Πριν από λίγες μέρες, πικρές αναμνήσεις και πάλι για μια φορά ακόμη, μας μετέφεραν στις τελευταίες στιγμές του βυζαντίου. Το σημαντικό είναι να διαπιστώσουμε, το κατά πόσον έχουμε συναισθανθεί σε βάθος, γιατί έπεσε η Πόλη;
Μετά το οριστικό σχίσμα με τη δύση το 1058, το βυζάντιο μπαίνει σε μια τροχιά προϊούσας παρακμής, τόσο κοινωνικής όσο και θρησκευτικής. Για τέσσερις αιώνες βρίσκεται σε «ελεύθερη πτώση» έως ότου φτάσει στο «πάτο του πηγαδιού» μπροστά από τη «μπότα», του σουλτάνου Μωάμεθ Β΄.
Σε αυτά τα 400 περίπου χρόνια διαφθοράς και απώλειας αξιών και νοημάτων ζωής η Πόλη πέφτει αρχικά το 1204 στα χέρια των ρωμαιοκαθολικών σταυροφόρων, όπου μια ολόκληρη παράδοση, ένας πολιτισμός εξευτελίζονται και ταπεινώνονται μπροστά στο τυχοδιωκτικό μένος των μισθοφόρων της «αγίας έδρας…», μα οι «χριστιανοί» του Βυζαντίου, δεν δείχνουν να βάζουν μυαλό, για αυτό μετά από δυόμιση αιώνες ακριβώς, έρχεται η τελική κατάλυση από τους Οθωμανούς Τούρκους.
Η ιστορία δεν συγχωρεί επαναλαμβανόμενες αστοχίες, και λειτουργώντας ως νέμεση, είναι άτεγκτη απέναντι στην «κατά συρροή» ύβρη.
Από το 1054 έως το 1453, η διχόνοια, η διαφθορά κι η αναξιοκρατία διογκώνονται και η μόνη διέξοδος που απομένει είναι η κάθαρση διαμέσου του μαρτυρίου και του σταυρού…
Ο λόγιος μοναχός της εποχής Ιωσήφ Βρυένιος αναφέρει: «Βαπτιστήκαμε άλλοι δι' απλής και άλλοι δια τριπλής κατάδυσης, και έγινε επίκληση του ονόματος της Αγίας Τριάδας, σε άλλους μία και σε άλλους τρεις φορές.
Οι περισσότεροι από μας όχι απλώς αγνοούμε τι σημαίνει να είσαι Χριστιανός, αλλά και πως ακόμη να κάνουμε το σταυρό μας ή, κι αν ακόμη το γνωρίζουμε, ντρεπόμαστε να τον κάνουμε. Η άφεση των αμαρτιών και η κοινωνία των Θείων δώρων προσφέρονται με την ανταλλαγή δώρων.
Είμαστε ανίκανοι να υπερασπιστούμε το όνομα του Θεού όταν αυτό βλασφημείται, όταν θα έπρεπε να πεθάνουμε γι' Αυτόν. Αποδίδουμε το κοινό όνομα των έχθρων του σταυρού, ο ένας στον άλλο, και το έχουμε συνέχεια στα χείλη μας. Καθημερινά αναθεματίζουμε και καταριόμαστε τους εαυτούς μας και τους άλλους. Χωρίς δισταγμό κάνουμε όρκους και συνέχεια ψευδορκούμε στο φοβερό και ιερό όνομα του Σωτήρα και Θεού μας, και αυτό χωρίς να υπάρχει καμιά ανάγκη.
Είμαστε ανίκανοι να υπερασπιστούμε το όνομα του Θεού όταν αυτό βλασφημείται, όταν θα έπρεπε να πεθάνουμε γι' Αυτόν. Αποδίδουμε το κοινό όνομα των έχθρων του σταυρού, ο ένας στον άλλο, και το έχουμε συνέχεια στα χείλη μας. Καθημερινά αναθεματίζουμε και καταριόμαστε τους εαυτούς μας και τους άλλους. Χωρίς δισταγμό κάνουμε όρκους και συνέχεια ψευδορκούμε στο φοβερό και ιερό όνομα του Σωτήρα και Θεού μας, και αυτό χωρίς να υπάρχει καμιά ανάγκη.
Παραπονιόμαστε στο Θεό είτε βρέχει είτε δε βρέχει, είτε χάνει κρύο είτε κάνει ζέστη, πως δίνει πλούτο στον ένα και αφήνει τον άλλο φτωχό, πως πνέει νοτιάς ή έρχεται καταιγίδα από το βοριά και εντελώς απλά μεταμορφωνόμαστε σε αδιάλλακτους δικαστές του Θεού. Πολλοί από μας αδιάντροπα βλασφημούν την Ορθόδοξη πίστη, το Σταυρό, το νόμο, τους αγίους, τον ίδιο το Θεό, όταν ακόμη κι ένας άπιστος δε θα το έκανε τόσο πολύ.
Θέτουμε σε κίνηση τις άγιες εικόνες και προφασιζόμαστε πως διαβάζουμε το μέλλον μέσα απ’ αυτές τις κινήσεις. Οι περισσότερες από τις αμαρτίες μας είναι ανεξομολόγητες, κι έτσι είναι και ασυγχώρητες. Ερευνώντας όλα τα μέλη του σώματός μας, τα θέτουμε στην υπηρεσία του εχθρού: μήπως δεν προλέγουμε το μέλλον από τη φαγούρα των χεριών ή της μύτης, από το πέταγμα του βλεφάρου, από το βούισμα του αυτιού, εν συντομία απ’ όλα τα φυσικά φαινόμενα των οργάνων του σώματος μας;
Έχουμε πρόσωπο πόρνης και αμαρτωλού. Είναι τέτοια η σκληρότητα της καρδιάς μας, η λησμονιά μας, η τύφλα μας, ώστε να μην πιστεύουμε πλέον πως διαπράττουμε πράξεις κακίας ότι υποφέρουμε απ’ αυτές, όταν στην πραγματικότητα είμαστε οι εκτελεστές τους και τα θύματα τους… Αυτές και άλλες είναι οι αμαρτίες που μας καθιστούν άξιους των τιμωριών, με τις οποίες o Θεός μας επισκέπτεται ως πληρωμή γι’ αυτά τα λάθη και άλλες ίσης βαρύτητας κακοήθειες.
Η περιγραφή της καταρρέουσας βυζαντινής, κοινωνικής και εκκλησιαστικής πραγματικότητας, θυμίζει έντονα το σήμερα, όπως τώρα έτσι και τότε, οι άνθρωποι της εποχής, «έπασχαν» από «νόσους λοιμικές» και θανατηφόρες, που τους οδήγησαν τελικά και ως κοινωνία και ως εκκλησία, στην ημερομηνία ορόσημο, της Τρίτης 29 Μαΐου 1453.
Εμείς σήμερα 561 χρόνια μετά, βρισκόμαστε ξανά επάνω από την άβυσσο, δίχως φρένα (φρένες), δίχως νόημα και περιεχόμενο ζωής (παρούσας και μέλλουσας), δίχως ομφάλιο λώρο με παράδοση, πολιτισμό, πίστη, γλώσσα, καταδικασμένοι να βολοδέρνουμε, ανάμεσα στην απροσδιοριστία του χθες, την αβεβαιότητα του σήμερα και την απελπισία του αύριο.
Θέτουμε σε κίνηση τις άγιες εικόνες και προφασιζόμαστε πως διαβάζουμε το μέλλον μέσα απ’ αυτές τις κινήσεις. Οι περισσότερες από τις αμαρτίες μας είναι ανεξομολόγητες, κι έτσι είναι και ασυγχώρητες. Ερευνώντας όλα τα μέλη του σώματός μας, τα θέτουμε στην υπηρεσία του εχθρού: μήπως δεν προλέγουμε το μέλλον από τη φαγούρα των χεριών ή της μύτης, από το πέταγμα του βλεφάρου, από το βούισμα του αυτιού, εν συντομία απ’ όλα τα φυσικά φαινόμενα των οργάνων του σώματος μας;
Διακρίνουμε σημάδια στις απαντήσεις και στους χαιρετισμούς των ανθρώπων. Προσέχουμε τις κραυγές των οικόσιτων πτηνών, το πέταγμα και τις κραυγές των κοράκων, και ανακαλύπτουμε οιωνούς σ’ όλα αυτά.
Αυταπατόμαστε όταν πιστεύουμε στους αστρολόγους, πως η ύπαρξή μας δηλαδή κατευθύνεται από τις Ώρες, την Τύχη, τις Μοίρες, την Ειμαρμένη τα σημάδια του Ζωδιακού κύκλου και των πλανητών. Είμαστε βέβαιοι πως οι Νηρηίδες ζουν στη θάλασσα και πως Στοιχειά υπάρχουν παντού… Μερικοί από μας λατρεύουν και χαιρετίζουν τη νέα σελήνη. Εορτάζουμε τις Καλένδες, φοράμε τα δαχτυλίδια του Άρη, στολίζουμε τα σπίτια μας με μαγιοστέφανα…
Προσέχουμε τα όνειρα και πιστεύουμε πως μας λένε το μέλλον. Κρεμάμε φυλαχτά στο λαιμό μας εξασκούμε τη μαντεία. Καταφεύγουμε καθημερινά σε μάγους, μάντεις, γύφτους, εξορκιστές αναζητούμε στη μαγεία τη θεραπεία κάθε ασθένειας και διαβάζουμε μαγικά σε ανθρώπους και ζώα. Με ξόρκια προσπαθούμε να αυξήσουμε τη γονιμότητα των χωραφιών μας, την ανάπτυξη και υγεία των κοπαδιών μας, να επιτύχουμε στο κυνήγι, να έχουμε άφθονο τρύγο.
Αυταπατόμαστε όταν πιστεύουμε στους αστρολόγους, πως η ύπαρξή μας δηλαδή κατευθύνεται από τις Ώρες, την Τύχη, τις Μοίρες, την Ειμαρμένη τα σημάδια του Ζωδιακού κύκλου και των πλανητών. Είμαστε βέβαιοι πως οι Νηρηίδες ζουν στη θάλασσα και πως Στοιχειά υπάρχουν παντού… Μερικοί από μας λατρεύουν και χαιρετίζουν τη νέα σελήνη. Εορτάζουμε τις Καλένδες, φοράμε τα δαχτυλίδια του Άρη, στολίζουμε τα σπίτια μας με μαγιοστέφανα…
Προσέχουμε τα όνειρα και πιστεύουμε πως μας λένε το μέλλον. Κρεμάμε φυλαχτά στο λαιμό μας εξασκούμε τη μαντεία. Καταφεύγουμε καθημερινά σε μάγους, μάντεις, γύφτους, εξορκιστές αναζητούμε στη μαγεία τη θεραπεία κάθε ασθένειας και διαβάζουμε μαγικά σε ανθρώπους και ζώα. Με ξόρκια προσπαθούμε να αυξήσουμε τη γονιμότητα των χωραφιών μας, την ανάπτυξη και υγεία των κοπαδιών μας, να επιτύχουμε στο κυνήγι, να έχουμε άφθονο τρύγο.
Απομακρυνόμαστε ακόμη πιο πολύ από την αρετή ψάχνοντας συνεχώς το κακό. Η φιλία απωθήθηκε και η κακεντρέχεια πήρε τη θέση της. 0 αδελφός εκμεταλλεύεται τον αδελφό, ο κάθε φίλος ακολουθεί το δρόμο της προδοσίας...
Οι παρθένες μας είναι πιο προκλητικές και από τις πόρνες, οι χήρες είναι περίεργες χωρίς λόγο, οι παντρεμένες κοροϊδεύουν μια πίστη που οι ίδιες δε φυλάσσουν, οι νέοι είναι χαμένοι στην ακολασία, οι γέροι παραδομένοι στο πιοτό, οι πρεσβυτέρες προσβάλλουν τη θέση τους, οι ιερείς έχουν ξεχάσει το Θεό, οι μονάχοι ξέφυγαν τελείως από το σωστό δρόμο, οι άνθρωποι στον κόσμο είναι τόσο χαμένοι ώστε με τα λόγια μεν να δίνουν την εξωτερική εμφάνιση της ευσέβειας, ενώ μέσα τους να αρνούνται κάθε αρετή.
Οι παρθένες μας είναι πιο προκλητικές και από τις πόρνες, οι χήρες είναι περίεργες χωρίς λόγο, οι παντρεμένες κοροϊδεύουν μια πίστη που οι ίδιες δε φυλάσσουν, οι νέοι είναι χαμένοι στην ακολασία, οι γέροι παραδομένοι στο πιοτό, οι πρεσβυτέρες προσβάλλουν τη θέση τους, οι ιερείς έχουν ξεχάσει το Θεό, οι μονάχοι ξέφυγαν τελείως από το σωστό δρόμο, οι άνθρωποι στον κόσμο είναι τόσο χαμένοι ώστε με τα λόγια μεν να δίνουν την εξωτερική εμφάνιση της ευσέβειας, ενώ μέσα τους να αρνούνται κάθε αρετή.
Έχουμε πρόσωπο πόρνης και αμαρτωλού. Είναι τέτοια η σκληρότητα της καρδιάς μας, η λησμονιά μας, η τύφλα μας, ώστε να μην πιστεύουμε πλέον πως διαπράττουμε πράξεις κακίας ότι υποφέρουμε απ’ αυτές, όταν στην πραγματικότητα είμαστε οι εκτελεστές τους και τα θύματα τους… Αυτές και άλλες είναι οι αμαρτίες που μας καθιστούν άξιους των τιμωριών, με τις οποίες o Θεός μας επισκέπτεται ως πληρωμή γι’ αυτά τα λάθη και άλλες ίσης βαρύτητας κακοήθειες.
Η περιγραφή της καταρρέουσας βυζαντινής, κοινωνικής και εκκλησιαστικής πραγματικότητας, θυμίζει έντονα το σήμερα, όπως τώρα έτσι και τότε, οι άνθρωποι της εποχής, «έπασχαν» από «νόσους λοιμικές» και θανατηφόρες, που τους οδήγησαν τελικά και ως κοινωνία και ως εκκλησία, στην ημερομηνία ορόσημο, της Τρίτης 29 Μαΐου 1453.
Εμείς σήμερα 561 χρόνια μετά, βρισκόμαστε ξανά επάνω από την άβυσσο, δίχως φρένα (φρένες), δίχως νόημα και περιεχόμενο ζωής (παρούσας και μέλλουσας), δίχως ομφάλιο λώρο με παράδοση, πολιτισμό, πίστη, γλώσσα, καταδικασμένοι να βολοδέρνουμε, ανάμεσα στην απροσδιοριστία του χθες, την αβεβαιότητα του σήμερα και την απελπισία του αύριο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου