«Ἕλληνες ἀεί παῖδες ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» (Πλάτων, Τίμαιος, 22b).


"Ὁμολογεῖται μὲν γὰρ τὴν πόλιν ἡμῶν ἀρχαιοτάτην εἶναι καὶ μεγίστην καὶ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ὀνομαστοτάτην· οὕτω δὲ καλῆς τῆς ὑποθέσεως οὔσης,
ἐπὶ τοῖς ἐχομένοις τούτων ἔτι μᾶλλον ἡμᾶς προσήκει τιμᾶσθαι. 24. Ταύτην γὰρ οἰκοῦμεν οὐχ ἑτέρους ἐκβαλόντες οὐδ' ἐρήμην καταλαβόντες
οὐδ' ἐκ πολλῶν ἐθνῶν μιγάδες συλλεγέντες, ἀλλ' οὕτω καλῶς καὶ γνησίως γεγόναμεν ὥστ' ἐξ ἧσπερ ἔφυμεν, ταύτην ἔχοντες ἅπαντα τὸν χρόνον διατελοῦμεν,
αὐτόχθονες ὄντες καὶ τῶν ὀνομάτων τοῖς αὐτοῖς οἷσπερ τοὺς οἰκειοτάτους τὴν πόλιν ἔχοντες προσειπεῖν".
(Ἰσοκράτης, Πανηγυρικός, στίχοι 23-24).

Τα άρθρα που φιλοξενούνται στον παρόντα ιστότοπο και προέρχονται απο άλλες πηγές, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνον τις απόψεις των συγγραφέων τους.

Καθίσταται σαφές ότι η δημοσίευση ανάρτησης, δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά αποδοχή των απόψεων του συγγραφέως.


ΕΑΝ ΘΕΛΕΤΕ, ΑΦΗΝΕΤΕ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΑΡΘΡΟ-ΑΝΑΡΤΗΣΗ (΄κλίκ΄ στο "Δεν υπάρχουν σχόλια"). ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.

Ακολουθήστε μας στο Facebook

Σάββατο 28 Ιουνίου 2014

Ρόλοι που Παίζουμε Ασυνείδητα





Μαύρος μάγος γίνεται κανείς όταν παίζει ρόλους μέσα από τους οποίους προσπαθεί να αφαιρέσει ενέργεια από τους άλλους και όχι να δώσει.

Υπάρχουν πολλές καθημερινές ασυνείδητες και συνειδητές τεχνικές που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι ώστε να αφαιρούν ενέργεια από τους άλλους. Το βιβλίο «Ουράνια Προφητεία» έχει μία ωραία κατηγοριοποίηση αυτών των ρόλων. 

Είναι τέσσερις
Ο πρώτος, είναι ο ρόλος του «θύματος» μέσα από τον οποίο το άτομο προσπαθεί με τεχνικές του τύπου «λυπηθείτε με τον κακόμοιρο», ή «εγώ ο αδικημένος» κ.λπ., να τραβήξει την προσοχή των άλλων, άρα την ενέργεια τους. Συχνά οι ασθενείς έχουν τέτοια συμπεριφορά.

Ο δεύτερος, είναι ο ρόλος του «απόμακρου» που δεν μιλάει πολύ, ή κάνει τον αδιάφορο, ή φεύγει (ώστε να τρέχουν πίσω του και να ασχολούνται μαζί του) προσπαθώντας να τραβήξει την προσοχή, άρα και την ενέργεια των άλλων.

Ο τρίτος, είναι ο ρόλος του «ανακριτή», εκείνου δηλαδή που προσπαθεί να βάλει τον άλλον σε θέση απολογητική, να τον καταστήσει υπόλογο, να του αφαιρέσει δηλαδή την εξουσία, άρα και την ενέργεια του. 

Πολλοί γίνονται ανακριτικοί όταν προσπαθούν ασυνείδητα να απεκδυθούν τις ευθύνες τους. Επίσης ανακριτής είναι εκείνος που υποδεικνύει στους άλλους τα σφάλματα τους κάνοντας τους να νιώθουν «μικρότεροι». Μία ακόμα ανακριτική τεχνική είναι να υποβάλει κανείς πολλές ερωτήσεις απαιτώντας απαντήσεις! Με αυτό τον τρόπο ένας «ανακριτής» σε «ρουφάει»...

Ο τέταρτος, είναι ο ρόλος του «τρομοκράτη», ο οποίος με τη βία και με τις φωνές προσπαθεί να πάρει τον έλεγχο, με ψυχολογικούς εκβιασμούς κ.λπ. Συνήθως τα «θύματα» έλκουν «τρομοκράτες» και αντιστρόφως, ενώ οι «απόμακροι» έλκουν «ανακριτές» και αντιστρόφως. Κάποιος, ας πούμε, γίνεται δειλός γιατί φοβάται να αντιμετωπίσει έναν «τρομοκράτη» κάνοντας τον έτσι να τον τρομοκρατεί ακόμα περισσότερο. 

Ο «τρομοκράτης» προκαλεί περισσότερο στον άλλον την συμπεριφορά του θύματος, και έτσι δημιουργείται μεταξύ τους ενεργειακή σχέση εξουσίας- ελέγχου, ένας δεσμός σαν ενεργειακά πλοκάμια μεταξύ των τριών κάτω chakras των εμπλεκομένων ατόμων. Ο «ανακριτής», από την άλλη, απευθύνεται με ερωτήσεις στον «απόμακρο», του τύπου «μα τι έχεις, πες μου, πες μου», όπως κάνουν πολλά ζευγαράκια μεταξύ τους. Κι έτσι τον κάνει ακόμα πιο απόμακρο.

Το ζητούμενο είναι να ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΟΥΜΕ αυτούς τους ρόλους, και εμείς οι ίδιοι να ΜΗΝ παίρνουμε μέρος σε τέτοιους ανταγωνισμούς ενέργειας! Να μην κανακεύουμε, ας πούμε, έναν άρρωστο που συνεχώς κλαίγεται. Γιατί έτσι βολεύεται στην ασθένειά του και του αρέσει, πράγμα καθόλου τιμητικό για την ολότητα του εαυτού του. 

Ή να μην ρωτάμε έναν απόμακρο συνεχώς τι έχει. Να διατηρούμε σε κάθε περίπτωση την αυτοπεποίθησή μας χωρίς να φοβόμαστε ότι ο άλλος μπορεί να παρεξηγηθεί. Και βεβαίως να μην είμαστε ανακριτικοί για όσα λάθη νομίζουμε ότι βλέπουμε, ούτε να εμπλεκόμαστε σε ψυχολογικούς εκβιασμούς κ.λπ.

Ένα ΠΟΛΥ σημαντικό στοιχείο είναι να έχουμε αυτοπεποίθηση. 

Να είμαστε στο κέντρο μας, χωρίς να επηρεαζόμαστε από τις συμπεριφορές των άλλων, οι οποίοι άλλοτε πάνε να μας «ψαρώσουν», άλλοτε να μας θυμώσουν κ.λπ. 

Το ζήτημα δεν βρίσκεται στο να αποβάλλουμε ό,τι θεωρούμε αρνητικό, αλλά στο να ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΜΕ εμείς διαρκώς θετικότητα. Με αυτό τον τρόπο, αν δεν ποτίζουμε τα ζιζάνια, αυτά απλώς θα μαραθούν!


Διαβάστε περισσότερα... »

Πέμπτη 26 Ιουνίου 2014

Στ. Τραχανάς: Η Επιστήμη ως… φάντασμα





Η ακατάπαυστη συσσώρευση γνώσης από τις λεγόμενες «θετικές» επιστήμες και κυρίως οι ασύλληπτες τεχνολογικές μεταμορφώσεις και κοινωνικές επενδύσεις αυτής της γνώσης φαίνεται πως δεν είναι πλέον σε θέση να δικαιολογήσουν την αυταπόδεικτη, μέχρι πρόσφατα, «αλήθεια» ή «αξία» της Επιστήμης.

«Τα ιερατεία στο εσωτερικό της επιστήμης είναι αδύνατον να αποκτήσουν πραγματική εξουσία, όχι γιατί οι επιστήμονες είναι καλοί και ανιδιοτελείς άνθρωποι, υπεράνω εξουσιαστικών παρορμήσεων, αλλά γιατί δεν τους… παίρνει! Το παιχνίδι της θεμελιώδους επιστήμης δεν παίζεται με πολιτικούς όρους αλλά στον πάγκο του εργαστηρίου. Στο δικαστήριο της Φύσης», υποστηρίζει με πάθος ο Στ. Τραχανάς


Η ακατάπαυστη συσσώρευση γνώσης από τις λεγόμενες «θετικές» επιστήμες και κυρίως οι ασύλληπτες τεχνολογικές μεταμορφώσεις και κοινωνικές επενδύσεις αυτής της γνώσης φαίνεται πως δεν είναι πλέον σε θέση να δικαιολογήσουν την αυταπόδεικτη, μέχρι πρόσφατα, «αλήθεια» ή «αξία» της Επιστήμης. Πριν από δύο εβδομάδες ξεκινήσαμε να διερευνούμε αυτήν την ανησυχητική διαπίστωση με τη βοήθεια του φιλοσόφου της επιστήμης Αριστείδη Μπαλτά (βλ. «Εφ.Συν.» 6-6-2014).


Σήμερα θα συζητήσουμε κάποιες διαφορετικές πτυχές αυτού του ζητήματος με τον φυσικό Στέφανο Τραχανά, ο οποίος έχει συνεισφέρει αποφασιστικά στη διάδοση της επιστημονικής παιδείας στον τόπο μας, τόσο με το πλούσιο διδακτικό-συγγραφικό έργο του όσο και ως διευθυντής -σήμερα πρόεδρος- των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης. Αφορμή για την απολαυστική συνέντευξη που ακολουθεί ήταν η πρόσφατη κυκλοφορία του βιβλίου του «Το φάντασμα της Οπερας: η επιστήμη στον πολιτισμό μας». 

Ενα μικρό αλλά πυκνό σε διεγερτικές ιδέες βιβλίο σχετικά με την υπόγεια και τελικά φασματική παρουσία της επιστήμης στον ανθρώπινο πολιτισμό.


Γράφει ο Σπύρος Μανουσέλης

• Μία από τις βασικές ιδέες που αναπτύσσετε στο βιβλίο σας «Το φάντασμα της Οπερας», είναι ότι καμία επιστημονική θεωρία δεν επιδέχεται μία μονοσήμαντη επιστημολογική-φιλοσοφική, κοινωνιολογική ή ιδεολογική ερμηνεία. Τι είναι όμως αυτό που διαφοροποιεί τη γνώση των λεγόμενων θετικών επιστημών από άλλες μορφές γνώσης; Τι «θωρακίζει» την Επιστήμη από τα ιδεολογικά δόγματα;

Ας δούμε πρώτα τις «ιδεολογικές ερμηνείες» τις οποίες επιθυμώ εξ αρχής να διαφοροποιήσω από τις φιλοσοφικές-επιστημολογικές. Στη θεμελιώδη επιστήμη -αυτήν που ασχολείται με την αναζήτηση των πιο βασικών νόμων του κόσμου μας- τέτοιου τύπου «ερμηνείες» όχι μόνο δεν είναι δυνατές, αλλά καταλήγουν και σε μνημειώδεις ανοησίες όταν επιχειρούνται.


Υπενθυμίζω ότι για αρκετούς ναζί επιστήμονες η κβαντομηχανική -όπως και η θεωρία της σχετικότητας λίγο νωρίτερα- ήταν μια τυπική εβραϊκή θεωρία (προορισμένη να μολύνει το καθαρό πνεύμα της Αρίας φυλής), ενώ για άλλους ήταν ένα γνήσιο τέκνο του σφριγηλού γερμανικού πνεύματος! 

Υπενθυμίζω ακόμα την «υπόθεση Λισένκο», όπου ένας τσαρλατάνος, με την υποστήριξη του Στάλιν, κατάφερε να καταστρέψει τη ρωσική βιολογία (και όχι μόνο) για να την ξαναστήσει πάνω σε υγιείς «ιδεολογικές» βάσεις χωρίς… Δαρβίνους και άλλα αστικά… κατάλοιπα!

Για να φτάσω, τέλος, στον θρησκευτικό φονταμενταλισμό των ημερών μας που «αλωνίζει» σε ορισμένες πολιτείες των ΗΠΑ. Με αποτέλεσμα είτε να έχει αποβληθεί ο Δαρβίνος (πάλι αυτός!) από τα σχολεία ορισμένων πολιτειών ή να έχει γίνει υποχρεωτική η παράλληλη διδασκαλία της θεωρίας της δημιουργίας ή εκείνης του ευφυούς σχεδιασμού! Δείτε την κοινή γραμμή σε όλα τα παραπάνω: ιδεολογική τύφλωση. Αν τα γεγονότα δεν συμφωνούν με τις θεωρίες σου, τόσο το χειρότερο για τα γεγονότα!



• Ωραία, και για τις επιστημολογικές και φιλοσοφικές ερμηνείες της επιστήμης τι λέτε;


Ότι εδώ η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική. Στην περίπτωση της κβαντομηχανικής, για παράδειγμα, τα επιστημολογικά ερωτήματα που τίθενται είναι τόσο θεμελιώδη ώστε ο διάλογος μεταξύ φυσικών και επιστημολόγων να είναι εκ των ων ουκ άνευ. Και αυτό διότι, κατά τη γνώμη μου, η φιλοσοφία κουβαλάει μια τόσο μεγάλη παράδοση αυστηρού ορισμού των εννοιών, ώστε οι λεπτές εννοιολογικές αναλύσεις που απαιτεί ο έλεγχος των θεμελίων μιας φυσικής θεωρίας, να βρίσκουν εκεί μια καταπληκτική «εργαλειοθήκη».


Από την άλλη μεριά, στον διάλογο επιστήμης – φιλοσοφίας και οι δύο πλευρές θα πρέπει να έχουν πλήρη επίγνωση ότι η μονοσήμαντη φιλοσοφική ανάγνωση μιας φυσικής θεωρίας, δεν είναι δυνατή. Το πρόβλημα της ελευθερίας της βούλησης είναι ένα ενδεικτικό παράδειγμα, για όσους το γνωρίζουν.


Αυτό που «θωρακίζει» τώρα τη σύγχρονη φυσική επιστήμη από τις βλαβερές συνέπειες του ιδεολογικού και του φιλοσοφικού δογματισμού είναι ασφαλώς το εξής: η άνευ όρων αναγνώριση του «πρωτείου» της εμπειρικής πραγματικότητας. Ότι η παρατήρηση και το πείραμα είναι η μοναδική πηγή έγκυρης -αν και πάντα προσωρινής και ατελούς- γνώσης για τον φυσικό κόσμο.


Η επιτυχία και η αδιάκοπη πρόοδος της επιστήμης από τον Γαλιλαίο και μετά οφείλεται σε αυτό ακριβώς: στην πλήρη χειραφέτησή της από τα κάθε είδους δόγματα και τα ιερατεία που τα «διακονούν». 

Η μόνη αυθεντία είναι η εμπειρική πραγματικότητα. Και επιτρέψτε μου να προσθέσω ότι η χειραφέτηση αυτή είναι μια μεγάλη κατάκτηση του ανθρώπινου πολιτισμού.



• Παρά τη σφοδρή αντίθεσή σας στις «μονοσήμαντες ερμηνείες», στο πρώτο μέρος του βιβλίου σας υποστηρίζετε ότι η αρχή της αβεβαιότητας, η οποία αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της κβαντικής φυσικής, δεν είναι μόνον η «μητέρα» της μεγαλύτερης επιστημονικής-τεχνολογικής επανάστασης στην ιστορία, αλλά βρίσκεται πίσω ακόμα και από την ανάδυση της ζωής στο σύμπαν. Δεν υπάρχει ο κίνδυνος να θεωρηθεί επίσης «μονοσήμαντη» αυτή η αναγωγή σχεδόν των πάντων στην αρχή της αβεβαιότητας;


Μην εκπλαγείτε που θα ξεκινήσω λίγο… επιθετικά, λέγοντας: μα αυτός ακριβώς είναι ο σκοπός της θεμελιώδους επιστήμης, να βρει εκείνους τους -πολύ λίγους- θεμελιώδεις νόμους της φύσης στους οποίους ανάγονται τα πάντα «σε τελευταία ανάλυση».


Προσέξτε όμως γιατί ο διάβολος κρύβεται σε αυτήν τη φαινομενικά αθώα φράση: «σε τελευταία ανάλυση». 

Την ίδια ακριβώς φράση που τόσο ταλαιπώρησε τους μαρξιστές φιλοσόφους του περασμένου αιώνα στην προσπάθειά τους να δώσουν ακριβές περιεχόμενο στην περίφημη θέση του Μαρξ, ότι η βάση -δηλαδή οι σχέσεις παραγωγής- προσδιορίζει το εποικοδόμημα μιας κοινωνίας σε τελευταία ανάλυση. 

Προσδιορίζει δηλαδή τον πολιτισμό, τους θεσμούς, το νομικό πλαίσιο, τις ιδέες της κ.λπ., κ.λπ.


Δεν είναι ακριβώς το ίδιο με τη θεμελιώδη επιστήμη, αλλά η αναλογία είναι πολύ χρήσιμη. Κυρίως για να μας προφυλάξει από ακραίους και τελικά αφελείς αναγωγισμούς, που ορθά επισημαίνετε στην ερώτησή σας.


Ύστερα από όλα αυτά, σπεύδω να «ομολογήσω» ότι η αναγωγή όλων των πολύπλοκων εκδηλώσεων της μακροσκοπικής ύλης -και ιδίως της έμβιας ύλης- στους λίγους θεμελιώδεις νόμους του μικρόκοσμου, παρότι θεωρητικά δυνατή, όχι μόνο είναι πρακτικά ανέφικτη, αλλά πολύ συχνά δεν είναι καν χρήσιμο να επιδιώκεται.

Γι’ αυτό εξάλλου επιστήμες, όπως η Βιολογία, ξεκινούν από δικούς τους βασικούς νόμους που αφορούν άμεσα αυτό το επίπεδο οργάνωσης της ύλης. Χωρίς βεβαίως να αμφισβητείται ότι «από κάτω» υπάρχουν οι νόμοι της φυσικής και τίποτε άλλο: ούτε βιταλισμοί, ούτε άλλοι μυστηριώδεις υπερ-φυσικοί νόμοι. 

Όχι λοιπόν στον αφελή αναγωγισμό -που εκλαμβάνει αυτό το «σε τελευταία ανάλυση» ως δυνατότητα ουσιαστικής πρόβλεψης-, όχι όμως και να αφήσουμε το παράθυρο ανοιχτό στους… «ευφυείς σχεδιαστές» και σε όλες τις παραλλαγές του μυστικισμού που καραδοκούν.


Η αναφορά μου στην αρχή της αβεβαιότητας και στο φαινόμενο της ζωής σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται. Όχι για να ισχυριστώ ότι είναι εφικτές λεπτομερείς προβλέψεις, αλλά για να αναδείξω το γεγονός ότι οι θεμελιώδεις προϋποθέσεις για την εμφάνιση ζωής στο σύμπαν ενυπάρχουν στους ίδιους τους φυσικούς νόμους.



• Πάντως, εισάγοντας την πράξη της παρατήρησης (και τον παρατηρητή!) ως αποφασιστικό παράγοντα που επηρεάζει όχι μόνο τη γνώση, αλλά και την ίδια την πορεία των μικροφυσικών φαινομένων, η κβαντική φυσική φαίνεται πως άνοιξε τον δρόμο σε αντιρεαλιστικές απόψεις. Μήπως τελικά συνέβαλε (άθελά της;) στο να νομιμοποιηθούν οι ακραίες απόψεις των φιλοσόφων και επιστημολόγων, που αμφισβητούν την αντικειμενικότητα της επιστημονικής γνώσης;



Είναι αλήθεια ότι στο πλαίσιο της κβαντομηχανικής, αλλάζει δραστικά και η έννοια της αντικειμενικής πραγματικότητας, αφού πλέον η πράξη της παρατήρησης ενός κβαντικού συστήματος, δεν πιστοποιεί απλώς αυτό που υπάρχει, όπως στην κλασική φυσική, αλλά πραγματώνει κάποια από τις ενυπάρχουσες δυνατότητές του. 

Το κβαντικό σύστημα, μπορεί να βρίσκεται σε μια κατάσταση επαλληλίας, όπως λέμε -να είναι, π.χ., «άσπρο» και «μαύρο» ταυτόχρονα-, και η πράξη της μέτρησης είναι αυτή που τελικά πραγματώνει τη μία ή την άλλη εκδοχή του.


Όμως αυτές οι καταστάσεις επαλληλίας -με όλα τα «ενδεχόμενα» που εμπεριέχουν-, προσδιορίζονται με αυστηρά αντικειμενικό τρόπο από το ίδιο το φυσικό σύστημα και τους φυσικούς παράγοντες που το καθορίζουν. Επομένως, δύσκολα θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι η κβαντομηχανική άνοιξε τον δρόμο για αμφισβητήσεις του αντικειμενικού χαρακτήρα της επιστημονικής γνώσης.


Θα ήταν εξωφρενικό να το λέμε αυτό ενώ ζούμε σε έναν τεχνολογικό πολιτισμό που βασίζεται πλέον -σχεδόν κατά 100%- στην κβαντική φυσική! Λέτε όλα αυτά τα απίθανα «γκατζετάκια» με τα οποία «παίζουμε» κάθε μέρα να «χτίστηκαν» πάνω σε μια γνώση του φυσικού κόσμου χωρίς αντικειμενικό χαρακτήρα;

Για να είμαι όμως συνεπής με όσα ήδη είπα -ότι δηλαδή οι φυσικές θεωρίες δεν επιδέχονται μονοσήμαντη φιλοσοφική «ανάγνωση»-, τότε θα πρέπει να αφήσω ανοιχτό το ενδεχόμενο και για φιλοσοφικά συμπεράσματα σαν αυτά που αναφέρατε. 

Τέτοια συμπεράσματα βγαίνουν πράγματι πολύ δύσκολα -το είπαμε και πριν-, αν όμως το… θέλεις πολύ, τελικά βγαίνουν! Και είναι αλήθεια ότι μερικοί μεταμοντέρνοι αποδομητές και ουκ ολίγοι οπαδοί θρησκευτικών δογμάτων το θέλουν πάρα πολύ.



• Με κάθε ευκαιρία υπογραμμίζετε στα κείμενά σας ότι ο απόλυτος εχθρός της Επιστήμης είναι «τα ιδεολογικά ιερατεία» -θρησκευτικά, πολιτικά, διανοητικά- τα οποία θεωρούν ότι κατέχουν την απόλυτη και οριστική Αλήθεια. Κατά καιρούς όμως και στην Επιστήμη εμφανίζονται τέτοια δογματικά ιερατεία. 


Εκφραση της βαθύτερης, σχεδόν ακατανίκητης επιθυμίας του ανθρώπινου μυαλού για απόλυτες και οριστικές αλήθειες, καθώς και της ανάγκης του για εξουσία. Υπάρχει άραγε κάποιο επαρκές αντίβαρο στη ματαιοδοξία της «βασικής» επιστήμης ή στην αυθαιρεσία της «εφαρμοσμένης» τεχνοεπιστήμης;


Ένα «ιδεολογικό ιερατείο» μπορεί να «στηθεί» και να λειτουργήσει ως «αστυνομία σκέψης» -δηλαδή ως «ιδεοφύλακας»- μόνο υπό τη σκέπη ενός ολοκληρωτικού ή θεοκρατικού καθεστώτος. Σε μια δημοκρατική κοινωνία όμως (όσο ατελής κι αν είναι) τέτοια ιερατεία, ακόμα και όταν εμφανίζονται (και όντως εμφανίζονται, ιδίως σε ταραγμένες εποχές), είναι πολύ αδύναμα για να έχουν σοβαρή επίδραση στην επιστημονική ζωή μιας χώρας.


Οσο για τα ιερατεία στο εσωτερικό της επιστήμης, αυτά είναι αδύνατον να αποκτήσουν πραγματική εξουσία, όχι γιατί οι επιστήμονες είναι καλοί και ανιδιοτελείς άνθρωποι, υπεράνω εξουσιαστικών παρορμήσεων, αλλά γιατί δεν τους… παίρνει! 

Στην επιστήμη δεν θα γίνεις ποτέ π.χ. Αϊνστάιν επειδή έφτιαξες ένα κόμμα οπαδών της ριζοσπαστικής θεωρίας σου για το σύμπαν και πήρατε στο κατόπι τους αντιπάλους σας.


Αυτή η στρατηγική αποδίδει σε άλλες περιπτώσεις, όχι όμως στην επιστήμη. Εκεί, μάλλον χρειάζεται να συνωμοτήσει και το… σύμπαν μαζί σου και να δίνει μόνο τα αποτελέσματα που συμφωνούν με τη θεωρία σου και τίποτε άλλο!


Γι’ αυτό εξάλλου ούτε ο Αϊνστάιν ο ίδιος, παρά τη σφοδρή αντιπολίτευση που άσκησε στην πιθανοκρατική ερμηνεία της κβαντομηχανικής, δεν μπόρεσε να επιβάλει την άποψή του κόντρα στα πειραματικά δεδομένα που διαρκώς τον διέψευδαν. Με κορυφαία στιγμή το πείραμα του Aspect το 1984, που απέδειξε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι πράγματι ο Αϊνστάιν είχε άδικο. Ο Θεός… παίζει ζάρια με τον κόσμο!

Δεν σηκώνει λοιπόν ιερατεία η θεμελιώδης επιστήμη γιατί εκεί το παιχνίδι δεν παίζεται με πολιτικούς όρους αλλά στον… πάγκο του εργαστηρίου. Στο δικαστήριο της Φύσης. Και αυτό τουλάχιστον το δικαστήριο ουδείς μπορεί να το επηρεάσει.


Διαβάστε περισσότερα... »

Τα Αρχαία Μυστήρια. Η ζωή μετά θάνατον, απο τον Ορφέα στον Όμηρο






Οι περισσότεροι Έλληνες δεν αναγνώριζαν μεταθανάτια ζωή. Σύμφωνα με τον Όμηρο, τη στιγμή του θανάτου μια μαύρη σκιά, πιστό αλλά άυλο αντίγραφο του σώματος, εξέρχεται από την ανοιχτή πληγή ή από το στόμα του νεκρού και κατεβαίνει στον Άδη για να μείνει παντοτινά εκεί, δίχως αισθήσεις και τυφλή σαν νυχτερίδα. 

Έχοντας χάσει την ικμάδα του σώματος, η ψυχή αυτή (που μπορούσε να εγκαταλείψει προσωρινά το σώμα και σε στιγμές λιποθυμίας) διψούσε για αίμα. Ποθούσε να ξαναζωντανέψει.Αλλά αυτό ήταν ανέφικτο. 

Όλοι οι νεκροί, ακόμη και οι άριστοι, ήταν αναίσθητοι, ολοκληρωτικά μουδιασμένοι και δυστυχείς. Ο κάτω κόσμος του Άδη, μέσα στα έγκατα της γης, ήταν ένας τόπος κρύος και σκοτεινός, όπου το ζωτικό φως του ήλιου δεν μπορούσε ποτέ να εισχωρήσει. Επιστροφή ή λύτρωση δεν υπήρχε. Ο Αχιλλέας, όταν βρέθηκε εκεί βασιλιάς των νεκρών, δήλωνε ότι θα αντάλλασσε ευχαρίστως τη σκιώδη αυτή κατάσταση με την πιο ασήμαντη ζωή ενός άγνωστου υπηρέτη πάνω στη γη.

Ωστόσο, μετά τον Όμηρο, και ιδίως κατά τον 6ο αιώνα, μια (ίσως παλαιά) πεποίθηση σχετικά με τη δυνατότητα αναγέννησης και μεταθανάτιας ευδαιμονίας άρχισε να ενδυναμώνεται. Το ακριβές μήνυμά της δεν είναι γνωστό. Οι προβλεπόμενες τελετές ήταν μυστικές, και οι μυούμενοι δένονταν με όρκο να μην αποκαλύψουν όσα άκουσαν, είδαν ή έκαναν κατά τη διάρκειά τους. Διακεκριμένοι ποιητές, όπως ο Θηβαίος Πίνδαρος και ο Αθηναίος Σοφοκλής, ύμνησαν τη δύναμη των μυστηρίων με λόγια θερμά· οι ίδιοι ήταν μύστες.

Η μυστηριακή πεποίθηση βασιζόταν στο θαύμα της αναγεννώμενης φύσης και στη γονιμοποιό δύναμη του θανάτου. Οι μυούμενοι δέχονταν τελετουργικά μια φώτιση που τους λύτρωνε από την κατάσταση της θνητότητας και τους έκανε ευτυχισμένους στην παρούσα ζωή και μακάριους στην άλλη. Οι σχετικές πηγές διατείνονται ότι οι μύστες μάθαιναν, εκτός από το αναπόφευκτο τέλος του βίου, επίσης τη διόσδοτην ἀρχήν του. 

Στα μυστήρια, και ειδικά σε αυτά της Ελευσίνας στην Αττική, για τα οποία είμαστε καλύτερα πληροφορημένοι, γίνονται δεκτοί οι πάντες άσχετα από την κοινωνική θέση και την οικονομική τους δύναμη. 

Μοναδικές προϋποθέσεις ήταν να μην έχουν μιάνει τα χέρια τους με αίμα και να γνωρίζουν ελληνικά. Οι αλλόφωνοι και οι ανθρωποκτόνοι αποκλείονταν. (Φυσικά, ανθρωποκτόνοι δεν θεωρούνταν όσοι είχαν σκοτώσει σε επίσημο πόλεμο, αλλά ακόμη και η ακούσια θανάτωση κάποιου σε περίοδο ειρήνης λειτουργούσε περιοριστικά.)

Σε ορισμένες περιπτώσεις η μυστηριακή διδαχή συνδεόταν με την καλλιέργεια των δημητριακών, διακριτικό σημάδι της πολιτισμένης κοινωνίας κατά την ομόφωνη γνώμη των αρχαίων Ελλήνων. Σύμφωνα με τον ομηρικό ύμνο στη Δήμητρα (έργο του πρώιμου 6ου αιώνα), οι δύο μεγάλες δωρεές της θεάς στην πολιτισμένη ανθρωπότητα ήταν η γεωργία και τα μυστήρια. 

Όπως στην αγροτική παραγωγή οι εγγενείς δυνάμεις της φύσης τίθενται υπό τον έλεγχο του ανθρώπου που γνωρίζει πότε και πώς πρέπει να σπείρει και να θερίσει για να έχει τη μέγιστη σοδειά, έτσι και στα μυστήρια της Δήμητρας οι φυσικές δυνάμεις της γέννησης και του θανάτου χαλιναγωγούνταν προς όφελος των μυστών. Σε άλλες περιπτώσεις η μυστηριακή διδαχή περιλάμβανε την ιδέα της κάθαρσης από ένα αρχέγονο μίασμα που είχε καταστήσει τους ανθρώπους θνητούς. Λυτρωτής θεός ήταν τότε ο Διόνυσος-Βάκχος. Σε όλες τις περιπτώσεις, πάντως, η μυστηριακή διδαχή ήταν συμβολική.

Τα μυστήρια δεν πρόσφεραν λεκτική διδασκαλία. Κινητοποιούσαν αρχέγονες ψυχικές εικόνες και υπέβαλλαν τους μύστες σε τελετουργικές εμπειρίες ολοκλήρωσης του εαυτού και ενότητας με τον κόσμο. Με την έννοια αυτή, τα μυστήρια παρείχαν βιωματική γνώση. Το τελευταίο στάδιο μύησης -εκεί όπου, αν η ψυχή του μύστη ήταν κατάλληλα δεκτική, μπορούσε να συμβεί ολοκληρωτική αποκάλυψη του μυστηρίου της ζωής- ονομαζόταν ενίοτε ἐποπτεία (ξεκάθαρη θέαση).
Μυστήρια υπήρχαν σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. 

Ειδικά η υπανάπτυκτη περιοχή της Αρκαδίας είχε πολλές μυστηριακές τελετές. Αλλά τα Μυστήρια των Μεγάλων Θεών στη Σαμοθράκη, των Καβείρων στη Θήβα και, κυρίως, τα Ελευσίνια Μυστήρια της Δήμητρας και της Κόρης στην Αττική απέκτησαν πανελλήνια αίγλη. 

Εκτός από αυτά τα μυστηριακά κέντρα, υπήρχαν επίσης πολλοί περιπλανώμενοι ιερείς που επικαλούνταν την αυθεντία του Ορφέα και του γιου του Μουσαίου, εξάγνιζαν με θυσίες και μαγικές επωδές άτομα, οικογένειες και πόλεις ολόκληρες, καλούσαν τον Βάκχο, την Περσεφόνη και άλλες θεότητες του Άδη και μυούσαν, έναντι αμοιβής, τους ενδιαφερόμενους σε τελετές οι οποίες, κατά την άποψή τους, εξασφάλιζαν καλή τύχη τόσο πάνω στη γη όσο και στο επέκεινα. 

Ανάμεσα στους περιπλανώμενους ιερείς επικρατούσε έντονος ανταγωνισμός, όπως ήταν φυσικό για ανθρώπους που εμπορεύονταν το ίδιο αγαθό. Ορισμένοι βρίσκονταν σε αντιπαράθεση και με τους εκπροσώπους των μυστηριακών κέντρων.

Η αρχαιολογική σκαπάνη ανακαλύπτει συνεχώς, κυρίως στην περιφέρεια του ελληνισμού, ταφικές επιγραφές, πρόχειρα χαραγμένες σε φύλλα χρυσού και τοποθετημένες στο κεφάλι ή το στήθος του νεκρού, που μαρτυρούν τη μυητική διαδικασία οπαδών του ορφικού Διονύσου. 

Οι επιγραφές χρονολογούνται από το τέλος του 5ου έως τον 2ο αιώνα π.Χ., αλλά αναντίρρητα απηχούν ιδέες που διαμορφώθηκαν παλιότερα. Μια επιγραφή από το Ιππώνιον της Κάτω Ιταλίας δίνει οδηγίες για την τοπογραφία του Άδη. Ο νεκρός μύστης, διψασμένος όπως όλες οι ψυχές, πρέπει να αγνοήσει την πρώτη κρήνη που θα συναντήσει στον δρόμο του και να προχωρήσει στην επόμενη. Εκεί θα βρει φύλακες που θα τον ρωτήσουν τι γυρεύει στου Άδη τα σκοτάδια. Εκείνος πρέπει να αποκριθεί με το τελετουργικό σύνθημα που οι αμύητοι αγνοούν και να προφέρει τα ακόλουθα λόγια:

Γιος είμαι της Γης και του έναστρου Ουρανού,
μα από τη δίψα είμαι στεγνός και χάνομαι.
Δώστε μου γρήγορα να πιω
το κρύο νερό που ρέει από τη λίμνη της Μνήμης.

Αντίθετα με τους αμύητους που θα βιαστούν να ξεδιψάσουν από την πηγή της Λήθης, ο μύστης θα πιει το νερό της Μνημοσύνης και θα σωθεί μέσω του λυτρωτικού έργου που εκτελέστηκε για χάρη του από τον υποχθόνιο βασιλιά Διόνυσο. Στη συνέχεια τον περιμένει χαρά και αγαλλίαση μαζί με τους υπόλοιπους μυημένουςβάκχους.

Το ομηρικό μοτίβο των διψασμένων και επιλησμόνων ψυχών έχει εδώ μετασχηματιστεί σε δύναμη μνήμης και αναγέννησης για τους μύστες του Διονύσου. Αν εξαιρέσουμε σπάνιες περιπτώσεις ηρώων του ένδοξου παρελθόντος που είχαν μεταβεί στις Νήσους των Μακάρων ή στο Ηλύσιον, παρόμοιες απόψεις ήταν εντελώς άγνωστες στα ομηρικά και τα ησιόδεια έπη.

Ο Ορφέας εμφανίστηκε ως ανανεωτής της θρησκευτικής παράδοσης. Αν ποτέ υπήρξε ιστορικό πρόσωπο με αυτό το όνομα, έχει χαθεί μέσα στον θρύλο. Οι οπαδοί του, πάντως, διατείνονταν ότι έζησε και έδρασε πολύ πριν από τον Όμηρο. 

Σύμφωνα με μια μαρτυρία, ο Ορφέας ξεκίνησε αρχικά ως ακόλουθος του Διονύσου, αλλά στη συνέχεια στράφηκε στον Απόλλωνα και έγινε αποκλειστικός λάτρης του φωτός, με αποτέλεσμα οι δυνάμεις του σκότους να θιγούν και να βρει τραγικό θάνατο από μαινάδας, τις μαινόμενες συντρόφισσες του Διονύσου. 

Το μύθευμα αυτό για τον διασπαραγμόν του Ορφέα δηλώνει ότι η μυστηριακή εμπειρία της αναγέννησης ήταν αρχικά προσανατολισμένη στον φυσικό κύκλο της γέννησης και του θανάτου και δεν περιλάμβανε ατομική σωτηρία. Με τη συγχώνευση όμως διονυσιακών και απολλώνιων στοιχείων αναπτύχθηκε επιπρόσθετα η ιδέα ότι αυτό που συμβαίνει στο ανθρώπινο γένος συνολικά μέσω της αναπαραγωγής μπορεί να συμβεί και στον άνθρωπο ατομικά: να αναγεννηθεί.

Στο μέσον του 6ου αιώνα το προϊστορικό ιερό της Δήμητρας και της Κόρης (γνωστής και ως Περσεφόνης) στην Ελευσίνα γνώρισε πρωτοφανή άνθηση. Πλήθη άρχισαν να συρρέουν από όλα τα μέρη της Ελλάδος για να μυηθούν. Ταυτόχρονα, στη Σικελία και την Κάτω Ιταλία η διαδεδομένη λατρεία της Περσεφόνης συνδέθηκε με ύμνους και νέα έπη, των οποίων η σύνθεση αποδόθηκε στον Ορφέα. 

Κατά το τελευταίο τέταρτο του ίδιου αιώνα, η ιδέα της μετενσάρκωσης έκανε την πρώτη εμφάνισή της στην Ελλάδα μεταξύ των Πυθαγορείων. Αυτές οι παράλληλες αλλαγές (ανανέωση των μυστηρίων, ορφικά έπη, πίστη στη μετενσάρκωση) δίνουν το στίγμα μιας νέας στάσης απέναντι στον θάνατο, που συνδέεται πιθανότατα με την ανάδυση της αξίας του ατόμου. Για όσους είχαν μυηθεί ο θάνατος μπορούσε να είναι πλέον κάτι αγαθό. Τουλάχιστον δεν ήταν τόσο φοβερός όσο τον περιέγραφε ο Όμηρος και πίστευε μαζί του ο περισσότερος κόσμος των αμύητων.

Σπύρος I. Ράγκος


Διαβάστε περισσότερα... »

Τετάρτη 25 Ιουνίου 2014

Μαθαίνουμε. . . το 95% αυτών που διδάσκουμε στους άλλους





Κάτι που είναι πάρα πολύ συχνό σε ανθρώπους που διδάσκουν
έναν εναλλακτικό τρόπο ζωής και προσωπικής ανάπτυξης είναι πως συχνότερα κάνουν κήρυγμα για αυτά και σπανιότερα σου δείχνουν τρόπους εφαρμογής. Ακόμη πιο σπάνια ζουν οι ίδιοι με τον τρόπο που κηρύσσουν. 


Η γνωστή παροιμία «Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις» είναι συχνό φαινόμενο. Στην ζωή μου πάντα πίστευα πως ο άνθρωπος που λέει ή γράφει διάφορα πράγματα πρέπει πρώτα να μπορεί να τα υποστηρίξει σε ένα μεγάλο βαθμό στην ζωή του. Να είναι ο ίδιος ένα ζωντανό παράδειγμα της φιλοσοφίας του.

Υπάρχουν πολλοί που θα σας πουν «πως να κάνετε την ζωή σας καλύτερή»
ή «πως να επιτύχετε την προσωπική σας ανάπτυξη». Για μένα αυτός που πραγματικά αξίζει από τους πολλούς είναι αυτός που έχει τα παρακάτω δύο στοιχεία:


1. Όταν εφαρμόζει αυτά που διδάσκει
Είναι τουλάχιστον παράταιρο το θέαμα ενός παχύσαρκου διαιτολόγου ή ενός θεραπευτή
που επικαλείται τον υγιεινό τρόπο ζωής και ταυτόχρονα καπνίζει. Είναι για μένα σαν να πουλάει την ίδια του την θεωρία. 

Στις μέρες μας πολλοί άνθρωποι κηρύττουν πράγματα που δεν εφαρμόζουν στην ίδια τους την ζωή. Έτσι ενώ το μήνυμα που θέλουν να περάσουν μπορεί να είναι σωστό ο τρόπος που ζουν κάνει το μήνυμα να φαίνεται ουτοπικό ή ανούσιο.

2. Όταν μπορεί να σας διδάξει πως εφαρμόζονται


Όταν κάποιος σας λέει μια θεωρία ή μια διδασκαλία για κάτι, θα πρέπει να σας δείχνει
και τρόπους που μπορείτε να εφαρμόζετε αυτό που λέει. Αν κάποιος έχει εφαρμόσει μια «φιλοσοφία» που άλλαξε την ζωή του θα πρέπει να μπορεί να σου δείξει τον τρόπο που το έκανε. Δεν σημαίνει πως αυτό θα το κάνει αυτομάτως έγκυρο τρόπο αλλά θα τον κάνει ένα πραγματοποιήσιμο τρόπο.

Η αερολογία χωρίς πρακτική εφαρμογή είναι ανούσια και κουραστική. Το παράδειγμα για μένα είναι το καλύτερο σχολείο της ζωής. Οι άνθρωποι είναι πιο εύκολο να μάθουν κάτι όταν βλέπουν πως αυτό είναι εφικτό και εφαρμόσιμο.

Να θυμάστε πως όποιος άνθρωπος σας εμφανίζεται ως ειδικός ή τέλειος,
είναι αδύνατο να είναι τέλειος και είναι αδύνατον να αρέσει σε όλους. Πολλές φορές οι άνθρωποι αναφέρονται σε μένα ως άτομο που κηρύττει κάτι που δεν υπάρχει στην κοινωνία, γιατί στα μάτια τους αυτό που λέω, μοιάζει τέλειο και ουτοπικό. 

Πιστεύω πως ο ανθρωπισμός, η δικαιοσύνη, η αλήθεια, το τίμιο και καλό είναι η λύση απέναντι στα προβλήματα που μαστίζουν την κοινωνία μας. 

Φυσικά θα μου πουν κάποιοι πως όλοι αυτό θέλουν αλλά όπως είναι έτσι η κοινωνία αυτό είναι αδύνατο. Για μένα «κοινωνία» είναι ο καθένας από εμάς. Αλλάζοντας τον εαυτό μας αλλάζουμε ένα κομμάτι της κοινωνίας. Φυσικά κάθε κριτική (καλοπροαίρετη ή κακοπροαίρετη) είναι εποικοδομητική και με ωθεί να επιζητώ την περαιτέρω βελτίωση μου.

Να θυμάστε πως πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι γύρω σας που θα σας επικρίνουν
σε κάθε σας λάθος αλλά θα πρέπει να τους δώσετε να καταλάβουν πως και τα λάθη έχουν την χρησιμότητα τους. Όποιος δοκιμάζει να αλλάξει τον τρόπο ζωής του θα κάνει και λάθη. Αυτό δεν κάνει λιγότερο πολύτιμο τον στόχο σας και ούτε πρέπει να σας κάνει να αισθανθείτε άσχημα ή αποτυχημένος.

Μαθαίνουμε. . .
10% αυτών που διαβάζουμε
20% αυτών που ακούμε
30% αυτών που βλέπουμε
50% αυτών που βλέπουμε και ακούμε
70% αυτών που συζητούμε
80% αυτών που βιώνουμε
95% αυτών που διδάσκουμε στους άλλους.

William Glasser


Διαβάστε περισσότερα... »

Η Πυθαγόρεια Σκέψη





Η πυθαγόρεια σκέψη δομήθηκε μέ­σα από ένα κράμα θρησκευτικής πίστης και φιλοσοφίας. Κα­τά γενική ομολογία των μεταγενέστερων, το πνεύμα του Ορφισμού διαπερνούσε την πυθαγόρεια φιλοσοφία. Ή, για να το πούμε με άλλα λόγια, η φιλοσοφία του Πυθαγόρα, υπήρξε η φιλοσοφική πραγμάτωση της ορφικής πίστης.


Το βασικότερο δόγμα του Πυθαγόρα ήταν η πίστη στην αθανασία της ψυχής, η οποία αναπτύσσεται διαρκώς και αλλάζει σώματα, προκειμένου να λυτρωθεί τελικά από τη θνητή ζωή και καθαρή να λάβει τη θέση της μεταξύ των αθανάτων όντων. 

Δηλαδή, ήταν αποδεκτή η θεωρία της μετενσάρκωσης της ψυχής, η οποία μέσα από έναν κύκλο γεννήσεων απελευ­θερώνεται από το θνητό σώμα. 

Επομένως,ο άνθρωπος κατά τους Πυθαγόρειους έχει σαν σκοπό της ζωής του να αποτινάξει το ζυγό του θνητού σώματος και να γίνει καθαρό πνεύμα,οπότε θα ενωθεί με το συμπαντικό πνεύμα στο οποίο ανήκει.


Ο Πυθαγόρας πιθανολογείται πως ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον όρο «κόσμος» προκειμένου να υποδηλώ­σει το Σύμπαν σαν μια οργανωμένη τάξη. Το Σύμπαν διέπεται από μια τάξη και είναι οργανωμένο και έμψυχο.Δεν υπάρχει τίποτε άψυχο και κενό ζωής κατά τους Πυθαγόρειους.

Με αυτόν τον τρόπο παρουσιάζεται η έννοια της «συγγένειας ολόκληρης της φύσης» και όπως το Σύμπαν εί­ναι «κόσμος»οργανωμένος, έτσι και ο άνθρωπος αποτελεί μια μικρογραφία αυτού του«κόσμου», ένα μικρόκοσμο.

Μελετώντας αυτόν τoν μικρόκοσμο, ουσιαστικά σπουδάζουμε τις θεμελιώδεις δομές του Σύμπαντος. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν ,ότι για τους Πυθαγόρειους ο κόσμος δεν είναι ένα αντικείμενο έρευνας ,πειραματισμού και επιβολής,αλλά μια ιερή τάξη γεμάτη δυνάμεις και η συμμετοχή σε αυτές δρα αποκαλυπτικά στη νόησή μας και διεγείρει βαθύτατα τον ε­σωτερικό μας κόσμο. 


Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο της πυθαγόρειας σκέψης, είναι η έννοια του πέρατος ή ορίου.

Από τη στιγμή που υφίσταται o κόσμος,η οργανωμένη τάξη στο Σύμπαν, προϋποθέτει την ύπαρξη ενός ορίου, καθώς οτιδήποτε δεν έχει προκαθορισμένα όρια είναι άμορφο και ταιριάζει στο χάος.

Ο κόσμος δημιουργείται με την παρέμβαση του ορίου στο άπειρο, οπότε αποκαλύπτεται μια καθορισμένη ενότητα. Το κα­θορισμένο και το απροσδιόριστο αποτελούν τις δυο βασικές αντίθετες αρχές για τους Πυθαγόρειους, από τις οποίες η πρώτη είναι το καλό και η δεύτερη το κακό, αφήνοντας να φανεί η έννοια του δυϊσμού στη φιλοσοφία τους.


Ο Αριστο­τέλης παραθέτει έναν πίνακα του Αλκμαίωνα του Κροτωνιάτη με τα βασικά αντίθετα των Πυθαγορείων: 

πέρας —άπειρον 
περιττόν —άρτιον 
εν —πλήθος 
δεξιόν —αριστερόν 
άρρεν —θήλυ 
ηρεμούν —κινούμενον 
ευθύ —καμπύλον 
φως —σκότος 
αγαθόν —κακόν 
τετράγωνον —ετερομήκες 

Εκείνο, όμως,που διαφοροποιεί εντελώς τη φιλοσοφική σκέψη του Πυθαγόρα από τους υπόλοιπους είναι ο τρόπος ή διαδικασία κάθαρσης και απελευθέρωσης τηςψυχής.Πάνω στα μέσα για την επίτευξη αυτού του σκοπού οικοδομήθηκε ένα οικοδόμημα απέραντ υ πνευματικού ύψους.  

Ο Πυθαγό­ρας χρησιμοποιεί τα μαθηματικά για τη διείσδυση του στις πιο υψηλές περιοχές του νου και δεν το κάνει με κάποια δεισιδαιμονική αντιμετώπιση τους.

Αντίθετα,θεμελιώνει τη μαθηματική επιστήμη και την ανάγει σε φιλοσοφική θεωρία .Ξεφεύγει από τις μετρήσεις και τις λογιστικές ενασχολήσεις της και την αναβιβάζει σε επίπεδα ιδεών.Καθίσταται πρωτοπόρος του μαθηματικού στοχασμού, ανακαλύπτοντας νέες μαθηματικές θεωρίες και αρχές ,που η εφαρμογή τους απο­δείχθηκε διαχρονική.


Το γνωστό σε όλους μας Πυθαγόρειο θεώρημα [το τετράγωνο της υποτείνουσας ενός ορθογώνιου τριγώνου ισούται με το άθροισμα των τετραγώνων των δύο άλλων πλευρών] αντλεί από εκείνες τις εποχές την κατα­γωγή του.

Αξιοσημείωτο επίσης είναι το ότι δε μελετούσαν τους αριθμούς αφηρημένα αλλά χρησιμοποιούσαν χαλίκια, με τα οποία σχημάτιζαν διάφορα σχήματα και εξέταζαν τις μεταξύ τους ανακύπτουσες σχέσεις.

Όταν για παράδειγμα, αναφέρονταν στους τριγωνικούς αριθμούς, δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να μελετούν το σχήμα που δημιουργείται από την τοποθέτηση των αριθμών. 

Δηλαδή, ο τριγωνικός αριθμός 10, είναι η περίφημη τετρακτύς, ο τέλειος αριθμός, σχηματιζόμενος από το άθροισμα των τεσ­σάρων πρώτων (1+2 +3+4=10). Με τον ίδιο τρόπο μελετούσαν τους τετράγωνους αριθμούς, τους κύβους κ.λπ., κα­θώς επίσης αναζητούσαν τις συμμετρικές τους σχέσεις,τις αναλογίες τους. Οι ίδιοι ανακάλυψαν τους μαθηματικούς μέσους, δηλαδή τον αριθμητικό,το γεωμετρικό και τον αρμονι­κό. 


Αλλά όλα τούτα, δε θα είχαν ίσως ποτέ ανακαλυφθεί, εάν οι αριθμοί δε συνδέονταν με έννοιες και ποιότητες.

Οι αριθμοί δεν είναι ποσότητες απλώς, αλλά αντιπροσωπεύουν ιδέες και αρετές και κάθε συσχέτισή τους οδηγεί την ανθρώ­πινη διάνοια σε συνειδησιακές ανακαλύψεις. Μέσω αυτών παρέχεται μια δυνατότητα ανάπτυξης και βελτίωσης της αν­θρώπινης οντότητας.

Στην ουσία, οι Πυθαγόρειοι εξομοίωσαν ολόκληρη τη φύση με τους αριθμούς και υπέθεσαν ότι τα στοιχεία των αριθμών είναι στοιχεία όλων των όντων και όλος ο κόσμος είναι αρμονία και αριθμός. Η έννοια της ψυχής ως αρμονίας είχε πολύ ισχυρή επίδραση στη φιλοσοφία των Πυθαγορείων.

Αλλά αυτή την έννοια κατά κανένα τρόπο δεν την ταύτιζαν με την εξισορρόπηση των δυνάμεων του φυσικού τους σώματος,αλλά με τον αριθμό. Θεωρούσαν λοιπόν πως η αρμονία της ψυχής σχετί­ζεται με την τετρακτύν ,τον τέλειο αριθμό.

Δημιουργείται δε, μέσω της αρμονίας των πρώτων τεσσάρων αριθμών -1 ,2 ,3 , 4 - καθώς αυτοί είναι οι ενσαρκωτές της.Σε τέτοιες βεβαίως ιδέες στηρίχθηκαν και χρησιμοποίησαν το μαθηματικό τους υπόβαθρο στο πεδίο της μουσικής.

Ο ίδιος ο Πυθαγόρας ανακάλυψε ότι εκείνα τα διαστήματα της μουσικής κλίμακας που ονομάζονται τέλειες αρμονίες, μπορούν να διατυπωθούν αριθμητικά ως αναλογίες μεταξύ των αριθμών 1,2,3,4. Για παράδειγμα ,η αναλογία δύο προς ένα μας δίνει την ογδόη ή τη διαπασών συμφωνία,όπως την αποκαλούσαν. 

Συνεπώς, επιβεβαίωσε με ακρίβεια ότι υφίσταται μια αριθμητική οργάνωση μέσα στην ίδια τη φύση του ήχου και κάτι τέτοιο δεν είχε να κάνει μόνο με τη μουσική που ακουγόταν από κά­ποιο όργανο, αλλά με το ίδιο το Σύμπαν.

Διότι η μουσική εξέφραζε ακριβώς την υφιστάμενη συμπαντική αρμονία και ήταν ένα μέσο προσέγγισης της μέσω του ίδιου του κάλλους της. 

Την αρμονία της τετρακτύος, αναζήτησαν οι Πυθαγόρειοι και στον ουρανό, όπου διεπίστωσαν τις κανονικές κινήσεις των άστρων.

Προκειμένου δε να δημιουργήσουν τη δεκάδα στο ηλιακό μας σύστημα, πρόσθεσαν και ένα δέκατο πλα­νήτη,την αντιχθόνα,που δεν είναι ορατή από τη γη. Διακήρυτταν λοιπόν ότι η κίνηση των ουράνιων σωμάτων σίγου­ρα είχε σαν αποτέλεσμα να βγαίνει κάποιος ήχος,αφούκάτι τέτοιο συμβαίνει και μετα σώματα στη γη.

Και αφού οι αποστάσεις μεταξύ τους είναι αναλογικές,επόμενο ήταν ότι θα παράγεται μουσική και αποκαλούσαν το φθόγγο των άστρων εναρμόνιο. 

Ο Πυθαγόρας συνήθιζε να λέει πως αφουγκράζεται τη μουσική των ουράνιων σφαιρών και τον ακολούθη­σαν και αρκετοί άλλοι μεταξύ των Πυθαγορείων. Η φιλοσοφία των Πυθαγορείων κινήθηκε σε ένα πολυδιάστατο επίπεδο.

Χρησιμοποίησε τα μαθηματικά, τη μουσική, την αστρονομία, αλλά και την ιατρική, καθώς οι πηγές αναφέρουν ότι έδιναν ιδιαίτερη σημασία στη φυσική αγωγή και τη δίαιτα, προκειμένου να διατηρούνται υγιείς. Η εφαρμογή της φιλοσοφίας τους ήταν όντως ένας πλήρης τρόπος ζωής και ασκούσαν ουσιαστικά την ψυχή τους προκειμένου να ταυτιστεί με την αρμονία του κόσμου. 


Οι Πυθαγόρειοι όφειλαν να είναι σιωπηλοί και υπάκουοι,ενώ τα ανώτερά τους καθήκοντα ήταν σεβασμός προς το θείο, τους γονείς και το νόμο. Η μεταξύ τους συμπεριφορά στηριζόταν στη δικαιοσύνη. Αποδέχονταν την ύπαρξη μιας ιεραρχίας, στην οποία καθένας κατείχε την αρμόζουσα θέση.


Διαβάστε περισσότερα... »