«Ἕλληνες ἀεί παῖδες ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» (Πλάτων, Τίμαιος, 22b).


"Ὁμολογεῖται μὲν γὰρ τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιοτάτην εἶναι καὶ μεγίστην καὶ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ὀνομαστοτάτην· οὕτω δὲ καλῆς τῆς ὑποθέσεως οὔσης,
ἐπὶ τοῖς ἐχομένοις τούτων ἔτι μᾶλλον ἡμᾶς προσήκει τιμᾶσθαι. 24. Ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ' ἐρήμην καταλαβόντες
οὐδ' ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ' οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν ὥστ' ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν,
αὐτόχθονες ὄντες καὶ τῶν ὀνομάτων τοῖς αὐτοῖς οἷσπερ τοὺς οἰκειοτάτους τὴν πόλιν ἔχοντες προσειπεῖν".
(Ἰσοκράτης, Πανηγυρικός, στίχοι 23-24).

Τα άρθρα που φιλοξενούνται στον παρόντα ιστότοπο και προέρχονται απο άλλες πηγές, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνον τις απόψεις των συγγραφέων τους.

Καθίσταται σαφές ότι η δημοσίευση ανάρτησης, δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά αποδοχή των απόψεων του συγγραφέως.


ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ, ΑΦΗΝΕΤΕ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟ-ΑΝΑΡΤΗΣΗ (΄κλίκ΄ στο "Δεν υπάρχουν σχόλια"). ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.

Ακολουθήστε μας στο Facebook

Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2014

Οι Καλικάντζαροι (με βιβλιογραφία - links)





Είναι δαιμονικά όντα, που κατά τη λαϊκή αντίληψη, έρχονται στη γη και ενοχλούν κατά τις νύχτες τους ανθρώπους, από την παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι τα Θεοφάνεια. Σύμφωνα με τη λαϊκή δοξασία τις μέρες αυτές τα «νερά είναι αβάφτιστα» και οι καλικάντζαροι βγαίνουν από τη γη για να πειράξουν τους ανθρώπους τώρα που ο Χριστός είναι και εκείνος αβάφτιστος.

Η λέξη «καλικάντζαρος» είναι σύνθετη (καλός+ κάνθαρος, που σημαίνει σκαθάρι). Βέβαια, οι καλικάντζαροι κάθε άλλο παρά καλοί ήταν. Ίσως το όνομά τους να ήταν μια προσπάθεια του λαού να τους «καλοπιάσει» για να γλιτώσει από τις σκανδαλιές τους. 


Η ύπαρξή τους έχει τις ρίζες της στην αρχαία Ελληνική μυθολογία, όπου συναντούμε τους Κένταυρους και τους Σάτυρους, πλάσματα που από τη μέση και πάνω ήταν άνθρωποι, ενώ από τη μέση και κάτω ζώα. Επιπλέον, οι αρχαίοι πίστευαν πως, όταν οι ψυχές έβρισκαν την πόρτα του Άδη ανοικτή, ανέβαιναν στον επάνω κόσμο, όπου τριγυρνούσαν ανεξέλεγκτα.

Ο λαός μας φαντάζεται τους καλικάντζαρους ποικιλοτρόπως. Κάποιοι πιστεύουν πως είναι ψηλοί, κάποιοι άλλοι όμως ισχυρίζονται πως είναι κοντοί. Όλοι, ωστόσο, συμφωνούν πως είναι πολύ άσχημοι . Καθένας από αυτούς έχει κάποιο σωματικό ελάττωμα που τον χαρακτηρίζει (π.χ. κουτσός, στραβοπόδαρος, μονοπόδαρος, μονόφθαλμος κ.ά.) Πολλοί πιστεύουν πως είναι ανθρωπόμορφα όντα που έχουν πόδια γαϊδάρου. Είναι σιχαμένοι με μακριά, βρώμικα νύχια που δεν κόβουν ποτέ και τρέφονται με σκουλήκια και βατράχια. Τσακώνονται διαρκώς μεταξύ τους και εύκολα μπορεί κάποιος να τους ξεγελάσει.

Οι καλικάντζαροι, έρχονται από κάτω από τη γη, όπου ολόκληρο το χρόνο, προσπαθούν με τσεκούρι, πριόνια κ.λ.π. να κόψουν το δέντρο που βαστάει τη γη. Κόβουν-κόβουν, μέχρι που έχει μείνει πολύ λίγο ακόμα, αλλά τότε έρχονται τα Χριστούγεννα και λένε "χάιστε να πάμε πάνω στη γη και θα πέσει μοναχό του". Ανεβαίνουν λοιπόν πάνω στη γη και τα Θεοφάνεια που γυρίζουν, βλέπουν το δέντρο ολάκερο, ακέραιο, άκοπο. 


Και πάλι κόβουν και πάλι έρχονται τα Χριστούγεννα, και όλο απ' την αρχή.

Συνήθη μέρη που μένουν μετά τον ερχομό τους είναι οι μύλοι, τα γεφύρια, τα ποτάμια και τα τρίστρατα (μεγάλα μονοπάτια) όπου παραμονεύουν μόνο κατά τη νύκτα και φεύγουν με το τρίτο λάλημα του πετεινού.




Είναι γνωστοί με διάφορα ονόματα, όπως «Καλικάντζαροι» (Πανελλαδική κοινή ονομασία), «καρκάντζαλοι», «καρκάντζαροι», «λυκοκάντζαροι», «καλκατζόνια», «καλκάνια», «καλιτσάντεροι», «σκαλικαντζέρια», «σκαντζάρια», «τζόγιες», «καλοκυράδες», «βερβελούδες», «κωλοβελόνηδες» κ.ά.

Οι καλικάντζαροι δεν θα πρέπει να συγχέονται με άλλα «δαιμόνια» της Ελληνικής υπαίθρου, που έχουν μεν τα ίδια χαρακτηριστικά αλλά που εμφανίζονται μέσα σ΄ όλο το χρόνο όπως οι «παγανοί», «αερικά», «ξωτικά», «παρωρίτες», «τσιλικρωτά», «καλιοντζήδες», «πλανήταροι», «κατσιάδες», «κάηδες», «καλισπούδηδες», «καημπίλιδες», «σιβότες» και «σιφώτες», «χρυσαφεντάδες» και που γενικά εμφανίζονται και συμπεριφέρονται ως καλικάντζαροι.


Σύμφωνα με μια θεωρία οι καλικάντζαροι προήλθαν από τους κανθάρους. Κάνθαροι ή καλικάντζαροι κατ' ευφημισμό ήταν βλαπτικά κολεόπτερα για τους αγρούς και για τ' αμπέλια. Ύστερα εμφανίστηκαν σαν δαιμόνια με μορφή κανθάρων. Κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους οι μεταμφιεσμένοι και άλλα στοιχεία κυρίως παλαιά, προστέθηκαν και μεταπλάστηκαν στα σημερινά δαιμόνια τους καλικάντζαρους.



Άλλη θεωρία υποστηρίζει την άποψη πως οι καλικάντζαροι προέρχονται από τις αρχαίες κήρες, δηλ. τις ψυχές των νεκρών. Σύμφωνα με άλλους οι καλικάντζαροι παρουσιάζουν ομοιότητες με τους ελληνικούς Σατύρους. Υπάρχει κι άλλη άποψη. Επειδή οι δώδεκα μέρες του Δωδεκαημέρου προστέθηκαν για να εναρμονιστεί ο σεληνιακός με τον ηλιακό χρόνο θεωρήθηκαν μέρες εμβόλιμες, μη κανονικές.

Κατά το διάστημα αυτό επέρχεται μια αναστάτωση στην τροχιά του χρόνου. Σ' αυτή την αλλαγή παρουσιάζονται μυστηριώδη όντα ενοχλητικά ή βλαπτικά. Τέτοιοι είναι οι καλικάντζαροι που αντιπροσωπεύουν τους Δαίμονες της βλαστήσεως. Η βλάστηση αρχίζει να οργιάζει αυτή την εποχή. Σε τέτοια ανάστατη εποχή βρίσκουν ευκαιρία και οι Νεκρικοί Δαίμονες (που σχετίζονται με τους Βλαστικούς Δαίμονες, να επιφαίνονται πάνω στη γη. Εμφανίζονται δηλαδή οι νεκρικές ψυχές σαν Δαίμονες.

Ο λαός τους φαντάζεται με διάφορες μορφές κατά περιοχή με κοινό γνώρισμα την ασχήμια τους. Είναι κακομούτσουνοι και σιχαμένοι. Καθένας από τους καλικάντζαρους έχει κι από ένα κουσούρι. Κουτσοί, στραβοί, μονόματοι, μονοπόδαροι, στραβοπόδαροι, στραβόστομοι, στραβοπρόσωποι, στραβομούρηδες, στραβοχέρηδες, ξεπλατισμένοι, ξετσακισμένοι και κοντολογής όλα τα κουσούρια και τα σακατιλίκια του κόσμου τα βρίσκεις όλα πάνω τους.

Συνήθως φαντάζονται νάνοι, αλλά και ψηλοί, μαυριδεροί, σκουρόχρωμοι, με μαλλιά μικρά και ατημέλητα, μάτια κόκκινα, δόντια πιθήκου, δασύτριχοι, με τρίχες σε όλο τους το σώμα, χέρια και νύχια πιθήκου, πόδια τράγου ή γαϊδάρου ή το ένα γαϊδάρου και το άλλο ανθρώπινο, μισοί γαϊδούρια και μισοί άνθρωποι αλλά και σαν «μικροί σατανάδες», άλλοτε γυμνοί και άλλοτε ρακένδυτοι με σκούφο από γουρουνότριχες και με παπούτσια άλλοτε σιδερένια και άλλοτε με τσαρούχια ή τσαγγία
.




Μεταξύ τους είναι διχόγνωμοι, φιλόνικοι και έτσι δεν μπορούν να κάνουν μέχρι το τέλος καμιά δουλειά κι όλα τα αφήνουν στη μέση. Είναι κακά και πονηρά όντα και δεν μπορούν να κάνουν κακό στους ανθρώπους, αλλά μόνο να τους πειράξουν, ενοχλήσουν ή να τους φοβίσουν αφού θεωρούνται μωροί και ευκολόπιστοι. Γι’ αυτό και οι άνθρωποι τα περιπαίζουν και τα βρίζουν και τα λεν σταχτοπόδηδες, σταχτιάδες, κατρουλήδες κ.λ.π.

Είναι πολύ ευκίνητοι ανεβαίνουν στα δένδρα πηδούν από στέγη σε στέγη σπάζοντας κεραμίδια κάνοντας μεγάλη φασαρία. Και ότι βρουν απλωμένα τα ποδοπατούν. Αλίμονο σε κείνον που θα πρέπει να βγει τη νύχτα και να πάει σε μακρινή δουλειά κυρίως έξω απ' το χωριό. Τα πνεύματα αυτά παρουσιάζονται μπροστά του με διάφορες μορφές για να τον εκφοβίσουν ή να τον βλάψουν. 

Λέγεται ότι ανεβαίνουν στους ώμους των ανθρώπων που συναντούν τη νύκτα και προσπαθούν να τους πνίξουν αν δεν αποκριθούν σωστά σε ότι ερωτηθούν. Οι καλικάντζαροι φαντάζουν και χορευταράδες, αρπάζουν όποιον βρουν τη νύκτα και τον στροβιλίζουν στο χορό μέχρι να πέσει λιπόθυμος, ο γνωστός χορός των καλικάντζαρων. Τους καλούς χορευτές τους ανταμείβουν.

Την παραμονή των Χριστουγέννων, έρχονται απ' έξω απ' το χωριό και περιμένουν να σμίξει η μέρα με τη νύχτα για να μπουν μέσα. Έρχονται τις νύχτες του δωδεκαήμερου και μπαίνουν στα σπίτια από τις καπνοδόχους, απ΄ όπου μπορούν να μαγαρίσουν την κουζίνα σε ότι δεν είναι νοικοκυρεμένο, αρπάζουν ενδύματα, σκορπούν το αλεύρι ή την τέφρα από το τζάκι που θεωρείται ακατάλληλη για οποιαδήποτε χρήση. 

Γι’ αυτό και τα τζάκια εκείνες τις μέρες είναι αναμμένα και έχουν πολύ φωτιά, γιατί τη φωτιά οι καλικάντζαροι τη φοβούνται πολύ. Αν καμιά φορά μπει κάποιος καλικάντζαρος στο σπίτι οι νοικοκυρές το κυνηγάνε με πυρωμένα δαυλιά. Όταν όμως συλλάβουν κανένα από τους καλικάντζαρους τον δένουν και τον υποχρεώνουν να μετρήσει τις τρύπες του κόσκινου!



Προκειμένου βέβαια οι νοικοκυραίοι να αποφύγουν ένα τέτοιο συρφετό ρίχνουν
στα κεραμίδια κομμάτια από χοιρινό ή λουκάνικα ή ξηροτήγανα! Λένε πως μερικοί από τους καλικάντζαρους έχουν στη ράχη τους από φυσικού τους μια κούνια αγκαθερή και σ' αυτήν βάνουν όσα παιδιά αρπάζουν και τα κουνούν για να ματώνουν τα παιδιά απ' τ' αγκάθια και να πίνουν αυτοί το αίμα. Συνήθως δεν αφήνουν μαλλί πάνω στη ρόκα οι νοικοκυρές αυτές τις μέρες, γιατί οι καλικάντζαροι, έρχονται και προσπαθούν να γνέσουν κι αυτοί, το στρίβουν το πετάνε, το μπερδεύουν κι έτσι το μαλλί είναι για πέταμα.

Όταν οι νοικοκυρές έψηναν τηγανίτες ή άλλα σκευάσματα στο τηγάνι από αλεύρι, οι καλικάντζαροι ανέβαιναν στην καπνοδόχο και άπλωναν το χέρι τους ως κάτω στην εστία (γιατί μπορούσαν να απλώνουν και να μακραίνουν τα χέρια τους και τα πόδια τους όσο ήθελαν) και ζητούσαν ή βουτούσαν ότι υπήρχε στο τηγάνι ή στη θράκα. Η τροφή τους κυρίως ακάθαρτη: σκουλήκια, βάτραχοι, φίδια, ποντίκια κ.ά. χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αποστρέφονται τα εδέσματα του Δωδεκαήμερου.

Αλλά η πιο προσφιλής τροφή για τους καλικάντζαρους ήταν το χοιρινό κρέας και κυρίως το παστό του (το πάχος), το οποίο όταν ψηνόταν και έπεφτε στην ανθρακιά, σκορπούσε μια πολύ ευώδη και πολύ ευάρεστη μυρωδιά. Γι' αυτό οι νοικοκυραίοι σκέπαζαν το χοιρινό με σπαραγγιά. Το σπαράγγι όταν είναι τρυφερό είναι πολύ νόστιμο και τρώγεται, όταν όμως μεγαλώσει γίνεται πολύ σκληρός αγκαθωτός θάμνος και γι' αυτό σκέπαζαν το χοιρινό για να μην πλησιάζουν οι καλικάντζαροι. Με σπαράγγια επίσης σκέπαζαν και τα λουκάνικα και οτιδήποτε είχαν ετοιμάσει που είχε σαν πρώτη ύλη το χοιρινό.




Κατά διάφορες ελληνικές δοξασίες οι καλικάντζαροι ήταν άνθρωποι με κακιά μοίρα
μεταβαλλόμενοι σε δαιμόνια. Γίνονται δε καλικάντζαροι αυτοί που έχουν γεννηθεί μέσα στο Δωδεκαήμερο εκτός και αν βαπτισθούν αμέσως, ή εκείνοι στους οποίους ο ιερέας δεν ανέγνωσε σωστά τις ευχές του βαπτίσματος, τα τερατώδη βρέφη, ή όσοι πέθαναν στο Δωδεκαήμερο ή αυτοκτόνησαν, ή όσοι δεν έχουν ισχυρό Άγγελο για να τους προστατεύει.

Τα αποτρεπτικά μέσα που λαμβάνονται κατά των Καλικάντζαρων διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες:

Α) Πράξεις χριστιανικής λατρείας:
Το σημείο του Σταυρού στην πόρτα, στα παράθυρα, στις καμινάδες, τους στάβλους και στα αγγεία λαδιού και κρασιού. Ο Αγιασμός των σπιτιών και μάλιστα τη παραμονή των Φώτων. Ακόμη η απαγγελία του «Πάτερ ημών….» (τρις).

Β) Επωδές: όπως ξύλα, κούτσουρα, δαυλιά καμένα που όταν ακούσουν οι καλικάντζαροι φεύγουν.

Γ) Μαγικές πράξεις: Κάπνισμα με δυσώδεις ουσίες (παλιοτσάρουχου), εμφανή επίδειξη χοιρινού οστού, χαϊμαλιά πίσω απ’ την πόρτα, το μαυρομάνικο μαχαίρι, το αναμμένο δαυλί.

Την ημέρα των Φώτων ο παπάς περνάει και αγιάζει τα σπίτ
ια. Πασίγνωστη είναι η δοξασία που όταν οι καλικάντζαροι φεύγουν κατά τον αγιασμό των σπιτιών φωνάζουν σε ρυθμό:



«Φεύγετε να φεύγωμε

τι έρχεται ο τρελόπαπας

με την αγιαστούρα του

και με τη βρεχτούρα του.

Μας άγιασε μας έβρεξε

και μας, μας εκατέκαψε

Με την αναχώρηση των καλικάντζαρων, η στάχτη από το τζάκι μαζεύεται και το τζάκι καθαρίζεται. Η στάχτη πετιέται σε μέρος που δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κανένα λόγο (αλυσίβα, λίπασμα κ.λ.π.)

Πραγματοποιείται καθαρμός των χωριών και των οικιών της υπαίθρου με φωτιές υπαίθριες. Επίσης καθαρίζονται και τα κόπρια των ζώων από τα κατώγια και οι άνθρωποι πλένονται, το εικονοστάσι καθαρίζεται, αλλάζει το νερό στο καντήλι κ.λ.π. γιατί οι καλικάντζαροι πέρα από τα προβλήματα που έχουν προξενήσει στους νοικοκυραίους έχουν μαγαρίσει και όλους τους χώρους.

πηγή-users.sch.gr
πηγή-explain.gr



Οι καλικάντζαροι σε 10 διαφορετικά μέρη του Ελληνισμού
Καλικάντζαροι: Μακραίωνη, πανελλήνια παραμυθία
του Βασίλη Πλατανου, δημοσιογράφου – συγγραφέα

Το Δωδεκαήμερο, από τα Χριστούγεννα ως την παραμονή των Φώτων, σ’ ολόκληρη την Ελλάδα, πιστεύουν πως βγαίνουν οι Καλικάντζαροι. Όπως τους φαντάζεται ο λαός, είναι «μαυριδεροί με κόκκινα μάτια, με τρίχινα πόδια, με χέρια σαν της μαϊμούς κι έχουν όλο το κορμί τους τριχωτό. Έρχονται τα δωδεκαήμερα και μπαίνουν στα σπίτια. Τους αρέσουν οι τηγανίτες και τ’ αϊ-βασιλιάτικα γλυκά».

Όλο το Δωδεκαήμερο
και ως την παραμονή των Θεοφανείων, σε πολλές περιοχές ανάβουν φωτιές. 

Σ’ άλλους τόπους διατηρούν αναμμένο δαυλό στη γωνιά, για να φύγουν οι Καλικάντζαροι.

Ο Νικόλαος Πολίτης, στην περισπούδαστη πραγματεία του «Οι Καλικάντζαροι»,
έχει τη γνώμη ότι η συνήθεια να μασκαρεύονται από τα Χριστούγεννα ως τα Φώτα «παρέχε το ενδιαφέρον εις την φαντασίαν του λαού να πλάσει τους Καλικάντζαρους. 

Ο τρόπος ον ενέπνεον εις τα παιδιά μεν πάντοτε, πολλάκις δε εις τους ενήλικας, προσέδιδε δαιμονιώδη φύσιν εις τους οχληρούς και ταραχώδεις εκείνους πανηγυριστάς των Καλανδών, μέχρις ότου παντελώς συνέχισε και αφομοίωσεν αυτούς προς τα παντοία δείγματα των δεισιδαιμόνων παραστάσεων».

Ο Ν. Πολίτης μας πληροφορεί ακόμα, πως οι άνθρωποι πίστευαν ότι οι Καλικάντζαροι είναι βρικόλακες Ατσιγγάνων. Έτσι εξηγείται και η ονομασία τους. Το πρώτο συνθετικό «Κάλι» είναι ονομασία Ατσιγγάνων. Το δεύτερο συνθετικό είναι ονομασία των Ατσιγγάνων της Αιγύπτου, που ήρθαν στην Ελλάδα τον 14ο αιώνα. Ονομάζονταν «Γαντζάροι». Οι Καλι-Γαντζάροι έγιναν Καλι-Καντάροι με αφομοίωση, που άλλαξε το Καλίγι σε Καλίκι.

Στην Κύπρο τους λένε και Καραμάνους. Αλλά Καρα-Μαύρους και Μάνους ονομάζουν τους Ατσιγγάνους. «Καρά» σημαίνει μαύρος και «Μάνους» άνθρωπος. Ο Πολίτης αναφέρει επίσης: «Οι Καλικάντζαροι πηγαίνουν εις την εκκλησίαν σαν κι εμάς και μόνον όταν βγαίνουν τ’ άγια γίνουντ’ άφαντοι». Το άλλο όνομά τους «Κάηδες», που το συναντάμε στη Ρόδο και την Κάρπαθο, χαρακτηρίζει Ατσιγγάνους που ήταν, όπως πίστευαν, απόγονοι του Κάιν.

Την παραμονή των Φώτων, οι Καλικάντζαροι
γυρίζουν στο υποχθόνιο βασίλειό τους, αφού αφήσουν τις στέγες των σπιτιών όπου έμειναν δώδεκα μέρες και, σύμφωνα με την παλιά παράδοση, όταν ο παπάς με τη σειρά του αγιάσει τα σπίτια.

Από μια άλλη άποψη, οι Καλικάντζαροι είναι επινόηση των πρώτων χριστιανών, που είχαν σκοπό, με αυτό τον τρόπο, να προκαλέσουν τη φρίκη και το δέος στους αβάφτιστους και στους αδιάλλακτους. Απόδειξη αυτού είναι ότι οι Καλικάντζαροι εγκαταλείπουν τις στέγες των σπιτιών την παραμονή των Φώτων, που γίνεται ο μικρός αγιασμός. 

Με τον καιρό όμως οι Καλικάντζαροι έγιναν στη συνείδηση του λαού «χαριτωμένα δαιμονάκια», που δεν προκαλούν φρίκη. Δεν αφήνουν, όμως, ευκαιρία, που να μην πειράξουν τους ανθρώπους τις δώδεκα μέρες που κρατά η δράση τους.



Στην Αντισσα της Λέσβου λένε, πως οι Καλικάντζαροι έρχονται την πρώτη μέρα του Δωδεκάμερου, που είναι τα Χριστούγεννα. 

Όποιος πεθάνει και πάει στον άλλο κόσμο άψαλτος κι αλιβάνιστος, βρικολακιάζει και γίνεται Καλικάντζαρος. Αυτός είναι δαίμονας με ανθρώπινη μορφή, μαύρος και ασχημομούρης, με κόκκινα μάτια σαν τη φωτιά, στραβός και ασχημομούρης, στραβοκάνης με πόδια σαν του τράγου, χέρια αρκουδίσια, κι όλο του το κορμί μαλλιαρό. Άλλοι κουτσοί, στραβοκάνηδες, κι άλλοι στραβοί, αλλήθωροι. Άλλοι μονόματοι, κι άλλοι μονοπόδαροι. 

Άλλοι ψηλοί, κι άλλοι κοντοί. Είναι τα στοιχειά, που δώδεκα μήνες κρατά στην εξουσία του ο Χριστός και μας φυλάει από το κακό, και δώδεκα μέρες αφύλαχτα, γιατί τα νερά δεν είναι αγιασμένα. Είναι αβάφτιστα και τότες τα στοιχειά αμολημένα, πειράζουνε τους ζωντανούς.

Μπαίνουν από τις καπνοδόχους στα σπίτια και βρωμάνε τα φαγητά και τα γλυκά. Πειράζουν τις γυναίκες και τις ψαχουλεύουν στα γυμνά τους. Όλο το Δωδεκαήμερο, ως τη μέρα των Φώτων που θ’ αγιαστούνε τα νερά με το μεγάλο αγιασμό, γυρίζουν και κυνηγάνε τους ανθρώπους. 

Γι’ αυτό οι γυναίκες τα Χριστούγεννα κάνουν αγιωτικά και θυμιάζουν για να μην μπουν οι Καλικάντζαροι στο σπίτι τους και τις πειράξουνε. Τώρα που ξέρουν πώς έγιναν οι Καλικάντζαροι και βγαίνουν κάθε χρόνο τα Χριστούγεννα, όταν πεθάνει κάποιος και δεν έχουν παπά να τον ψάλουν και να τον θυμιάσουν, του βάζουν και παίρνει μαζί του ένα εικόνισμα, κι έτσι δε βρικολακιάζει.

Τα παιδιά που γεννιούνται τη μεγάλη βδομάδα των Χριστουγέννων, και γεννιέται κι ο Χριστός, αν δε βαφτιστούν ως τα Φώτα, γίνονται Καλ’κατζαρέλια, μικροί Καλικάντζαροι. Γι’ αυτό τα βαφτίζουν ανήμερα τα Φώτα, ακόμα και χωρίς παπά. Και δε φοβούνται πια μη γίνουν Καλικάντζαροι, γιατί βαφτίζονται μέσα στ’ αγιασμένα νερά, που είναι κείνη τη μέρα σαν τ’ άγιο μύρος.

Στην
Κάρπαθο, οι μανάδες δένουν τη μέση των παιδιών τους, που είναι στις κούνιες, με «βάτους» τις χριστουγεννιάτικες μέρες, για να μην τους κάνουν κακό οι «Κάγοι», οι Καλικάντζαροι, που θα φύγουν απ’ τα σπίτια, όπως πιστεύουν, σαν περάσει η γιορτή τ’ Αϊ-Γιάννη.

Στη
Ρόδο, όποιο παιδί γεννηθεί ανήμερα τα Χριστούγεννα, το λένε «Κάο», Καλικάντζαρο. Λέγεται, λοιπόν, ότι οι «Κάηδες» σηκώνονται τη νύχτα απ’ το κρεβάτι τους το πρώτο δεκαήμερο, κι ασυναίσθητα γυρίζουν έξω. 

Για να μην αγριέψει όμως το παιδί, οι δικοί του φροντίζουν να του κάνουν το «μονομερίτικο» ρούχο. Φωνάζουν, δηλαδή, στο σπίτι τους γυναίκες που να λέγονται Μαρίες και τους δίνουν μία μπάλα μπαμπάκι. Αυτές το κλώθουν, το κάνουν νήμα, το υφαίνουν και ράβουν ένα ρούχο, που θα το φορέσει ο Κάος. Όλη αυτή η δουλιά πρέπει να γίνει μέσα σε μια μέρα, γι’ αυτό και το ρούχο λέγεται «μονομερίτικο».

Στη Θράκη πιστεύουν ότι οι Καλικάντζαροι συνηθίζουν να κατεβαίνουν τη νύχτα από το τζάκι και ν’ αρπάζουν τα λουκάνικα, κι ότι χορεύουν γύρω από τα πηγάδια, όπου, αν πάει κανείς, τον βάζουν με το στανιό να χορέψει μαζί τους.

Στην
Κυνουρία
χαράζουν με κάρβουνο σταυρούς στις πόρτες και στα παράθυρα, για να μην μπαίνουν μέσα οι «Λυκοκαντζάροι».

Στην Κύπρο πιστεύουν πως ο Καλικάντζαρος μπορεί να «αιχμαλωτιστεί», φτάνει ο άνθρωπος να τον δέσει από το πόδι με «μόλινο» (λινή κλωστή). Την παραμονή των Φώτων τελειώνει η δράση των Καλικαντζάρων πάνω στη Γη. Βιάζονται τότε να χωθούν γρήγορα πίσω στα βάθη της Γης, προτού ο παπάς αρχίσει ν’ αγιάζει τα νερά. Και για να μην ξεμείνει κανένας πάνω στη Γη, παρακινεί ο ένας τον άλλο να φύγουν. Λένε: «Φορτώστε να φορτώσουμε, κι αϊντέστε να φύγουνε, τ’ έφτασε ο τουρλόπαπας, με την αγιαστούρα του».

Την τελευταία μέρα που θα φύγουν οι «Πλανήταροι» ή «Καραμάνοι», στην Κύπρο οι νοικοκυρές τους περιποιούνται, για να τους εξευμενίσουν. Τους ψήνουν «ξεροτήανα» (λουκουμάδες) με μπόλικο λάδι για να φάνε οι «Πλανήταροι που γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι και χαιρετιούνται που θα φύγουν». Επειτα τα περιχύνουν με μέλι. 

Ολη η οικογένεια συγκεντρώνεται, τώρα, γύρω από το τηγάνι με το ζεστό λάδι που αχνίζει. Πρώτο, όμως, οι Καλικάντζαροι θ’ γευτούν τα ξεροτήανα, που η νοικοκυρά θα ρίξει στη στέγη του σπιτιού και θα λέει: «Τσιτσί, τσιτσί λουκάνικο, κομμάτι ξεροτήανο, ρίξε στους Καλικάντζαρους, να φάσιν και να φύουσιν». 

Στην Κύπρο τους φαντάζονται σαν κουβάρια. Καθώς σκύβουν οι άνθρωποι να τους πάρουν εκείνα αρχίζουν να τρέχουν. Λίγο πιο πέρα αλλάζουν μορφή και γίνονται γαϊδουράκια και γκαμήλες. Όταν ο άνθρωπος ξεγελιέται κι ανεβαίνει στην πλάτη τους, τότε αυτά ψηλώνουν σα βουνό και τον ρίχνουν κάτω.

Στη Λήμνο πιστεύουν πως ο Χριστός είπε στους ανθρώπους να φυλάγονται το Δωδεκαήμερο από τους Καλικάντζαρους.
Στην Κομοτηνή φοβούνται τόσο πολύ τους «Καρκατζέλ», ώστε τη νύχτα δε σφυρίζουν ποτέ, για να μη μαζευτούν πολλοί μαζί και τους κάνουν κακό.

Στη
Χίο
, την παραμονή των Χριστουγέννων ο νοικοκύρης του σπιτιού φέρνει ένα μεγάλο ξύλο από τα χωράφια του και το βάζει μέσα στο σπίτι, στη μέση της κάμαρας. Το «χριστόξυλο», όπως το λένε, το ραίνουν καρύδια κι αμύγδαλα, που μαζεύουν τα παιδιά και τα τρώνε. Κατόπι η νοικοκυρά παίρνει το κούτσουρο και το βάζει στο τζάκι, όπου θα καίγεται συνέχεια όλο το Δωδεκαήμερο. 

Οταν περάσει το Δωδεκαήμερο, θα μαζέψουν τη στάχτη και θα τη ρίξουν στις τέσσερις γωνιές του σπιτιού, για να προστατεύεται από τα «δαιμόνια», που αυτές τις μέρες ανεβαίνουν απ’ τα βάθη της Γης και πειράζουν τους ανθρώπους.

Σε πολλά χωριά, στην Πελοπόννησο, από τη μέρα των Χριστουγέννων ζωγραφίζουν σ’ όλες τις πόρτες και τα παράθυρα του σπιτιού ένα σταυρό με κάρβουνο, για να μην μπουν και να διώξουν τους Καλικάντζαρους.

Στα Εφτάνησα πιστεύουν ότι τα «Λυκοτσαρδά» ή «Παγανά» είναι αόρατες δυνάμεις που μπορούν να κάνουν χιλιάδες κακά. Είναι τα κακοποιά σύνεργα του σκότους και των ποταμίσιων νερών, που παρουσιάζονται με το πρώτο άστρο των Χριστουγέννων, κι εξασφαλίζονται με το αγίασμα των νερών, τα Φώτα.




Οι ΚΑΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΙ, σύμβολα – παραδόσεις – δοξασίες. 
Πως τους διώχνουμε;

Λέγανε οι γιαγιάδες τα παλιά χρόνια στα εγγονάκια τους για να κάθονται ήσυχα ότι κάθε νύχτα του Δωδεκαήμερου στους δρόμους του χωριού και στα χαλάσματα κυκλοφορούν οι τρομεροί Καλικάντζαροι!

Μα τι ήταν αυτοί οι καλικάντζαροι;
Όπως λοιπόν έλεγαν οι παλιές γιαγιάδες, ήταν αερικά, ξωτικά. Η πιο δημοφιλής κατηγορία όντων της λαϊκής μας παράδοσης είναι αναμφίβολα οι καλικάντζαροι.



Πότε “εμφανίστηκαν -Ιστορία τους”;
Η αρχή των μύθων που είναι σχετικοί με τους καλικάντζαρους βρίσκεται στα πολύ παλιά χρόνια. Οι Αρχαίοι πίστευαν πως όταν οι ψυχές έβρισκαν την πόρτα του Άδη ανοιχτή, ανέβαιναν στον απάνω κόσμο και τριγύριζαν παντού, χωρίς έλεγχο και περιορισμούς.

Πολύ αργότερα, οι Βυζαντινοί γιόρταζαν το Δωδεκαήμερο με μουσικές, τραγούδια και μασκαρέματα. Οι άνθρωποι, έχοντας κρυμμένα τα πρόσωπά τους, έκαναν με πολύ θάρρος και χωρίς ντροπή ό,τι ήθελαν. Πείραζαν τους ανθρώπους στους δρόμους, έμπαιναν απρόσκλητοι σε ξένα σπίτια κι αναστάτωναν τους νοικοκύρηδες. Ζητούσαν λουκάνικα και γλυκά και για να γλιτώσουν απ’ αυτούς έκλειναν πόρτες και παράθυρα. 

Οι μασκαρεμένοι, όμως, έβρισκαν πάντα κάποιους τρόπους να εισβάλλουν στα ξένα σπίτια, ακόμα κι από τις καμινάδες. Κι όλα αυτά για δώδεκα μέρες, ως την παραμονή των Φώτων, οπότε με τον Μεγάλο Αγιασμό όλα σταματούσαν κι οι άνθρωποι ησύχαζαν. Για αυτό και κατά την διάρκεια των 12 αυτών ημερών η Εκκλησία δεν έχει νηστεία.

Με το πέρασμα του χρόνου όλα αυτά τα παράξενα φερσίματα, τα μασκαρέματα
και οι φόβοι των ανθρώπων έμειναν ζωντανά στη μνήμη του λαού μας κι η πλούσια φαντασία του γέννησε σιγά-σιγά τα μικρά, αλαφροΐσκιωτα πλάσματα που τα ονόμασε καλικάντζαρους.


Τι είναι και ονομασίες τους;
Τι είναι, όμως τελικά οι καλικάντζαροι; Οι γιαγιάδες μας παλιά έλεγαν πως είναι αερικά, ξωτικά. Σύμφωνα με σύγχρονη δοξασία, πρόκειται για «δαιμόνια» που εμφανίζονται κατά το Δωδεκαήμερο (από χτές μέχρι και τις 6 Ιανουαρίου). Επειδή από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα ο Χριστός είναι ακόμη αβάφτιστος, είναι και «τα νερά αβάφτιστα». Έτσι βρίσκουν ευκαιρία οι καλικάντζαροι ν’ αλωνίσουν τον κόσμο.

Κάποιοι πιστεύουν πως οι καλικάντζαροι είναι μαυριδεροί, ασχημομούριδες, ψηλοί και ξερακιανοί. Άλλοι λένε ότι φοράνε σιδεροπάπουτσα. Για άλλους, έχουν κόκκινα μάτια, πόδια τράγου και τριχωτό σώμα. Καθένας τους έχει κι από ένα κουσούρι. Άλλος κουτσός, άλλος στραβός ή μονόφθαλμος, άλλος μονοπόδαρος ή στραβοπόδαρος, άλλοι στραβοχέρηδες, στραβοπρόσωποι, με καμπούρα ή ουρά. 

Είναι διχόγνωμα όντα και φιλόνικοι και έτσι δεν μπορούν να κάνουν μέχρι το τέλος μία δουλειά και όλα τα αφήνουν στη μέση. Γι’ αυτό και δεν μπορούν να κάνουν κακό και στους ανθρώπους, παρόλο που αυτή είναι η μεγάλη τους επιθυμία. Όσο, όμως, και αν διαφωνεί ο λαός για το πώς μοιάζουν οι καλικάντζαροι, όλοι συμφωνούν σε ένα πράγμα: στην ατελείωτη βλακεία και κουταμάρα τους.

Καθώς η παράδοση ρίζωνε, οι καλικάντζαροι απέκτησαν και άλλα ονόματα όπως: καλιοντζήδες, καλκάνια, καλιτσάντεροι, καρκάντζαροι, σκαλικαντζέρια, σκαντζάρια, τζόγιες, βερβελούδες, καλλισπούρδοι, καρκαλάτζαροι, καρκατσέλια, καρκαντζόλοι, καψιούρηδες, κολοβελόνηδες, λυκοκάντζαροι, μνημοράτοι, παγανοί, παρωρίτες, πλανητάροι, σιφιώτες, τσιλικρωτά, σταχτοπάτηδες κ.α.




Ολόκληρο το χρόνο οι καλικάντζαροι ζουν κάτω από τη γη, προσπαθώντας άλλος με τσεκούρι, άλλος με πριόνι ή μπαλτά και άλλοι με τα νύχια και τα σουβλερά τους δόντια να κόψουν το δέντρο που βαστάει τη γη. Κόβουν-κόβουν, μέχρι που έχει απομείνει πολύ λίγο ακόμα, αλλά τότε έρχονται τα Χριστούγεννα και, επειδή φοβούνται μην πέσει η γη και τους πλακώσει, λένε “αφήστε το να πάμε πάνω στη γη και θα πέσει μοναχό του”. 

Ανεβαίνουν λοιπόν πάνω στη γη για να τυραννήσουν τους ανθρώπους και τα Θεοφάνεια που γυρίζουν, βλέπουν το δέντρο ολάκερο, ακέραιο, άκοπο. Και πάλι κόβουν και πάλι έρχονται τα Χριστούγεννα, και όλο απ’ την αρχή.

Και τι δεν κάνουν οι καλικάντζαροι ξεπροβάλλοντας ένας-ένας από τις τρύπες τους πάνω στη γη. Την παραμονή των Χριστουγέννων ανεβαίνουν στη γη και περιμένουν να σμίξει η μέρα με τη νύχτα για να μπουν μέσα στα σπίτια. Αν και είναι κακά και πονηρά όντα, δεν μπορούν να βλάψουν τους ανθρώπους,γι’ αυτό και οι γυναίκες ακόμα τα περιπαίζουν και τα βρίζουν και τα λεν σταχτοπόδηδες, σταχτιάδες, κατουρλήδες κ.λ.π.

Αλλοίμονο σε κείνον που θα πρέπει να βγει τη νύχτα και να πάει σε μακρινή δουλειά.
Παρουσιάζονται μπροστά του οι καλικάντζαροι με διάφορες μορφές για να τον εκφοβίσουν ή να τον βλάψουν. Τον τραβολογούν, τον πειράζουν, τον καβαλικεύουν και χορεύουν γύρω του, εμποδίζοντάς τον να γυρίσει σπίτι. Η μανία τους, όμως, είναι να πειράζουν προπάντων τις κακόμοιρες τις γριές.


Χαρακτηριστικά
Είναι πολύ ευκίνητοι ανεβαίνουν στα δένδρα πηδούν από στέγη σε στέγη σπάζοντας κεραμίδια και κάνοντας μεγάλη φασαρία. Τις νύχτες του Δωδεκαήμερου μπαίνουν στα σπίτια από τις καπνοδόχους, γι’ αυτό και τα τζάκια είναι αναμμένα όλο το δωδεκαήμερο και έχουν πολύ φωτιά, γιατί τη φοβούνται πολύ. Αν καταφέρουν και μπουν σε κάποιο σπίτι, αρχίζουν να ανακατεύουν ό,τι βρουν μπροστά τους και να κάνουν ζημιές, μα πιο πολύ θέλουν να μαγαρίσουν τα φαγητά. Ό,τι βρουν απλωμένα τα ποδοπατούν. 

Τους αρέσει να πλατσουρίζουν μέσα στα δοχεία που έχουν οι νοικοκυρές το λάδι, στα τηγάνια, στα τσουκάλια, στα πιάτα, στους λύχνους που παλαιότερα χρησιμοποιούσαν για το φωτισμό στα χωριά. Λερώνουν τα φαγητά με τα ακάθαρτα νύχια τους και αφήνουν τις ακαθαρσίες τους όπου βρουν. Τίποτε βέβαια δεν κλέβουν, αλλά αναστατώνουν τόσο πολύ το σπίτι που το κάνουν αγνώριστο. 

Όταν οι νοικοκυρές ψήνουν τηγανίτες ή άλλα σκευάσματα στο τηγάνι από αλεύρι (πλαστά), οι καλικάντζαροι ανεβαίνουν στην καπνοδόχο και απλώνουν το χέρι τους ως κάτω στην εστία (γιατί μπορούν να απλώνουν και να μακραίνουν τα χέρια τους και τα πόδια τους όσο θέλουν) και ζητούν ή βουτούν ότι υπάρχει στο τηγάνι ή στη θράκα. Η πιο αγαπημένη τροφή, όμως, των καλικαντζάρων είναι το χοιρινό κρέας και κυρίως το παστό του (το πάχος), το οποίο όταν ψήνεται και πέφτει στη θράκα, σκορπάει μια πολύ ευώδη και πολύ ευάρεστη μυρωδιά.


Πως τους αντιμετωπίζουμε;
Γι’ αυτό οι νοικοκυραίοι για να γλιτώσουν από δαύτους σκεπάζουν το χοιρινό με σπαράγγια. Το σπαράγγι όταν είναι χλωρό είναι πολύ νόστιμο και τρώγεται, όταν όμως παλιώσει γίνεται πολύ σκληρός αγκαθωτός θάμνος και γι’ αυτό σκεπάζουν μ’ αυτές το χοιρινό για να μην πλησιάζουν οι καλικάντζαροι. Με σπαράγγια επίσης σκεπάζουν και τα λουκάνικα και οτιδήποτε έχουν ετοιμάσει που έχει σαν πρώτη ύλη το χοιρινό.

Επίσης, οι νοικοκυρές μαζεύουν μέσα στο σπίτι ό,τι αγγεία βρίσκονται έξω
και βάζουν στο άνοιγμα της καπνοδόχου ή πίσω από την πόρτα ένα κόσκινο. Οι καλικάντζαροι, ως περίεργοι που είναι και πάρα πολύ βλάκες αρχίζουν να μετρούν τις τρύπες: «ένα-δύο, ένα-δύο, ένα-δύο&» Παρακάτω δεν ξέρουν να μετρήσουν γιατί μπερδεύονται.

 Έτσι, χάνουν την ώρα τους, έχει πια ξημερώσει και οι καλικάντζαροι πρέπει να εξαφανιστούν.

Άλλοι κρεμούν το κατωσάγωνο ενός χοίρου στην καπνοδόχο, ή ένα δερμάτινο παλιοπάπουτσο ή ρίχνουν αλάτι στη φωτιά. Η απαίσια μυρωδιά του καμένου δέρματος και ο κρότος από το αλάτι κρατάει τους καλικάντζαρους μακριά.

Άλλοι πάλι, κρεμούν στο χερούλι της πόρτας μία τούφα λινάρι. Μέχρι να μετρήσουν οι καλικάντζαροι τις τρίχες του λιναριού φτάνει το ξημέρωμα και όπου φύγει φύγει.

Ένα ακόμα όπλο εναντίων των καλικαντζάρων είναι το λιβάνι. Το σιχαίνονται και γι’ αυτό οι νοικοκυρές θυμιατίζουν το σπίτι κάθε απόγευμα και αφήνουν το θυμιατήρι να λιβανίζει δίπλα στο τζάκι καθ΄ όλη τη διάρκεια του Δωδεκαημέρου.

Του “Σταυρού” που περνάει ο Παπάς
και αγιάζει τα σπίτια οι καλικάντζαροι, όπου φύγει-φύγει.



«Φεύγετε να φεύγουμε 
τι έρχεται ο τουρλόπαπας 
με την αγιαστούρα του 
και με τη βρεχτούρα του. 
Μας άγιασε μας έβρεξε 
και μας εκατέκαψε!» 
ή «και θα μας μαγαρίσει» 

Υπάρχουν, όμως, και φυτά που διώχνουν τους καλικάντζαρους και ταυτόχρονα φέρνουν καλή τύχη για τον καινούργιο χρόνο. 

Ένα τέτοιο φυτό, που βάζουμε ακόμα και σήμερα στα σπίτια μας τέτοιες μέρες είναι η κρεμμύδα.

Η Χρυσοβασιλίτσα, όπως αλλιώς τη λένε, ακόμα και ξεχασμένη σε κάποια γωνιά του σπιτιού, βγάζει φύλλα τέτοια εποχή, και ξαναρχίζει τον κύκλο της ζωής της. Σαν το φως που ξαναγεννιέται στο χειμερινό ηλιοστάσιο, μας εύχεται καλές γιορτές και υγεία για την καινούργια χρονιά.

Άλλοι τρόποι για να αποφύγουν οι νοικοκυραίοι τους καλικάντζαρους είναι το σημείο του Σταυρού στη πόρτα, στα παράθυρα, στις καμινάδες, τους στάβλους και στα αγγεία λαδιού και κρασιού, ο Αγιασμός των σπιτιών και μάλιστα τη παραμονή των Φώτων καθώς και η απαγγελία του «Πάτερ ημών&»
Υπάρχουν, όμως, και εκείνοι που θέλουν να τους καλοπιάσουν και τους πετούν γλυκά και τηγανίτες στην καπνοδόχο ή στις στέγες των σπιτιών.

Ο πιο γνωστός καλικάντζαρος είναι ο «Μανδρακούκος ο αρχηγός». Ο «Μανδρακούκος ο Ζυμαρομύτης» κρατάει για σκύπτρο την ποιμαντορική του γκλίτσα και συχνάζει στα μαντριά και τα βοσκοτόπια. Η σκούφια του, που την έχει υφάνει μόνος του από γουρουνότριχες, δεν φτάνει να σκεπάσει τα αυτιά του, που είναι μεγάλα σαν του γαϊδάρου. Έχει και μία τεράστια μύτη που του κρέμεται σαν μαλακό ζυμάρι. 


Ο Μανδρακούκος ρίχνει γάντζο από την καμινάδα και κλέβει λουκάνικα από την φωτιά και πειράζει τα πρόβατα στα βοσκοτόπια.

Με την αναχώρηση των καλικάντζαρων την ημέρα των Φώτων, η στάχτη από το τζάκι μαζεύεται και το τζάκι καθαρίζεται. Η στάχτη πετιέται σε μέρος που δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κανένα λόγο (αλυσίβα, λίπασμα κ.λ.π.).

Επίσης, καθαρίζονται και οι κοπριές των ζώων από τα κατώγια και οι άνθρωποι πλένονται,
το εικονοστάσι καθαρίζεται, αλλάζει το νερό στο καντήλι κ.λ.π. γιατί οι σταχτοπάτηδες πέρα από τα προβλήματα που έχουν προξενήσει στους νοικοκυραίους έχουν μαγαρίσει και όλους τους χώρους, γι’ αυτό τους λέμε και κατουρλήδες.

Οι “Καλικάντζαροι” σήμερα, είναι πιο πολλοί από ποτέ! Και μάλιστα κάνουν
πολύ περισσότερο κακό στο λαό, από ότι αυτοί που υπήρχαν, στο μυαλό και στις δοξασίες του…

Ας βρούμε τρόπους να τους διώξουμε.



ΚΑΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΙ.
Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΥΘΟ!


Τι κρύβει, αλήθεια, ο μύθος των Καλικάντζαρων;

Είναι γνωστός ο μύθος που οι Καλικάντζαροι όλο το χρόνο ροκανίζουν τον κορμό του δέντρου της γης.
Κι ενώ πλησιάζουν να το κόψουν, έρχονται τα Δωδεκαήμερα και ανεβαίνουν στον Πάνω Κόσμο για να πειράξουν τους ανθρώπους. 

Μόλις τελειώσουν τα Δωδεκαήμερα κατεβαίνουν πάλι στον Κάτω Κόσμο και βλέπουν τον κορμό του δέντρου να είναι ξανά φυτρωμένος, οπότε αρχίζουν την προσπάθεια πριονίσματος από την αρχή!.. 

Τι έλεγε, όμως, ο Παπουλάκος για το δέντρο της γης; Είναι συγκλονιστικό!..



Το δημοσίευμα της εφημερίδας «Τα Νέα» της Τρίτης 19 Ιουνίου 2001, που μιλάει για την μετακίνηση της Γης, επαληθεύοντας τα όσα έλεγε ο Παπουλάκος!.. Τι έλεγε, αλήθεια, ο Χριστός; «Εάν έχετε πίστιν ως κόκκον σινάπεως, δύνασθε και όρος να μετακινήσετε» (Ματθ. 17, 20)!!..

Είναι γνωστόν, ότι σύμφωνα με την Ελληνική Λαογραφία, καλικάντζαροι ονομάζονται στην ελληνική λαϊκή παράδοση τα «δαιμονικά» που φαντάζονται οι άνθρωποι ότι περιφέρονται στη Γη κατά το δωδεκαήμερο μεταξύ Χριστουγέννων και Φώτων. Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας ονομάζονται επίσης τσιλικροτά, καρκατζούλια ή σκαρκατζούλια.

Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση οι καλικάντζαροι κατοικούν στον Κάτω Κόσμο, όπου όλο το χρόνο πριονίζουν την κολόνα (ή το δέντρο) που στηρίζει τη Γη, αλλά όταν κοντεύουν να την πριονίσουν εντελώς φτάνει η παραμονή των Χριστουγέννων. Τότε αφήνουν τη δουλειά τους και ανεβαίνουν στον Πάνω Κόσμο, όπου παραμένουν ως την ημέρα των Θεοφανίων. Τότε επιστρέφουν στον Κάτω Κόσμο, αλλά βρίσκουν την κολόνα ολόκληρη, οπότε ξαναρχίζουν και πάλι να τη ροκανίζουν ως τα επόμενα Χριστούγεννα.

Σύμφωνα με τους λαϊκούς μύθους οι καλικάντζαροι είναι πάρα πολλοί και ξετρυπώνουν στην επιφάνεια της Γης από φαράγγια, πηγάδια, σπηλιές, καταβόθρες, μυρμηγκοφωλιές κ.α. 

Περιγράφονται κοντοί, μαυριδεροί, άσχημοι, τριχωτοί, με πλήθος από κουσούρια και βρόμικοι. Είναι καβγατζήδες και μαλώνουν συνέχεια μεταξύ τους. Όταν φανερώνονται στους ανθρώπους παίρνουν διάφορες μορφές, άλλοτε εμφανίζονται ως ζώα και άλλοτε με ένα πόδι ανθρώπινο και ένα ζώου. Συνηθίζουν να μπαίνουν στα σπίτια από την καμινάδα και προκαλούν πολλές ζημιές. Τρώνε ό,τι βρεθεί μπροστά τους και λερώνουν τα πάντα.

Σε όλες τις περιοχές της Ελλάδας υπάρχουν έθιμα που συνδέονται με τους καλικάντζαρους. Στην Ήπειρο συνήθιζαν να βάζουν αδράχτια στο τζάκι για να μην μπορούν να μπουν στο σπίτι, ενώ αλλού συνήθιζαν να καίνε αλάτι για να τους εξευμενίσουν ή έκαιγαν παλιά παπούτσια. 

Αλλού συνήθιζαν να βάζουν στο τζάκι ένα κόσκινο γιατί πίστευαν πως οι καλικάντζαροι άρχιζαν να μετρούν τις τρύπες του και τους έφτανε το ξημέρωμα, οπότε έφευγαν για να επιστρέψουν το επόμενο βράδυ.

Όταν έφευγαν οι καλικάντζαροι, οι άνθρωποι καθάριζαν όλο το σπίτι, πετούσαν τη στάχτη από το τζάκι, έπλεναν το εικονοστάσι, άλλαζαν το νερό στο καντήλι γιατί πίστευαν ότι είχαν μολύνει όλο το σπίτι.


ΓΕΝΕΣΗ ΚΑΙ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΓΗΣ
Ας δούμε, όμως, τι λένε οι επιστήμονες για τον πλανήτη μας:

Η Γη, όπως και τα άλλα μέλη του πλανητικού μας συστήματος, προέκυψε (σύμφωνα με τη θεωρία του Τζινς) με απόσπαση ηλιακού υλικού του πρωτοήλιου μας, από την επίδραση του πεδίου βαρύτητας άλλου άστρου που τον πλησίασε. 

Έτσι εξηγείται ότι οι μεγάλοι πλανήτες (Δίας, Κρόνος) βρίσκονται στη μέση και οι μικρότεροι (Ερμής, Πλούτωνας) στα άκρα, αν τοποθετηθούν όλοι στη σειρά, σύμφωνα με την απόστασή τους από τον Ήλιο. Κατά τον Κούπερ, οι πλανήτες δημιουργήθηκαν από συμπυκνώσεις στροβιλιζόμενων ηλιακών υλικών, ενώ οι Σμιτ και Μακ Κράιτ υποστηρίζουν ότι το ισχυρό πεδίο βαρύτητας του Ήλιου παγίδεψε υλικό του Γαλαξία και έγιναν οι πλανήτες.

Ο Γιούρι θεωρεί ότι οι πρωτοπλανήτες δημιουργήθηκαν από συμπυκνώσεις τμημάτων
ενός αρχικού νεφελώματος. Η Γη στα πρώτα στάδια της δημιουργίας της ήταν σε διάπυρη κατάσταση, επειδή όμως συνεχώς ακτινοβολούσε, άρχισε να ψύχεται μέχρι που τελικά σχηματίστηκαν η ατμόσφαιρα και η υδρόγειος με ξηρά και θάλασσα.

Η αρχική μορφή της υδρογείου προέκυψε με έναν ειδικό μηχανισμό σχηματισμού των βασικών στρωμάτων της. Στην αρχή, πριν από πέντε και περισσότερα δισεκατομμύρια χρόνια, τα νέφη των θερμών υδρατμών και αέριων ενώσεων δημιούργησαν την ατμόσφαιρα της Γης, από τα αέρια υδρογόνο (Η2), άζωτο (Ν2), μεθάνιο (CH4), αμμωνία (ΝΗ3), διοξείδιο του άνθρακα (CO2) κ.ά.

Συγχρόνως όμως τα βαρύτερα υλικά προκάλεσαν «βροχή μετάλλων» από τις θερμές αέριες μάζες (ατμούς). Το θερμό αυτό ρευστό υλικό των μετάλλων καθώς έπεφτε πάνω στη Γη σχημάτιζε έναν υπέρθερμο στερεό φλοιό (κρούστα). Τελικά τα νέφη των μετάλλων εξαντλήθηκαν και η Γη πήρε μια κάποια σταθερή μορφή. 

Τα υγρά που έπεφταν καθώς άγγιζαν το θερμό φλοιό της Γης εξατμίζονταν, με συνέπεια ο φλοιός να ψύχεται, να στερεοποιείται και σιγά-σιγά να γίνεται παχύτερος. Κάτω όμως από αυτή την κρούστα (φλοιό) βρισκόταν ακόμα σε παχύρρευστη κατάσταση το μάγμα. Τη σχετικά σταθερή μορφή της πήρε η Γη πριν από 4.700.000 χρόνια.


ΤΙ ΕΛΕΓΕ Ο ΠΑΠΟΥΛΑΚΟΣ!
Όπως γράφει στο  βιβλίο του Άγγελου Σακκέτου: «Παπουλάκος: Άγνωστες Προφητείες και Θαύματα», ο προφήτης του Μοριά, αναφερόμενος στον μύθο των Καλικάτζαρων, που ροκανίζουν για ένα χρόνο το δέντρο της γης, αλλά πριν το ολοκληρώσουν έρχονται τα Δωδεκαήμερα και αναγκάζονται να ανέβουν στον Πάνω Κόσμο για να πειράξουν τους ανθρώπους, προφήτευσε ότι αυτό που δεν πέτυχαν για δισεκατομμύρια χρόνια οι διάβολοι, θα το καταφέρουν οι άνθρωποι!

Και ω της εκπλήξεως!Μια μέρα, ανοίγοντας την εφημερίδα «Τα Νέα» της Τρίτης 19 Ιουνίου 2001 και συγκεκριμένα στη σελίδα 45, διάβασα κατάπληκτος ένα δημοσίευμα, που είχε τον τίτλο: «Ώρα να … μετακινήσουμε τη Γη

Τι συνέβη;
Όπως γράφει η ίδια η εφημερίδα: «Για να γλιτώσει ο πλανήτης μας από την υπερθέρμανση, η ΝΑSΑ βρήκε τη λύση».

Δηλαδή;
«Ένας τρόπος να αποτρέψουμε την υπερθέμανση της Γης είναι να την μετακινήσουμε λίγο πιο πέρα
». 

Δεν πρόκειται για σενάριο επιστημονικής φαντασίας, αλλά για ένα ρεαλιστικό σενάριο με την υπογραφή της ΝΑSA.

Το μόνο που χρειάζεται, υποστηρίζουν οι επιστήμονες, είναι να οδηγήσουμε μερικούς κομήτες κοντά στη Γη και η τροχιά της θα διαφοροποιηθεί. 

Ο πλανήτης μας θα στροβιλίζεται πλέον σε ένα ασφαλέστερο, δροσερότερο μέρος του ηλιακού μας συστήματος και η ζωή του θα παραταθεί κατά έξι δισεκατομμύρια χρόνια. «Η τεχνολογία που απαιτείται δεν είναι ουτοπική», λέει ο δρ Γκρεγκ Λάφλιν, από το ερευνητικό κέντρο Ames της ΝΑSA, στην Καλιφόρνια. «Περιλαμβάνει τις ίδιες τεχνικές που προτείνουν σήμερα οι επιστήμονες για την εκτροπή των αστεροειδών ή των κομητών που κατευθύνονται προς τη Γη. Δεν χρειάζονται υπερφυσικές δυνάμεις για να μετακινήσουμε τη Γη, χρειάζεται απλώς προσεκτικός και λεπτός σχεδιασμός».

Το σχέδιο που εισηγείται ο Λάφλιν και οι συνάδελφοί του,
Ντον Καρυκάνσκι και Φρεντ Άνταμς, περιλαμβάνει την εκτροπή της τροχιάς κάποιου κομήτη ή αστεροειδούς κοντά στη Γη ώστε να μεταφέρει σε αυτήν μέρος της βαρυτικής του ενέργειας. «Η τροχιακή ταχύτητα της Γης θα αυξανόταν και θα απομακρυνόμασταν από τον Ήλιο και την ολοένα και πιο επικίνδυνη ακτινοβολία του», λέει ο Λάφλιν.

Κατόπιν, οι επιστήμονες θα κατηύθυναν τον κομήτη προς τον Δία ή τον Κρόνο, όπου και θα συνέβαινε η αντίστροφη διαδικασία: ο κομήτης θα συνέλεγε ενέργεια, η τροχιά του θα τον επανέφερε κοντά στη Γη και η διαδικασία θα επαναλαμβανόταν».

Αντιλαμβάνονται οι καλόπιστοι αναγνώστες, τον συγκλονισμό της ψυχής του γράφοντος, καθώς εκείνη την ώρα θυμήθηκε την φράση του Παπουλάκου, σύμφωνα με όλα όσα του διηγούνταν οι απλοϊκοί γέροντες του χωριού του, παρά το γεγονός ότι ένα άλλο παρεμφερές δημοσίευμα της ίδιας εφημερίδας («Τα Νέα», Τετάρτης 29 Σεπτεμβρίου 2004), έφερε τον τίτλο: «Κι όμως, το υδρογόνο κινεί τη Γη», δεδομένου ότι, όπως τονίζει το δημοσίευμα: «Καθώς το πετρέλαιο λιγοστεύει, σε λίγα χρόνια όλα θα κυλούν με … ρυθμούς υδρογόνου: από το αυτοκίνητο μέχρι τα κινητά τηλέφωνα…».

Προφητεία; Διαίσθηση; Πρόρρηση; Συμβολισμός; Δεν ξέρω!..
Ένα όμως γνωρίζω: Οι παπουλάκηδες που τριγυρνούσαν στα χωριά της Πελοποννήσου, πρέπει να γνώριζαν πολλά!…

Αυτός και ο λόγος που θαυμάζουμε όχι μόνον την προφητική δύναμη, αλλά και την ερμηνευτική ικανότητα της σοφίας των γερόντων αυτών, που ο κόσμος καλούσε «παπουλάκηδες»!..

Άλλωστε, όπως λέει και η Εκκλησία μας:
«Πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον άνωθέν εστι καταβαίνον από του πατρός των φώτων, παρ’ ω ουκ ένι παραλλαγή ή τροπής αποσκίασμα»!.. 

Ερμηνεία:
«
Κάθε αγαθή προσφορά προς τους ανθρώπους και κάθε δώρον τέλειον κατεβαίνει εκ των άνω, από τον ουρανόν, από τον πανάγαθον Θεό, που είναι ο δημιουργός και πατέρας όλων των πνευματικών και υλικών φώτων, εις τον οποίον δεν υπάρχει καμμία αλλοίωσις ούτε η παραμικροτέρα σκιά μεταβολής»!..



πηγή-sakketosaggelos.gr (προσαρμογή)
πηγή-anekshghta (προσαρμογή)



ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ, ΕΔΩ:

Δεν υπάρχουν σχόλια: