Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2013

Καλή... Πρωτοχρονιά (εκκλησιαστική)!



Επιμέλεια - έρευνα: Δρ Δημήτρης Περδετζόγλου



Τί σημαίνει “αρχή της ινδίκτου”;


Η Εκκλησία του Χριστού εορτάζει σήμερα την αρχή της Ινδικτιώνος – από την λατινική λέξη “indictio”, η οποία σημαίνει 'ορισμός' – δηλαδή την έναρξη του εκκλησιαστικού έτους. 

Ο όρος προήλθε από την συνήθεια των Ρωμαίων αυτοκρατόρων να ορίζουν δια θεσπίσματος, για διάστημα δεκαπέντε ετών, το ποσόν του ετησίου φόρου, που εισέπρατταν αυτήν την εποχή για την συντήρηση του στρατού. Κατ’ επέκτασιν, καθιερώθηκε να ονομάζονται ινδικτιώνες και οι δεκαπενταετείς αυτοί κύκλοι που άρχισαν επί Καίσαρος Αυγούστου, τρία χρόνια πριν από την γέννηση του Χριστού.

Επειδή ο Σεπτέμβριος είναι εποχή
 συγκομιδής καρπών και προετοιμασίας για τον νέο κύκλο βλαστήσεως, ταίριαζε να εορτάζουν οι χριστιανοί την αρχή της γεωργικής περιόδου αποδίδοντας ευχαριστίες στον Θεό για την εύνοιά του προς την κτίση. Είναι αυτό που ήδη έκαναν οι Ιουδαίοι σύμφωνα με τις εντολές του Μωσαϊκού Νόμου· την πρώτη δηλαδή ημέρα του εβδόμου ιουδαϊκού μηνός, αρχές Σεπτεμβρίου, τελούσαν την εορτή της Νεομηνίας ή των Σαλπίγγων, κατά την οποίαν εσχόλαζαν από κάθε εργασία, για να προσφέρουν θυσίες ολοκαυτωμάτων “εις οσμήν ευωδίας Κυρίω” (Λευϊτ. 23,18).

Ο Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο δημιουργός του χρόνου και του σύμπαντος, ο προάναρχος Βασιλεύς των αιώνων, ο οποίος εσαρκώθη, για να αποκαταλλάξη τα πάντα εις Εαυτόν και να συναγάγει Ιουδαίους και εθνικούς εις μίαν Εκκλησίαν, ήθελε να ανακεφαλαιώσει εν Εαυτώ τον αισθητό κόσμο και τον γραπτό Νόμο. 


Έτσι, αυτήν την ημέρα που η φύσις ετοιμάζεται να διατρέξει ένα νέο κύκλο εποχών, εορτάζουμε το γεγονός, κατά το οποίο ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός εισήλθε στην Συναγωγή και ανοίγοντας το βιβλίο του Ησαϊου ανέγνωσε το χωρίο, όπου ο Προφήτης ομιλεί επ’ ονόματι του Σωτήρος “Πνεύμα Κυρίου επ’ εμέ, ού είνεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, κηρύξαι ενιαυτόν (= έτος) Κυρίου δεκτόν” (Λουκ. 4,18).

Όλες οι Εκκλησίες, συναθροισμένες “επί το αυτό”, αναπέμπουν σήμερα δοξολογία προς τον ένα τρισυπόστατο Θεό, ο οποίος διαμένει στην αιώνια μακαριότητα, διακρατεί τα πάντα εν τη ζωή και στέλνει άφθονες τις ευλογίες του κάθε εποχή στα κτίσματά του. Ο ίδιος ο Χριστός ανοίγει τις θύρες του νέου έτους και μας προσκαλεί να τον ακολουθήσωμε, για να γίνωμε μέτοχοι της αιωνιότητός του.







("κλίκ" επι της εικόνας, για μεγέθυνση)
"Ωρολόγιον το Μέγα", Εκδ. Αποστολικής Διακονίας, σελ. 694. Έκδ. Β΄, 1988, Αθήνα.



Η 1η Σεπτεμβρίου καθορίστηκε ως αρχή της εκκλησιαστικής χρονιάς ως εξής:

Στην περιοχή της Ανατολής τα περισσότερα ημερολόγια είχαν ως πρωτοχρονιά την 24η Σεπτεμβρίου, ημέρα της φθινοπωρινής ισημερίας.

Επειδή όμως η 23 η ήταν η γενέθλια ημέρα του αυτοκράτορα της Ρώμης Οκταβιανού, η πρωτοχρονιά μετατέθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου, η οποία και καθορίστηκε ως αρχή της Ινδίκτου, δηλαδή της περιόδου του ρωμαϊκού διατάγματος για τον φόρο που ίσχυε για 15 έτη.

Έτσι Ίνδικτος κατάντησε να σημαίνει αργότερα το έτος και αρχή της Ινδίκτου την Πρωτοχρονιά. Αυτή την Πρωτοχρονιά βρήκε η Εκκλησία και της έδωσε χριστιανικό περιεχόμενο, αφού τοποθέτησε σ' αυτήν την εορτή της συλλήψεως του Προδρόμου, που αποτελεί και το πρώτο γεγονός της Ευαγγελικής Ιστορίας.

Αργότερα, το 462 μ. Χ.., για πρακτικούς λόγους και για να συμπίπτει η πρώτη του έτους με την πρώτη του μηνός, η εκκλησιαστική πρωτοχρονιά μετατέθηκε την 1 η Σεπτεμβρίου.

Διευκρινίζεται ότι η πρωτοχρονιά της 1ης Ιανουαρίου έχει Ρωμαϊκή προέλευση και ήρθε στην Ορθόδοξη Ανατολή κατά τα νεότερα χρόνια.


Η εκκλησιαστική ακολουθία για το νέο έτος τελείται την 1 η Σεπτεμβρίου, μια ακολουθία απαράμιλλου κάλλους ως προς το υμνογραφικό υλικό.


Σημειωτέον ότι πριν από λίγα χρόνια η Εκκλησία μας όρισε την 1η Σεπτεμβρίου ως ημέρα αφιερωμένη στο φυσικό περιβάλλον.

Βυζάντιο: το Έτος Κόσμου 


Ο όρος Anno Mundi (AM, "στο έτος του κόσμου"), δηλαδή "έτος Κόσμου" (ε.Κ.) ή "από καταβολής Κόσμου", αναφέρεται σε ημερολογιακή περίοδο της οποίας η μέτρηση αρχίζει από τη δημιουργία του κόσμου.

Παράδειγμα τέτοιου ημερολογίου
αποτελεί το εβραϊκό ημερολόγιο, σύμφωνα με το οποίο η δημιουργία έλαβε χώρα το έτος 3760 π.Χ.. Έτσι, το εβραϊκό ημερολόγιο θεωρεί ότι το 2008 είναι το έτος 5769 ε.Κ. (A.M.).



Το 4004 π.Χ. ως έτος δημιουργίας του Κόσμου. (Το Λεξικόν των Αγίων Γραφών, Γ. Κωνσταντίνου, 1888/1973)

Αυτό το σύστημα μέτρησης χρησιμοποιήθηκε και από τους πρώτους χριστιανούς εκκλησιαστικούς πατέρες και χρονικογράφους.

Επί παραδείγματι,
στις αρχές του 3ου αιώνα, ο επίσκοπος Ρώμης Ιππόλυτος αναφέρει ότι η "καταβολή του κόσμου", δηλαδή η γέννηση του Αδάμ, έλαβε χώρα 5.500 χρόνια πριν τη γέννηση του Ιησού Χριστού.

Στις αρχές του 5ου αιώνα, ο μοναχός Πανόδωρος ο Αλεξανδρείας κατέγραψε ότι η δημιουργία του κόσμου έγινε το 5904 π.Χ.

Παρόμοιοι ήταν και οι υπολογισμοί που ανέπτυξαν ο Γεώργιος ο Σύγκελλος, προσωπικός γραμματέας του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ταράσιου στα τέλη του 7ου αιώνα και ο μοναχός Αννιανός ο Αλεξανδρείας τον 5ο αιώνα που τοποθέτησε την δημιουργία του Κόσμου στις 25 Μαρτίου 5492 π.Χ.

Η χρονολογία
που εμφανίζεται στα Ρωμαϊκά μαρτυρολόγια είναι 25 Μαρτίου 5198 π.Χ.




Στο Βυζάντιο, το Έτος Κόσμου αποτελεί την αντίστοιχη αντίληψη όσον αφορά το Βυζαντινό Ελληνικό Ημερολόγιο, το οποίο χρονολογεί τη δημιουργία την 1η Σεπτεμβρίου 5509 π.Χ. 

Ο Γ' Κανόνας της ΣΤ' Οικουμενικής Συνόδου αναφέρεται στην τρέχουσα χρονολογία «τῆς πεντεκαιδεκάτης τοῦ διελθόντος Ἰανουαρίου μηνός, τῆς παρελθούσης τετάρτης Ἰνδικτιῶνος, ἔτους ἐξακισχιλιοστοῦ ἐκατοστοῦ ἐννάτου», δηλαδή του έτος 6199 από τη δημιουργία Αδάμ που αντιστοιχεί στο έτος 691 από τη γέννηση του Χριστού.

Το βυζαντινό σύστημα χρονολόγησης «από κτίσεως κόσμου» ακολουθήθηκε στη Ρωσία μέχρι και την εποχή του Μεγάλου Πέτρου το 1725.




Τη α΄ του μηνός Σεπτεμβρίου: 
Αρχή της Ινδίκτου, ήτοι του νέου εκκλησιαστικού έτους


Συναξάριο της α΄Σεπτεμβρίου.

Tῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν ΣΥΜΕΩΝ τοῦ ΣΤΥΛΙΤΟΥ τοῦ ἐν τῇ Μάνδρᾳ, τοῦ ἐπιλεγομένου ΠΑΛΑΙΟΥ.
* * *

Mνήμη τῆς ὁσίας MΑΡΘΑΣ, μητρός τοῦ ὁσίου Συμεών τοῦ Στυλίτου.
* * *

Mνήμη τοῦ δικαίου IΗΣΟΥ τοῦ NΑΥΗ.
* * *

Mνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων καί αὐταδέλφων ΑΓΑΘΟΚΛΕΙΑΣ, EΥΟΔΟΥ, KΑΛΛΙΣΤΗΣ καί EΡΜΟΓΕΝΟΥΣ, ξίφει τελειωθέντων.
* * *

Mνήμη τῆς ὁσίας EΥΑΝΘΙΑΣ, ἐν εἰρήνῃ τελειωθήσης.
* * *
Mνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν MΕΛΕΤΙΟΥ τοῦ νέου, τοῦ ἐν τῷ ὄρει τοῦ ΚΙΘΑΙΡΩΝΟΣ ἀσκήσαντος καί ἐν εἰρήνῃ τελειωθέντος.
* * *

Mνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος AΓΓΕΛΗ, τοῦ ἐν Kωνσταντι­νουπόλει μαρτυρήσαντος κατά τό ‚αχπ΄ (1680) ἔτος, ξίφει τελειωθέντος.
* * *





Μνήμη τῶν ἁγίων ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΝΤΑ ΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΡΩΝ καί ΑΜΜΟΥΝ τοῦ διακόνου καί διδασκάλου αὐτῶν.

Οἱ Ἅγιες αὐτές γυναῖκες ἔζησαν τήν ἐποχή τοῦ βασιλέως Λικινίου (307-324) στήν Ἀδριανούπολη τῆς Θράκης. Ὁ ἡγεμών τῆς περιοχῆς Βάβδος τίς συνέλαβε ὡς χριστιανές καί τίς προέτρεπε νά προσκυνήσουν τά εἴδωλα. Ἡ Κελσίνα, μία ἐξ αὐτῶν καί ἡ πρώτη τῆς πόλεως, μετά τή θαρραλέα ὁμολογία τῆς πίστεώς της τίς ἐσύναξε ὅλες στήν οἰκία της μαζί μέ τόν διδάσκαλό τους, διάκονο ἅγιο Ἀμμούν, γιά νά ἐνισχυθοῦν πρός τό μαρτύριο. Ὁ Ἀμμούν πῆρε τό χαρτί μέ τά ὀνόματά τους καί τά διάβασε δυνατά ἕνα-ἕνα. Ὕστερα εἶπε: «Ἀγωνισθῆτε ὑπέρ τοῦ Χριστοῦ διά τοῦ μαρτυρίου, διότι ἔτσι θά καθίσει καί ὁ Δεσπότης Χριστός στήν πύλη τῆς οὐρανίου βασιλείας καί θά σᾶς προσκαλεῖ μία-μία κατ’ ὄνομα, γιά νά σᾶς ἀποδώσει τόν στέφανο τῆς αἰωνίου ζωῆς».

Ὅταν καί πάλι τίς ἀνέκρινε ὁ ἡγεμών, ὁμολόγησαν ὅλες σταθερά τήν πίστη τους. Μέ τήν προσευχή τους συνέτριψαν τά εἴδωλα καί ὁ ἱερεύς τῶν εἰδώλων ἀνυψώθηκε στόν ἀέρα, μέχρις ὅτου, βασα­νι­ζόμενος ἀπό πύρινους ἀγγέλους, ἔπεσε νεκρός στή γῆ. Τότε ὁ Βάβ­δος πρόσταξε νά κρεμάσουν τόν ἅγιο Ἀμμούν, νά τοῦ ξύσουν τίς πλευρές, νά καύσουν τίς πληγές του μέ ἀναμμένες λαμπάδες καί νά τοῦ φορέσουν στήν κεφαλή χάλκινη πυρακτωμένη περικεφα­λαία.

Ἐπειδή ὁ ἅγιος διαφυλάχθηκε ἀβλαβής ἀπό τά μαρτύρια, ὁδη­γήθηκε μαζί μέ τίς μαθήτριές του ἀπό τή Βερόη (σημερ. Στάρα Ζαγορά τῆς Βουλγαρίας) στήν Ἡράκλεια, στόν βασιλέα Λικίνιο. Καθ’ ὁδόν ἐμφανίσθηκε ὁ Κύριος καί τούς ἐνεθάρρυνε. Φθάνοντας στήν πόλη πῆγαν στόν τόπο, ὅπου εἶχαν κατατεθεῖ τά τίμια λείψανα τῆς ἁγίας μάρτυρος Γλυκερίας. Ἐνῶ διανυκτέρευαν ἐκεῖ προσευχόμενες, παρουσιάσθηκε ἡ Ἁγία λέγοντας: «Καλῶς ἤλθατε, ἅγιες δοῦ­λες τοῦ Θεοῦ! Πρό πολλοῦ περίμενα τήν λαμπρή ἐν Χρι­στῷ συνοδία σας, γιά νά χορεύσωμε στεφανωμένες ὅλες μαζί μέ τούς ἁγίους ἀγ­γέλους στήν βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, τόν ὁποῖο μέχρις αἵματος ὁμο­λογήσαμε».

Στήν Ἡράκλεια τούς ἔρριξαν στά θηρία. Οἱ ἅγιες γυναῖκες μαζί μέ τόν διδάσκαλό τους προσηύχοντο ὄρθιες μέ ὑψωμένα τά χέρια, τά δέ θηρία κατελήφθησαν ἀπό ὕπνο καί δέν τούς ἤγγισαν. Τήν ὥρα πού οἱ στρατιῶτες ἄναβαν φωτιά γιά νά τίς ρίξουν μέσα, προφήτευσαν στόν ἀσεβῆ Λικίνιο τήν ἐπικράτηση τοῦ Μεγάλου Κων­σταντίνου, τή νίκη τοῦ χριστιανισμοῦ καί τήν κατάργηση τῆς εἰδω­λολατρίας. Κατόπιν σφραγίσθηκαν μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί δέκα ἀπό αὐτές πήδησαν ἀγαλλόμενες μέσα στίς φλόγες ὑ­μνῶντας τόν Θεό, ὁ ὁποῖος ἐδρόσισε τό πῦρ. Ἔτσι, αὐτές μέν ἐτε­λειώ­θησαν ἐν εἰρήνῃ στήν πυρά, ὀκτώ δέ ἀποκεφαλίσθησαν μαζί μέ τόν διδάσκαλό τους Ἀμμούν. Ἀπό τίς ὑπόλοιπες οἱ δήμιοι ἄλλες κατέσφαξαν καί σέ ἄλλες ἔβαλαν στό στόμα πυρακτωμένα σίδερα.


Τά ὀνόματά τους ἔχουν διασωθεῖ στό ἀρχαῖο Μαρτύριόν τους (Bibliotheca Hagiographica Graeca 2280-2281) καί εἶναι: Λαυρεντία ἡ διά­κονος, Κελσίνα, Θεοκτίστη (ἤ Θεόκλεια), Δωροθέα, Εὐτυχιανή, Θέκλα, Ἀρισταινέτη, Φιλαδέλφη, Μαρία, Βερονίκη, Εὐλαλία (ἤ Εὐ­θυ­μία), Λαμπροτάτη, Εὐφημία, Θεοδώρα, Θεοδότη, Τετεσία, Ἀκυλί­να, Θεοδούλη, Ἁπλοδώρα, Λαμπαδία, Προκοπία, Παῦλα, Ἰουλιάνα, Ἀμπλι­ανή, Περσίς, Πολυνίκη, Μαύρα, Γρηγορία, Κυρία (ἤ Κυριαίνη), Βάσσα, Καλλινίκη, Βαρβάρα, Κυριακή, Ἀγαθονίκη, Ἰούστα, Εἰ­ρή­νη, Ματρῶνα (ἤ Ἀγαθονίκη), Τιμοθέα, Τατιανή, Ἄννα (ἤ Ἀνθοῦ­σα).

Ὡστόσο, στήν ἀσματική Ἀκολουθία καί σέ νεότερους Συναξαριστές ἀπαντοῦν τά ἑξῆς ὀνόματα: Ἀδαμαντίνη, Ἀθηνᾶ, Ἀκριβή, Ἀντιγόνη, Ἀριβοία, Ἀσπασία, Ἀφροδίτη, Διόνη, Δωδώνη, Ἐλπινίκη, Ἐρα­σμία, Ἐρατώ, Ἑρμηνεία, Εὐτέρπη, Θάλεια, Θεανώ, Θε­ανόη, Θε­όνυμφη, Θεοφάνη, Καλλιρρόη, Καλλίστη, Κλειώ, Κλεονίκη, Κλεοπάτρα, Κοραλλία, Λάμπρω, Μαργαρίτα, Μαριάνθη, Μελπομένη, Μόσχω, Οὐ­ρανία, Πανδώρα, Πηνελόπη, Πολύμνια, Πολυνίκη, Σαπ­­φώ, Τερψιχόρη, Τρωάς, Χάϊδω καί Χαρίκλεια 
(βλ. Πρωτ. Κων/νου Πλατανιτου, ῾Εορ­τολόγιον τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας, Ἀπο­στολική Διακονία, ἔκδ. Δ΄, 1997, σελ. 23 ὑποσ.).

«Την 1η Σεπτεμβρίου, η Εκκλησία μας εορτάζει την Αρχή της Ινδίκτου, δηλαδή την αρχή του νέου Εκκλησιαστικού έτους. 

Για την ημέρα αυτή, ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει στον Συναξαριστή του:
«Πρέπει να ηξεύρωμεν, αδελφοί, ότι η του Θεού αγία Eκκλησία εορτάζει σήμερον την Iνδικτιώνα, διά τρία αίτια. 

Πρώτον, επειδή και αυτή είναι αρχή του χρόνου. Διά τούτο και κοντά εις τους παλαιούς Pωμάνους πολλά ετιμάτο αυτή εξ αρχαίων χρόνων. Iνδικτιών δε κατά την ρωμαϊκήν, ήτοι λατινικήν γλώσσαν, θέλει να ειπή ορισμός. 

Kαι δεύτερον εορτάζει ταύτην η Eκκλησία, επειδή και κατά την σημερινήν ημέραν, επήγεν ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός μέσα εις την Συναγωγήν των Iουδαίων, και εδόθη εις αυτόν το Bιβλίον του Προφήτου Hσαΐου, καθώς γράφει ο Eυαγγελιστής Λουκάς (Λουκ. δ΄). Tο οποίον Bιβλίον ανοίξας ο Kύριος, ω του θαύματος! ευθύς εύρε τον τόπον εκείνον, ήτοι την αρχήν του εξηκοστού πρώτου κεφαλαίου του Hσαΐου, εις το οποίον είναι γεγραμμένον διά λόγου του τα λόγια ταύτα: «Πνεύμα Kυρίου επ’ εμέ, ου ένεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, ιάσασθαι τους συντετριμμένους την καρδίαν, κηρύξαι αιχμαλώτοις άφεσιν και τυφλοίς ανάβλεψιν, αποστείλαι τεθραυσμένους εν αφέσει, κηρύξαι ενιαυτόν Kυρίου δεκτόν». 

Aφ’ ου δε ανέγνωσεν ο Kύριος τα περί αυτού λόγια ταύτα, εσφάλισε το Bιβλίον και το έδωκεν εις τον υπηρέτην. Έπειτα καθίσας, είπεν εις τον λαόν «ότι σήμερον ετελειώθησαν οι λόγοι της Προφητείας ταύτης εις τα εδικά σας αυτία». Όθεν ο λαός ταύτα ακούων, εθαύμαζε διά τα χαριτωμένα λόγια, οπού εύγαινον εκ του στόματός του, ως τούτο γράφει ο αυτός Eυαγγελιστής Λουκάς (αυτόθι).
 

Eίναι δε και τρίτη αιτία, διά την οποίαν η Eκκλησία του Xριστού κάμνει σήμερον ενθύμησιν της Iνδίκτου, και εορτάζει την αρχήν του νέου χρόνου: ήγουν, ίνα διά μέσου της υμνωδίας και ικεσίας, οπού προσφέρομεν εις τον Θεόν εν τη εορτή ταύτη, γένη ο Θεός ίλεως εις ημάς, και ευλογήση τον νέον χρόνον, και χαρίση τούτον εις ημάς ευτυχή και γεμάτον από όλα τα σωματικά αγαθά. Kαι ίνα φωτίση τας διανοίας μας, εις το να περάσωμεν όλον τον χρόνον καθαρώς και με αγαθήν συνείδησιν, και εις το να ευαρεστήσωμεν τω Θεώ, με την φύλαξιν των εντολών του. Kαι ούτω να τύχωμεν των εν Oυρανοίς αιωνίων αγαθών».

Αρχή της νέας εκκλησιαστικής χρονιάς η 1η Σεπτεμβρίου,
γι’ αυτό και όλη η εκκλησιαστική ακολουθία, πέραν βεβαίως εκείνης που αναφέρεται και στους άλλους αγίους που εορτάζουμε σήμερα, όπως τον όσιο Συμεών τον στυλίτη, τις άγιες σαράντα γυναίκες μάρτυρες, αποτελεί στην πραγματικότητα μία ευχή: να ευλογήσει ο Κύριος τη χρονιά αυτή – «ευλόγησον τον στέφανον του ενιαυτού της χρηστότητός Σου, Κύριε» -που σημαίνει να δώσει τη χάρη Του, ώστε να ζήσουμε οι άνθρωποι με ειρήνη και ομόνοια, ακολουθώντας τις άγιες εντολές Εκείνου. 

Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι η Εκκλησία μας μόνο με τον τρόπο αυτό θεωρεί ότι υπάρχει ευλογία στον κόσμο: όχι αν οι άνθρωποι απλώς ευημερούν οικονομικά, όχι αν όλα τους έρχονται βολικά, όπως λέμε, αλλά αν βρισκόμαστε «εν ομονοία και ειρήνη», κυρίως όμως, αν τηρούμε τις άγιες εντολές του Θεού. Η προτεραιότητα του συντονισμού μας με το θέλημα του Θεού, η πραγματοποίηση, όπως σημειώνουν οι ύμνοι σήμερα, των αιτημάτων του «Πάτερ ημών», για να έχουμε την ευλογία του Θεού, δεν σημαίνει βεβαίως υποτίμηση και υποβάθμιση και των οικονομικών μεγεθών: χωρίς αυτά δεν μπορεί ο άνθρωπος να επιβιώσει σ’ αυτόν τον κόσμο. Σημαίνει ότι τα οικονομικά δεν έχουν την προτεραιότητα. 

Το πρώτο στη ζωή μας είναι το «ελθέτω η βασιλεία Σου», όπως άλλωστε δίδαξε την ορθή ιεράρχηση των πραγμάτων ο ίδιος ο Κύριος: «ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην Αυτού και ταύτα πάντα (όλα τα υλικά και επίγεια) προστεθήσεται υμίν».

Δυστυχώς, στην εποχή μας, η ιεράρχηση αυτή, σ’ ένα μεγάλο ποσοστό, έχει ανατραπεί. Ο Θεός και το άγιο θέλημά Του έχει μπει στο περιθώριο, αν δεν έχει διαγραφεί πλήρως, και προτεραιότητα ως αποκλειστικός σχεδόν σκοπός του ανθρώπου έχει γίνει το οικονομικό στοιχείο. Ίνδαλμα για τους πολλούς φαντάζει ο άφρων πλούσιος της γνωστής παραβολής, ο οποίος ναι μεν ευφραινόταν καθ’ ημέραν λαμπρώς, ο θάνατος όμως ήλθε αδυσώπητος και απροειδοποίητα στη ζωή του και του…ανέτρεψε τα σχέδια, βυθίζοντάς τον στην άφατη οδύνη. 

Από την άποψη αυτή, η εποχή μας είναι εποχή αφροσύνης, η οποία περιλαμβάνει όχι μόνον πολλούς πλουσίους, αλλά και ένα πολύ μεγάλο μέρος των πτωχών. Γιατί και οι πτωχοί, αν επιθυμούν ως προτεραιότητα της ζωής τους τα χρήματα και τα υλικά αγαθά, έστω κι αν δεν τα έχουν, ως άφρονες πλούσιοι αντιμετωπίζονται από τον λόγο του Θεού. Το περιεχόμενο της καρδιάς μας είναι εκείνο που έχει πάντοτε προ οφθαλμών Του ο Θεός, κατά την αποκάλυψη του ίδιου του Θεού.

Η Εκκλησία μας σήμερα,
με την πρωτοχρονιά που εορτάζει, υπενθυμίζοντάς μας και την έναρξη της δημόσιας δράσης του Κυρίου, με το κήρυγμά Του στη συναγωγή της ιδιαίτερης πατρίδας Του Ναζαρέτ, όπου μεταξύ των άλλων αποκαλύπτει για τον εαυτό Του ότι ήλθε «κηρύξαι ενιαυτόν Κυρίου δεκτόν», να κηρύξει δηλαδή την έναρξη μίας καινούργιας εποχής, δεκτής και ευάρεστης στον Θεό, η Εκκλησία μας λοιπόν μας φέρνει σε ισορροπία, διότι μας προτείνει αυτό που συνιστά το αιώνιο θέλημα του Θεού: πάνω από όλα να θέτουμε ακριβώς Εκείνον και τον λόγο Του. Μας ανοίγει και πάλι τα μάτια, σε μία εποχή σύγχυσης και θόλωσης της διάνοιας, για να συνειδητοποιούμε ότι στη ζωή βρισκόμαστε κατά χάριν Θεού, ότι Εκείνος παρατείνει τον χρόνο της διαμονής μας σ’ αυτόν, ως «καιρούς και χρόνους εν τη ιδία εξουσία θέμενος», προκειμένου να ζούμε κατά το θέλημά Του.

Με άλλα λόγια, η Εκκλησία μάς υπενθυμίζει ότι ο χρόνος αποτελεί δωρεά του Θεού, όχι για να τη σπαταλάμε σε ανοησίες και αμαρτίες, αλλά να την αξιοποιούμε προς ανοδική πορεία πάντοτε προς Αυτόν, δηλαδή σε πορεία αγάπης προς τον συνάνθρωπο. Και τότε, μας λέει, θα δούμε ό,τι υποσχέθηκε ο Κύριος: την ώρα που θα θέτουμε αυτό το θέλημά Του ως βάση της ζωής μας, την ίδια ώρα θα ενεργοποιούνται και οι δυνάμεις Εκείνου, προς υπέρβαση αφενός των όποιων προβλημάτων μας, προς αποκατάσταση αφετέρου και όλης της δημιουργίας. Δεν είναι τυχαίο ότι εδώ και αρκετά χρόνια, το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο έχει προβάλει την αρχή του εκκλησιαστικού έτους ως ημέρα προστασίας του περιβάλλοντος. 

Και εύλογα: το θέλημα του Θεού, όπως είπαμε, βιούμενο από τον 
«βασιλιά» της κτίσεως, τον άνθρωπο, έχει άμεση αντανάκλαση και σε όλη τη φύση και σε όλη τη δημιουργία. Το έχουμε ξαναπεί: η λύση στη σημερινή οικονομική κρίση, που μας την επισείουν ως «μορμολυκείον» αδιάκοπα ενώπιόν μας οι ιθύνοντες και τα Μ.Μ.Ε., θα έλθει, μόλις αρχίσουμε να ζούμε ως πραγματικοί άνθρωποι, με βάση τον νόμο του Θεού. Με απλά λόγια, η κρίση είναι κατ’ ουσίαν πνευματική.




Ο των αιώνων Ποιητής και Δεσπότης, Θεέ των όλων, υπερούσιε όντως, την ενιαύσιον ευλόγησον περίοδον, σώζων τω ελέει σου τω απείρω, Οικτίρμον, πάντας τους λατρεύοντας σοι τω μόνω Δεσπότη, και εκβοώντας φόβω Λυτρωτά· Εύφορον πάσι το έτος χορήγησον.



1η Σεπτεμβρίου: ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ 

(δηλαδή αρχή του νέου Εκκλησιαστικού έτους).


Για την περίπτωση αυτή, ό Σ. Εύστρατιάδης στο Αγιολόγιο του, γράφει τά έξης: "Λέξις λατινική (indictio) όρισμόν σημαίνουσα καθ” όν κατά δεκαπενταετή περίοδον έπληρώνοντο εις τους αυτοκράτορας των Ρωμαίων οι φόροι"

Κατά την εκκλησιαστικήν παράδοσιν, την αρχήν της ίνδικτιώνος είσήγαγεν ό Αύγουστος Καίσαρ (1 -14), ότε διέταξε την γενικήν των κατοίκων του Ρωμαϊκού κράτους απογραφήν και την είσπραξιν των φόρων, κατά την πρώτην του Σεπτεμβρίου μηνός. 

Από του Μεγάλου Κωνσταντίνου (313), έγένετο επισήμως χρήσις της Ινδικτιώνος ως χρονολογίας, έκτοτε δε ή εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως μέχρι του νυν εορτάζει την α” Σεπτεμβρίου ως αρχήν του εκκλησιαστικού έτους. «Ινδικτον ημιν ευλόγει νέου χρόνου, ώ και παλαιέ και δι” ανθρώπους νέε».

Η
Ινδικτιώνα είναι ένας γενικότερος τρόπος μέτρησης του χρόνου ανά 15ετίες με αφετηρία τη γέννηση του Χριστού ή για την ακρίβεια από το 3 π.Χ. Η 1η Σεπτεμβρίου, η αρχή του εκκλησιαστικού έτους, αποτελεί την αρχή της Ινδίκτου. Τότε τελείται η ακολουθία της Ινδίκτου σε συνδυασμό με τη θεία λειτουργία για την ευλογία του εκκλησιαστικού έτους.

Αρχικά υπήρχε η Αυτοκρατορική Ίνδικτος ή Καισαρική Ινδικτιώνα
που μάλλον εισήχθη από τον Μέγα Κωνσταντίνο. Εκαλείτο επιπλέον Κωνσταντινική ή της Κωνσταντινουπόλεως ή Ελληνική. Παράλληλα υπήρχε και η Παπική Ινδικτιώνα. Η 1η Σεπτεμβρίου καθορίστηκε ως αρχή της εκκλησιαστικής χρονιάς ως εξής:Στην περιοχή της Ανατολής τα περισσότερα ημερολόγια είχαν ως πρωτοχρονιά την 24η Σεπτεμβρίου, ημέρα της φθινοπωρινής ισημερίας.

Επειδή όμως η 23
η ήταν η γενέθλια ημέρα του αυτοκράτορα της Ρώμης Οκταβιανού, η πρωτοχρονιά μετατέθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου, η οποία και καθορίστηκε ως αρχή της Ινδίκτου, δηλαδή της περιόδου του ρωμαϊκού διατάγματος για τον φόρο που ίσχυε για 15 έτη. Έτσι Ίνδικτος κατάντησε να σημαίνει αργότερα το έτος και αρχή της Ινδίκτου την Πρωτοχρονιά.

Αυτή την Πρωτοχρονιά βρήκε η Εκκλησία και της έδωσε χριστιανικό περιεχόμενο, αφού τοποθέτησε σ” αυτήν την εορτή της συλλήψεως του Προδρόμου, που αποτελεί και το πρώτο γεγονός της Ευαγγελικής Ιστορίας.Αργότερα, το 462 μ. Χ.., για πρακτικούς λόγους και για να συμπίπτει η πρώτη του έτους με την πρώτη του μηνός, η εκκλησιαστική πρωτοχρονιά μετατέθηκε την 1 η Σεπτεμβρίου.

Διευκρινίζεται ότι η πρωτοχρονιά της 1ης Ιανουαρίου,
έχει Ρωμαϊκή προέλευση και ήρθε στην Ορθόδοξη Ανατολή κατά τα νεότερα χρόνια. Η εκκλησιαστική ακολουθία για το νέο έτος τελείται την 1 η Σεπτεμβρίου, μια ακολουθία απαράμιλλου κάλλους ως προς το υμνογραφικό υλικό.Σημειωτέον ότι πριν από λίγα χρόνια η Εκκλησία μας όρισε την 1η Σεπτεμβρίου ως ημέρα αφιερωμένη στο φυσικό περιβάλλον.

Άπολυτίκιον. Ήχος β“.

Ό πάσης Δημιουργός της κτίσεως, ό καιρούς και χρόνους εν τη Ίδία εξουσία θέμενος, ευλόγησαν τον στέφανον, του ενιαυτού της χρηστότητας σου, Κύριε, φυλάττων εν ειρήνη τους βασιλείς και την πάλιν σου, πρεσβείαις της Θεοτόκου, μόνε Φιλάνθρωπε. 





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου