Οι ρίζες του Αρχαιοελληνικού Πολιτισμού συνδέονται με τις συνέπειες των κλιματικών αλλαγών. Η ελληνική μυθολογία δεν είναι παρά ένα περίβλημα που κρύβει τους θησαυρούς μιας μυστηριακής θρησκείας όπου οι πρώτοι φιλόσοφοι έκρυψαν τη γνώση τους των μεγάλων νόμων του φυσικού κόσμου. Μεγάλο τμήμα της Ελληνικής Μυθολογίας ταυτίζεται με την γεωλογική εξέλιξη του Ελλαδικού χώρου, με αποτέλεσμα να έχει και μία φυσικογεωλογική ή γεωμυθολογική διάσταση.
Πολυετής ερευνητική δραστηριότητα έχει δείξει ότι η Θεογονία του Ησιόδου, τα έργα του Ομήρου και των άλλων συγγραφέων, αντιπροσωπεύουν την φυσικογεωλογική εξέλιξη του Αιγιακού και ΠεριΑιγαιακού χώρου για το χρονικό διάστημα μεταξύ 18.000 και 6.000 χρόνια πριν από σήμερα κυρίως. Η μυθολογία δεν ήταν παρά το πραγματικό κεφάλαιο της ιστορίας της Ελλάδας.
Η παρουσία της Γης σαν πρωτογενές στοιχείο-ύλη και θεότητα εμφανίζεται στις τρεις βασικές πηγές της ελληνικής μυθολογίας (Χθόνια, Ησίοδος, Ορφική). Στις άλλες μυθολογίες-θρησκείες, που επηρέασαν τον λεγόμενο ευρωπαϊκό πολιτισμό, η παρουσία της Γης (στοιχείο και θεότητα) είναι διαφορετική και όχι πρωταρχική (Γερμανοσκαδιναβική: Ελλα, Βίβλος, Κοράνι).
Μπορούμε να θεωρήσουμε την “Χθόνια” θεογονία-κοσμογονία σαν την πιο αρχαϊκή, ως προς τα αναφερόμενα πρόσωπα (θεότητα) και στοιχεία που εν τούτοις συμπλέκονται με την εξέλιξη άλλων θεογονιών. Σύμφωνα, λοιπόν, με την χθόνια παράδοση, εν αρχή υπήρχε η Μητέρα-Γη, υποχθόνια προσωπικότητα που κυριαρχούσε στους Δελφούς.
Στις περισσότερες περιπτώσεις μαχών, η Μεγάλη Μητέρα Γαία παίζει ένα διαχρονικό και συνήθως κυρίαρχο ρόλο, πάντα πίσω από τα δρώμενα. Περιγράφεται από ορισμένους ως εμπαθής και σκανδαλοποιός επειδή προτρέπει τους Τιτάνες να επιτεθούν κατά του συζύγου της με τη γνωστή επίθεση του γιου τους Κρόνου εναντίον του πατέρα του Ουρανού. Ύστερα, γεννάει τους Γίγαντες που τους εξωθεί εναντίον του εγγονού της, Δία. Κατά την Τιτανομαχία, οι Γίγαντες με την προτροπή και πάλι της Γαίας, τίθενται στο πλευρό του Δία.
Από το γάμο του Ουρανού με τη Γη γεννήθηκαν οι τερατόμορφοι Γίγαντες που είχαν ανθρώπινο κορμί και φιδίσια πόδια. Βασιλιά είχαν τον Ευρυμέδοντα, που τους ξεσήκωσε και τους παρέσυρε σε άγριο πόλεμο κατά των Θεών. Ήθελαν να τους εξοντώσουν και να γίνουν αυτοί κυρίαρχοι της πλάσης, του ουρανού και της γης, να καθίσουν και να στήσουν αυτοί το βασίλειό τους στον Όλυμπο. Κι επειδή ήταν όλοι τους, οι Γίγαντες, άγριοι πολεμιστές, ο πόλεμος που άναψε ανάμεσα σ’ αυτούς και τους Θεούς, ήταν εξίσου άγριος και τρομερός. Λένε, πως ολόκληρα βουνά ξερίζωναν και τα πετούσαν στους Θεούς, ενάντια στα θεϊκά παλάτια.
Ο Δίας, νικητής κατά των Τιτάνων χρειάστηκε να αγωνιστεί σκληρά, για να εξασφαλίσει τον Ολύμπιο θρόνο. Ομόφωνα οι αρχαίοι συγγραφείς τοποθετούν το πεδίο της μάχης των Γιγάντων και των θεών στο δυτικό τμήμα της Χαλκιδικής. Εκεί, σε μακρινή απόσταση από τον Όλυμπο, βρισκόταν το πεδίο της Φλέγρας, δηλαδή τόπος της φωτιάς , μια περιοχή άγρια. Πρόκειται για τη σημερινή Κασσάνδρα της Χαλκιδικής.
Στην πρώτη γραμμή του στρατοπέδου των θεών ήταν ο Δίας και η Αθηνά. Επεμβαίνουν όμως και άλλες θεότητες: η Ήρα, ο Απόλλωνας, ο Ήφαιστος, η Άρτεμη, ο Ποσειδώνας, η Αφροδίτη, η Εκάτη αλλά και οι Μοίρες. Και κάθε ένας από τους θεούς και κάθε μια απ’ τις θεές ερχόταν σε συμπλοκή με έναν ή περισσότερους Γίγαντες. Οι γνωστότεροι Γίγαντες ήταν: ο Πορφυρίων, ο Αλκυονεύς, ο Εγκέλαδος, ο Εφιάλτης, ο Εύρυτος, ο Κλυτίος, ο Πολυβότης, ο Πάλλας, ο Ιππόλυτος, ο Γρατίων, ο Άγριος και ο Θόων.
Όπως και στην Τιτανομαχία, έτσι και στην Γιγαντομαχία, ο Δίας αναγκάστηκε να επικαλεστεί τη βοήθεια και άλλων δυνάμεων. Και κάλεσε έναν θνητό αυτή τη φορά τον Ηρακλή -που καμιά φορά τον συνοδεύει και ο Διόνυσος. Από το μέρος της πάλι η Γη, για να βοηθήσει τα παιδιά της, τους Γίγαντες, σκέφτεται να τους δώσει να φάνε το μαγικό χορτάρι, που χαρίζει την αθανασία. Σαν το έμαθε όμως ο Δίας, απαγορεύει στον Ήλιο και στη Σελήνη και στην Ηώ να παρουσιαστούν και μέσα στο σκοτάδι ξεριζώνει το θαυματουργό χορτάρι. Η τύχη των Γιγάντων κρίθηκε. Μάταια θα προσπαθήσουν να αναρριχηθούν στον Όλυμπο, σωριάζοντας το ένα πάνω στο άλλο τα γειτονικά βουνά. Ανώφελα τα κατορθώματα τους.
Διαφορετικού χαρακτήρα ήταν η συμμετοχή της Αθηνάς στη μάχη. Για να καταβάλει η Αθηνά το Γίγαντα Εγκέλαδο, ο οποίος ήταν γιος του Τάρταρου και της Γης αναγκάστηκε να τον καταπλακώσει με την νήσο Σικελία ή το όρος Αίτνα. Το αποτέλεσμα είναι πλέον ο Εγκέλαδος να αναστενάζει μέσα στο τάφο του, προκαλώντας εκρήξεις ηφαιστείων και σεισμούς. Η λέξη Εγκέλαδος προέρχεται από τη σύντμηση των λέξεων (έγκειμαι + λας) και υποδηλώνει τον εγκατεστημένο στα πετρώματα, στο στερεό φλοιό της Γης.
Σύμφωνα με άλλο μύθο, ο Εγκέλαδος καταπλακώθηκε από βράχο που πέταξαν εναντίον του οι Θεοί του Ολύμπου. Έτσι, ο «Εγκέλαδος-Σεισμός» γίγαντας, είναι θαμμένος στην Κασσάνδρα, αλλά μη έχοντας πεθάνει, από καιρό σε καιρό προσπαθεί να ελευθερωθεί από το βράχο που τον έχει καταπλακώσει και οι προσπάθειές του αποτελούν το φαινόμενο του σεισμού. Οι μύθοι αυτοί υπονοούν την προσπάθεια που καταβλήθηκε για να ερμηνευτούν, από τα πολύ παλιά χρόνια, οι ιδιορρυθμίες αυτού του χώρου, καθώς η Κασσάνδρα βυθισμένη στο κέντρο της χερσονήσου είναι πνιγμένη από τον ατμό του καυτού θειαφιού που πηγάζει από την Αγία Παρασκευή.
Σύμφωνα με άλλες εκδοχές του μύθου φονεύθηκε από τον κεραυνό του Δία, σύμφωνα με μια δεύτερη από τον ακόλουθο του Διονύσου τον Σειληνό αλλά η επικρατέστερη αναφέρει είναι ότι φονεύθηκε από την Αθηνά, η οποία έριξε εναντίον του τη Σικελία με την οποία και τον καταπλάκωσε. Ο Παυσανίας αναφέρει και άλλη εκδοχή κατά την οποία η Αθηνά φόνευσε τον Εγκέλαδο ρίχνοντας επάνω του το τέθριππο άρμα της.
Η εκδοχή αυτή υπήρξε από τα πιο προσφιλή θέματα πολλών καλλιτεχνών της αρχαιότητας, αποθανατίζοντας αυτή σε πλείστες μετόπες αρχαίων ναών όπως στον Παρθενώνα και στο ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς. Τέτοιες παραστάσεις του αγώνα μεταξύ της Αθηνάς και του Εγκέλαδου βρίσκονται σε πολλά αγγεία καθώς επίσης κοσμούσαν και τον πέπλο της Αθηνάς στα Παναθήναια.
Μετά τη νίκη του Δία κατά των Γιγάντων ο Δίας είχε να αντιμετωπίσει ακόμα έναν, τελευταίο εχθρό, τον Τυφώνα, ο οποίος γεννήθηκε από την ένωση της Γαίας με τον Τάρταρο. Κι ήταν το τελευταίο παιδί της Γης, κατά τον Ησίοδο. Ο Τυφών κήρυξε τον πόλεμο εναντίον του Δία, ερεθιζόμενος από την μητέρα του Γαία.
Ανατράφηκε σε σπήλαιο της Κιλικίας, που ονομάζεται Τυφώνειον Άντρον. Ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος μας λέει πως ο Τυφώνας ήταν κάτι ανάμεσα σε άνθρωπο και σε άγριο ζώο. Ξεπερνούσε όλα τα άλλα παιδιά της Γης σε μέγεθος και δύναμη. Ήταν ένα αγριότατο θηρίο που έστρεψε εναντίον του Δία και του Ουρανού. Επιτιθέμενος, έριχνε αναμμένες πέτρες προς τον ουρανό, ενώ συγχρόνως με μεγάλη βουή και συριγμό και «…πνέων πυρ ως ζάλην και τρικυμίαν εκ του στόματος αυτού…».
Ήταν μεγαλύτερος από όλα τα βουνά και συχνά το κεφάλι του χτυπούσε στα αστέρια. Όταν τέντωνε τα χέρια του, το ένα έφτανε στην Ανατολή και το άλλο ακουμπούσε στη Δύση και αντί για δάχτυλα είχε εκατό κεφάλια δρακόντων. Από τη μέση και κάτω τον περιέβαλλαν οχιές. Το σώμα του ήταν φτερωτό και το τρίχωμά του άγριο στα μαλλιά και στα γένια και τα μάτια του πετούσαν φωτιές.
Όταν οι θεοί είδαν το ον αυτό να επιτίθεται στον ουρανό, τρομοκρατήθηκαν και δεν δέχτηκαν τη μάχη. Άφησαν τον Ουρανό έρημο και αφύλακτο και έφυγαν τρέχοντας μέχρι την Αίγυπτο και κρύφτηκαν μέσα στην έρημο, όπου μεταμορφώθηκαν σε ζώα. Ο Απόλλωνας έγινε γεράκι, ο Ερμής ίβις, ο Άρης πολύ λεπιδωτό ψάρι, ο Διόνυσος τράγος, ο Ηρακλής ελάφι, ο Ήφαιστος βόδι, η Αφροδίτη έπεσε στον Ευφράτη και έγινε ψάρι. Μόνο η Αθηνά και ο Δίας αντιστάθηκαν στο θηρίο. Ο Δίας του έριξε από μακριά κεραυνοβόλα βέλη και όταν ήρθαν στα χέρια, τον χτύπησε με το ατσάλινο δρεπάνι που η Γη είχε βάλει στο χέρι του Κρόνου για να χτυπήσει τον Ουρανό. Η πάλη έγινε στο βουνό Κάσιο, στα σύνορα της Αιγύπτου και της Πετραίας Αραβίας.
Ο Τυφώνας, που ήταν απλώς πληγωμένος, κατάφερε να υπερισχύσει και απέσπασε το δρεπάνι του θεού. Έκοψε τους τένοντες των χεριών και των ποδιών του Δία, φορτώθηκε τον ανίσχυρο θεό στους ώμους του και τον μετέφερε μέχρι την Κιλικία, όπου τον έκλεισε σε μια σπηλιά, το «Κωρύκιο άντρο». Εκτός από αυτό έκρυψε τους τένοντες και τους μυς του Δία σε ένα δέρμα αρκούδας και τα έδωσε στη δράκαινα Δελφύνη να τα φυλάει.
Ο Ερμής και ο Πάνας -μερικοί λένε ο Κάδμος- έκλεψαν τους τένοντες και τους ξανατοποθέτησαν στο σώμα του Δία. Αυτός ξαναβρήκε αμέσως τη δύναμή του και, ανεβαίνοντας στον ουρανό πάνω σε άρμα που το έσερναν φτερωτά άλογα, βάλθηκε να κεραυνοβολεί το θηρίο. Ο Τυφώνας τράπηκε σε φυγή και, με την ελπίδα να αυξήσει τις δυνάμεις του, θέλησε να δοκιμάσει τους μαγικούς καρπούς που φύτρωναν στο όρος Νύσα. Αυτή ήταν τουλάχιστο η υπόσχεση που του είχαν δώσει οι Μοίρες, για να τον ελκύσουν. Ο Δίας τον πρόλαβε εκεί και η καταδίωξη συνεχίστηκε.
Στη Θράκη ο Τυφώνας εκσφενδόνισε εναντίον του Δία βουνά, αλλά αυτός τα έκαμε με χτυπήματα κεραυνού να πέφτουν επάνω στο θηρίο. Έτσι το βουνό Αίμος όφειλε το όνομά του στο αίμα που κύλησε από μια από τις πληγές του. Οριστικά αποθαρρημένος ο Τυφώνας τράπηκε σε φυγή και, καθώς διέσχιζε τη θάλασσα της Σικελίας, ο Δίας έριξε πάνω του το βουνό Αίτνα, που τον συνέτριψε.
Οι φλόγες που βγαίνουν από την Αίτνα είναι ή αυτές που ξερνά το τέρας ή τα υπολείμματα των κεραυνών, με τους οποίους το σκότωσε ο Δίας.
Υπάρχουν ωστόσο παραλλαγές που συνδέουν τον Τυφώνα με την Ήρα και τον Κρόνο. Η Γαία, δυσαρεστημένη από την ήττα των Γιγάντων, διέβαλε τον Δία στην Ήρα και εκείνη πήγε να ζητήσει από τον Κρόνο ένα μέσο να εκδικηθεί. Ο Κρόνος της παρέδωσε δύο αυγά διαποτισμένα από το σπέρμα του. Αν τα έθαβε, από αυτά τα αυγά θα γεννιόταν ένας δαίμονας ικανός να εκθρονίσει τον Δία. Ο δαίμονας αυτός ήταν ο Τυφώνας.
Σύμφωνα με άλλη μυθική παράδοση, ο Τυφώνας ήταν γιος της Ήρας, που τον είχε γεννήσει μόνη της, χωρίς τη βοήθεια κανενός αρσενικού στοιχείου, όπως είχε κάμει με τον Ήφαιστο. Η Ήρα έδωσε τον τερατώδη γιο της, για να τον μεγαλώσει, σε έναν δράκοντα, τον Πύθωνα που ζούσε στους Δελφούς.
Ο Τυφώνας ετυμολογικά έχει σχέση με τον τύφο και την τούφα, δηλαδή το φούσκωμα και έχει σχέση όχι μόνο με τον κυκλώνα αλλά τη γενικότερη ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα μαζί με την ηφαιστειακή και σεισμική δραστηριότητα. Ο Τυφώνας ταυτίζεται σε ορισμένα σημεία του μύθου με τον Εγκέλαδο και σχετίζεται με το πιο εντυπωσιακό και βίαιο από τα έκτακτα και φυσικά μετεωρολογικά φαινόμενα, τα πέρα από το μέτρο της καθημερινής εμπειρίας.
Και ο Τυφώνας και ο Εγκέλαδος εμφανίζονται να έχουν παιδιά τις Γοργόνες, τη Σφίγγα, τη Λερναία Ύδρα, το Γηρυόνη, τον Κέρβερο και άλλα μυθικά «τέρατα» (συμβολίζουν διάφορα γεωλογικά φαινόμενα) που απέκτησαν με την Έχιδνα. Κατά τον Όμηρο ο Τυφώνας βρίσκεται αλυσοδεμένος στη χώρα των Αρίμων δηλαδή στη Κιλικία και Φρυγία, ενώ κατά τον Πίνδαρο βρίσκεται θαμμένος στα έγκατα της Αίτνας στη Σικελία, όπως ο Εγκέλαδος.
Στην αφήγηση της μάχης ανάμεσα στον Τυφώνα και το Δία στην περιγραφή αυτής της τρομερής αναστάτωσης της φύσης, αυτής της θύελλας φωτιάς που ξεχύνεται ανάμεσα στον ουρανό και τη γη και που ανακατώνει όλα τα στοιχεία σε ένα ακαταμέτρητο χάος είναι δύσκολο να μην αναγνωρίσει κανείς τα φαινόμενα μιας ηφαιστειακής έκρηξης.
Αυτή η πιθανότητα επιβεβαιώνεται από την περιγραφή που κάνει ο Πίνδαρος της έκρηξης της Αίτνας και που αποδίδει τα ολέθρια αποτελέσματά της στην ενέργεια του Τυφώνα. Τα ηφαίστεια των Κυκλάδων, αρκούσαν να προσφέρουν στον ποιητή όλα τα στοιχεία αυτής της κοσμογονικής περιγραφής. Τα φαινόμενα αυτά ήταν η συνηθισμένη και συχνή κατάσταση της φύσης πριν από το Δία, δηλαδή στις περιόδους τις πιο παλιές του κόσμου.
Η φυσιοκρατική ερμηνεία του μύθου των Γιγάντων, ως χθόνιων θεοτήτων, που προκαλούν σεισμούς και αναστατώσεις της γης, διατυπώθηκε στην αρχαιότητα και με αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκαν τα σχετικά ονόματα: Ερυσίχθων, Χθονόφυλος .
Στην Ελληνική Μυθολογία όμως δύο τουλάχιστον θεοί διακρίνονται για τις ίδιες φυσικές δυνάμεις αλλά προέρχονται από διαφορετικές γενιές όπως ο Εγκέλαδος και ο Ποσειδών. Σύμφωνα με άλλη θεωρία ο πανίσχυρος θεός Ποσειδών και όχι ο γίγαντας Εγκέλαδος ήταν για τους Έλληνες ο θεός των γεωλογικών φαινομένων. Αυτός εξουσίαζε τα έγκατα της γης, όπως δείχνουν οι ονομασίες του Γαίης κινητήρ, Γαιήοχος, Μοχλευτήρ, Σεισίχθων, Δαμασίχθων, Ενοσίγαιος αλλά και το ίδιο το όνομά του, που έχει ερμηνευθεί και ως σύζυγος-κυρίαρχος της γης( πόσις της δᾶς). Ο Σοφοκλής τον ονομάζει γης τε και αλμυράς θαλάσσης άγριον μοχλευτήν.
Όταν βαδίζει κάνει τα βουνά να τρέμουν, όταν ταρακουνά τη γη προκαλεί στον Άδη τρόμο, μήπως ανοίξει η γη και φανεί ο Κάτω Κόσμος. Ο Ποσειδώνας λατρεύεται ως Εδραίος, Ασφάλειος, Θεμελιούχος, Τειχοποιός και οι άνθρωποι επικαλούνται την προστασία του για τη σταθερότητα του εδάφους και την ασφάλεια των κτισμάτων. Κλείνει ο ίδιος τις πύλες του Κάτω Κόσμου και κρατεί φυλακισμένους στα Τάρταρα τους Τιτάνες, θεμελιώνει και χτίζει τα τείχη της Τροίας και γκρεμίζει το τείχος που ύψωσαν οι Έλληνες απέναντί της κατά την πολιορκία της.
Αυτός, σείοντας τη γη, απέσπασε τμήματα από τις ξηρές και δημιούργησε νησιά, όπως π.χ. όταν, για να εξουδετερώσει τον γίγαντα Πολυβώτη στον αγώνα των θεών εναντίον των γιγάντων, έκοψε με την τρίαινά του τμήμα από την Κω και μ’ αυτό τον καταπλάκωσε, δημιουργώντας τη Νίσυρο. Στη Θεσσαλία διέρρηξε με την τρίαινα τα βουνά, ώστε να βρουν διέξοδο τα νερά που λίμναζαν εκεί, σχηματίζοντας τα Τέμπη. Σεισμός κατά την παράδοση έκανε τη Σικελία «αναρραγήναι» από το άκρο της ιταλικής χερσονήσου.
Στις περιοχές που πλήττονταν από σεισμούς κυριαρχούσε η λατρεία του Ποσειδώνος. Το ιερό των Δελφών ανήκε αρχικά στο χθόνιο Ποσειδώνα και στην πάρεδρό του Γαία. Στην αγορά της Σπάρτης υπήρχε άγαλμα του Ποσειδώνος Ασφαλείου. Κοιτίδα της λατρείας του στα ιστορικά χρόνια, ως χθόνιας και όχι θαλάσσιας θεότητας, είναι η Πελοπόννησος, την οποία οι ιστορικοί Έφορος και Διόδωρος ονομάζουν οικητήριον Ποσειδώνος και ιεράν Ποσειδώνος. Οι Θεσσαλοί τιμούσαν τον Ποσειδώνα ως γαιήοχο και γαιοσείστη.
Σύμφωνα με την παράδοση αυτός άνοιξε τον αυλώνα των Τεμπών ανάμεσα στον Όλυμπο και την Όσσα για να βρει στη θάλασσα διέξοδο ο Πηνειός. Ήταν διαδεδομένη ,λοιπόν, στη θεσσαλική ενδοχώρα η λατρεία του χθόνιου Ποσειδώνα που εκεί είχε το προσωνύμιο Πετραίος. Αλλά και η Βοιωτία χαρακτηρίζεται από ιερά του Ποσειδώνος, με ονομαστό ιερό του στην Ογχηστό και με άλλα ιερά στην Ελικώνα. Άποικοι μετέφεραν τη λατρεία του ελικώνιου Απόλλωνα στην Ιωνία. Ενδεικτική του κυρίαρχου χθόνιου χαρακτήρα του Ποσειδώνος στην Πελοπόννησο είναι η έντονη λατρεία του στις αρκαδικές πόλεις, μολονότι η αρχαία Αρκαδία δεν είχε θάλασσα.
Σε ό,τι αφορά τις έριδες μεταξύ των θεών υπάρχουν διάφορες ερμηνείες και προσεγγίσεις της Ελληνικής Μυθολογίας, κυρίως για την Τιτανομαχία και τη Γιγαντομαχία. Συνήθως συμβολική, θρησκευτική, μεταφυσική. Είναι δυνατόν, όμως, να επιτευχθεί μια νέα προσέγγιση της Ελληνικής Μυθολογίας.
Από την εμπειρία ενός γεωλόγου ο κύριος παράγων θα πρέπει να είναι το φυσικογεωλογικό καθεστώς και οι μεταβολές του στον Σαρωνικό Κόλπο, το Αιγαίο και τον Περιαιγαιακό χώρο. Αντιπαραθέσεις και έριδες παρατηρούνται όταν μία Νέα Φυσικογεωλογική Τάξη πραγμάτων αντικαθιστά μια παλαιότερη. Κατά τη μυθολογική περίοδο σημαντικότατοι σεισμοί και κατακόρυφες μετατοπίσεις ηφαιστειότητα, μεγάλες κατολισθήσεις, απότομες καταβυθίσεις παράκτιων περιοχών θα πρέπει να είχαν λάβει χώρα.
Της Βασιλικής Παπαπέτρου
logioshermesblogspot.com
Tμήμα ειδήσεων defencenet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου