας τις μαρτυρικές διαθέσεις τους, ήρθε ανάμεσά τους, για να τους ενισχύσει!
- Η προθυμία σας, παιδιά μου, είναι ευάρεστη σε Μένα! Μα, μόνο όποιος υπομείνει μέχρι το τέλος τις δοκιμασίες που τον περιμένουν θα σωθεί!
Αυτά τους είπε ο Κύριος και εξαφανίστηκε από μπροστά τους.
Όχι, όμως, κι από τις καρδιές τους. Οι 40 αγωνιστές χάραξαν βαθιά μέσα τους τα λόγια Εκείνου και έμειναν μέχρι την αυγή δοξολογώντας το Θεό για τη μεγάλη τιμή που τους αξίωσε, να γευθούν τη θεσπέσια ομορφιά της παρουσίας Του.
Τις πρωινές ώρες φάνηκαν απεσταλμένοι στρατιώτες, για να τους οδηγήσουν πάλι μπροστά στον ηγεμόνα Αγρικόλα.
Νόμιζε ο ηγεμόνας ότι με τα λόγια και τις υποσχέσεις, μπορούσε να πείσει τους αγίους του Θεού να αρνηθούν την πίστη τους. Γι’ αυτό, άρχισε να υποκρίνεται:
- Σας συμβουλεύω να θυσιάσετε αμέσως στους καλούς θεούς μας, πριν οργιστούν εναντίον σας. Αν με ακούσετε, θα με έχετε φίλο σας. Αν, όμως, συνεχίσετε να δηλώνετε Χριστιανοί, τότε, θα με αναγκάσετε να σας συμπεριφερθώ σαν να ήσασταν εχθροί μου. Από τη θέλησή σας, λοιπόν, εξαρτάται. Γι’ αυτό, αποφασίστε!
Και ο Άγιος Κάνδιδος αγανακτισμένος από την διπρόσωπη συμπεριφορά του Έπαρχου, απάντησε:
- Και ποιός σου είπε, πονηρέ Έπαρχε, πως εμείς θέλουμε να σ’ έχουμε φίλο; Τί φιλία και τί αγάπη περιμένουμε να μας δείξεις εσύ, που δεν είσαι ούτε καν άνθρωπος αλλά γίνεσαι πιο άγριος και απ’ τα θηρία, όταν καταδικάζεις Χριστιανούς σε θάνατο; Μάθε ότι το ψεύτικο προσωπείο της κολακείας που φοράς, δεν μας πείθει ν’ αρνηθούμε το Χριστό! Η απόφασή μας είναι ίδια. Είμαστε Χριστιανοί!
Τα λόγια αυτά έκαναν τον ηγεμόνα Αγρικόλα να γίνει θηρίο έτοιμο να τους κατασπαράξει.
- Γρήγορα, φρουροί, πιάστε τους και δέστε τους σφικτά...
- Μήπως ξέχασες, Ηγεμόνα, ότι δεν έχεις εξουσία να μας βασανίζεις αλλά μόνο να μας ρωτάς; είπε ο Άγιος Δόμνος.
Και ο Αγρικόλαος φοβισμένος για τη θέση του, είπε στους στρατιώτες του να μην τους πειράξουν, αλλά να τους ρίξουν ξανά στη φυλακή μέχρι να γυρίσει ο δούκας από την Καισάρεια και να αναλάβει εκείνος την υπόθεση.
Μετά από μία εβδομάδα, γύρισε ο δούκας Λυσίας και έμαθε τα γεγονότα από τον ηγεμόνα Αγρικόλα. Διέταξε, λοιπόν, αμέσως να παρουσιαστούν μπροστά τους οι 40 εκείνοι στρατιώτες και να καλέσουν και πλήθος λαού μαζί, για να δει το αποτέλεσμα. Όταν έφτασαν οι Άγιοι και στάθηκαν μπροστά τους, τότε, πήρε το λόγο ο δούκας και είπε:
- Νομίζω, στρατιώτες, ότι δεν θα φέρετε αντίρρηση στο να θυσιάσετε στους θεούς μας. Υπακούστε στη διαταγή αμέσως. Αν θυσιάσετε, θα αξιωθείτε μεγάλες δωρεές. Αν, όμως, αρνηθείτε να θυσιάσετε, αφού σας αφαιρέσουμε τη ζώνη, που είναι σημείο της τιμής σας, θα σας τιμωρήσω ανηλεώς, μέχρι θανάτου.
Τότε, ο Άγιος Κάνδιδος του απάντησε:
- Με τί προσπαθείς να μας φοβίσεις; Με τιμωρίες; Εμείς τις θεωρούμε ευεργεσίες. Με θάνατο; Εμείς τον θεωρούμε ζωή. Δοκίμασέ μας με όποιο τρόπο θέλεις και θα δεις ότι μπορούμε να υπομείνουμε τα πάντα για την αγάπη του Χριστού.
Τότε, ο δούκας θύμωσε και διέταξε τους φρουρούς του να πάρουν στα χέρια πέτρες και να χτυπούν τους Αγίους στο στόμα, μέχρι να σπάσουν τα δόντια τους.
Μα, ώ του θαύματος! Όταν οι φρουροί πήραν στα χέρια τους πέτρες για να εκτελέσουν την προσταγή, δεν μπορούσαν να διακρίνουν τους Αγίους του Θεού και χτυπούσαν ο ένας τον άλλον. Ο δούκας βλέποντας την αποτυχία των φρουρών του, πήρε κι ο ίδιος πέτρα για να ρίξει. Όμως, αστόχησε κι αυτός και χτύπησε τον Ηγεμόνα Αγρικόλα στο πρόσωπο και τον περιέλουσε με αίμα.
Βλέποντας αυτό το θαύμα οι Άγιοι, θαύμασαν την δικαιοσύνη του Θεού!
Μα, οι άρχοντες μη μπορώντας να δια-κρίνουν την αλήθεια, έπεισαν όλους τους παρευρισκόμενους ότι πρόκειται περί μαγείας. Έπειτα, δόθηκε διαταγή να φυλακιστούν, μέχρι να σκεφθούν τον τρόπο που θα τους θανατώσουν!
Την επομένη τους ξανακάλεσε ο δούκας και τους είπε:
- Σας ρωτάω για τελευταία φορά. Θα θυσιάσετε στους θεούς μας ή θέλετε να πεθάνετε;
- Όπως με τη θέλησή μας, ρίξαμε τις ζώνες μας, έτσι πρόθυμα, δεχόμαστε το θάνατο, για την αγάπη του Χριστού!
Ακούγοντας τα τελευταία λόγια τους ο ηγεμόνας, διέταξε να δέσουν τους Αγίους από το λαιμό με σχοινιά και να τους ρίξουν στη λίμνη Σεβάστεια, που την εποχή εκείνη ήταν παγωμένη από το κρύο, αφού και στην επιφάνειά της ακόμη είχε πάγο.
Οι γενναίοι στρατιώτες ακούγοντας τη διαταγή του ηγεμόνα, με χαρά πέταξαν τα ρούχα τους και βιαζόταν ποιός θα μπει πρώτος στη λίμνη.
- Δριμύς είναι ο χειμώνας αλλά γλυκύς ο Παράδεισος. Ας υπομείνουμε μια νύχτα τους πόνους της παγωνιάς, για να κερδίσουμε από αύριο την αιώνια ζωή! Το βασανιστήριό μας σε λίγο θα τελειώσει και από αύριο μόνο χαρά και ευτυχία θα πλημμυρίζει την ύπαρξή μας.
Όλο κουράγιο και γενναιότητα ήταν τα λόγια που έλεγαν τις ώρες εκείνες μεταξύ τους οι Άγιοι του Θεού.
Όμως, ο πονηρός Αγρικόλας, για να επιτείνει το βασανιστήριό τους, διέταξε να ανάψουν ένα λουτρό που υπήρχε δίπλα από την λίμνη, για να το βλέπουν και όταν δειλιάσουν και καμφθούν από το ψύχος, να τρέξουν εκεί να βρουν ζεστασιά.
Ήταν μεγάλη δοκιμασία! Μέχρι που ήταν μέρα, άντεχαν όσο μπορούσαν το ψύχος του χειμώνα! Όταν, όμως, η νύχτα προχώρησε και ο παγετός αυξήθηκε, ένιωθαν φοβερούς πόνους στο σώμα τους. Τα μέλη τους άρχισαν να νεκρώνονται. Το αίμα τους πάγωσε. Η οδύνη της καρδιάς τους ήταν ανυπόφορη.
Ενώ επικρατούσε αυτή η κατάσταση, οι 39 μάρτυρες υπέμεναν γενναία, ενθαρρύνοντας ο ένας τον άλλο. Όμως, ένας, μη μπορώντας να υπομείνει άλλο, έφυγε τρέχοντας να βρει ζεστασιά στο λουτρό. Και μόλις, ο άμοιρος, πλησίασε τη φωτιά, διαλύθηκε το σώμα του στο έδαφος.
Βλέποντας οι υπόλοιποι τη λιποψυχία και το τέλος του συστρατιώτη τους, λυπήθηκαν αφάνταστα!
- Λυπήσου μας Κύριε και μη μας εγκαταλείψεις. Δυνάμωσέ μας ν’ αντέξουμε και να μη δειλιάσουμε! Στη βοήθειά Σου ελπίζουμε!
Ανέβαινε με αγωνία η προσευχή τους στον Ουρανό. Κι η απάντηση δεν άργησε!
Ευθύς, ο πάγος έλιωσε και το νερό ζεστάθηκε ενώ στον ουρανό άστραψε ένα θαυμάσιο φως.
Οι στρατιώτες που φύλαγαν τους Αγίους είχαν τυλιχτεί στους μανδύες τους και κοιμόντουσαν. Μόνο ο δεσμοφύλακας Αγλάιος ήταν ξύπνιος και θέλοντας να δει από πού έρχεται εκείνο το υπέρλαμπρο φως, γύρισε το βλέμμα του ψηλά και είδε 40 φωτεινά στεφάνια να κατεβαίνουν απ’ τον ουρανό. Τα 39 στάθηκαν στα κεφάλια των Αγίων. Ένα, όμως, αιωρούταν μη έχοντας τόπο να σταθεί. Στην αρχή δεν καταλάβαινε τί σήμαινε το όραμα αυτό. Όμως, μετά από λίγο κατάλαβε ότι το στεφάνι εκείνο ήταν αυτού που λιποψύχησε.
Αμέσως, τότε, πήγε και ξύπνησε τους συντρόφους του και αφού έβγαλε τα ρούχα του, έπεσε στη λίμνη φωνάζοντας:
- Είμαι κι εγώ Χριστιανός.
Έτσι ο αριθμός των 40 ξανασυμπληρώθηκε!
Το πρωί πήγε ο Αγρικόλας να δει τους μάρτυρες και μαθαίνοντας τα γεγονότα από τους φρουρούς, θύμωσε!
-Σπάστε τους τα σκέλη να τελειώνουμε!
Αμέσως, οι φρουροί τους έβγαλαν έξω και εκτέλεσαν τη διαταγή.
Έτσι, πέταξαν οι ψυχές τους αδελφωμένες, για να παρουσιαστούν στο Βασιλιά των Βασιλιάδων, τον γλυκύτατο Ιησού!
* * *
Σαράντα στρατιώτες ήταν. Σαράντα μαργαριτάρια που στόλισαν το μαρτυρικό περιδέραιο της Εκκλησίας μας!
Τα ονόματά τους:
Αγγίας, Αγλάιος, Αέτιος, Αθανάσιος, Ακάκιος, Αλέξανδρος, Βιβιανός, Γάιος, Γοργόνιος, Γοργόνιος, Δομετιανός, Δόμνος, Εκδίκιος, Ευνοϊκός, Ευτυχής, Ευτύχιος, Ηλιανός, Ηλίας, Ηράκλειος, Ησύχιος, Θεόδουλος, Θεόφιλος, Ιωάννης, Κάνδιδος, Κύριλλος, Κυρίων, Λυσίμαχος, Μελίτων, Νικόλαος, Ξανθίας, Ουαλέριος, Ουάλης, Πρίσκος, Σακερδών, Σεβηριανός, Σισίνιος, Σμάραγδος, Φιλοκτήμων, Φλάβιος και Χουδίων.
Την ευχή τους να έχουμε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου